Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Τετάρτη 23 Δεκεμβρίου 2015

Δεν είμαι θρησκευόμενος τύπος!



«Άφησε με σε παρακαλώ, πήγαινε να τα πεις κάπου αλλού, εγώ δεν είμαι θρησκευόμενος τύπος». Αυτό ακούγεται πολύ συχνά, όμως τι σημαίνει «θρησκευόμενος τύπος»;

  • Ίσως κάποιος να σκέφτεται κάποιο επιχειρηματία με μαύρη γραβάτα, στην κηδεία ενός φίλου του, που προσπαθεί να μιμηθεί «το θρησκευόμενο τύπο» για μισή ώρα. Έπειτα, ξεπροβάλει με κομμένη την ανάσα από την κηδεία στον καθαρό αέρα, για ν’ ανάψει ένα τσιγάρο και να ξαναγυρίσει στη φυσιολογική του κατάσταση.
  • Κάποιος άλλος μπορεί να έχει υπόψη του ένα λαμπρό ορθόδοξο ναό, μπάντες, φώτα, ψάλτες, κεριά, ακριβά ράσα, άψογη απόδοση της λειτουργίας, που κανείς δεν φαίνεται να υπολογίζει.
  • Ακόμα μπορεί να σκεφτεί ένα θρησκευτικό ραδιοφωνικό πρόγραμμα, την κονσερβοποιημένη θρησκεία ή ακόμα ένα στάδιο όπου ο κήρυκας παροτρύνει τα πλήθη να έρθουν μπροστά για «να δώσουν την καρδιά τους στο Χριστό»(;!) κι αυτό του φαίνεται ένα σκέτο παιχνίδι και γι’ αυτό λέει «εγώ δεν είμαι θρησκευόμενος τύπος».
  • Σε πολλούς ορθόδοξους ναούς βλέπει κανείς ταμπέλες που ζητάνε οικονομική ενίσχυση για την ανέγερση ή τη συντήρηση του κτιρίου. Μετά υπάρχουν τα πανηγύρια, λαχειοφόρες αγορές, έρανοι από σπίτι σε σπίτι κι άλλα τεχνάσματα για την αύξηση των εσόδων, που κάνουν το καθένα να κουμπώνεται και να κρύβεται πίσω από το «εγώ δεν είμαι θρησκευόμενος τύπος».

Τον καιρό του Ησαΐα, τον 80 αιώνα π.Χ. οι άνθρωποι πρόσφεραν θυσίες με πολλούς τρόπους, αλλά οι καρδιές τους ήταν μακριά απ’ το Θεό. Τον καιρό του Ιησού, οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι κέρδιζαν την καλή φήμη με την υποκρισία. Έκαναν μακρόσυρτες προσευχές για να εντυπωσιάσουν, έδιναν ελεημοσύνες επιδεικτικά, ώστε όλοι να νομίζουν ότι είναι μεγαλόψυχοι. Έκαναν ακόμα μεγάλη προβολή των Βιβλικών τους γνώσεων, για να ντροπιάζουν τους άλλους.

Ο Ιησούς κατηγόρησε αυτού του είδους τους ανθρώπους επειδή είχαν μια εξωτερική ευλάβεια ενώ την ίδια στιγμή, μέσα τους, ήταν εξαχρειωμένοι και αηδιαστικοί. Τους είπε μάλιστα ότι του θύμιζαν ασβεστωμένους τάφους που εξωτερικά φαίνονται υπέροχοι, αλλά εσωτερικά ήταν μολυσμένοι, γεμάτοι σαπίλα και κόκαλα πεθαμένων ανθρώπων.

Όμως, ας ξεκαθαρίσουμε την ατμόσφαιρα, κι ας κοιτάξουμε αυτές τις δικαιολογημένες αντιρρήσεις που έχουν υψωθεί σχετικά με τους θρησκευόμενους. Είναι αλήθεια, ότι πολλά άσχημα πράγματα έχουν γίνει στο όνομα της θρησκείας. Το ίδιο έχει γίνει και στο όνομα της ιατρικής, αλλ’ αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πλησιάζουμε γιατρό. Υπάρχει μόνο μία κατάλληλη απορία για έντιμους ανθρώπους: Είναι η θρησκευτική ερμηνεία περί του κόσμου και του ανθρώπου αληθινή; Αν ναι, τότε τη θέλω. Τα βασικά γεγονότα, συνέβησαν ή όχι; Ο Ιησούς ήταν ο Γιος του Θεού, ναι ή όχι; Αναστήθηκε απ’ τους νεκρούς ή όχι; Όσο για την υποκρισία και την απληστία, δεν χρειάζεται να σταματήσουμε πολύ. Επειδή υπάρχουν εδώ κι εκεί πλαστά νομίσματα, αυτό δεν μας σταματάει να μεταχειριζόμαστε τα χρήματα. Η ύπαρξη υποκρισίας σε θρησκευτικούς κύκλους δεν είναι λόγος ν’ απορρίψουμε το Θεό, μάλλον αποδεικνύει ότι υπάρχει και το γνήσιο πράγμα, όπως η ψεύτικη απομίμηση.

Κοίταξε προσεκτικά τον Ιησού μέσα στα Ευαγγέλια. Δεν υπάρχει ίχνος υποκρισίας πάνω Του. Αυτός πρώτος την καταδίκασε δημόσια κι εμείς θέλουμε ν’ ασχοληθούμε μόνο με το Χριστό. Επειδή μερικοί απέτυχαν με τη διδασκαλία Του, δεν πρέπει να σ’ εμποδίσει να κάνεις μια δοκιμή.

Μην αφήσεις την αντιπάθειά σου για τη θρησκεία να σε απομακρύνει από τον Ιησού Χριστό. Στην πραγματικότητα, Αυτός ήρθε για να συντρίψει τη θρησκεία. Δεν είναι η προσπάθεια των ανθρώπων με την καλή τους ζωή που ευχαριστεί το Θεό και κερδίζει γι’ αυτούς μια θέση στον ουρανό. Είναι ο Ιησούς που έρχεται με την αγάπη και τη μεγαλοψυχία Του να ψάξει για ανθρώπους που ποτέ δεν θα Τον αναζητήσουν, με ανοιγμένα τα χέρια πάνω στο σταυρό και να τους  πει: «Ελάτε σε μένα κι ας μοιραστούμε τη ζωή μαζί». Αυτό δεν είναι θρησκεία, αλλά ΣΩΤΗΡΙΑ. 

Να γιατί οι πρώτοι Χριστιανοί ήταν τόσο προσεκτικοί και αυστηροί στο να τονίζουν ότι δεν είχαν ναό, ούτε θυσιαστήριο, ούτε ιερείς. Δεν είχαν θρησκεία με τη συνηθισμένη, γνωστή έννοια και τρόπο έκφρασης, γι’ αυτό οι Ρωμαίοι τους αποκαλούσαν αθεϊστές. Αυτοί όμως είχαν Ένα πρόσωπο που τους γνώριζε, τους αγαπούσε και ποτέ δεν τους άφηνε! Έτσι, η προσευχή δεν ήταν μια τυπική πράξη, αλλά συνομιλία μ’ ένα φίλο. Η λατρεία δεν ήταν μια Κυριακάτικη τελετή, αλλά το φυσικό ξεχείλισμα μιας αγάπης προς το Σωτήρα, όταν συναντιόντουσαν όλοι μαζί. Δεν χρειαζόντουσαν κτίρια - εκκλησίες, επειδή όπου ήταν δύο ή τρεις μαζεμένοι στο όνομά Του, Αυτός ήταν ανάμεσά τους. Δεν χρειαζόντουσαν ιερείς, γιατί ο Χριστός είχε ανοίξει είσοδο στην παρουσία του Θεού για τον καθένα απ’ αυτούς.