Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Δευτέρα 5 Μαΐου 2014

Καθήκοντα διακονίας


Η ΚΛΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΜΕΝΑ

Η ΚΛΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΜΕΝΑ ΛΑΜΒΑΝΕΤΑΙ ΚΑΤ’ EΥΘΕΙΑΝ ΑΠ’ ΤΟΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟ
Μέσα σε μια εκκλησία υπάρχουν διαφορετικά  αξιώματα, διακονίες και χαρίσματα, τα οποία όλα τα μέλη ξεχωριστά καλούνται να εκπληρώσουν. Αυτά τα αξιώματα και διακονίες δεν είναι «έργο ανθρώπου», ούτε «κλήση από άνθρωπο», αλλά λαμβάνονται κατευθείαν από τον Ιησού Χριστό, ο οποίος είναι η κεφαλή του σώματος και ο οποίος έχει θέσει κάθε μέλος ξεχωριστά στην εκκλησία, όπως Τον ευαρεστεί.
“Αλλά τώρα ο Θεός έθεσε τα μέλη εν έκαστον αυτών εις το σώμα, καθώς ηθέλησεν(Α’ Κορ.ιβ:18)
“Και αυτός έδωκεν άλλους μεν αποστόλους, άλλους δε προφήτας άλλους δε ευαγγελιστάς, άλλους δε ποιμένας και διδασκάλους” (Εφεσ.δ:11).
Κάθε διακονία έχει θεσπιστεί και κάθε εργάτης του ευαγγελίου έχει κληθεί με ειδικό και προσωπικό χρίσμα του Κυρίου Ιησού Χριστού. Αυτό δείχνει πόσο σημαντικές είναι οι κλήσεις του Θεού και πόσο πρέπει να προσπαθεί κάθε Χριστιανός με την χάρη Του, να εκπληρώσει την διακονία την οποία ο Θεός τον έχει καλέσει και να μην προσπαθεί να εκπληρώσει την θέση που έχει κάποιος άλλος μέσα στην εκκλησία, αλλά μάλλον να είναι υποταγμένος στην δική του κλήση. Είναι πιθανό για τον εργάτη του Θεού να αποτύχει και να μην υποτάσσεται, αλλά η συναίσθηση αυτής της αναμφισβήτητης κλήσης θα τον ακολουθεί μέχρι τον τάφο.
“Διότι ανεπίδεκτα μεταμελείας είναι τα χαρίσματα και η πρόσκλησις του Θεού” (Ρωμ.ια:29)
Ένας άνθρωπος μπορεί να είναι αληθινά ευτυχισμένος και πλήρως ικανοποιημένος μόνο τότε: όταν έχει ανακαλύψει την κλήση του και αφιερώσει τον εαυτό του στην υπηρεσία του Κυρίου πιστά, στη θέση που Εκείνος τον έχει τοποθετήσει.

ΤΑ ΧΑΡΙΣΜΑΤΑ ΔΙΑΚΟΝΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ
Είναι αναγκαίο να μελετήσουμε τα  αξιώματα και τις κλήσεις που υπάρχουν στην διακονία στην εκκλησία της Καινής Διαθήκης. 
            1. Απόστολοι                       6. Προεστώτες
            2. Προφήτες                        7. Επίσκοποι
            3. Ευαγγελιστές                 8. Πρεσβύτεροι
            4. Ποιμένες                         9. Διάκονοι
            5. Διδάσκαλοι
Στην πρώτη εκκλησία της Καινής Διαθήκης φαίνεται να υπάρχει μια μικρή διαφορά μεταξύ του Πρεσβυτέρου, Επισκόπου, Προεστώτα και Ποιμένα. Στην σημερινή εκκλησία, τα δύο πρώτα θεωρούνται όμοια σε αξίωμα και έννοια και τα δύο τελευταία είναι επίσης όμοια. Σήμερα ο επίσκοπος και ο πρεσβύτερος είναι αυτοί που έχουν τοποθετηθεί στην εκκλησία σαν επόπτες και επιβλέποντες στην διακονία και γι’ αυτό τον λόγο το έργο τους είναι πολύ σημαντικό.
Ο όρος “προεστώς”, μπήκε στην εκκλησία απ’ την Ιουδαϊκή συναγωγή. Στην πρώτη εκκλησία φαίνεται να είναι συνώνυμος με τον όρο “Ποιμένας” και σε ορισμένες εκκλησίες ακόμη και σήμερα οι δύο όροι αναφέρονται στο ίδιο αξίωμα. Σε άλλες εκκλησίες ο προεστώς είναι αυτός που κατέχει κάποιο ανώτερο αξίωμα στην εκκλησία και είναι σε θέση πάνω από τον διάκονο αλλά κάτω από τον ποιμένα.
Οι διάκονοι είναι υφιστάμενοι στην εκκλησία κάτω από τον ποιμένα, χρισμένοι για να φροντίζουν τις καθημερινές υποθέσεις της εκκλησίας. Μια μελέτη των προσόντων που πρέπει να έχουν, όπως αναφέρεται στις Πράξεις ε κεφ. και Α’ Τιμ.γ:8-13, δείχνει εύκολα ότι δεν υπάρχει σημαντική διαφορά. Πράγματι τα προσόντα τους είναι πολύ όμοια με αυτά του επισκόπου. Ο πρωτομάρτυρας Στέφανος και ο Φίλιππος ήταν και οι δύο διάκονοι και ταυτόχρονα ήταν θαυμαστοί κήρυκες του λόγου του Θεού. Ο Φίλιππος ήταν και διάκονος και ευαγγελιστής (Πράξ.κα:8).
Ένας “ευαγγελιστής” είναι αυτός που φέρνει “καλές αγγελίες”. Είναι αυτός που κηρύττει το ευαγγέλιο, φέρνει τα καλά νέα της σωτηρίας. Χωρίς ευαγγελισμό δεν θα υπάρχει ποίμανση, για τον λόγο ότι δεν θα υπάρχει ποίμνιο. Συνεπώς το έργο του ευαγγελιστή προηγείται του έργου του ποιμένα.
Η προφητεία στην Καινή Διαθήκη είναι η πρόρρηση μελλοντικών γεγονότων, καθώς και η σαφής και καθαρή εξαγγελία Βιβλικών αληθειών που περικλείονται αυστηρά μέσα στα πλαίσια του λόγου του Θεού. Είναι απλή ομιλία κάτω από την έμπνευση και το χρίσμα του Αγίου Πνεύματος χωρίς προμελέτη. Είναι το ίδιο με το λάλημα των ξένων γλωσσών όταν συνοδεύεται από ερμηνεία, με την διαφορά ότι η προφητεία λαλείται κατ’ ευθείαν στη γλώσσα του προφήτη.
Απόστολος στην ουσία γραμματικά είναι ο  απεσταλμένος. Υπήρχαν οι 12 απόστολοι του Αρνίου, των οποίων τα προσόντα αναφέρονται στο πρώτο κεφάλαιο των Πράξεων και οι οποίοι έπρεπε να είναι μαζί με τον Ιησού σε όλη την διάρκεια της διακονίας Του στη γη και μάρτυρες της αναστάσεώς Του. Όμως υπήρχαν κι άλλοι απόστολοι, οι οποίοι αναφέρονται στις Γραφές:
             Ματθίας                              (Πράξ.α:26)
             Παύλος                                (Α’ Κορ. α:1)
             Βαρνάβας                           (Πράξ.ιδ:14)
             Ιάκωβος                               (Γαλάτ.α:19)
             Απολλώς                             (Α’ Κορ. γ:6)
             Τιμόθεος & Σιλουανός    (Α’ Θεσ. α:1)
Εάν ή όχι υπάρχουν και σήμερα απόστολοι στην εκκλησία είναι ζήτημα υποθετικό. Πρόκειται για ζήτημα, το οποίο σημαίνει ότι οποιοσδήποτε θα φιλοδοξούσε να έχει το αξίωμα του αποστόλου, αμέσως καθίσταται ανίκανος γι’ αυτή την υπεύθυνη θέση. Ο άνθρωπος δεν πρέπει να σκέφτεται ότι είναι άξιος γι αυτό το αξίωμα.
Η σωστή στάση του αληθινού ανθρώπου του Θεού είναι να φιλοδοξεί να μένει στο κέντρο του θελήματος του Θεού. Όλη του η καρδιά πρέπει να εξυψώνει και να δοξάζει τον Θεό μέσα σε ένα κόσμο που πεθαίνει και να είναι μια ευλογία για τους άλλους, πιο πολύ βέβαια από το να τιμά τον εαυτό του. Ο Απόστολος Παύλος έγραψε στην Α’ Κορ.ιδ:39,”ζητείτε μετά ζήλου το προφητεύειν”, όμως στο εδάφιο 3 λέει ότι η προφητεία “λαλεί προς ανθρώπους εις οικοδομήν και προτροπήν και παρηγορίαν”. Ακόμη ο Παύλος γράφει για μια “υπερέχουσα οδό”, την οδό της αγάπης. “Προλαμβάνοντες να τιμάτε αλλήλους” (Ρωμ.ιβ:1O). Η ταπεινοφροσύνη είναι πάντα ο καλύτερος τρόπος για να τιμούμε τους άλλους και να είμαστε ευλογία για όλους.