«ο
δε καθείς αλλήλων μέλη» (Ρωμ.ιβ:5)
Το κεφάλαιο της προς Ρωμαίους, απ'
όπου το εδάφιο της μελέτης μας, ανοίγει με το «Σας παρακαλώ λοιπόν, αδελφοί» (ιβ:1). Και στον απόστολο Παύλο, δεν
πάει άλλος δρόμος προσέγγισης να διαλέξει. Ούτε διάφορο να 'ναι το ύφος του.
Κοντά σας κι αυτός, ένας από σας, ο πιο ελάχιστος, μια ταπεινή αδελφική
παράκληση έρχεται από το βήμα τούτο του Κυρίου, να σας υποβάλει: Όλοι μαζί κι
όλοι ταπεινά, θα ξανασυλλογιστούμε τη θεμελιακή παραίνεση του λόγου του Θεού -
«συνοικοδομείσθε» (Εφες.β:22). Όντες
«συμπολίτες των αγίων και οικείοι του
Θεού», ελάτε αδελφοί μου να «συνοικοδομηθούμε
εις κατοικητήριον του Θεού εν πνεύματι».
Η πρόσκληση τούτη πάντοτε είχε την
αξία της, στη ζωή των πιστών και τη θέση τους στο Σώμα του Χριστού. Όμως
σήμερα, η ανάγκη είναι κατεπείγουσα. Η εγωπάθεια μαζί μ' έναν έντονο
ατομικισμό, χαρακτηρίζουν την εποχή μας. Ποτέ ο άνθρωπος δεν ήταν τόσο
εγωκεντρικός όσο σήμερα. Ποτέ η ιδιοτέλεια με μια ταυτόχρονη αναλγησία για τον
διπλανό, δεν αποτελούσε τόσο ξετσίπωτη φιλοσοφία και συμπεριφορά ζωής.
Ένας καβουκισμός και μια
αποκοινωνικοποίηση σ' όλους τους χώρους των ανθρώπινων σχέσεων, μας θυμίζουν
έντονα το αποκαρδιωτικό σημάδι των έσχατων καιρών. Το «η αγάπη των
πολλών θέλει ψυχρανθή» (Μαθ.κδ:12).
Οι σύζυγοι, όλο και λιγότερο
επικοινωνούν μεταξύ τους. Η οικογένεια, συμβατικός χώρος γευμάτων και ύπνου
κατάντησε. Και η Εκκλησία, από θαυμάσιο ζωντανό οργανισμό που την προόρισε η
Κεφαλή της, άψυχη οργάνωση, βουλιαγμένη σε ψυχοφθόρα καταστατικά και τυπικά,
πάει να γίνει.
Σαν χριστιανοί, ούτε εξωπραγματικοί
αρμόζει να είμαστε, αποφεύγοντας να βλέπουμε την πραγματικότητα κατάματα, μα
ούτε και το ρόλο του παθητικού μοιρολάτρη πρέπει να υιοθετήσουμε. Γι' αυτό,
σκοπός μας είναι ένα «συνανέστητε διά της πίστεως»
(Κολ.β:12). Ο λόγος του Θεού, που θέλει και ο «αροτριών» και ο «αλωνίζων» να το κάνει «με ελπίδα να
μετέχη» (Α’ Κορ.θ:10), μακάρι έτσι να συνεγείρει όλους μας.
Στην προτροπή: «συνοικοδομείσθε στην
ενότητα», ας μελετήσουμε τώρα τρεις βασικές Βιβλικές θέσεις, που αποτελούνε
ταυτόχρονα γνωστές εικόνες της καθημερινής μας ζωής και εμπειρίας. Το σπίτι
μας, το σώμα μας και το δέντρο της αυλής μας, θα μας προσφέρουν το πρώτο εποπτικό
υλικό.
Ας το κάμουμε δε, με την εσωτερική
προετοιμασία και τη βαθιά διάθεση, η πρακτικότητα των παραδειγμάτων να μας
γίνει και πρακτικότητα ζωής, που να κυριαρχείται από το «συνοικοδομείσθε».
1.
«ΣΥΝΟΙΚΟΔΟΜΕΙΣΘΕ»
Προσφιλής η εικόνα της οικοδομής στην
διδασκαλία υου Παύλου περί Εκκλησίας. Και βλέπει ο απόστολος τρεις τουλάχιστο
φάσεις ή στάδια στην οικοδόμηση της Εκκλησίας του Χριστού. Ας τις προσέξουμε:
Έρχεται πρώτα, η Θεμελίωση.
Σαφής, απερίφραστος κι ασυμβίβαστος ο λόγος του εδώ. Που μάλιστα διατυπώνεται
στην εκκλησία με τα απαράδεκτα εκείνα· «εγώ
του Παύλου, εγώ του Απολλώ». Όχι! Οι Κορίνθιοι όλων των εποχών θα πρέπει να
μάθουν ότι «θεμέλιον άλλο ουδείς δύναται να θέση παρά το τεθέν, το οποίον είναι ο
Ιησούς Χριστός» (Α’ Κορ.γ:4,11). Αυτός είναι ο θεμέλιος και «ο ακρογωνιαίος, εν τω οποίω
πάσα η οικοδομή συναρμολογουμένη αυξάνεται εις ναόν άγιον εν Κυρίω»
(Εφες.β:21). Όταν λοιπόν μιλάω για την εκκλησία μου, το πιστεύω μου, το έργο
μου, ας μη μου διαφεύγει τούτη η κεφαλαιώδης αλήθεια.
Δεύτερη φάση μετά τη θεμελίωση,
αποτελεί η οικοδόμηση. Η προτροπή του Κυρίου είναι «επί την πέτραν» να οικοδομούμε (Ματθ.ζ:24), ξέρουμε δε ότι «η πέτρα είναι ο Χριστός» (Α’ Κορ.ι:4).
Όλοι λοιπόν εμείς οι «εποικοδομηθέντες», πρέπει να φροντίζουμε να συμμετέχουμε
στη μοναδική τούτη «οικοδομή», που είναι η Εκκλησία, το Σώμα του Χριστού. Κι
ενώ εδώ θα μπορούσε να σταματήσει ίσως η διαδικασία, ο λόγος του Θεού μας
υπογραμμίζει μια τρίτη, που μπορεί να 'ναι και παράλληλη με τη δεύτερη φάση -
το «συνοικοδομείσθε».
Κατά την τρίτη τούτη φάση και αφού
έχουμε ξεκαθαρίσει το ότι εμείς δεν είμαστε το θεμέλιο, ούτε εμείς μόνοι η
οικοδομή, έχουμε μπροστά μας δυο δυνατότητες. Η πρώτη τόσο ευλογημένη, όσο
απογοητευτική η δεύτερη.
«οικοδομείτε ο εις τον άλλον»,
ονομάζει την πρώτη ο Παύλος στην Α’ Θες.ε:11. Γίνεσαι δηλαδή στοιχείο στην
οικοδομή, που βαστάς και βαστάζεσαι. Αυτό σημαίνει το «συνοικοδομείσθε» και το «εις
τον άλλον». Μια αλληλοοικοδόμηση και αλληλοστήριξη. Πρέπει να είναι τέτοια
η στήριξη, τόσο επιτήδεια η συναρμολόγηση δοκών και αρχιτεκτονικών στοιχείων,
που να μη διακρίνεις, ποιο κρατάει τι!.. Στην Εκκλησία του Χριστού!.. Στις
σχέσεις μας τις αδελφικές!..
Με την εκφραστική φόρμα του παραπάνω
εδαφίου, θα χαρακτηρίζαμε τη δεύτερη δυνατότητα, σαν - «γκρεμίζετε ο εις τον
άλλον». Κι όταν γκρεμίζεις τον αδελφό σου, χαλάς την οικοδομή της
Εκκλησίας. Στη Ρωμαίους ιδ, ο Παύλος αυτό το αναλύει σαν «Μη κατάστρεφε
το έργον του Θεού» (20), «μη βάλλητε πρόσκομμα εις τον αδελφόν ή
σκάνδαλον» (13), «μη φέρε εις απώλειαν … εκείνον,
υπέρ του οποίου ο Χριστός απέθανεν» (15).
Κάπου στην Αθήνα σε μια ετοιμόρροπη
οικοδομή είδα πριν καιρό να πλησιάζει ένα συνεργείο, με πρώτη τους κίνηση το
κάρφωμα μιας ταμπέλας πού 'λεγε, «ΕΚΤΕΛΟΥΝΤΑΙ ΚΑΤΕΔΑΦΙΣΕΙΣ, Ο.Ε. τάδε και
τάδε». Σύγκρυο μ' έπιασε και είπα - «Κύριε ποτέ, τ' όνομά μου κάτω από τέτοια
ταμπέλα, ούτε άλλου αγαπημένου μου αδελφού».
2.
«ΕΝ ΣΩΜΑ»
Το σώμα, ακόμη πιο πολύ από την
οικοδομή, δεν αποτελεί ένα άθροισμα - μελών, αλλά μια θαυμαστή οργανική ενότητα
- μελών. Τριάντα φορές που στα γραφτά του (Ρωμαίους, Κορινθίους, Εφεσίους,
Κολοσσαείς) αναφέρει τούτη την έννοια του σώματος - εκκλησίας, αυτή την αλήθεια
προσπαθεί να τονίσει ο Παύλος. Την οργανική ενότητα του σώματος.
Μελετώντας τις σχετικές περικοπές και
ιδιαίτερα το Α’ Κορ.ιβ:14-26, προσέχουμε ότι σ' αυτό το μοναδικό σώμα που
λέγεται Εκκλησία και του οποίου επουράνιος Κεφαλή είναι ο Χριστός (Εφες.α:22):
- κανένας δεν μπορεί να ζήσει πνευματικά μόνος, αποκομμένος από το Σώμα και περιφρονώντας το. Χριστιανικές αρετές όπως η αγάπη και η υπηρεσία, η υπομονή και η μακροθυμία, πώς μπορούνε ν' αναπτυχθούν μακριά από το Σώμα!..
- κανένας μέσα στο Σώμα, δεν μπορεί να καυχηθεί ότι είναι σπουδαιότερος από τον άλλο, γιατί ακριβώς για να μη υπάρξει «σχίσμα εν τω σώματι», ο Θεός έκαμε τα «δοκούντα ασθενέστερα» να είναι και τα πιο «αναγκαία». Έτσι, όπως τ' ανθρώπινο σώμα μπορεί να ζήσει χωρίς μάτια όχι όμως και χωρίς νεφρά, όμοια και το Σώμα της Εκκλησίας δεν θα το τραυμάτιζε τόσο η απουσία του κήρυκα, όσο λ.χ. η απουσία των συμπροσευχόμενων πιστών.
- κανένας μέσα στο Σώμα, δεν μπορεί να πει ότι είναι ή να παίξει το ρόλο της Κεφαλής. Εκφράσεις όπως «η σεπτή κεφαλή» κλπ., πρέπει να 'ναι ξένες από την Εκκλησία του Χριστού. «Κεφαλή υπέρ πάντα τη Εκκλησία (ο Θεός) έδωκεν τον Χριστόν» (Εφες.α:22). Κάθε «φιλοπρωτεύων» (Γ’ Ιωάν.9), ας το 'χει τούτο υπόψη του.
- «είμεθα μέλη αλλήλων» (Εφες.δ:25), είναι η σωστή τοποθέτηση. Σου ανήκω αδελφέ μου και μου ανήκεις. Μαζί ζούμε, «συμπάσχουμε, συγχαίρουμε». Μαζί, μετέχουμε της μιας κι ενιαίας ζωής του Σώματος. Γι' αυτό όταν καμιά φορά κρίνεις την Εκκλησία, κρίνεις το Σώμα μα και τον εαυτό σου, αφού είσαι μέλος του.
Σ' εποχή που τα έθνη για να επιβιώσουν
συνασπίζονται (ανατ. μπλοκ, δυτ. κόσμος, αραβικός συνασπισμός, τρίτος κόσμος,
ενωμένη Ευρώπη), πώς σαν χριστιανοί θα μπορούσαμε να επιβιώσουμε, αν όχι
συνοικοδομούμενοι στην ενότητα!..
3.
« ΕΡΡΙΖΩΜΕΝΟΙ»
Ζευγαρωμένο με το «εποικοδομούμενοι» μας δίνεται το «ερριζωμένοι» στην Κολ.β:7. Και μιλάει
και τούτη η τρίτη εικόνα με πολλή ενάργεια, για την εν Χριστώ ενότητά μας. Μας διδάσκει
ότι κοινή είναι η φύτρα μας και οι ρίζες μας. Η γη που μας τρέφει, είναι ο
ίδιος ο Κύριος μας Ιησούς.
Έχει όμως και τούτη η εικόνα, δυο
ιδιαίτερα έντονες πινελιές. Του Παύλου η γραφίδα, μας τις χαρίζει. Κοινή φύτρα
και ρίζες, μπορούν κι άλλοι οργανισμοί (πολιτικοί, πολιτιστικοί κλπ.) να 'χουν.
Και μπορεί να 'ναι η κοινή γλώσσα, ιστορία, καταγωγή και τόσα άλλα. Όμως σαν
πιστοί, προς δυο κυρίως κατευθύνσεις καλούμαστε να 'μαστέ «ερριζωμένοι»:
Πρώτα, «εν Χριστώ». Ρίξε την Κυριακή το πρωί στην εκκλησία, μια ματιά γύρω
σου. Τι το κοινό υπάρχει και συνδέει αυτό το κατά τ' άλλα τόσο ανόμοιο πλήθος;
Αυτούς, μαζί σου! Εσένα, μαζί τους! Ο Χριστός. Κι όσο το συνειδητοποιούμε κι
όσο πιο κοντά Του όλοι μας πηγαίνουμε, τόσο πιο πολύ μικραίνουμε τις αποστάσεις
ανάμεσά μας. Ο Χριστός λοιπόν είναι η γη μας. Σ' Αυτόν είμαστε «ερριζωμένοι».
Έπειτα, «εν αγάπη». Μια αγάπη που στο πείσμα του «ψυχρανθή» των
πολλών, πρέπει να «συσφίγγει» το Σώμα των πιστών (Β’ Κορ.ε:14). Η
αγάπη δεν οδηγεί στην ενότητα. Η αγάπη, είναι ενότητα, εφόσον είναι «εν
Χριστώ». Και ώσπου αυτή η κορυφαία του χριστιανικού βίου ανοικοδομηθεί ανάμεσά
μας, μάταιο και επικίνδυνο είναι να μιλάμε και να σχεδιάζουμε για ενότητα.
«Ερριζωμένοι
εν Χριστώ... και εν αγάπη». Μακάρι μέσα σ' έναν τέτοιο χώρο, να βιώνεται η
οικογενειακή και εκκλησιαστική ζωή μας.