Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Τρίτη 16 Ιουνίου 2015

Πόσα να "δώσω" στο Θεό, ή πόσα να "κρατήσω" για τις ανάγκες μου;


Μαλαχίας γ:6 - 12

Η περικοπή που θα μελετήσουμε από τον προφήτη Μαλαχία είναι από τις πιο γνωστές της Παλαιάς Διαθήκης. Ο Θεός προκαλεί τους ανθρώπους ακόμη μια φορά και οι άνθρωποι αμφισβητούν ξανά το δικό Του έλεγχο. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του προφήτη, ό,τι κι αν τους έχει πει ο Θεός ως τώρα,  είναι υπό αμφισβήτηση (βλέπε α:6, α:7, β:17, κλπ…).
Στην τελευταία περικοπή που μελετήσαμε οι άνθρωποι προκάλεσαν το Θεό και έλεγαν «που είναι ο Θεός της κρίσης;» Γιατί ο Θεός δεν κάνει κάτι;  Η απάντηση ήταν κυριολεκτικά καταπέλτης στο γ:1-5, όπου ο Θεός τους απαντά: Θέλετε κρίση; Θα στείλω τον αγγελιοφόρο μου! Και έστειλε τον Ιωάννη τον Βαπτιστή. Θέλετε κρίση; Θα έρθω εγώ ο ίδιος. Και έστειλε τον Κύριό μας τον Ιησού Χριστό! 

Αν σας κρίνω, φαίνεται να λέει ο Θεός, όλοι θα χαθείτε! Ακόμη κι εσείς οι ίδιοι που ζητάτε την κρίση. Κανένας δε μπορεί να σταθεί μπροστά μου, γι’ αυτό θα σας καθαρίσω (γ:2). Καταπληκτική απάντηση από όποια οπτική γωνία και αν την εξετάσει κανείς!
Με την είσοδό Του στο ναό, ο Χριστός (εκπλήρωση της προφητείας του Μαλαχία γ:1-5) έδειξε τι επρόκειτο να κάνει. Είδαμε μια μικρή εικόνα όσων θα γίνουν στο τέλος, στην έσχατη μέρα. Που είναι, λοιπόν, ο Θεός της δικαιοσύνης; Δε βλέπει ο Θεός τις αδικίες; Όταν με ρωτάνε απαντώ: Τις βλέπει! Θέλεις να τις καθαρίσει; Εσύ σε ποια μεριά θα βρίσκεσαι, στους δίκαιους ή στους άδικους; Πώς είσαι σίγουρος πως δε θα κριθείς και εσύ;
 
Ο Θεός στην ερώτηση «Που είναι ο Θεός της κρίσης;» απαντά με το σταυρό. Αντί για την κρίση που αλαζονικά ζητάνε οι άνθρωποι πιστεύοντας ότι οι ίδιοι τους είναι καλοί και οι άλλοι κακοί, ο Θεός λέει: θα στείλω τον προφήτη μου, θα έρθω εγώ!
 
Στη συνέχεια ο Θεός μέσω του προφήτη κάνει μια διακήρυξη: Επειδή, εγώ είμαι ο Κύριος· δεν αλλοιώνομαι· γι' αυτό, εσείς, οι γιοι Ιακώβ, δεν απολεστήκατε (γ:6). Ο Θεός δεν αλλάζει ούτε προς το χειρότερο, ούτε προς το καλύτερο. Είναι αναλλοίωτος! Αν άλλαζε δεν θα ήταν Θεός.
 
Το ενδιαφέρον σ’ αυτή τη δήλωση για το αναλλοίωτο του Θεού, είναι η διπλή πρακτική σημασία και ευλογία που συνεπάγεται για μας. Από τη μια επειδή ο Θεός είναι πιστός όλοι εμείς είμαστε εδώ σήμερα. Το γεγονός ότι βρισκόμαστε «εδώ» και απολαμβάνουμε ακόμη και σήμερα τις ευλογίες του Θεού δεν οφείλεται σε μας, αλλά στην πιστότητα του Θεού.
 
Δεν υπάρχει ούτε ένα λεπτό στη ζωή μας για το οποίο μπορούμε να ισχυριστούμε, ο καθένας για τον εαυτό του, πως έχουμε μείνει πιστοί στο Θεό όπως πραγματικά Του αξίζει. Ακόμη και τις ώρες και τις στιγμές που μπορούμε να  θεωρήσουμε σαν τις πιο «πνευματικές» στη ζωή μας, ό,τι κάνουμε είναι αναμεμιγμένο με την αμαρτία στη ζωή μας. Είμαστε ζωντανοί, είμαστε ασφαλείς, απολαμβάνουμε τις ευλογίες του Θεού επειδή Αυτός είναι πιστός! Όχι επειδή εμείς είμαστε πιστοί, γιατί πολύ απλά δεν είμαστε…
 
Την ίδια ακριβώς εικόνα είχε παρουσιάσει και ο προφήτης Ιερεμίας στο βιβλίο του, Θρήνοι γ:22-23, Είναι έλεος του Κυρίου ότι, δεν συντελεστήκαμε, επειδή δεν έλειψαν οι οικτιρμοί του. Ανανεώνονται κατά τα πρωινά· μεγάλη είναι η πιστότητά σου.
 
Η δεύτερη πρακτική σημασία που έχει για μας το γεγονός ότι ο Θεός δεν έχει αλλάξει είναι η εξής: επειδή ο Θεός δεν αλλάζει έχουμε εμείς την ευκαιρία να αλλάξουμε! Γι’ αυτό ο Θεός συνεχίζει με πιστότητα να μας καλεί και τότε και σήμερα να αλλάξουμε και να στραφούμε σε Εκείνον: Από τις ημέρες των πατέρων σας αποχωριστήκατε από τα διατάγματά μου, και δεν τα φυλάξατε. Επιστρέψτε σε μένα, και θα επιστρέψω σε σας, λέει ο Κύριος των δυνάμεων (γ:7α). Επειδή ο Θεός είναι πιστός στις υποσχέσεις Του, γι’ αυτό είναι μακρόθυμος με τον καθένα από εμάς και μας περιμένει να επιστρέψουμε κοντά Του.
 
Βέβαια, ο λαός Ισραήλ ακούγοντας αυτά τα λόγια πάλι με περισσή αλαζονεία ρωτάει «Πώς;»: Όμως, είπατε: Με ποιον τρόπο θα επιστρέψουμε; (γ:7β)  Αυτό το «πώς» σημαίνει «γιατί;»: Τι εννοείς δηλαδή, Θεέ, να επιστρέψουμε; Δεν είμαστε κοντά σου;
 
Και ο Θεός απαντάει «όχι». Δεν είστε κοντά μου! Απόδειξη για αυτό είναι ότι δεν δίνεται τα δέκατα και με κλέβετε! Μήπως ο άνθρωπος θα κλέβει τον Θεό; Εσείς, όμως, με κλέψατε· και λέτε: Σε τι σε κλέψαμε; Στα δέκατα και στις προσφορές. Εσείς είστε καταραμένοι με κατάρα· επειδή, εσείς με κλέψατε, ναι, εσείς, ολόκληρο το έθνος (γ:8-9).
 
Λευιτικό κζ:30-33 Και κάθε δέκατο της γης, είτε από τον σπόρο τής γης είτε από τον καρπό των δέντρων, είναι του Κυρίου· είναι άγιο στον Κύριο. Και αν κάποτε θελήσει κάποιος να εξαγοράσει το δέκατό του, θα προσθέσει σ' αυτό το ένα του πέμπτο. Και κάθε δέκατο από βόδια, και από πρόβατα, και από κάθε ζώο, που διαβαίνει κάτω από τη ράβδο, το δέκατο θα είναι άγιο στον Κύριο. Δεν θα κάνει διάκριση, είτε καλό είναι είτε κακό, ούτε θα το αλλάξει· και αν ποτέ το αλλάξει, κι αυτό και το αντάλλαγμά του θα είναι άγια· δεν θα εξαγοραστεί.

Από αυτό το «δέκατο» οι Λευίτες έδιναν το δικό τους «δέκατο» για τους ιερείς που υπηρετούσαν εκείνες τις ημέρες (Αριθμοί ιη:25-32). Υπήρχαν, βέβαια, και άλλα «δέκατα» (Δευτ. ιδ:28-29, κλπ), η ανάλυση των οποίων ξεφεύγει από τα όρια αυτής της μελέτης.
 
Η ουσία, όμως, είναι πως οι άνθρωποι, τόσο ο λαός όσο και οι ιερείς, δεν ήταν πιστοί στο να αποδώσουν τα δέκατά τους. Έδιναν κάποιες προσφορές. Δεν έδιναν, όμως, όλα όσα έπρεπε. Για τούτο και ο Θεός τους προκαλεί: Φέρτε όλα τα δέκατα στην αποθήκη, για να είναι τροφή στον οίκο μου· και, τώρα, δοκιμάστε με σε τούτο, λέει ο Κύριος των δυνάμεων, αν δεν σας ανοίξω τούς καταρράκτες τού ουρανού, και εκχέω την ευλογία σε σας, ώστε να μη επαρκεί τόπος γι' αυτή, και θα επιτιμήσω για χάρη σας αυτόν που καταφθείρει, και δεν θα φθείρει τούς καρπούς τής γης σας· ούτε η άμπελός σας θα απορρίψει πρόωρα τον καρπό της στο χωράφι, λέει ο Κύριος των δυνάμεων. Και θα σας μακαρίζουν όλα τα έθνη· επειδή, εσείς θα είστε γη επιθυμητή, λέει ο Κύριος των δυνάμεων (γ:10-12).

Και σήμερα χρειάζεται ο λαός του Θεού, εμείς δηλαδή, να αλλάξει. Πολλοί χριστιανοί ρωτούν: «είναι υποχρεωτικό το δέκατο και σήμερα;» Νοιώθει κανείς πως η πραγματική ερώτηση είναι, «πόσο λίγο μπορώ να δώσω για να είμαι «εντάξει» με το Θεό;»