Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Τρίτη 13 Δεκεμβρίου 2016

Η ΕΙΛΙΚΡΙΝΕΙΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΡΚΕΤΗ;



Πολλοί άνθρωποι σκέφτονται ότι, αν υπάρχει κόλαση, τότε θα πάνε εκεί πολύ λίγοι άνθρωποι. Αγανακτούν ιδιαίτερα γι’ αυτά που λέει η Βίβλος. Λένε ότι είναι λάθος να κατακρίνουμε εκείνους που η θρησκεία τους είναι πρωτόγονη και απλή. Στο κάτω-κάτω της γραφής, όλοι μας ξεκινήσαμε σαν ανιμιστές. Απλά, μερικές κοινωνίες εξελίχθηκαν σε μια πιο ώριμη πίστη σε έναν Θεό. Δεν μπορείς να κατηγορήσεις τους ανθρώπους για το ότι έχουν πρωτόγονη θρησκεία, περισσότερο απ' ότι μπορείς για το ότι ζουν σε λασποκάλυβα ή ότι φορούν κορδόνια με χάντρες.


Βασικά κινούμαστε όλοι προς την ίδια κατεύθυνση. Γι’ αυτό, και ανώφελο είναι, και πραγματικά ανάγωγη συμπεριφορά, το να προσπαθούμε να πείσουμε τους ανθρώπους ν’ αλλάξουν τη θρησκεία τους. Αν θέλουμε να δείξουμε τον επιβαλλόμενο σεβασμό, τότε το ιεραποστολικό μας έργο πρέπει να βοηθήσει τον καλό Μουσουλμάνο να γίνει καλύτερος Μουσουλμάνος και τον καλό Ινδουιστή να γίνει καλύτερος Ινδουιστής.

Σε τελική ανάλυση, το πραγματικό πρόβλημα του Χριστιανισμού είναι ότι τόσοι πολλοί, που αποκαλούν τους εαυτούς τους Χριστιανούς, ούτε καταλαβαίνουν την ουσία της πίστης τους ούτε την εφαρμόζουν. Αν αυτοί που αποκαλούν τους εαυτούς τους Χριστιανούς ακολουθούσαν πραγματικά τη διδασκαλία του Ιησού, αυτό θα δημιουργούσε τεράστια διαφορά. Δεν μπορεί να λεχθεί το ίδιο και για τον κατ’ όνομα Βουδιστή ή Μουσουλμάνο; Η ουσία του πράγματος είναι τόσο καλύτερη από τις παραχαράξεις που με μισή καρδιά εφαρμόζουν οι περισσότεροι άνθρωποι.
 
 🔻

Πραγματικά, είναι ένα πολύ μεγάλο θέμα, η αιώνια τύχη εκείνων που δεν είναι πραγματικοί Χριστιανοί. Πολλοί άνθρωποι προσπαθούν και καταφέρνουν να σκουπίσουν τις αμφιβολίες τους και να τις πετάξουν κάτω απ' το χαλί. Οι αμφιβολίες, όμως, πρέπει να αντιμετωπιστούν και να τακτοποιηθούν, και όχι να αφεθούν να βρίσκουν τροφή και να πολλαπλασιάζονται μέσα στο σκοτάδι. Και, εφόσον ο λόγος του Θεού έχει να πει πολλά για τις άλλες θρησκείες και για εκείνους που με ειλικρίνεια τις εφαρμόζουν, είναι πολύ σημαντικό να ενδιαφερθούμε, να διερευνήσουμε το θέμα πέρα για πέρα.

Το θέμα δεν είναι να αντιπαραθέτουμε γνώμες ανθρώπων, αλλά να αποσαφηνίζουμε ποια είναι η γνώμη του Θεού. Αυτό που νομίζω εγώ για τους ειδωλολάτρες δεν έχει σημασία, ούτε τόση δα. Εκείνο που βαραίνει είναι τι λέει ο λόγος του Θεού. O πραγματικός Χριστιανός θα πρέπει να είναι έτοιμος να απορρίψει οποιαδήποτε γνώμη, αν δεν συμφωνεί μ’ αυτά που λέει η Αγία Γραφή.

Είναι πράγματι πολύ ελκυστική η σκέψη ότι η κόλαση θα είναι στο μεγαλύτερο μέρος της ακατοίκητη. Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι ο Ιησούς ποτέ δεν άφησε κάποια τέτοια εντύπωση. Αντίθετα, λέει:

«Εισέλθετε διά της στενής πύλης· διότι πλατεία είναι η πύλη και ευρύχωρος η οδός η φέρουσα εις την απώλειαν, και πολλοί είναι οι εισερχόμενοι δι' αυτής. Επειδή στενή είναι η πύλη και τεθλιμμένη η οδός η φέρουσα εις την ζωήν, και ολίγοι είναι οι ευρίσκοντες αυτήν» (Ματθ.ζ:13-14).

Στο ίδιο κήρυγμά Του (στην επί του Όρους Ομιλία) ο Χριστός είπε ότι την ημέρα της Κρίσης θα πει σε «πολλούς»: «ποτέ δεν σας εγνώρισα· φεύγετε απ' εμού οι εργαζόμενοι την ανομίαν» (Ματθ.ζ:22-23). Ένα μεγάλο μέρος της αγωνίας και στην Παλιά και στην Καινή Διαθήκη, σχετίζεται μ’ αυτή τη φοβερή απώλεια τόσων πολλών ανθρώπων.

Είναι πράγματι πολύ συγκινητικό να βλέπεις στις ταινίες του κινηματογράφου ανθρώπους να τελούν τα της θρησκείας τους. Τόσο συχνά υπάρχει εκεί ένα συναίσθημα και μια ειλικρίνεια, που κάνει κάποιες από τις δικές μας μορφές της αξιοπρεπούς, άψυχης, με μισή καρδιά λατρείας να μοιάζουν σαν ξεφτισμένο, δεύτερο πράγμα. Πραγματικά, αισθάνομαι ότι είναι μεγάλο σκάνδαλο το ότι ένα μεγάλο μέρος αυτού που υποτίθεται ότι είναι Χριστιανική λατρεία, καταλήγει να γίνεται μια πανηγυρική διαφήμιση των άλλων θρησκειών.

Το ερώτημα, όμως, δεν είναι κατά πόσον μια ειλικρινής Βουδιστική αφιέρωση έχει περισσότερες πιθανότητες από τον κατ’ όνομα Χριστιανισμό να σώσει έναν άνθρωπο. Η σωστή ερώτηση που πρέπει να κάνουμε είναι: Πώς μπορεί ένας άνθρωπος να τακτοποιηθεί στις σχέσεις του με τον Θεό; Και, ποια είναι η λατρεία που δέχεται Εκείνος;

Η ιδέα ότι ο πρωτόγονος άνθρωπος είναι ανιμιστής και ότι μόνο οι πιο σύνθετοι πολιτισμοί πιστεύουν ότι υπάρχει ένας μόνο Θεός, είναι μια ανοησία. (Ανιμισμός: η απόδοση αυτενέργειας στα πάντα ή σε ότι ερμηνεύεται πως δρα και η μεταφυσική ερμηνεία των κινητήριων δυνάμεων πχ. ψυχή, κάρμα, πεμπτουσία, αιθέρας, ψυχοκινητικά κύματα, απροσδιόριστη και μη επιστημονικά ανιχνεύσιμη ενέργεια, ψυχικά πεδία κτλ. της θεωρούμενης αυτενέργειας). Θέλει να δικαιολογήσει τους πρωτόγονους και άλλους λαούς για την απασχόλησή τους με τη λατρεία των πνευμάτων με την αιτιολογία ότι είναι απλά υποανάπτυκτοι. Το τέταρτο κεφάλαιο της Γένεσης μας διηγείται την ιστορία του πρωτόγονου ανθρώπου και της λατρείας του:         

Και μεθ' ημέρας προσέφερεν ο Κάϊν από των καρπών της γης προσφοράν προς τον Κύριον. Και ο Άβελ προσέφερε και αυτός από των πρωτοτόκων των προβάτων αυτού, και από των στεάτων αυτών. Και επέβλεψε με ευμένειαν Κύριος επί τον Άβελ και επί την προσφοράν αυτού· επί δε τον Κάϊν και επί την προσφοράν αυτού δεν επέβλεψε. Και ηγανάκτησεν ο Κάϊν σφόδρα, και εκατηφίασε το πρόσωπον αυτού (Γένεση δ:3-5).

Ο πρωτόγονος άνθρωπος ασχολείτο με τον Κύριο - ο ανιμισμός ήρθε αργότερα. Και υπάρχει επιβεβαίωση και από την ανθρωπολογία γι’ αυτό το πράγμα.

Η Καινή Διαθήκη υποστηρίζει (Ρωμαίους α:18 και μετά) ότι οι θρησκείες που έφτιαξε ο άνθρωπος και η λατρεία των δημιουργημάτων (στα οποία πρέπει βέβαια να συμπεριληφθούν και τα πνεύματα) είναι, αξιοκατάκριτη ασέβεια. Ο λόγος είναι ότι μ’ αυτό τον τρόπο ο άνθρωπος στρέφεται μακριά από τον Θεό, που είναι προφανές ότι υπάρχει.

Κάποιος ίσως να σκέφτεται πως ο απ. Παύλος τα έγραφε όλα αυτά από μια αμαθή και στενοκέφαλη Ιουδαϊκή θέση, και ότι θα έπρεπε να έχει πολύ περισσότερη συμπάθεια για τις άλλες θρησκείες. Όμως, πρέπει να παίρνουμε τον απ. Παύλο πολύ πιο σοβαρά, και να δίνουμε λιγότερη προσοχή σ’ εκείνους τους ανθρωπολόγους που διαφωνούν μαζί του.

Ο απ. Παύλος όταν πήγε στην Αθήνα, παρατήρησε ότι είχαν έναν βωμό σε κάποιον «άγνωστο Θεό». Προφανώς, οι Αθηναίοι ήξεραν ότι υπάρχει κάπου ένας Θεός τον οποίο δεν γνώριζαν. Ήξεραν, όμως ότι έπρεπε να είναι εντάξει μαζί Του.

Η γνώση του Θεού απωθήθηκε με πείσμα, από αμαρτωλούς ανθρώπους, κάθε φυλής και κάθε πολιτισμού. Αλλά, εξακολουθεί να παραμονεύει κάπου στο βάθος, μια συγκεχυμένη, αμαυρωμένη εικόνα.

Όποτε βλέπω την εφαρμογή της θρησκείας σε ολόκληρο τον κόσμο, εντυπωσιάζομαι από το παράξενο κράμα σωστού και λάθους που βρίσκει κανείς διάχυτο παντού. Δεν συμβαίνει να είναι τα πάντα, σε όλες τις άλλες θρησκείες, εντελώς λάθος. Η Βουδιστική ηθική, είναι κάτι με το οποίο θα συμφωνούσαμε. Εντούτοις, θα αισθανόμασταν μάλλον άβολα αν θα φτάναμε στο ερώτημα, πώς μπορεί να επιτευχθεί αυτό το πρότυπο, ή ποια είναι τα κίνητρα για να το βάλουμε σαν στόχο. Κατά τον ίδιο τρόπο, θα μπορούσαμε μέχρις ένα βαθμό να συμφωνήσουμε με την άποψη του Μουσουλμάνου για την κόλαση. Αλλά, θα ήμασταν μάλλον απρόθυμοι να δεχτούμε τον τρόπο που προτείνει για σωτηρία απ’ την κόλαση.

Με άλλα λόγια, το δόγμα της πλήρους διαφθοράς αφορά και τις θρησκείες του κόσμου, όπως και οτιδήποτε άλλο. Οι θρησκείες περιέχουν αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε καλά ψήγματα ανακατεμένα με τα κακά. Ακόμη και τα καλά ψήγματα όμως, έχουν αλλοιωθεί από τον αμαρτωλό τρόπο σκέψης. Οι άνθρωποι που επιχειρηματολογούν υπέρ των άλλων θρησκειών πολλές φορές έχουν δίκιο, όταν μας δείχνουν το κοινό έδαφος που έχουν οι άλλες θρησκείες με τον Χριστιανισμό. Δυστυχώς, δεν τους αρέσει να ρωτάμε πως εντάσσονται αυτά τα καλά στοιχεία μέσα στο συνολικό πλαίσιο της θρησκείας.

Αν πάμε πίσω στον Κάιν και στον Άβελ για μια στιγμή, θα το δούμε αυτό να απεικονίζεται πολύ καθαρά. Και οι δύο έφεραν προσφορά στον Κύριο, ούτε ο ένας ούτε ο άλλος διανοήθηκε να μπει στην παρουσία του Θεού έτσι όπως ήταν. Αυτή η σκέψη ήταν σωστή. Είχαν συλλάβει μια αλήθεια που υπήρξε πολύ σημαντική από την ημέρα που έκλεισε η πύλη του Κήπου της Εδέμ. Όταν ο Αδάμ ζούσε εκεί μέσα, δεν έφερνε προσφορά, όταν ερχόταν για να έχει επικοινωνία με τον Θεό. Δεν υπήρχε ανάγκη, γιατί δεν υπήρχε ενοχή μέσα στην καρδιά του, ούτε αμαρτία για να διεγείρει την οργή του Θεού.

Από τότε όμως που κλείστηκε η πύλη του Κήπου της Εδέμ από την αμαρτία μας, και οι άνθρωποι δεν μπορούν πια να έρθουν στον Θεό έτσι όπως είναι - χρειάζεται να δοθεί κάποια θυσία. Ο Κάιν και ο Άβελ το κατάλαβαν αυτό, όπως κάνουν και οι περισσότεροι από τους θρησκευόμενους ανθρώπους σε όλο τον κόσμο σήμερα. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν το δόγμα του εξιλασμού, ξέρουν όμως ότι δεν μπορούν να έρθουν στον Θεό έτσι όπως είναι. Έτσι, βρίσκουμε τις θρησκείες του κόσμου να μπαίνουν με λεπτομέρειες σε όλων των ειδών τις προσφορές, σε κοπιαστικά προσκυνήματα ή σε πολυδάπανες θυσίες ζώων.

Είναι, βέβαια, μια βαθιά αλήθεια ότι η οργή του Θεού πρέπει να εξιλεωθεί προκειμένου να μπορέσουν οι άνθρωποι να απολαύσουν την παρουσία Του. Το ερώτημα όμως που πρέπει να απαντήσουμε είναι: «Πώς εξιλεώνεται η οργή του Θεού;». Η Χριστιανική απάντηση είναι ότι χωρίς να χυθεί αίμα δεν γίνεται άφεση [αμαρτιών] (Εβρ.θ:22), και ότι το μόνο χυμένο αίμα που αντιμετωπίζει αποτελεσματικά το πρόβλημα είναι το αίμα του Ιησού του Σωτήρα μας. Οι θυσίες της Παλαιάς Διαθήκης ήταν μια εικόνα αυτού του γεγονότος.

Όταν κοιτάξουμε την ιστορία του Κάιν και του Άβελ, βρίσκουμε ότι, ο Κύριος αποδέχθηκε το αρνί που έφερε ο Άβελ, ενώ απέρριψε τους καρπούς που πρόσφερε ο Κάιν. Δεν ξέρω πως διαβεβαίωσε ο Θεός τον Άβελ ότι η θυσία του είχε γίνει δεκτή, αλλά το έκανε. Επίσης ειδοποίησε τον Κάιν ότι δεν είχε γίνει δεκτός. Με άλλα λόγια ο Κάιν ήξερε ότι έπρεπε να φέρει κάποια θυσία, αλλά η θυσία που έφερε δεν του εξασφάλισε την ειρήνη με τον Θεό.

Η Καινή Διαθήκη, υπενθυμίζοντας στους Ισραηλίτες Χριστιανούς των πρωτοχριστιανικών χρόνων τη θρησκευτική τους προϊστορία, γράφει: «Και πας μεν ιερεύς ίσταται καθ' ημέραν λειτουργών και τας αυτάς πολλάκις προσφέρων θυσίας, αίτινες ποτέ δεν δύνανται να αφαιρέσωσιν αμαρτίας» (Εβρ.ι:11). Και, αυτό που ίσχυε για τις Ιουδαϊκές θυσίες ισχύει και για τις θυσίες των άλλων θρησκειών, αν και σ’ αύτη την περίπτωση το πράγμα είναι πιο θολό και συγκεχυμένο. Δείχνουν την ανάγκη του τέλειου Σωτήρα και της δικής Του θυσίας για την αμαρτία. Αλλά, δεν αφαιρούν τις αμαρτίες αυτές οι ίδιες, ούτε και θα μπορούσαν ποτέ να τις αφαιρέσουν.

Ο Κάιν είχε δίκιο στο ότι έπρεπε να έρθει προσφέροντας θυσία, αλλά έκανε λάθος ως προς το είδος της θυσίας που χρειαζόταν.

Πολλές από τις θυσίες που προσφέρονται ανά τον κόσμο, δεν προσφέρονται στον Θεό. Είναι μάλλον απόπειρες να εξευμενιστούν πνεύματα που έχουν εξοργιστεί. Στη φυλή Σαγάδα στις Βόρειες Φιλιππίνες, κατά την επιθανάτια αρρώστια και μετά τον θάνατο κάποιου ενηλίκου θυσιάζονται μέχρι δεκαοχτώ γουρούνια και ένδεκα κοτόπουλα. Δίνεται μέγιστη προσοχή στο να ικανοποιηθούν τα πνεύματα των προγόνων. Η Ταϊλάνδη μπορεί να ορθοποδήσει οικονομικά αν οι άνθρωποι σταματήσουν να ξοδεύουν τόσα πολλά σε προσφορές στα πνεύματα και σε θυσίες εξευμενισμού.

Κάτι άλλο που πρέπει να σημειωθεί για την πρώτη «άλλη θρησκεία» που εμφανίζεται στη Βίβλο, είναι ότι δεν άλλαξε τη ζωή του Κάιν. Πολλές φορές μας λένε ότι οι άνθρωποι λατρεύουν, τον Θεό με τον τρόπο που τους βολεύει περισσότερο. «Αν τους βολεύει να προσεύχονται μπροστά σ’ ένα μεγάλο άγαλμα, ποιος είμαι εγώ που θα τους πω ότι κακώς κάνουν έτσι;».

Ο Θεός, όμως, δεν βλέπει τα πράγματα μ’ αυτό το μάτι. Όταν οι Ισραηλίτες έφτιαξαν το χρυσό μοσχάρι στην έρημο, υιοθετούσαν ένα στοιχείο της θρησκείας του Βάαλ που έβρισκε απήχηση μέσα τους. Εξακολουθούσαν, όμως, να ισχυρίζονται ότι λάτρευαν τον Γιάχβε, τον Κύριο. Όταν έφεραν το χρυσό μοσχάρι στον Ααρών, εκείνος τους παρότρυνε να το χρησιμοποιήσουν για μια «γιορτή για τον Κύριο» (Έξοδος λβ:5). Θα μπορούσε να λεχθεί ότι αυτό το πιο χειροπιαστό σύμβολο του Θεού το έβρισκαν βοηθητικό για τη λατρεία τους, ότι ήταν απλοί άνθρωποι, που δεν μπορούσαν να τα βγάλουν πέρα με τη λατρεία ενός αόρατου Θεού. Το μοσχάρι, όμως, ήταν δάνειο απ’ τον Βααλισμό, και μαζί του ήρθαν και οι λατρευτικές εκδηλώσεις προς τη θεά της γονιμότητας. Η γιορτή τους για τον Κύριο μετατράπηκε σε όργιο οινοποσίας και σεξ (Έξοδος λβ:6). Ο Μωυσής, ο φίλος του Θεού, που πραγματικά είδε την αντίδραση του Θεού απέναντι σε όλα αυτά, έγινε έξω φρενών. Η ερώτηση δεν είναι: «Αρέσει στους ανθρώπους;». Αντίθετα, είναι; «Ευχαριστιέται ο Θεός μ’ αυτό;». Και, σ’ αυτή την περίπτωση, ο Θεός δεν ήταν ευχαριστημένος. Είπε ότι «θέλει εξαφθή η οργή μου εναντίον αυτών και θέλω εξολοθρεύσει αυτούς»! Η θρησκεία τους δεν ευαρέστησε τον Θεό, αντίθετα εξήφθη η οργή Του εναντίον τους. Έχουμε την τάση να αισθανόμαστε ότι αυτό το είδος της έλλειψης ανεκτικότητας από μέρους του Θεού μας κάθεται στο λαιμό. Γιατί να μην πάρουν οι άνθρωποι το καλύτερο απ’ όλες τις θρησκείες που βρίσκουν μπροστά τους; Γιατί να μην είναι ελεύθεροι να διαλέξουν και να κρατήσουν πράγματα που τα βρίσκουν βοηθητικά;

Είναι αλήθεια ότι αυτό που μετράει σ’ εμάς είναι η ειλικρίνεια. Στον Θεό, όμως, εκείνο που μετράει είναι η αλήθεια και η υπακοή.

Η ειλικρίνεια δεν είναι αρκετή. Μπορεί κάποιος μέσα στην ειλικρίνειά του να κάνει λάθος. Και τα αποτελέσματα μπορεί να είναι μοιραία.

Νομίζω ότι είναι εύκολο να κοιτάξουμε την έλλειψη ανεκτικότητας του Θεού απέναντι στις άλλες θρησκείες και να σχηματίσουμε γι’ Αυτόν την εικόνα ενός εκδικητικού γέροντα εκεί στον ουρανό, που λέει: «Θα το κάνετε όπως σας λέω εγώ, αλλιώς είστε καταραμένοι!». Πιστεύω απόλυτα ότι ο Θεός θα ήταν σωστός και δίκαιος αν μας καταδίκαζε όλους αιώνια. Αλλά, ο λόγος της μη ανεκτικότητας απέναντι στις άλλες θρησκείες δεν είναι μόνο το ψυχρό, ακαδημαϊκό ενδιαφέρον για την αλήθεια. Η έλλειψη ανεκτικότητας του Θεού έχει ρίζες και στην ευσπλαχνία Του. Είναι εκ βάθρων αντίθετος προς τις άλλες θρησκείες.

Ίσως να φαίνεται υπερβολικός ο τρόπος που παραγγέλλει ο απ. Παύλος στους Γαλάτες να καταδικάσουν οποιονδήποτε έρχεται να κηρύξει κάποιο μήνυμα διαφορετικό από το δικό του. Φτάνει στο σημείο να πει ότι ακόμη και ο ίδιος αν επιστρέψει με ένα αλλαγμένο μήνυμα θα πρέπει κι αυτόν να τον πετάξουν έξω! (Γαλ.α:8,9). Παρόλα αυτά, η αιτία που τα γράφει έτσι δεν είναι κάποια γαϊδουρινή στενοκεφαλιά. Είναι απλά ότι δεν υπάρχει άλλη Καλή Αγγελία. Δεν υπάρχει οποιοδήποτε άλλο μήνυμα μου φέρνει σωτηρία. Δεν υπάρχει άλλο Ευαγγέλιο.

Και αυτό είναι το πρόβλημα. Από τον Κάιν και μετά, η λανθασμένη θρησκεία δεν είχε αποτέλεσμα, Ο Κάιν δεν είχε απάντηση για τη ζήλεια και τον φόνο που φώλιαζαν στην καρδιά του. Η θρησκεία του δεν ανακούφισε τη συνείδησή του, δεν τον ενθάρρυνε στις σχέσεις του με τους άλλους, τον άφησε να περιπλανιέται στη χώρα Νωδ, χωρίς να έχει νόημα στη ζωή του, και δεν τον έφερε σε συμφιλίωση με τον Θεό. Ίσως να ξεκίνησε σαν ειλικρινής θρησκεία. Επειδή, όμως, ήταν λανθασμένη, δεν έφερε αποτέλεσμα..

Και τώρα, αυτό είναι το επώδυνο σημείο στα σαρκαστικά επιχειρήματα που προβάλλει ο Ησαΐας εναντίον των άλλων θρησκειών. Οι σημερινοί μορφωμένοι άνθρωποι μπορεί να τον λένε αφελή, άξεστο και πέρα για πέρα ανάγωγο για την καρικατούρα που δίνει για τον παγανισμό. Ο ίδιος όμως επιμένει ότι οι θεοί που έφτιαξαν οι άνθρωποι δεν μπορούν ούτε να εξηγήσουν το παρελθόν ούτε να προετοιμαστούν για το μέλλον. Δεν μπορούν να κάνουν τίποτε καλό για να βοηθήσουν τους ανθρώπους. Ούτε πάλι μπορούν να κάνουν τίποτε κακό για να τους βλάψουν. Ζωγραφίζει ειρωνικές εικόνες για ανθρώπους που φτιάχνουν έναν «θεό» και τον στερεώνουν με αλυσίδες και καρφιά «για να μην κουνιέται». Περιγράφει τον άνθρωπο που κόβει ένα δέντρο και χρησιμοποιεί ένα μέρος του ξύλου του για καυσόξυλο και ένα άλλο για να φτιάξει κάποιον «θεό». Για τον Ησαΐα, η τραγική ειρωνεία σε όλα αυτά είναι ότι ο ειδωλολάτρης δεν μπορεί να καταλάβει ότι έχει εξαπατηθεί όταν περιμένει βοήθεια από ένα κομμάτι ξύλο που το διαμόρφωσε ο ίδιος με τα χέρια του (Ησαΐας μδ:14-19).

Αυτή είναι η τραγωδία των άλλων θρησκειών (και περιλαμβάνω και κάθε διαστρέβλωση του Χριστιανισμού μέσα σ’ αυτό τον όρο). Δεν οδηγούν σε σωτηρία. Γι’ αυτό και ο Θεός είναι τόσο αμείλικτος εναντίον τους. Αν θέλεις να πάρει ο κόσμος το φάρμακο που έχει αποτέλεσμα, θα τον προειδοποιήσεις για τις φτηνές απομιμήσεις που μόνο κακό κάνουν.

Όπως είπα και παραπάνω, είναι της μόδας στην εποχή μας να μιλάει κανείς για όλα εκείνα που έχουμε κοινά με τους μη Χριστιανούς. Δίνουμε προσοχή στα στοιχεία των άλλων θρησκειών που συμφωνούν με τον Χριστιανισμό. Και αυτό βέβαια μπορεί να είναι χρήσιμο σαν αφορμή για να μιλήσουμε σ’ αυτούς τους ανθρώπους για τον Χριστό. Όταν ο απ. Παύλος ξεκίνησε μιλώντας για τον «άγνωστο Θεό», τότε που κήρυττε στους Αθηναίους, αυτό ήταν η αφορμή για να τους ευαγγελιστεί τον Χριστό, και όχι κάποια δικαιολογία για κάποια πλαδαρή αποδοχή της μίας θρησκείας από την άλλη σαν «εξίσου καλής».

Η Καινή Διαθήκη μας παραγγέλλει να μην ομοζυγούμε με τους απίστους. Οι λόγοι που προβάλλει είναι πολύ εύγλωττοι: Επειδή ποια συμμετοχή έχει η δικαιοσύνη στην ανομία; Και ποια κοινωνία το φως με το σκοτάδι; Και ποια συμφωνία ο Χριστός με τον Βελίαλ; Ή ποια μερίδα ο πιστός με τον άπιστο; Και ποια συμβίβαση ο ναός του Θεού με τα είδωλα; Γιατί, εσείς είστε ναός του ζωντανού Θεού (Β' Κορινθίους ς:14-16). Σύμφωνα μ’ αυτά τα λόγια, ο μη Χριστιανός εξακολουθεί να είναι δέσμιος της αμαρτίας, του σκοταδιού, κάτω από την εξουσία του διαβόλου και δεμένος με την ειδωλολατρία (με θεούς φτιαγμένους από άνθρωπο). Ο Θεός θέλει οικογένειες που θα δείχνουν και την αλήθεια του Ευαγγελίου, και το γεγονός ότι αυτή η αλήθεια φέρνει αποτέλεσμα. Γι’ αυτό και το επαναλαμβάνει από την αρχή μέχρι το τέλος της Αγίας Γραφής ότι είναι παθιασμένα αντίθετος με το ενδεχόμενο να παντρευτούν τα παιδιά του Θεού με άπιστους. Και έτσι, καλά θα έκανες να σιγουρευτείς ότι θα καταλήξεις παίρνοντας μια κοπέλα που συμμερίζεται την αφιέρωσή σου και την αγάπη σου για τον Κύριο, και που ακολουθεί τη διδασκαλία της Γραφής πέρα για πέρα.

Ας μην συνεχίσουμε, λοιπόν, αυτή την ανούσια συζήτηση για προσπάθειες να βοηθήσουμε τους Μουσουλμάνους να γίνουν καλύτεροι Μουσουλμάνοι. Αν ο Χριστιανισμός είναι αλήθεια, τότε οι Μουσουλμάνοι έχουν κάνει λάθος. Και αν έχουν κάνει λάθος, τότε η θρησκεία τους δεν έχει αποτέλεσμα. Δεν τους φέρνει σαν αμαρτωλούς σε σωστή σχέση με τον άγιο Θεό μας. Γι’ αυτό, χρειάζεται να μετανοήσουν. Όλα αυτά είναι πολύπλοκα, και είναι δύσκολο να διατυπωθούν με τρόπο που να δείχνει αγάπη και συγχρόνως να εμπνέει σεβασμό. Είναι όμως ευθύνη μας να το κάνουμε, αν θέλουμε να τιμήσουμε τον Ιησού και να δείξουμε ενδιαφέρον για τους ανθρώπους που χάνονται.