Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Τετάρτη 9 Δεκεμβρίου 2015

ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗΣ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ


Υπάρχει μια σειρά από πρακτικά προβλήματα ερμηνευτικής τα οποία πρέπει να ληφθούν υπ’ όψη. Όπως,

ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ

Αποτελεί ένα βασικό παράγοντα που πολλές φορές διαφεύγει τον σύγχρονο αναγνώστη. Η Αγία Γραφή ναι μεν είναι θεόπνευστη αλλά ταυτόχρονα είναι κι ένα κείμενο και ως τέτοιο θέλει να του μιλήσει. Κάτι που καθιστά τη μελέτη της Γραφής μια, συζήτηση μεταξύ του Θεού (ο λόγος Του) και του λατρευτή Του. Για την οποιαδήποτε συζήτηση πάντοτε απαιτούνται δυο συστατικά,


1. Η ΓΛΩΣΣΑ

Για να μπορεί μια συζήτηση να είναι λογική κι εποικοδομητική θα πρέπει οι δυο πλευρές να επικοινωνούν σε γλώσσα που είναι κατανοητή κι από τους δυο, έτσι ώστε ο ένας να κατανοεί τα σημαινόμενα των λέξεων του άλλου κι αυτό διότι η χρήση της λέξης μέσα στη γλώσσα συνιστά τη σημασία της.

Διαφορετικά δεν μπορεί να υπάρξει συζήτηση. Έτσι, η σωστή χρήση δηλώνει ότι έχει σωστά κατανοηθεί η σημασία της λέξης, δηλαδή αυτό που σημαίνει η λέξη μέσα στη λειτουργία της γλώσσας. Γι’ αυτό το λόγο δεν μπορεί να νοηθεί κάτι ή και να το ορισθεί έξω από τις δυνατότητες και τους περιορισμούς που παρέχονται από τη γλώσσα.

Εξυπακούεται, λοιπόν, ότι για να κατορθωθεί μια σωστή συνομιλία (π.χ. με την Αγία Γραφή) πρέπει οι συνομιλητές να μιλάνε την ίδια γλώσσα έτσι ώστε να υπάρχει η δυνατότητα, άλλωστε αυτός είναι και ο σκοπός της οποιασδήποτε συζήτησης, το ένα μέρος να καταλάβει τι λέει το άλλο μισό. Η ερμηνευτική έχει ακριβώς αυτό τον σκοπό, να καταλάβει το κείμενο. Τι το κείμενο θέλει να επικοινωνήσει.

Σήμερα για πολλούς χριστιανούς αυτή η συνομιλία με το λόγο του Θεού μοιάζει με συνομιλία μεταξύ δύο ετερόγλωσσων ατόμων που ναι μεν έχουν κάποιο κοινό λεξιλόγιο αλλά που είναι τρομερά περιορισμένο (π.χ. μεταξύ ενός Έλληνα που γνωρίζει λίγα πορτογαλικά κι ενός Πορτογάλου που γνωρίζει λίγα ελληνικά). Στην προσπάθειά τους να συνομιλήσουν όχι μόνο δεινοπαθούν με το περιορισμένο λεξιλόγιο αλλά και αυτές οι κοινές λέξεις υπάρχει ο κίνδυνος να:


  • Εκφέρονται με διαφορετική έννοια από τον ένα
  • Αντιλαμβάνονται με διαφορετική έννοια από τον άλλο

Για παράδειγμα, τι καταλαβαίνει ο αναγνώστης της Γραφής όταν διαβάζει,

Το παράγγελμα του Παύλου ‘’Γίνεσθε ούν μιμηταί του Θεού’’ (Εφες.ε:1). Πως γίνεται κάποιος μιμητής Εκείνου που ποτέ δεν είδε; Τι σημαίνει ‘μίμησις’; Μήπως ο χριστιανός καλείται να είναι μίμος, δηλαδή ηθοποιός-υποκριτής;

Είναι φανερός ο ζωτικός ρόλος αλλά και το πρόβλημα της γλώσσας. Είναι αδύνατο να κατανοηθεί σωστά ο παραπάνω λόγος του Παύλου εάν οι λέξεις δεν κατανοηθούν μέσα στο ιστορικό τους πλαίσιο που είναι η ελληνιστική γλώσσα και οι αρχαία ελληνική φιλοσοφία. Διαφορετικά, η οποιαδήποτε ερμηνεία τους, θα οδηγήσει σε αιρετική θέση.

2. Η ΑΜΦΙΔΡΟΜΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Το δεύτερο συστατικό της οποιασδήποτε λογικής συζήτησης είναι η αμφίδρομη επικοινωνία. Δηλαδή σε μια συζήτηση δεν είναι μόνο η μια πλευρά που θέλει να μεταδώσει το μήνυμά της και να γίνει κατανοητό από την άλλη, αλλά και το αντίθετο.

Στην ανάγνωση ενός κειμένου, αυτό όχι μόνο αποκτά την οντότητα του συζητητή που θέλει να μεταδώσει τα μηνύματά του αλλά και ο αναγνώστης, με βάση την αρχή της αμφίδρομης επικοινωνίας, θέλει να περάσει τα δικά του μηνύματα σ’ αυτό.

Η αρχή της αμφίδρομης επικοινωνίας αναιρείται στην περίπτωση της Αγίας Γραφής εξαιτίας της Θεοπνευστίας της. Μια θέση που καθιστά το θείο λόγο (σαν αποκάλυψη του Θεού) τη μοναδική σταθερά και ως τέτοια δεν επιδέχεται αλλοιωτικές επιβολές στο μήνυμά της από κανένα αναγνώστη της.

Βέβαια, αυτή η αναίρεση δεν σημαίνει ότι όταν οι Χριστιανοί τη μελετούν δεν την προσεγγίζουν (συνειδητά ή ασυνείδητα) μέσα από τον παράγοντα της αμφίδρομηκότητας. Επειδή αυτό πραγματοποιείται (π.χ. πολλές φορές διαβάζουμε στο λόγο του Θεού εκείνο που θέλουμε να διαβάσουμε) είναι σωτήριο να αναγνωριστεί και στη συνέχεια να αντιμετωπιστεί σωστά.

ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΠΡΟΚΑΤΑΛΗΨΗΣ

Σε οποιαδήποτε συζήτηση και οι δύο πλευρές έρχονται σ’ αυτήν με τις εκατέρωθεν προκαταλήψεις που πηγάζουν μέσα από διάφορους παράγοντες που στην πορεία του χρόνου διαμόρφωσαν το άτομο. Αυτό καθ’ αυτό το γεγονός της προκατάληψης δεν είναι κακό, αντίθετα είναι θεμιτό και πολύ φυσιολογικό καθώς μέσα απ’ αυτήν εκφράζεται το άτομο. Έτσι, οι συγγραφείς της Γραφής, αν και μεταφέρουν το λόγο του Θεού, μιλούν μέσα από τις δικές τους προσωπικές, φυλετικές, εθνικές, θρησκευτικές προκαταλήψεις (π.χ. οι Ψαλμοί κατάρας για τα άλλα έθνη ή για τους εχθρούς του ψαλμωδού). Το Άγιο Πνεύμα δεν εκμηδένισε την προσωπική, κοινωνική, εθνική ή ακόμα και την ιστορική τους ταυτότητα.

Όμως, το πρόβλημα δεν έγκειται στις προκαταλήψεις του συγγραφέα, αλλά στο γεγονός ότι και ο αναγνώστης του θείου λόγου τον πλησιάζει μέσα από τις δικές του προκαταλήψεις που πηγάζουν από την κουλτούρα, την ανατροφή, την ιδιοσυγκρασία κ.λ.π. και δυστυχώς εάν είναι απρόσεκτος τον ερμηνεύει μέσα απ’ αυτές.

Το άτομο που διαβάζει, ‘’Όταν διαβάζει με προκατάληψη … καταλαβαίνει αυτά που ο ίδιος θα ήθελε να λέει το κείμενο δίχως να αντιλαμβάνεται αυτά που το κείμενο πράγματι λέει. Αν του χρειαστεί να παραπέμψει στο κείμενο που διάβασε, επιλέγει λέξεις και αποσπασματικές διατυπώσεις για να συγκροτήσει, με γλωσσικό υλικό του κειμένου, τις θέσεις που η ιδεολογική του προκατάληψη έχει προαποφασίσει ότι πρέπει να εκφράζει το κείμενο.’’

Βέβαια, μπορεί η ερμηνευτική μέσω των προκαταλήψεων, που ως καντιανές κατηγορίες φιλτράρουν και διαμορφώνουν το αποτέλεσμα, να μην γίνεται συνειδητά αλλά κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι το τελικό αποτέλεσμα (η ερμηνεία στην οποία οδηγείται το άτομο) είναι το ίδιο. Ήταν η αρνητική προκατάληψη ενάντια στο δόγμα της κρίσης και της Κόλασης που δημιουργήθηκε στο μυαλό του Κάρολου Ράσελ στην παιδική του ηλικία που τον οδήγησε αργότερα που να διαβάσει και να ερμηνεύσει την Αγία Γραφή με τρόπο ώστε και τα δύο να απορρίπτονται και να οδηγήσει εκατομμύρια οπαδών του στην πλάνη.

Όταν, λοιπόν, στην ανάγνωση της Βίβλου αγνοείται ο επικίνδυνος ρόλος της προκατάληψης του αναγνώστη τότε νομοτελειακά αυτή ή θα ερμηνευτεί λανθασμένα (πχ. στην Α’ Κορ.ιγ το θέμα των μαλλιών), ή θα της επιβληθεί η άποψη του αναγνώστη.

Σε αρκετές περιοχές της Βόρειας Αμερικής με έντονο το πρόβλημα του αλκοολισμού οι χριστιανοί όχι μόνο δεν πίνουν αλκοόλ, όχι μόνο το θεωρούν αμαρτία, όχι μόνο στη θεία Ευχαριστία χρησιμοποιούν χυμό σταφυλιού αλλά θεωρούν ότι κάθε αναφορά της Γραφής στον ‘οίνο’ (π.χ. Γάμος της Κανά, το κρασί στο Ανώγειο, κλπ) δεν είναι κρασί με αλκοόλ (πως θα μπορούσε ο Χριστός να αμαρτήσει;) αλλά απλός χυμός σταφυλιού. Ήταν οι ρατσιστικές προκαταλήψεις των λευκών που οδήγησαν να διαβάσουν τη Γραφή και με βάση ‘το λόγο του Θεού’ να θηριωδήσουν σε βάρος της εικόνας του Θεού. Τα παραδείγματα είναι πάμπολλα.

Είναι σημαντικό, λοιπόν, ο αναγνώστης να γνωρίζει εκ των προτέρων αυτή την αχίλλειο πτέρνα και να προστατεύσει τον εαυτό του αλλά και τους άλλους. Διότι, όταν θυσιάζεται ο λόγος του Θεού στο βωμό της οποιασδήποτε προκατάληψης, πρώτο και θλιβερό θύμα της είναι ο αναγνώστης.

ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ

Η παράδοση δεν είναι κάτι το κακό την οποία πρέπει ο χριστιανός συνεχώς να αντιστρατεύεται. Υπάρχει καλή και κακή χρήση της παράδοσης. Εξαρτάται από την αντίληψη που κάποιος έχει για την παράδοση και από τον τρόπο με τον οποίο τη χρησιμοποιεί. Γι’ αυτό άλλες φορές γίνεται ευλογία κι άλλες φορές τροχοπέδη. Όταν η παράδοση ιεροποιείται σε σημείο που αυτή να υπαγορεύει το περιεχόμενο της πίστης και της ζωής σε σημείο που πολλές φορές να αντιβαίνει σε ξεκάθαρες διδασκαλίες του λόγου του Θεού, τότε γίνεται κατάχρησή της και τροχοπέδη. Όμως, το ίδιο συμβαίνει με την ολοκληρωτική απόρριψή της, καθώς το κενό που δημιουργείται θα καλυφθεί από άλλες παραδόσεις κι άλλα εντάλματα.

Πρέπει ο αναγνώστης του θείου λόγου να αναγνωρίσει ότι είναι αδύνατο να καταλάβει το μήνυμα της Γραφής και να οδηγηθεί στην Αλήθεια εάν τα ιερά κείμενα απομονωθούν από το περιβάλλον στο οποίο γράφτηκαν. Ένα περιβάλλον όπως, η ιστορική παράδοση του λαού, του συγγραφέα, του τόπου όπου το κείμενο γράφτηκε. Το κείμενο δεν υπάρχει αυθαίρετα και ανεξάρτητα από το κοινωνικό περιβάλλον του που τελικά αποτελεί και τον εγγυητή της παράδοσης. Με άλλα λόγια δεν είναι αχωρόχρονο, έχει ιστορική στιγμή με παρελθόν και παρόν, όπως και γεωγραφικό χώρο. Αποτελεί έγκλημα το κείμενο να ‘εκτρωθεί’ από την ιστορική, γεωγραφική και κοινωνική του ‘μήτρα’.

Για παράδειγμα, πώς θα ερμηνευτεί και θα εφαρμοστεί ο λόγος του Κυρίου για το διαζύγιο (κάτι που αγγίζει πολύ ευαίσθητες πτυχές της ζωής των πιστών και της εκκλησίας) εάν δεν μελετηθούν οι παραδόσεις της εποχής μέσα στο πλαίσιο των οποίων γίνεται η συζήτηση του Κυρίου με τους μαθητές Του;

Οπότε είναι σημαντικό (ιδιαίτερα στη μελέτη δύσκολων περικοπών, να λαμβάνεται υπ’ όψη η παράδοση του τόπου εκείνης της εποχής όπως αυτή εκδηλώνεται μέσα από τη λαογραφία, ποίηση, ήθη και έθιμα, αντιλήψεις, κλπ. Πως θα εξηγηθεί το γεγονός ότι οι μαθητές δεν πίστευαν στο μήνυμα των γυναικών ότι ο Χριστός αναστήθηκε εάν αποπεμφθεί η παράδοση;

ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΑΠΟΣΤΑΣΗΣ

Το γεγονός ότι η χρονική απόσταση που παρεμβάλλεται μεταξύ του νεότερου κειμένου της Αγίας Γραφής με το σήμερα είναι περίπου 2.000 χρόνια καταδεικνύει την τεράστια χρονική αποξένωση του σύγχρονου αναγνώστη από το θείο κείμενο. Μια αποξένωση που υφίσταται όχι δίχως κόστος και προβλήματα. Αντίθετα, είναι αυτή που ευθύνεται για την αποξένωση του σημερινού αναγνώστη από,

  • Τη γλώσσα της εποχής και του λαού την περίοδο που ο συγγραφέας γράφει
  • Τις αξίες της εποχής μέσα στην οποία γράφτηκαν τα διάφορα βιβλία
  • Την κουλτούρα του εκάστοτε λαού ανάμεσα στον οποίο ή για τον οποίο ο συγγραφέας γράφει
  • Την κοσμοθεωρία του κόσμου την περίοδο της συγγραφής.
Για παράδειγμα όταν ο Δαυίδ (;) στον Ψαλμό 102:25, ο Ησαΐας στο μη:13 και ο Ζαχαρίας ιβ:1 μιλούν για τα θεμέλια της γης δεν αποκαλύπτουν την κοσμολογία του Θεού για τη γη αλλά εκφράζουν το λόγο του Θεού μέσα από τις ‘επιστημονικά’ κοσμολογικές αντιλήψεις της εποχής τους. Το ίδιο ισχύει και με την γαιοκεντρική κοσμολογία στο λόγο του Ιησού του Ναϋή ’’Στήθι, ήλιε, επί την Γαβαών, και συ σελήνη, επί την φάραγγα Αιαλών. Και ο ήλιος εστάθη, και η σελήνη έμεινεν…’’ (ι:12-13).

Στην πραγματικότητα εκείνη που σταμάτησε ήταν η γη κι όχι ο ήλιος καθώς είναι η γη που κινείται γύρω από τον ήλιο. Αργότερα, η Εκκλησία αρνούμενη να αναγνωρίσει την ιστορική της απόσταση από κείμενα σαν κι αυτά και βεβαίως επηρεασμένη από τον Αριστοτελισμό του Ακινάτη, διαμόρφωσε την ‘ορθόδοξη’ κοσμοθεωρία της την οποία έπρεπε όλοι να πιστεύουν. Το αποτέλεσμα ήταν ο Μπρούνο να καεί στην πυρά, ο Γαλιλαίος να ταπεινωθεί ανακαλώντας τις επιστημονικές ανακαλύψεις του, η ηλιοκεντρική πραγματικότητα να ανακηρυχθεί ως αιρετική θέση ενώ η ‘Βιβλική’ θέση να είναι η γεωκεντρική. Είναι τρομερό και να φανταστεί κανείς τι θα συνέβαινε εάν αυτή η θέση είχε τηρηθεί έως και σήμερα. Η Αγία Γραφή δεν είναι επιστημονικό εγχειρίδιο κανενός χώρου. Αλίμονο όταν χρησιμοποιείται μ’ αυτόν τον τρόπο. Έπαινος αρμόζει σε επιστήμονες όπως ο Γαλιλαίος, ο Μπράχε, ο Κοπέρνικος κι άλλους που θέλησαν να διαβάσουν και διάβασαν την Αγία Γραφή όπως έπρεπε, σαν το λόγο του Θεού κι όχι σαν επιστημονικό εγχειρίδιο ντροπιάζοντας όλους εκείνους σε κάθε εποχή που αυτό-ανακηρύσσονται σε ‘υπερασπιστές’ του Θεού.

Αν και ο αναγνώστης είναι ελεύθερος και καλείται από το Θεό να μελετά το λόγο Του καθημερινά (Ιησούς του Ναυή α:8), εν τούτοις δεν είναι ελεύθερος να τον ερμηνεύει κατά το δοκούν. Πρέπει να προσέχει από την μια να μην εκσυγχρονίσει τη Γραφή, αλλά να την αφήσει να εκφράσει εκείνο που ήθελε να πει στους αρχικούς αναγνώστες και ακροατές και από την άλλη να αγωνιστεί να συλλάβει το μήνυμα που εκείνοι καταλάβαιναν. Που σημαίνει ότι πρέπει να προστατεύσει τον εαυτό του (κι εκείνους που επηρεάζει) από τον δικό του υποκειμενισμό. Δηλαδή, να μην αναγκάσει το κείμενο να ‘πει εκείνο που ο ίδιος θα ήθελε αυτό να λέει.

Παράδειγμα, οι αιρετικοί του Faith Movement που επηρεασμένοι από τις διδασκαλίες της Βουδιστικής αίρεσης Soka Gakkai (Πωλ Γιόνκι Τσο. Η Τέταρτη Διάσταση. Εκδόσεις Α&Ω, σελ. 37-40) που εστιάζονται στην υγεία, στην ευημερία και στον πλούτο (Labi Nadya, “Buddhism” TIME. December 11, 2000. Σελ. 85).

Στην πιο φημισμένη ‘εκκλησία’ του Faith Movement στην Αμερικανική ήπειρο την Toronto Airport Christian Fellowship, όπου ισχυρίζονται ότι το 1994 είχαν την ‘επίσκεψη’ του Αγίου Πνεύματος με την εκδήλωση του ‘Άγιου Γέλιου’(sic) και την οποία επισκέπτονται χιλιάδες ταλαίπωροι για να προσκυνήσουν και να λάβουν κι αυτοί το χρίσμα, σήμερα λένε ότι βιώνουν μια άλλη ‘επίσκεψη’ του Αγίου Πνεύματος εκπληρώνοντας έτσι και την υπόσχεση του Θεού στον Ψαλμό 81,10 που λέει, ‘’Εγώ είμαι Κύριος ο Θεός σου, όστις σε ανήγαγεν εκ γης Αιγύπτου. Πλάτυνον το στόμα σου, και θέλω γεμίσει αυτό.’’

Σύμφωνα με τους εκπροσώπους της εκκλησίας, την υπόσχεση του ο Θεός την εκπληρώνει μετατρέποντας το αμάλγαμα των σφραγισμένων δοντιών σε χρυσό. Μάλιστα, μέχρι πρόσφατα είχαν και ανάλογη σελίδα στην ιστοσελίδα της εκκλησίας τους (www.tacf.org). Βέβαια, ποτέ δεν μπόρεσαν να αποδείξουν τις αξιώσεις τους παρουσιάζοντας κάποιο άτομο του οποίου το στόμα γέμισε με χρυσό. (James A. Beverly. ‘’Dental Miracle Reports Draw Criticism”. Christianity Today. May 24, 1999, σελ. 17). Σίγουρα η περίπτωση αυτή είναι ακραία αλλά ζωντανεύει το πρόβλημα της ερμηνευτικής κατάχρησης του κειμένου. Στην προκειμένη περίπτωση μια απλή ανάγνωση ολόκληρου του Ψαλμού 81 φανερώνει ότι ο Θεός άλλο έχει στο μυαλό Του κι όχι χρυσό. Αλλά, όπως λέει και ο λαός, ‘’ο πεινασμένος καρβέλια ονειρεύεται’’!

Έχοντας σημειώσει μερικά από τα προβλήματα που συναντά ο σημερινός μελετητής στην ανάγνωση και στην ερμηνεία του Θείου λόγου δεν μπορεί να αμφισβητηθεί η ανάγκη για ασφαλιστικές δικλείδες. Για κάποιους κανόνες, αρχές ερμηνείας που προστατεύουν τον αναγνώστη από τους παραπάνω κινδύνους.