Κατά το 2ο μ.Χ. αιώνα η Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου ήταν το κέντρο της μάθησης και της φιλοσοφίας. Αυτή την εποχή στην Αλεξάνδρεια, η μυστική Εβραϊκή φιλοσοφία του Φίλωνα, η Ελληνική φιλοσοφία του Πλάτωνα με το σχήμα του Νεοπλατωνισμού, η διδασκαλία της Παλαιάς Διαθήκης του Μωυσή και των προφητών, ο σύγχρονος μ’ αυτά Γνωστικισμός, η Δυϊστική θεωρία των Περσών και οι Ιουδαϊκές θεοσοφίες, αναμίχθηκαν φοβερά επικίνδυνα με το Χριστιανισμό και σχημάτισαν μια καινούρια άποψη του Θεού που ονομάστηκε Χριστολογία του λόγου.
Αυτή η διδασκαλία ήταν μια ανάμιξη του Ευαγγελίου με τις ειδωλολατρικές εθνικές θεωρίες.
Οι αλήθειες των Γραφών συμβιβάστηκαν και
αναμίχθηκαν με τις διεφθαρμένες και λανθασμένες ανθρώπινες ιδέες, με αποτέλεσμα
να οδηγηθούν σιγά - σιγά οι μάζες από τη Βιβλική διδασκαλία στις πλάνες των
εθνών και των ειδώλων.
Η Χριστολογία του λόγου μπορεί να συνοψιστεί, ανάλογα με τις
αποχρώσεις της σε δύο σκέλη:
Το πρώτο σκέλος μιλάει για ένα προϋπάρχοντα γιο του Θεού μαζί με τον Πατέρα, ο οποίος και ενσαρκώθηκε στο πρόσωπο του Χριστού.
Αυτή η ιδέα
ξεκίνησε όταν παρερμηνεύτηκε και αναμίχθηκε «ο λόγος» στο Ιωαν.α:1 με τη Δυϊστική φιλοσοφία του Πλάτωνα και με στοιχεία
Γνωστικισμού.
Ο Πλάτωνας δίδασκε ότι υπήρχε ένας πραγματικός κόσμος ιδεών που δεν μπορούσαν να τον φτάσουν οι άνθρωποι απ’ τη γη.
Έλεγε ακόμα, ότι μαζί μ’ αυτό τον κόσμο των ιδεών συνυπήρχε ένα ακριβές του αντίγραφο από ύλη, δηλαδή ο υλικός κόσμος, στον οποίο ζούμε εμείς τώρα. Αυτό ονομάζεται Δυϊσμός.
Ο φυσικός αυτός κόσμος που ζούμε είναι μια φτωχή προσέγγιση του ουρανίου (Εκκλ. Ιστορία Β. Στεφανίδη σελ.126 σημ.5).
Όταν αυτή η θεωρία επικράτησε, έγινε αποδεκτή και η ιδέα του γιου του Θεού που προϋπήρχε του οποίου η ενσάρκωσή στο πρόσωπο του Χριστού, εδώ στη γη, είναι επίσης μια φτωχή προσέγγιση της ουράνιας πραγματικότητας.
Αυτό σχετίζεται στενά με το Γνωστικισμό που δίδασκε ότι η ύλη
είναι κακή, πονηρή και ατελής, πολύ κατώτερη της τελειότητας.
Το δεύτερο σκέλος της Χριστολογίας του λόγου δίδασκε ότι ο Χριστός
ήταν άνθρωπος και όχι Θεός, τόσο πριν όσο και μετά την ενσάρκωσή του. Αυτή η
άρνηση της θείας φύσης του Χριστού ήταν και πάλι αποτέλεσμα του Γνωστικισμού κι
άλλων φιλοσοφιών.
Όπως είπαμε λίγο παραπάνω, στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, η οποία τον καιρό εκείνο ήταν ένα απ’ τα ακμάζοντα κέντρα μάθησης, συγκεντρώθηκαν όλες οι τότε γνωστές φιλοσοφίες του ειδωλολατρικού κόσμου, για να σχηματίσουν ένα κράμα και να μπορέσουν ν’ αντιμετωπίσουν τον Χριστιανισμό που διατηρούσε τις αποστολικές αρχές και διδασκαλίες.
Οι απόστολοι ήταν όλοι Ιουδαίοι, μεγαλωμένοι
μέσα στο Μονοθεϊστικό πνεύμα, το οποίο μετέδωσαν και στους Εθνικούς
Χριστιανούς, οι οποίοι λάτρευαν πριν πολλές θεότητες και μάλιστα Τριάδες ή
Τριαδικές ενότητες.
Η πιο διαδεδομένη θεωρία ανάμεσα στους ειδωλολάτρες φιλοσόφους ήταν αυτή που προήλθε από την ανάμιξη των φιλοσοφιών των Ελλήνων, των Αιγυπτίων, των Βραχμάνων, των Ρωμαίων, των Εβραίων δια μέσου του Φίλωνα, των Περσών και τη βλέπουμε με τη μορφή του Νεοπλατωνισμού.
Αν κανείς αναρωτιέται
πώς η Χριστιανική πίστη από Μονοθεϊστική όπως διδάχτηκε απ’ τους αποστόλους,
ξέφυγε κι άρχισε να πιστεύει στην Τριαδική θεωρία, μπορεί να βρει την απάντηση
μόνο όταν μελετήσει τη νεογέννητη αυτή θεωρία του Νεοπλατωνισμού, τί υποστήριζε
και πώς μπήκε έντεχνα μέσα στην εκκλησία.
Διαβάζουμε από την εκκλησιαστική ιστορία του Rhilip Schaff τόμος 2ος σελ.49:
«Ο Νεοπλατωνισμός ........ήταν ένας πανθεϊστικός εκλεκτισμός κι
ένας φιλοσοφικο-θρησκευτικός συσχετισμός που προσπάθησε να συνδιαλλάξει την
Πλατωνική και Αριστοτελική φιλοσοφία με ανατολικές θρησκείες και θεοσοφίες. Τον
Πολυθεϊσμό με το Μονοθεϊσμό, προκατάληψη με ήθη και έθιμα και να κρατήσει
τελικά την παλιά δημοφιλή θρησκεία (Πολυθεϊσμό) σε μια εξευγενισμένη και
ιδεαλιστική φόρμα...»
Μπορούμε ακόμα να διαβάσουμε από την εκκλησιαστική ιστορία του
αρχιμανδρίτη Β. Στεφανίδη στο κεφάλαιο «Ιστορικαί προϋποθέσεις και ίδρυσις της
χριστιανικής εκκλησίας» σελ.18-25 και στο κεφάλαιο «Γνωστικοί και Μαρκίων»
σελ.61-65.
Ο Νεοπλατωνισμός λοιπόν προσπάθησε να ενώσει τον Πολυθεϊσμό με το
Μονοθεϊσμό!
Για να καταλάβουμε όμως πώς μπήκε η έννοια της Τριάδας στο
Νεοπλατωνισμό, αντιγράφουμε από την Εγκυκλοπαίδεια της Βιβλικής θεολογικής και
Εκκλησιαστικής φιλολογίας των Mc Clintock & Strong, τόμος 6ος σελ.939.
Αναφερόμενοι στην Αλεξάνδρεια, γράφουν:
· «Εδώ
ήταν υποστηρικτές του Ελληνικού πολυθεϊσμού με τα ποιητικά στοιχεία των
θεοτήτων που γέμιζαν τα βουνά και τα λαγκάδια, τα δάση και τα ρυάκια, ξηρά και
θάλασσα, με μια λατρεία προσαρμοσμένη στο ζωηρό ταμπεραμέντο αυτής της φυλής.
· Εδώ
υπήρχαν Ρωμαίοι αντιπρόσωποι του μεγαλοπρεπούς και σοβαρού χαρακτήρα ενός
έθνους αξιοσημείωτου για τις βαθιές θρησκευτικές του ρίζες.
· Εδώ ο
Ιουδαίος Γραμματέας υπερήφανος για τις παραδόσεις του λαού του και το Νόμο που
τους είχε δώσει ο Θεός, υπερύψωνε τη διδαχή της Μονότητας του Θεού που υπήρχε
στα ιερά βιβλία του και υποδείκνυε τις καθαρότερες διδασκαλίες και μεγαλειώδεις
αλήθειες τους.
· Ο
Πέρσης κήρυττε για τον κύριό του το Ζωροάστρη, για τις δύο αρχές του καλού και
του κακού και τη μάχη τους για επικράτηση πάνω στον κόσμο. Μιλούσε ακόμα για τη
μαγική γνώση που είχαν αποκτήσει απ’ τους ιερείς και φιλοσόφους της γης τους.
· Ο
Βραχμάνος περιπλανώμενος απ’ το μακρινό Γάγγη, έφερε μαζί του τον ασκητικό
μυστικισμό και την υπερηφάνεια των τάξεών του, την ήσυχη σιωπηλή υπέρτατη
θεότητα, στην ανάπαυση της οποίας οι ψυχές καθαριζόταν κι εύρισκαν γαλήνη,
καθώς και την τριάδα των ενεργών δυνάμεων ή εκπορεύσεων απ’ αυτήν, ο
δημιουργός, ο διαφυλάττων και ο καταστροφεύς.....
Σ’ αυτή την κοσμοπολίτικη πόλη του κόσμου της εποχής εκείνης, οι φιλοσοφικές αντιλήψεις του Μοναδισμού, του Δυϊσμού, του Μονοθεϊσμού, του Πολυθεϊσμού, της Μαγείας και του Ασκητικού Μυστικισμού βρήκαν ένα κοινό σημείο επαφής αλλά κι ένα κοινό πεδίο διαμάχης.
Απ’ αυτές τις διαμάχες εξελίχτηκε ο
τύπος της εκλεκτικής φιλοσοφίας που κάτω απ’ το όνομα «Νεοπλατωνισμός»,
ξεπέρασε στον ειδωλολατρικό κόσμο τις κλασικές φιλοσοφίες. Αργότερα, παίρνοντας
μια ξεκάθαρα εχθρική στάση εναντίον του Χριστιανισμού, έγινε ο αντιπροσωπευτικός
τύπος όλων των εθνικών θρησκειών και φιλοσοφιών, ανταγωνιζόμενη με την
καινούρια πίστη, την κυριαρχία στο νου και στη συνείδηση του ανθρώπου......
...........ο θρίαμβος του Χριστιανισμού ήταν ο θρίαμβος της ιδέας
του Μονοθεϊσμού απέναντι στο Δυϊσμό και Πολυθεϊσμό. Ο μονοθεϊσμός σαν
κοσμοθρησκευτική ιδέα ανήκε στους Ιουδαίους στους οποίους δόθηκε δι’
αποκαλύψεως.. Ο θρίαμβός του με το Χριστιανισμό ήταν συνεπώς ο θρίαμβος της
«Θρησκευτικής ιδέας του Ιουδαϊκού λαού, απεκδυόμενης από τα εθνικά της όρια,
μετριασμένης και πνευματοποιημένης......»
Να λοιπόν οι καθαρότατες αποδείξεις για το ότι η έννοια και αυτή
καθ’ αυτή η διδασκαλία της Τριάδας δεν προήλθε απ’ τους Ιουδαίους, αλλά από
τους Βραχμάνους και τους Ινδουιστές.
Πώς είναι δυνατόν η θρησκευτική ιδέα του Ιουδαϊκού λαού που είναι ο Μονοθεϊσμός να «μετριασθεί» και να «πνευματοποιηθεί» με ειδωλολατρικές διδασκαλίες δαιμονίων; Τί δουλειά έχει το φως που έδωσε ο Θεός στον Αβραάμ, στο Μωυσή, στους προφήτες και σ’ όλους τους αγίους με το σκοτάδι των εθνών;
Τί
σχέση μπορεί να έχει η μέρα με τη νύχτα; Κι όμως, αυτή η θεωρία του
Νεοπλατωνισμού μπήκε έντεχνα μέσα στην εκκλησία που, δυστυχώς όπως είχε
προβλέψει ο απόστολος Παύλος, άρχισε να χάνει την πρώτη αγάπη της και ν’ ακολουθεί
εκείνους τους βαρείς λύκους που δεν είχαν κανένα οίκτο για το ποίμνιο του Θεού.
Ο λόγος του Θεού αναμίχθηκε, η ζύμη μπήκε στο φύραμα κι έτσι όλο
το φύραμα έγινε ένζυμο. Η ψευδοδιδασκαλία μπήκε μέσα στην εκκλησία και ας δούμε
πώς αποδεικνύεται ιστορικά:
Από την εγκυκλοπαίδεια Mc Clintock & Strong, διαβάζουμε:
· Πλάτων (τόμος 10ος σελ.556)
«Οι τρεις αρχές του Πλάτωνα ήταν: α) Ο υπέρτατος Θεός που ο ίδιος
τον ονομάζει «Πατέρα», β) Η θεία νόηση που την ονομάζει νου, λόγο, σωτήρα,
σοφία, γ) Η ψυχή του κόσμου».
Ο Πλάτωνας πίστευε σε Τριάδα κι έτσι η καινούρια θεωρία του
Νεοπλατωνισμού ήταν Τριαδική, γιατί βλέπουμε στη διατύπωσή της τη συγχώνευση
της Βραχμανικής Τριάδας του Βράχμα, Βίσνου και Σίβα, με την Τριάδα του Πλάτωνα.
«Κατά το τέλος του 1ου αιώνα και κατά τη διάρκεια του 2ου, πολλοί μορφωμένοι άνδρες προσηλυτίστηκαν τόσο απ’ τον Ιουδαϊσμό όσο και απ’ τους ειδωλολάτρες στο Χριστιανισμό. Αυτοί έφεραν μαζί τους, μέσα στα χριστιανικά θεολογικά σχολεία, τη φρασεολογία και τις ιδέες του Πλάτωνα που είχαν δανειστεί ιδιαίτερα απ’ τα φιλοσοφικά γραπτά του Φίλωνα.
Όπως ήταν λοιπόν φυσικό, περιορίστηκαν στη
φιλοσοφία τους όσον αφορά στην τριάδα και ιδιαίτερα το «λόγο», óõíäέοντας αυτές
τις ιδέες με το «λόγο», όπως είχε γίνει προηγουμένως απ’ τον Φίλωνα και άλλους
Πλατωνικούς.
Έχοντας διαφορές σε πολλά άλλα ασήμαντα σημεία, συμφώνησαν τέλεια στα παρακάτω: Ο «λόγος» υπήρχε πριν τη δημιουργία του κόσμου, οπωσδήποτε όμως γεννήθηκε απ’ το Θεό και απεστάλη απ’ Αυτόν.
Μ’ αυτό το «λόγο», οι Νεοπλατωνικοί καταλάβαιναν τη νόηση του Θεού που ανήκε αιωνίως στη φύση Του σαν δύναμη. Αυτή η δύναμη όμως, από κάποια στιγμή σύμφωνα με τη θεία θέληση άρχισε να υπάρχει έξω απ’ το Θεό.
Έτσι λοιπόν είναι διαφορετική απ’ το Θεό αλλά
γεννήθηκε απ’ Αυτόν κι είναι εξ’ ολοκλήρου Θεϊκή. Δια μέσου αυτού του «λόγου»
υπέθεσαν ότι ο Θεός δημιούργησε και τώρα διατηρεί και κυβερνά το σύμπαν.
Οι απόψεις τους σχετικά με το Άγιο Πνεύμα είναι πολύ λιγότερο
καθαρά εκφρασμένες, παρ’ όλο που οι περισσότεροι το θεωρούσαν «υπόσταση
εκπορευόμενη απ’ τον Πατέρα και τον Υιό», και έτσι πρέπει να του αποδίδεται η
θεότητα.
Αυτοί οι «Φιλόσοφοι Χριστιανοί» υποστήριζαν μάλλον τη θεία φύση
του Υιού και του Πνεύματος και τη θεία γένεσή τους, παρά τη θεότητά τους με τον
Πατέρα.
Ο Ιουστίνος Μάρτυρας εκφραστικά διακηρύττει ότι ο Υιός είναι για
το Θεό, ότι είναι ο νους στον άνθρωπο κι ότι το Άγιο Πνεύμα είναι αυτή η θεία
δύναμη που δρα και εκτελεί, την οποία ο Πλάτωνας ονομάζει «αρετή». Μ’ αυτή την
ερμηνεία ουσιαστικά συμφωνούσαν ο Κλήμεντας Αλεξανδρείας, ο Θεόφιλος Αντιοχείας
και ο Ωριγένης.
Σύμφωνα με τον Τερτυλλιανό, τα πρόσωπα της Τριάδας είναι βαθμοί,
σχήματα, είδη ενός Θεού. Έτσι βλέπουμε ότι η διδασκαλία που έλεγε ότι ο Χριστός
είναι κατώτερος του Πατέρα και αργότερα ονομάστηκε Αρειανισμός, είχε γίνει
δεκτή από τους περισσότερους πατέρες του 2ου και 3ου
αιώνα οι οποίοι ουσιαστικά είχαν συμβιβαστεί με τη φιλοσοφία του Πλάτωνα....»
Ποιοι λοιπόν έφεραν την ειδωλολατρία και τα επακόλουθά της μέσα
στην εκκλησία; Ήταν αυτοί οι μορφωμένοι άντρες που προσηλυτίστηκαν στο
Χριστιανισμό. Άνθρωποι με ειδωλολατρικές φιλοσοφίες που διδάχτηκαν στα
Πανεπιστήμια της Αθήνας, της Ρώμης και της Αλεξάνδρειας από ειδωλολάτρες
δασκάλους, προσηλυτίστηκαν στο Χριστιανισμό κι αντί ν’ απορρίψουν τις θεωρίες
τους αυτές, τις προσάρτησαν με το βέτο που διέθεταν μέσα στην εκκλησία.
Αν εξετάσουμε όμως λίγο πιο προσεκτικά, θα δούμε ότι οι ρίζες της
θεωρίας αυτής ξεκινούν απ’ τη μακρινή Ινδία, απ’ την πανάρχαια ειδωλολατρική
θεοσοφία των Βραχμάνων. Έτσι εξηγείται και το «ασκητικό πνεύμα» που κατείχε
όλους αυτούς τους φιλοσόφους, γιατί απλούστατα ήταν πρακτική των Βραχμάνων που
ακόμα και σήμερα εφαρμόζουν.
«Τριάδα ενεργών δυνάμεων ή ακτινοβολιών αυτής - ο Δημιουργός, ο Συντηρητής και ο Καταστροφέας».
Όλοι όσοι πίστευαν στο Νεοπλατωνισμό ήταν βαθιά
επηρεασμένοι απ’ αυτή τη Βραχμανιστική θεωρία περί θεότητας.