Υπάρχουν παραπτώματα που δεν εμπίπτουν στον ποινικό νόμο, τα
οποία εντούτοις μπορεί να είναι μεγάλα εγκλήματα είτε κατά του εαυτού μας είτε
κατά της κοινωνίας.
Η διδασκαλία του Χριστού παρουσιάζει πώς πρέπει να είναι ο
άρτιος, ο γνήσιος κι αληθινός άνθρωπος, που θα είναι και εντάξει με τον εαυτό
του και χρήσιμος μεταξύ των συνανθρώπων του.
Δυστυχώς, και μέσα στις εκκλησίες έχει παρατηρηθεί ότι
κάποιοι μπορούν να ζουν ασύδοτοι, με τελείως κακή συμπεριφορά, με μεγάλη
ασυνέπεια και υποκρισία, και μπορεί κάποιος να είναι βουτηγμένος στην
παρανομία, είτε επειδή αναρριχήθηκε παράνομα σε κάποια θέση είτε επειδή εξασκεί
κακή επιρροή στο λαό του Θεού.
Τέτοιοι άνθρωποι είναι θρασείς και συνήθως επιβάλλονται στο
εκκλησίασμα, σε βαθμό που κανείς δεν τολμά να τους κάνει έστω και την παραμικρή
παρατήρηση, επειδή, δήθεν, "διά των χαρισμάτων τους συμβάλλουν στο έργο
του Θεού". Άλλοι πάλι, επειδή τους διακρίνει μια ανεπίτρεπτη προσωπολατρία
ή αποβλέπουν σε κάποιο όφελος, προτιμούν να σιωπούν.
Ο πρωταγωνιστής σε τέτοιες καταστάσεις είναι άνθρωπος που
χαρακτηρίζεται από άκρατο εγωισμό, με μανία αυτοπροβολής και διεφθαρμένη ιδέα
για την σπουδαιότητα του εαυτού του. Πιστεύει ότι όλα πρέπει να γίνονται από
τον ίδιο, ακόμη και αν σε όλα αποτυγχάνει, όμως ο εγωισμός του τον κάνει να
νομίζει ότι μόνο αυτός είναι ικανός και μόνο αυτός γνωρίζει τα πάντα.
Κατά βάθος όμως, τα επικεντρώνει όλα γύρω από τον εαυτό του,
είτε επειδή έχει προσωπικά συμφέροντα, είτε επειδή αποβλέπει πώς θα
εξυπηρετηθεί ο ίδιος. Το πρώτιστο ενδιαφέρον του είναι πάντα το συμφέρον του
και αυτό ορίζει πώς θα συμπεριφερθεί σε κάθε περίπτωση. Επακόλουθο είναι ο
άνθρωπος αυτός να είναι άδικος τουλάχιστον τις περισσότερες φορές.
Βέβαια ο άνθρωπος αυτός είναι κατά βάθος δυστυχής, επειδή
του λείπει η ευλογία και η ειρήνη του Θεού. Στην ουσία γίνεται ο ίδιος εχθρός
της ψυχής του, επειδή περιφρονεί τα λόγια και τη διδασκαλία του Χριστού.
Βλέποντας τα πράγματα από την "υψηλή" θέση στην
οποία έχει αναρριχηθεί, πείθει τον εαυτό του πως η σωτηρία του είναι
εξασφαλισμένη μια για πάντα, και για τούτο παύει πλέον να ενδιαφέρεται κατά
πόσον η ζωή του είναι εναρμονισμένη με το θέλημα του Θεού.
Αυτός ο άνθρωπος στερείται αγάπης, επειδή για να υπάρχει
αγάπη πρέπει πρώτα να θυσιαστεί το "Εγώ". Ο εγωιστής, λοιπόν,
χαρακτηρίζεται και από έλλειψη αγάπης και, με τον τρόπο αυτό, γίνεται δυστυχής,
αφού ο ίδιος διαλέγει να παραδοθεί στους βασανιστές του.
Όπου υπάρχει η μόλυνση του εγωισμού, δεν υπάρχει δυνατότητα
για ουσιαστική πνευματική ζωή και προκοπή. Ο λόγος του Θεού ιδιαίτερα τονίζει
ότι, «ο Θεός αντιτάσσεται εις τους υπερηφάνους, εις δε τους ταπεινούς δίδει
χάριν» (Α’ Πέτρ.ε:5). Συνακόλουθα, ο εγωιστής καταντά εχθρός του Θεού, των
σχεδίων Του και του θελήματός Του.
Με τον τρόπο αυτό, συνεχίζοντας ο εγωιστής να παραμένει στην
αμαρτία, διαπράττει ανταρσία στο πρόσωπο του άγιου Θεού και, εφόσον αμαρτάνει
εκουσίως, χωρίς να συνέρχεται και να εγκαταλείπει την κακή πορεία του,
βρίσκεται πλέον έξω από τη θεία χάρη.
Ο Χριστός, ο αιώνιος Βασιλιάς, για να λυτρώσει τον άνθρωπο
κατέβηκε τόσο χαμηλά. Ο ίδιος μετέφερε στους πληγωμένους ώμους Του τον βαρύ
ξύλινο σταυρό, και ανέχθηκε από ανθρώπους αμαρτωλούς ραπίσματα και πολλές άλλες
ταπεινώσεις. Αυτός που ήταν η πηγή της ζωής, πέθανε καρφωμένος ανάμεσα σε
κακούργους.
Ύστερα από τέτοια μεγαλειώδη θυσία, πώς είναι δυνατό
οποιοσδήποτε άνθρωπος να παρουσιάζεται ως άλλος Φαρισαίος, μπροστά στον Θεό και
τους συνανθρώπους του, για να προβάλλει με υπερηφάνεια "το πλούσιο
καρποφόρο πνευματικό του έργο";
Αντίθετα από ό,τι εκείνος νομίζει, του εγωιστή το έργο και η
ζωή είναι τεράστια αρνητική στον πνευματικό χώρο. Σε τέτοιους ανθρώπους η
Βίβλος βροντοφωνάζει «Μη λάβης το όνομα Κυρίου του Θεού σου επί ματαίω· διότι
δεν θέλει αθωώσει ο Κύριος τον λαμβάνοντα επί ματαίω το όνομα αυτού»
(Έξοδ.κ:7). Και επίσης προειδοποιεί, «Μη πλανάσθε, ο Θεός δεν εμπαίζεται·
επειδή ό,τι αν σπείρη ο άνθρωπος, τούτο και θέλει θερίσει» (Γαλ.ς:7). Ας
προσέχουμε λοιπόν!
Οι παραπάνω διαπιστώσεις είναι ολότελα αληθινές. Εκείνο που
δυσκολότερα πεθαίνει από τον άνθρωπο είναι το “εγώ” του. Γι’ αυτό το λόγο ο
Χριστός είπε «Εάν τις θέλη να έλθη οπίσω μου, ας απαρνηθή εαυτόν και ας σηκώση
τον σταυρόν αυτού και ας με ακολουθή» (Ματθ.ις:24).
Πολλοί νομίζουν ότι αυτός ο λόγος αναφέρεται στους
αμαρτωλούς, όμως ο Ευαγγελιστής σημειώνει –σκόπιμα προφανώς– ότι ο Ιησούς είπε
«προς τους μαθητάς αυτού». Δυστυχώς, όπως αποδείχτηκε, εκείνοι εξακολουθούσαν
να τρέφουν “μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους” πολύ καιρό μετά, επιδιώκοντας
αξιώματα και πρωτοκαθεδρίες ακόμη και λίγο πριν τον Γολγοθά. Κι αυτή δυστυχώς η
“αδυναμία” χαρακτηρίζει έκτοτε πολλούς “διαδόχους” τους.
Αποτελεί μεγάλη ασυνέπεια για τον “εργάτη του Κυρίου” να
ενδιαφέρεται για το προσωπικό του συμφέρον, όταν ο θείος λόγος απαιτεί: «Μηδείς
ας ζητή το εαυτού συμφέρον, αλλ' έκαστος τα του άλλου», ο δε Παύλος
προειδοποιεί: «Μη γίνεσθε πρόσκομμα μήτε εις Ιουδαίους μήτε εις Έλληνας μήτε
εις την εκκλησίαν του Θεού, καθώς και εγώ κατά πάντα αρέσκω εις πάντας, μη
ζητών το ιδικόν μου συμφέρον, αλλά το των πολλών» (Α’ Κορ.ι:24,32-33).