Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Τετάρτη 24 Μαΐου 2017

Βιβλικός Χριστιανισμός και ορθολογιστικός σκεπτικισμός (12)



11. Αμαρτία-ενοχή-τιμωρία

Άλλοι αρνητές πολέμιοι του Χριστιανισμού και μηδενιστές, στρέφονται κατά της χριστιανικής βιβλικής διδασκαλίας περί αμαρτίας του ανθρώπου, ενοχής, και τιμωρίας, υποστηρίζοντας ότι έτσι, ο άνθρωπος οδηγείται σε μαρασμό, αφού η θρησκεία (η χριστιανική), του δημιουργεί συνεχώς συμπλέγματα φοβίας, αμαρτίας, ενοχής, που για να επιτύχει μια μέλλουσα και αβέβαιη ζωή, δεν τον αφήνει να χαρεί την εδώ ζωή, την παρούσα, την χειροπιαστή, όπως αυτός τη θέλει...


Μάλιστα, κατά τον Νίτσε, οι Εβραίοι πέτυχαν έτσι και μέσω του Χριστιανισμού (που θεωρείται παραφυάδα του Ιουδαϊσμού), την ανατροπή της αριστοκρατικής εξίσωσης των αξιών, μετατρέποντας σε ηθικό, τον φτωχό, τον ταπεινό, τον κακόμοιρο, τον στερημένο, γιατί μόνον αυτός είναι αποδεκτός από τον Θεό!

Και για μεν το Νίτσε, και για τις μηδενιστικές ημιπαράφρονες θεωρίες του, έγραψα ήδη, στο προαναφερθέν δοκίμιό μου όπου και παραπέμπω, σκοπεύω δε να επανέλθω σε μια εν εκτάσει κριτική του έργου και των θέσεων του μελλοντικώς. Όσον αφορά τον εκπληκτικό του ισχυρισμό ότι, η Ιουδαία, μέσω του Χριστιανισμού νίκησε τη Ρώμη, αυτό είναι μεν αληθές, αλλά έγινε λόγω των ισχυρών πνευματικών ενδογενών αναγεννησιακών δυνάμεων του Χριστιανισμού και, κυρίως, της φλογερής πίστης και της αγάπης των χριστιανών και όχι, λόγω της μνησικακίας των δούλων Εβραίων και χριστιανών! Επ’ αυτού ο αναγνώστης μπορεί να πληροφορηθεί από το ενδιαφέρον έργο του Max Scheler, Ο μνησίκακος άνθρωπος (2002), όπου ασκείται η δέουσα κριτική στο Νίτσε. Αλλά το ερώτημα παραμένει: Πώς, οι φτωχοί, οι κακόμοιροι, οι υπόδουλοι, αδύναμοι Ιουδαίοι και οι χριστιανοί, νίκησαν την μιλιταριστική Ρώμη; Ή, μήπως δεν ήσαν αδύναμοι, αλλά η ηθική υπεροχή των χριστιανών,η αγάπη, η ανεξικακία και η υπομονή τους, αποδείχτηκαν ισχυρότερες δυνάμεις από τα ρωμαϊκά ξίφη και τα λάβαρα;



Κατ’ αρχάς, πρέπει να λεχθεί ότι η ροπή και η τάση προς την αμαρτία (=αστοχία), το αμαρτάνειν, είναι κοινό για όλους τους ανθρώπους, κατά την προσφυή παρατήρηση του Θουκυδίδη, «εκ φύσεως ρέπουν άπαντες οι άνθρωποι και κατ’ ιδίαν και δημόσια εις το αμαρτάνειν» (Θουκ. Γ, 45, 3). Βέβαια, τα αίτια της αμαρτίας, οι περισσότεροι ελληνες φιλόσοφοι τα απέδιδαν στην άγνοια («ουδείς εκών κακός» κατά τον Σωκράτη) αν και υπήρξαν φωνές σαν του Αριστοτέλη που έλεγαν ότι το ηθικό κακό πηγάζει από την κακή προαίρεση του ανθρώπου. Άρα, πας άνθρωπος εκών κακός, εκτός αν επιδρούν πάνω του η βία και η πλάνη (πρβλ. Αριστοτέλους, Ηθικά Νικομάχεια, Ι, 6-7).

Τώρα, όσον αφορά το αν η αληθινή Χριστιανοσύνη είναι μια ενοχική τάχα θρησκεία, που καταπιέζει το σώμα και τις εγγενείς ορμές του, τα πράγματα πρέπει να μπουν σε μια σειρά. Ναι μεν, ο βιβλικός Χριστιανισμός μιλάει για την αμαρτωλότητα του ανθρώπου, για τα έργα της σαρκός, δηλ., τα έργα των αποκομμένων ανθρώπων από το Θεό, για την τάση και ροπή του ανθρώπου προς την αμαρτία λόγω της αρχικής παραβάσεως των πρώτων γονέων (original sin), ναι μεν λέει ότι, «πάντες ήμαρτον και στερούνται της δόξης του Θεού» (Ρωμ. 5:12 επ.), αλλά λέει, δια στόματος πάλι του απ. Παύλου ότι, «ούτω και δια της υπακοής του ενός (του Χριστού) δίκαιοι καταστηθήσονται οι πολλοί» (Ρωμ. 5:19).


Με άλλα λόγια, όπως επεσήμαναν οι χριστιανοί θεολόγοι στοχαστές (π.χ. Blaise Pascal, Søren Kierkegaard, Simone Weil, κ.α.), η Βίβλος και ο Χριστιανισμός τονίζουν την σχάση της σχέσης Θεού-ανθρώπου, που επήλθε λόγω της αρχικής παράβασης-παρακοής των ανθρώπων, που θεωρήθηκε και το σοβαρότερο ιστορικό γεγονός μέσα στο ηθικό σύμπαν, και που επαναλαμβάνεται προσωπικά λόγω της αδυναμίας και εκτροπής-αποκοπής του ανθρώπου από την πηγή της ζωής—το Θεό. Αλλά ταυτόχρονα δίνει και το αντίδοτο: Τη θεία χάρη, που επέρχεται με την πίστη στην εκούσια θυσία του Ιησού Χριστού, και την αλλαγή τρόπου ζωής (μετάνοια) και την καλλιέργεια μεταξύ άλλων της πίστης, της ελπίδας και της αγάπης. Η τελευταία, η αγάπη, κατά την ωραία ιωάννεια έκφραση, «έξω βάλλει τον φόβον» (1 Ιωαν. 4:18). Ο Χριστιανός φιλόσοφος Pascal διατύπωσε τα παραπάνω, μ’ ένα πολύ ωραίο τρόπο, αποφθεγματικό, σαν στυλίστας του λόγου που ήταν. Έγραψε: «Δεν υπάρχει τίποτα στη ζωή που να μην δείχνει, ή την αθλιότητα του ανθρώπου ή την ευσπλαχνία του Θεού, ή την αδυναμία του ανθρώπου χωρίς Θεό ή την δύναμη του ανθρώπου με Θεό» (Σκέψεις, 562 & 537). 

Κοντολογίς, ο βιβλικός Χριστιανισμός δεν είναι καμία ενοχική θρησκεία, που θέλει τον άνθρωπο μαυροφορεμένο, συνεχώς φοβισμένο από τη θεία τάχα οργή, και συνεχώς μετανοούντα «εν σάκω και σποδώ», για υποθετικές και φανταστικές αμαρτίες (πράγματα του Μεσαίωνα και της καθολικής εκκλησίας κυρίως), αλλά θρησκεία (=λατρεία) σε καθεστώς πλήρους ελευθερίας εν Χριστώ και αγάπης και χαράς, όχι αυτο-τιμωρίας και λύπης. 

Ο Χριστός ήταν ισορροπημένος και έδωσε το παράδειγμα. Δεν ήταν ασκητής, αποτραβηγμένος από τον κόσμο, γι’ αυτό άλλωστε κατηγορήθηκε από τους Φαρισαίους ως υιός φάγος και πότης, φίλος των τελωνών και των αμαρτωλών, αλλά ζούσε ως φυσιολογικός άνθρωπος μέσα στην Ιουδαϊκή κοινωνία του 1ου μ.Χ. αιώνα, παραβρέθηκε στο γάμο της Κανά, μίλησε για τον γάμο και τη σαρκική ένωση ως θεία ευλογία στο γάμο (Ματθ. 19:3-6, Μαρκ.10:9) και έλεγε στους μαθητές του, «χαίρετε» και «χαίρετε και αγαλλιάσθε» (Ματθ. 28:9, Λουκ. 6:23, 13:17). 

Μίλησε επίσης για τη χαρά του νυμφίου (Ιωάν. 3:29), είπε ότι οι μαθητές του έπρεπε να χαίρονται επειδή θα πορευόταν στον πατέρα (Ιωάν. 14:28, 16:20) κ.λπ. Ενώ, ο απόστολος Παύλος, προέτρεπε, «χαίρετε μετά χαιρόντων» (Ρωμ. 12:15), «αεί δε χαίροντες» (2 Κορ. 6:10), «αδελφοί χαίρετε εν Κυρίω» (2 Κορ. 13:11, Φιλ. 3:1) και «πάντοτε χαίρετε» (1 Θεσ. 5:16). Εδώ πρέπει να σημειωθεί ακόμη ότι, ο εθνικός φιλόσοφος Κέλσος (τέλος 2ου αι. μ.Χ.), κατηγορούσε τους πρώτους χριστιανούς ως «γένος φιλοσώματον»! (Ωριγένης, Κατά Κέλσου, 2:39), και ότι οι μοναστικές ιδέες από τον 3ο αι. μ.Χ. (Αντώνιος, Παχώμιος κ.λπ.) ήταν αυτές που διέδωσαν την παρθενία και την αγαμία, ως ανώτερες τάχα καταστάσεις ζωής, και τον αναχωρητισμό, και το πένθος, και τη συνεχή μετάνοια, ως το μόνο, τον ιδανικό χριστιανικό τρόπο ζωής. Αλλά, προηγήθηκαν βέβαια, και οι Γνωστικοί, και οι Εγκρατίτες, και άλλα εξω-χριστιανικά ρεύματα, που επέδρασαν ισχυρά πάνω στην εκκλησία—να σκεφτεί κανείς ότι και ο Τερτυλλιανός στο τέλος του 2ου μ.Χ. αιώνα, έλεγε ότι οι γυναίκες ήταν η «πύλη της κολάσεως» και έπρεπε να κυκλοφορούν «πενθώντας ως μετανοημένη Εύα»—και έδωσαν την εσφαλμένη εντύπωση ότι ο Χριστιανισμός απαξιοί την χαρά και τις «εν μέτρω» υγιείς, υλικές απολαύσεις, ενώ συμβαίνει το αντίθετο. 

Ο Εκκλησιαστής προτρέπει «φάε, πίε και ευφραίνου μετά της γυναικός της νεότητός σου» (Εκκλ. 5:18, 9:9), το Άσμα Ασμάτων, δίνει έμφαση στην αξία του αγνού έρωτα που είναι ισχυρότερος από τον θάνατο (Ασμ. Ασμ. 8:6), στο βιβλίο των Παροιμιών διαβάζουμε για τον οργασμό, τον συζυγικό έρωτα, ως «εκ-σταση» (= στέκομαι έξω από τον εαυτό μου) (Παρ. 5:15-19), και ο Χριστός, δεν ήταν αναχωρητής-ασκητής, αλλά έδωσε στους μαθητές του την εντολή να είναι μέσα στον κόσμο αλλά όχι μέρος του (πονηρού) κόσμου (Ιωάν. 17:13-16), απολαμβάνοντας «την χαράν την εμήν πεπληρωμένην εν εαυτοίς», δηλαδή, «να έχουν τη δική μου τη χαρά μέσα τους σ’ όλη την πληρότητά της».

Ο Νίτσε, γράφοντας το βιβλίο του Ο Αντίχριστος, θέλησε να καταδείξει ότι ο Χριστιανισμός στρέφεται κατά του σώματος, της ζωής και των απολαύσεων, κρίνοντας από τον θεσμοθετημένο και παρηκμασμένο Χριστιανισμό της εποχής του. Όταν έφτασε, όμως, στο πρόσωπο του Χριστού, αναγνώρισε ότι ήταν αυτός ξέχωρη προσωπικότητα, και όπως παρατηρεί ο Giovanni Papini: «Ποτέ δεν μπόρεσε να πει σε τι ο Χριστός των Ευαγγελίων εναντιώνεται στη ζωή, Εκείνος ακριβώς που τη θέλει πιο ευτυχισμένη και ανώτερη (Η ζωή του Χριστού, σελ. 5).

Και κάτι τελευταίο: Είθισται, δεν ξέρω από πότε, δεν το έψαξα, ο πρώτος μήνας του ζεύγους, να θεωρείται μήνας του μέλιτος, γιατί σ’ αυτόν χαίρεται και ευφραίνεται ερωτικά ο γαμπρός και η νύφη. Αλλά η Βίβλος προέβλεπε, όχι μήνα, αλλά έτος του μέλιτος

Ο Ισραηλίτης, απαγορεύετο αν ήταν νυμφευμένος να υπηρετήσει στο στρατό για ένα έτος, για να ευφραίνει, όχι τον εαυτό του, αλλά τη γυναίκα του και ν’ αποκτήσει απογόνους! (Δευτ. 24:5). Αυτά γι’ αυτούς που νομίζουν ότι η Βίβλος είναι βιβλίο κατά των σωματικών απολαύσεων και υπέρ της τιμωρίας ή αφειδίας του σώματος (πρβλ. Κολ. 2:23) ενώ πρόκειται για παραδόσεις, εντολές και διδασκαλίες εξωχριστιανικές. Κάτι που είχε προβλέψει ο απόστολος Παύλος και έγραψε ότι «μερικοί θα αποστατήσουν από την πίστη... θα απαγορεύσουν το γάμο και θα επιβάλλουν αποχή από τα φαγητά που τα εδημιούργησε ο Θεός να τα τρώμε και να τον ευχαριστούμε...» (1 Τιμ. 4:1-5). 

Η Βίβλος είναι υπέρ της λογικής απόλαυσης της ζωής με όλες τις χαρές της. Όπως διαβάζουμε στον Εκκλησιαστή 8:15: «Γι’ αυτό κι εγώ πλέκω τον ύμνο στη χαρά: Δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο για τον άνθρωπο σε αυτό τον κόσμο, από του να τρώει, να πίνει και να χαίρεται· κι αυτή η ευδαιμονία να τον συνοδεύει και στα έργα του, όλες τις μέρες που ο Θεός του έδωσε να ζήσει εδώ στη γη». Επίσης, στο Εκκλησιαστής 9:7, 9 διαβάζουμε: «Πήγαινε λοιπόν, φάε το ψωμί σου με χαρά και το κρασί σου πιες μ’ ευχάριστη διάθεση, γιατί ο Θεός έχει κιόλας αποδεχθεί τα έργα σου. Απόλαυσε τη ζωή με τη γυναίκα που αγαπάς, όλες τις ημέρες της μάταιης ζωής σου, όσες σου δώσει ο Θεός εδώ στη γη. Γιατί αυτό είναι το μερίδιό σου στη ζωή και στο μόχθο σου και στη σκληρή δουλειά σου σ’ αυτόν τον κόσμο».

Βεβαίως, ο απόστολος Παύλος μεταξύ άλλων λέει ότι οι χριστιανοί πρέπει να «νεκρώσουν τα μέλη τους, τα επί της γης» (Κολ. 3:5), έκφραση που δίνει την εντύπωση ότι στρέφεται κατά του σώματος. Ωστόσο, τα αμέσως παρακάτω λόγια του διευκρινίζουν το τι θέλει να μας πει: «Πορνείαν ἀκαθαρσίαν πάθος ἐπιθυμίαν κακήν, καὶ τὴν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστὶν εἰδωλολατρία». 

Με άλλα λόγια ο Παύλος στρέφεται όχι κατά του σώματος αυτό καθ’ αυτό, αλλά εναντίον των παθών που μπορούν να πηδαλιουχήσουν τα μέλη του σώματος. Γι’ αυτό και η Νεοελληνική Μετάφραση της Βιβλικής Εταιρίας αποδίδει το συγκεκριμένο χωρίο ως εξής: «Απονεκρώστε, λοιπόν, ό,τι σας συνδέει με το αμαρτωλό παρελθόν: Την πορνεία, την ηθική ακαθαρσία, τη σαρκική αμαρτία, την κακή επιθυμία και την πλεονεξία, που είναι ειδολολατρεία». Εξάλλου, ο απόστολος Παύλος καταδικάζει εκείνους που με εθελοθρησκεία επιβάλλουν την κακομεταχείριση (ἀφειδίᾳ) του σώματος (Κολ. 2:23). 

Ο αναγνώστης πρέπει να έχει υπόψη του ότι δεν ήταν οι βιβλικοί συγγραφείς εκείνοι που αποκάλεσαν «ντροπές» (αιδοία) τα γεννητικά όργανα, αλλά οι στωικοί φιλόσοφοι όπως π.χ. ο Σενέκας. Και ατυχώς τέτοιες αντιλήψεις ακολούθησαν αργότερα και κάποιοι Πατέρες της Εκκλησίας, σαν τον Ωριγένη που αυτο-ευνουχίστηκε, και τον Αυγουστίνο της Ιππώνος, που επέμενε στην αισχρότητα κατ’ αρχάς της σεξουαλικής επιθυμίας, της συνουσίας και των γεννητικών οργάνων, λέγοντας ότι «γεννιόμαστε μέσα στα κόπρανα και στα ούρα». Διαλλακτικότερες και νηφαλιότερες θέσεις για το γάμο και τη σημασία του έρωτα και του σεξ, εκφράζουν βέβαια, άλλοι Πατέρες όπως ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος (PG 62, 135-136), και ο Βασίλειος Αγκύρας, οι οποίοι δέχονται ότι σκοπός του γάμου δεν είναι μόνο η τεκνοποίηση, αλλά και ο της «μίξεως οίστρος» (PG 30, 676). Αλλά, δυστυχώς οι πρώτες αντιλήψεις κυριάρχησαν περισσότερο και εξακολουθούν μέχρι σημερα να συσκοτίζουν τη διάνοια των ανθρώπων.

Όσον αφορά το ζήτημα της τιμωρίας του Θεού των αμετανόητων αμαρτωλών, με την περίφημη κόλαση, που έχουν υπόψη τους όλοι και, ιδίως, οι επικριτές, ως μέσον εκφοβισμού των ανθρώπων, και ως εργαλειοποίηση της ιεραρχίας για καταπίεση και διαβουκόληση των μαζών, καλά θα κάναν όλοι αυτοί ν’ ανοίξουν ένα λεξικό της αρχαίας Ελληνικής, όπως του Lidell-Scott, ή Σταματάκου κ.α., αν δεν μπορούν να προσφύγουν στα ειδικά βιβλικά λεξικά όπως του Bauer, του Kittel κ.α, στη λέξη κόλαση

Τότε έκπληκτοι θα πληροφορηθούν ότι η λέξη κόλαση σημαίνει αποκοπή (υπάρχει και η έκφραση κόλασις δένδρων), το ρήμα κολάζω προέρχεται από το ρήμα κολοβώνω (=αποκόπτω) . και βασικά, σημαίνει στη βιβλική γλώσσα την αποκοπή από τη ζωή, τον αιώνο θάνατο, όχι τον αιώνιο βασανισμό μιας άυλης ψυχής! Η «γέεννα του πυρός» που υπάρχει όντως στα Ευαγγέλια, έχει την ίδια έννοια, είναι η κόλαση (η λίμνη του πυρός στην Αποκάλυψη), με μεταφορική όμως, γλώσσα. Πύρινη κόλαση με δαίμονες, τρίαινες και καζάνια, υπάρχουν μόνο στο Μεσαίωνα, στην κόλαση του Δάντη, σε τοιχογραφίες ναών, στους αρχαίους παγανιστές και στις απόκρυφες Αποκαλύψεις (π.χ. του Πέτρου). Κάτω από την επίδραση αυτών των παραγόντων, παγιώθηκε η περίφημη εξω-βιβλική, εξω-χριστιανική εικόνα της κόλασης, που συνεχίζει να εκφοβίζει σήμερα κάποιους απληροφόρητους πιστούς. Για περισσότερα βλ. Δ. Τσινικόπουλος, Στην Κόλαση δεν καίει καμία φωτιά και Α. Τέρνερ, Η ιστορία της Κόλασης, 1997. Για την σημασία της παραβολής του πλουσίου και του Λαζάρου που συχνά παρατίθεται ως επιχείρημα υπέρ της κόλασης, βλ. Αθανάσιο Δεσπότη, Η παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου όπου υπάρχει, τελικά, μια ανατρεπτική ερμηνεία!

 Συγγραφέας: Τσινικόπουλος, Δημήτρης