Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Τετάρτη 16 Μαΐου 2012

ΓΕΝΕΣΗ λδ


Αυτό το κεφάλαιο μας δείχνει ποιοι υπήρξαν οι πικροί καρποί της παραμονής του Ιακώβ στη Συχέμ, ποια κηλίδα προέκυψε απ’ αυτή για την οικογένειά του, παρά τις προσπάθειες του Συμεών και του Λευί να την εξαλείψουν με βίαια σαρκικά μέσα, κάνοντας έτσι μεγαλύτερη τη θλίψη του Ιακώβ.
Ο Ιακώβ στεναχωρήθηκε και ζημιώθηκε περισσότερο μ’ αυτό που έκαναν οι γιοι του, παρά μ’ αυτό που συνέβη στην κόρη του (λδ:30). Οι συνέπειες που θα μπορούσαν να προκύψουν απ’ αυτή την υπόθεση για τον ίδιο και για την οικογένειά του στεναχωρούν περισσότερο τον Ιακώβ. Φαίνεται ότι ζει μ’ ένα διαρκή φόβο για τον εαυτό του και για την οικογένειά του, φανερώνοντας συνέχεια ένα ανήσυχο και φοβισμένο πνεύμα, που κάνει διάφορους υπολογισμούς, ασυμβίβαστους με μια ζωή πίστης στο Θεό.
 
Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Ιακώβ δεν ήταν πιστός. Ξέρουμε ότι έχει τη θέση του ανάμεσα στο «τόσο μέγα νέφος μαρτύρων» (Εβρ.ια), αλλά δεν περπάτησε στη συνηθισμένη εξάσκηση αυτής της θείας αρχής με αποτέλεσμα να έχει θλιβερές πτώσεις.
Αφού ο Θεός του είχε υποσχεθεί «Θέλω σε διαφυλάττει..., δεν θέλω σε εγκαταλείψει» (κη:14-15), έπρεπε αυτή η υπόσχεση να τον καθησυχάζει. Στην πραγματικότητα όμως, τον Ιακώβ τον απασχολούσε περισσότερο ο κίνδυνος που διέτρεχαν ανάμεσα στους κατοίκους της Συχέμ, παρά η ασφάλεια που βρισκόταν στα χέρια του Θεού των υποσχέσεων.
Έπρεπε να γνωρίζει ότι ούτε μία τρίχα του κεφαλιού του δεν θα πειραζόταν κι αντί να παρατηρεί τον Συμεών και τον Λευί, όφειλε να κατακρίνει τον εαυτό του για την εγκατάστασή του στη Συχέμ. Αν δεν πήγαιναν εκεί, η Δείνα δεν θα ατιμαζόταν και φυσικά δεν θα εκδηλωνόταν η βία των γιων του. Πολλοί χριστιανοί γονείς αγωνιούν και στενάζουν βλέποντας τις κακές συνήθειες, την απείθεια ή την κοσμικότητα των παιδιών τους, ενώ θα έπρεπε να κατηγορήσουν γι’ αυτό μόνο τους εαυτούς τους επειδή δεν περπάτησαν πιστά ενώπιον του Θεού όσο αφορά την οικογένειά τους.
Πρέπει να μάθουμε ότι εδώ κάτω δεν είναι ο τόπος της ανάπαυσής μας γιατί ο Θεός δεν θέλει να μας δώσει μια ανάπαυση μολυσμένη. Αντίθετα θέλει να παραμένουμε «εν Αυτώ» και «μετ’ Αυτού». Κι όταν περιπλανηθούμε ή μείνουμε πίσω, μας λέει: «Εάν επιστρέψης Ισραήλ, λέγει Κύριος, επίστρεψον προς εμέ» (Ιερεμ.δ:1).
Συνήθως μια ψεύτικη ταπεινοφροσύνη, που είναι καρπός της απιστίας, κάνει αυτόν που έχει αποπλανηθεί ή έχει μείνει πίσω να παίρνει μια θέση κατώτερη εκείνης που του έχει δώσει ο Θεός, επειδή δεν ξέρει την αρχή βάσει της οποίας ο Θεός ανορθώνει αυτούς που έχουν πέσει. Ο άσωτος γιος ήθελε να γίνει υπηρέτης, επειδή δεν ήξερε ότι ως προς τον εαυτό του, δεν είχε πια το δικαίωμα να πάρει τη θέση του υπηρέτη όπως δεν είχε το δικαίωμα να έχει τη θέση του γιου. Όμως θα ήταν ανάξιο του χαρακτήρα ενός πατέρα να του δώσει μια τέτοια θέση. Θα πρέπει να πλησιάζουμε το Θεό πάνω σε μια βάση και μια αρχή άξιας Αυτού, ή να μένουμε μακριά Του.


Το σενάριο είναι σχεδόν το ίδιο και εδώ. Ο άντρας βλέπει την κοπέλα, του αρέσει και με το ζόρι κοιμάται μαζί της. Στο 3 όμως διαβάσαμε πως "Η ψυχή του προσκολ-λήθηκε στην Δείνα." Ξέρετε που αλλού βρίσκουμε την ίδια λέξη;
Στη Γέν.β:24, "Διά τούτο θέλει αφήσει ο άνθρωπος τον πατέρα αυτού και την μητέρα αυτού, και θέλει προσκολληθεί εις την γυναίκα αυτού, και θέλουσιν είσθαι οι δύο εις σάρκα μίαν."
Αυτό που συνέβηκε στον Συχέμ ήταν αυτό που έπρεπε να συμβεί και στον Αμνών: Έρωτας κεραυνοβόλος, αγάπη προς τη γυναίκα με την οποία κοιμήθηκε.
Συνεχίζοντας την ιστορία διαβάζουμε στο εδάφιο 8 τι είπε ο πατέρας του Συχέμ, ο Εμμώρ στην οικογένεια της κοπέλας, "Και ελάλησεν προς αυτούς ο Εμμώρ λέγων, Η ψυχή του Συχέμ του υιού μου προσηλώθη εις την θυγατέρα σας. Δότε αυτήν εις αυτόν, παρακαλώ, εις γυναίκα."
Στα εδάφια 11-12 τους μιλάει και ο ίδιος ο Συχέμ "Είπε δε ο Συχέμ προς τον πατέρα αυτής, και προς τους αδελφούς αυτής, Ας εύρω χάριν έμπροσθέν σας, και ό,τι είπητε εις εμέ θέλω δώσει. Ζητήσατε παρ' εμού όσην προίκα θέλετε και όσα χαρίσματα και θέλω δώσει αυτά, καθώς ηθέλετε μοι ειπεί. Μόνον δότε μοι την κόρην εις γυναίκα."
Ο Συχέμ έκφρασε την ειλικρινή του μετάνοια κάνοντας δύο πράγματα. Πρώτο, ζητάει να βρει χάρη μπροστά τους, να κερδίσει την εύνοιά τους. Γιατί το ζητάει αυτό; Γιατί ξέρει πως έκανε λάθος. Παραδέχεται πως για να σταθεί μπροστά τους, έχει ανάγκη την υπομονή τους και την συγχώρησή τους. Δεν πηγαίνει αυτοδικαιωμένος και προσπαθώντας να βρει δικαιολογίες γι’ αυτό που έκανε. Έχει μετανιώσει για την πράξη του.
Δεύτερο, κάνει αυτό που πρέπει για να αποδείξει τη μετάνοιά του και την ειλικρί-νεια των αισθημάτων του προς την κοπέλα. Είναι διατεθειμένος να δώσει, ό,τι ζητήσουν, φτάνει να μπορέσει να την παντρευτεί. Η αγάπη του, ο έρωτας του, η προσήλωσή του στη Δείνα δεν μπορούν να τον κρατήσουν από το να την παντρευτεί. Αυτή είναι η σωστή μετάνοια και ο σωστός τρόπος να διορθώσει κάποιος το κακό που έγινε κάνοντας μια τέτοια αμαρτία.
Ο λόγος του Θεού επικροτεί τη στάση του Συχέμ. Αυτό φαίνεται και από το πως εξελίχθηκε η ιστορία. Στο τέλος του κεφαλαίου, διαβάζουμε πως ο Συμεών και ο Λευί πηγαίνουν και τους σκοτώνουν όλους (εδ.25-31). Σκότωσαν κάθε αρσενικό στην πόλη, ενώ όλοι οι άντρες είχαν ακόμη πόνους από την περιτομή που η οικογένεια του Ιακώβ τους είχε ζητήσει να κάνουν. Ο Ιακώβ τους επιτιμά γι’ αυτή τους την πράξη. Το σημαντικό όμως είναι πως εξαιτίας αυτής τους της ενέργειας έχασαν το δικαίωμα και την ευλογία για τα πρωτοτόκια. Ας διαβάσουμε από τη Γέν.μθ:5-7. Βρισκόμαστε στο σημείο που ο πατριάρχης Ιακώβ ευλογεί τα παιδιά του. "Συμεών και Λευί οι αδελφοί, όργανα αδικίας είναι αι μάχαιραι αυτών. Εις την βουλήν αυτών μη εισέλθης ψυχή μου, εις την συνέλευσιν αυτών μη ενωθής τιμή μου. Διότι εν τω θυμώ αυτών εφόνευσαν ανθρώπους, και εν τω πείσματι αυτών κατηδάφισαν τείχος. Επικατάρατος ο θυμός αυτών, διότι ήτο αυθάδης, και η οργή αυτών διότι ήτο σκληρά. Θέλω διαμοιράσει αυτούς εις τον Ιακώβ, και θέλω διασκορπίσει αυτούς εις τον Ισραήλ."
Σκληρά λόγια δεν είναι αυτά; Είναι σκληρά γιατί ο Συχέμ μετανόησε, έκανε αυτό που έπρεπε και οι αδελφοί της Δείνας δεν του επέτρεψαν να ολοκληρώσει.
Ο λόγος του Θεού, λοιπόν, δεν παρουσιάζει με θετικό τρόπο αυτό που έκανε ο Συ-χέμ, αλλά παρουσιάζει με θετικό τρόπο τη στάση του μετά. Και όλα αυτά έρχονται σε αντίθεση με τη στάση του Αμνών. Ο Αμνών μίσησε την Θάμαρ και την έδιωξε, κάνοντας έτσι μεγαλύτερο κακό. Ο Συχέμ αγάπησε τη Δείνα και επειδή την αγάπησε ήθελε να την παντρευτεί.
Πολύ σύντομα να θυμηθούμε δύο ακόμη περικοπές που επιβεβαιώνουν πως το σεξ (1) σφραγίζει και (2) επικυρώνει την διαθήκη του γάμου. Ακόμη και το πρόχειρο σεξ, το σεξ επί πληρωμή και αυτό θα έπρεπε σε ένα βαθμό να το δούμε στο πλαίσιο της διαθήκης του γάμου.
Ας διαβάσουμε τα εδάφια στην Α΄ Κορ.ς:16, "Δεν εξεύρετε ότι ο προσκολλώμενος με την πόρνη είναι εν σώμα; διότι "θέλουσιν είσθαι" λέγει "οι δύο εις σάρκαν μίαν."
Να γιατί η αμαρτία της πορνείας είναι μεγάλη. Γιατί η σεξουαλική πράξη έχει συνέπειες! Ο Θεός δημιούργησε το γάμο και δημιούργησε το σεξ για να απολαμβάνουν οι σύζυγοι ο ένας τον άλλον και γιατί μέσω της πράξης αυτής επικυρώνουν και ανανεώνουν τις υποσχέσεις που έδωσαν ο ένας στον άλλον.