Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Πέμπτη 18 Ιουνίου 2015

Οικονομικά



Όταν συζητιούνται οικονομικά θέματα στην εκκλησία, ιδιαίτερα για τα δέκατα, συνήθως ο ποιμένας νιώθει σαν στρατιώτης που πρέπει να περπατήσει μέσα σ’ ένα ναρκοπέδιο χωρίς ναρκαλιευτή. Δεν ξέρει πότε και πού θα εκραγούν οι βόμβες της κριτικής και των αντιρρήσεων.

Το γεγονός ότι τα χρήματα προκαλούν τέτοιες ποικίλες αντιδράσεις ανάμεσα στους αγίους, είναι απόδειξη της μεγάλης επιρροής που εξασκούν στη ζωή μας, ακόμα κι αφού πιστέψουμε. Φαίνεται ότι τα χρήματα είναι ένα από τα πλησιέστερα στην καρδιά του ανθρώπου πράγματα, και επομένως μια περιοχή δυσκολίας για πολλούς. Ίσως αυτό, να έκανε τον αθεϊστή Βολτέρο να πει, “Όταν είναι ζήτημα χρημάτων, όλοι είναι της ίδιας θρησκείας”. Ο συγγραφέας της ζωής, Ιησούς Χριστός, μιλώντας για χρήματα, είπε “όπου είναι ο θησαυρός σας, εκεί θα είναι και η καρδιά σας” (Ματθ.ς:21). Προφανώς η στάση μας απέναντι στα χρήματα είναι μια καθαρή ένδειξη της πνευματικής μας κατάστασης. Η απροθυμία να δίνουμε στο έργο του Κυρίου φανερώνει ένα πνεύμα φιλαργυρίας, ένα άτομο που ποτέ δεν έμαθε να υπερνικά ένα απ’ τα χειρότερα κακά, την αγάπη του χρήματος. (Α’Τιμ.ς:10)


Είναι φυσικό να περιμένουμε κριτική και κατηγορίες από απίστους, αλλά το λυπηρό είναι ότι συχνά δεν είναι αυτοί οι πιο αντιδραστικοί σχετικά με τα δέκατα και τις προσφορές. Πολύ συχνά εκείνοι που δηλώνουν ότι δεν θέλουν ή δεν το βλέπουν ότι πρέπει να δίνουν στον Κύριο είναι οι Άγιοι που έχουν λυτρωθεί με το αίμα του Αμνού. Μερικοί Χριστιανοί δεν θεωρούν το δέκατο Βιβλικό. Ειδικεύονται στο να επιτίθενται και να μπερδεύουν αγνούς Χριστιανούς που ίσως λόγω έλλειψης διδασκαλίας, προσωπικής γνώμης, ή μιας προσκόλλησης στα χρήματα, πείθονται ότι τα δέκατα δεν είναι για τους Χριστιανούς σήμερα.

Αυτές οι αναρτήσεις δεν απευθύνονται τόσο πολύ σ’ εκείνους που αντιτίθενται στα δέκατα και τις εισφορές, αλλά στο ειλικρινές παιδί του Θεού που πραγματικά ενδιαφέρεται να στηρίξει οικονομικά την τοπική του εκκλησία. Παρουσιάζει το δέκατο σαν μια θεία αρχή και σαν σχέδιο για τους οικονόμους και διαχειριστές κάτω από χάρη. Δεν καλύπτει όλα τα επιχειρήματα υπέρ ή κατά της διδασκαλίας του δεκάτου, αλλά παρουσιάζει μερικές γενικές αρχές όσον αφορά τη διαχείριση των οικονομικών μας, με μια ιδιαίτερη έμφαση στο δέκατο.

Στη μελέτη των δεκάτων και των εισφορών, είναι απαραίτητο να δεχτεί κανείς δύο πραγματικότητες:

Η πρώτη είναι ότι ο εργάτης και η τοπική εκκλησία πρέπει να έχουν πόρους-χρήματα για να εκπληρώσουν τη μεγάλη εντολή (Μάρκ.ις:15, Ματθ.κη:19).

Θα πιστέψουμε ότι ο Κύριος δεν άφησε κανένα οικονομικό σχέδιο που να εξασφαλίζει τα μέσα για την εξάπλωση του Ευαγγελίου που Του κόστισε το ίδιο Του το αίμα;  Θα ήταν παράλογο να σκεφθούμε ότι μπορούμε να εκπληρώσουμε το σκοπό μας σαν εκκλησία χωρίς τους πνευματικούς και οικονομικούς πόρους που χρειάζονται γι’ αυτό.

Ο Θεός μας ενδυνάμωσε πνευματικά, αλλά πού θα βρούμε τα χρήματα για την εξάπλωση του Ευαγγελίου; Κάποιος θα πει, “έχε πίστη, ο Θεός με κάποιο θαυμαστό τρόπο θα προμηθεύσει τα χρήματα”, όμως αυτό είναι μια απλοποιημένη απάντηση σε ένα πολύπλοκο πρόβλημα. Ενώ ο Θεός μπορεί, και πολλές φορές το κάνει, να προμηθεύει οικονομικά με ένα θαυμαστό τρόπο, δεν είναι πάντα αυτή η περίπτωση. Ναι, ο Θεός θα προμηθεύσει τα οικονομικά, αλλά πώς; Πίστη χωρίς έργα είναι νεκρή (Ιακ.β:26). Τα χρήματα θα έρθουν όταν διδάξουμε και εφαρμόσουμε τις Βιβλικές αρχές που διέπουν το δίδειν.

Η δεύτερη αλήθεια είναι ότι η εκκλησία έχει την ευθύνη να καλύψει τα έξοδά της. Από που θα έρθουν τα χρήματα για να καλυφθούν τα έξοδα της συντήρησης του εργάτη και των άλλων υποχρεώσεων της τοπικής εκκλησίας; Απ’ τον κόσμο; Τι είδους μαρτυρία δίνουν οι ομάδες που πηγαίνουν από πόρτα σε πόρτα ή στέκονται στα πεζοδρόμια ζητώντας χρήματα;

Είναι ο Θεός μας ζητιάνος; Ο Θεός δεν σχεδίασε η εκκλησία να χρηματοδοτείται απ’ έξω, αλλά από μέσα. Εάν εμείς σαν πιστοί δε νιώσουμε υπεύθυνοι να δώσουμε για να καλύψουμε τα έξοδα του έργου του Θεού, ποιος θα το κάνει; Αν θέλουμε  να πλησιάσουμε τον κόσμο με το Ευαγγέλιο, θα πρέπει ν’ αναλάβουμε την υποχρέωση να συνεισφέρουμε οικονομικά για να πετύχουμε αυτό το στόχο. Κάθε παιδί του Θεού είναι ηθικά υπεύθυνο να δώσει από τα έσοδά του για την εξάπλωση της αλήθειας. Αν θυμόμαστε αυτές τις δύο αλήθειες, θα μας βοηθήσει να κατανοήσουμε καλύτερα την οικονομική μας υποχρέωση στο έργο του Θεού.

Δεν μπορούμε ν’ αρνηθούμε τον πολύ σπουδαίο ρόλο που παίζουν τα χρήματα στη δομή της εκκλησίας του Κυρίου. Η Βίβλος έχει πολλά να πει για τα χρήματα και για την οικονομική ευθύνη στο Θεό. Υπάρχουν 1539 Βιβλικές περικοπές που αναφέρονται στα χρήματα και στο δίδειν, ενώ μόνο 523 μιλούν για προσευχή.

Χωρίς να μειώσουμε τη σπουδαιότητα της προσευχής (είναι απαραίτητη), μπορούμε ν’ αναγνωρίσουμε ότι τα χρήματα είναι επίσης ένας καθοριστικός παράγοντας στο σχέδιο του Θεού. Εάν δεν ήταν, δεν θα δινόταν επανειλημμένα τόση έμφαση στη Γραφή. Ο σοφός Σολομώντας είπε: “το δε αργύριον αποκρίνεται εις πάντα” (Εκκλ:ι:19), και σαν τέτοιο, δεν ικανοποιεί μόνο τις φυσικές ανάγκες των ανθρώπων, αλλά προάγει και τα θεία συμφέροντα της εκκλησίας. Κάθε Χριστιανός πρέπει να μάθει να εφαρμόζει και τη Βιβλική αρχή του δίδειν στη ζωή του.