Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Τετάρτη 21 Ιανουαρίου 2015

Τα χαρίσματα του Πνεύματος (49)



ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΑΞΗ ΣΤΗ ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΗ (Α’ Κορ.ιδ:26-40)

Είναι βασικό στο θέλημα του Θεού, όλα τα πράγματα να λειτουργούν σύμφωνα με το σχέδιό Του. Ακριβώς όπως κάθε άτομο στο απέραντο σύμπαν μας λειτουργεί σύμφωνα με το δημιουργικό σκοπό του Θεού, έτσι πρέπει να λειτουργεί και η εκκλησία εάν θέλει να Τον ευχαριστήσει. Στην Α’ Κορ.ιδ:33 διαβάζουμε ότι: «ο Θεός δεν είναι ακαταστασίας, αλλ' ειρήνης. Καθώς εν πάσαις ταις εκκλησίαις των αγίων». Σύμφωνα με τον Παύλο, δεν πρέπει να υπάρχει απολύτως καμία ασυμφωνία στη λειτουργία των χαρισμάτων του πνεύματος.


Προκειμένου η εκκλησία να ολοκληρώσει την αποστολή της, είναι απαραίτητο για τα μέλη του σώματος να εξοικειωθούν πλήρως με τις αρχές και τις οδηγίες που κυβερνούν τη λειτουργία του σώματος. Όταν αυτό συμβεί, τα δώρα του πνεύματος θα φανερωθούν σε μια ατμόσφαιρα θεϊκής αγάπης, και καμία σύγχυση δεν θα υπάρξει.

Α’ Κορ.ιδ:26 Τι πρέπει λοιπόν, αδελφοί; Όταν συνέρχησθε, έκαστος υμών ψαλμόν έχει, διδαχήν έχει, γλώσσαν έχει, αποκάλυψιν έχει, ερμηνείαν έχει· πάντα ας γίνωνται προς οικοδομήν.

Μια τυπική συνάθροιση Εκκλησίας της Καινής Διαθήκης μπορεί να περιλαμβάνει ύμνους λατρείας, διδασκαλία, γλώσσες, αποκάλυψη (προφητεία) και ερμηνεία. Όσοι μειώνουν ή απορρίπτουν τις γλώσσες σήμερα, αγνοούν αυτό το πρότυπο για μια συνάθροιση. Οι συναθροίσεις τους ποτέ δεν περιέχουν ορισμένα από αυτά τα στοιχεία, με αποτέλεσμα η κατανόηση και οι εμπειρίες τους να είναι ελαττωματικές. Αυτό το εδάφιο μιλάει και υψώνει τα χαρίσματα του Πνεύματος σε μία συνάθροιση, εφόσον ασκούνται για το σωστό σκοπό: την οικοδομή του σώματος.

Α’ Κορ.ιδ:27-31 Εάν τις λαλή γλώσσαν αγνώριστον, ας κάμωσι τούτο ανά δύο ή το περισσότερον ανά τρεις και εκ διαδοχής, και εις ας διερμηνεύη· αλλ' εάν δεν ήναι διερμηνευτής, ας σιωπά εν τη εκκλησία, ας λαλή δε προς εαυτόν και προς τον Θεόν. Προφήται δε ας λαλώσι δύο ή τρεις, και οι άλλοι ας διακρίνωσιν· εάν δε έλθη αποκάλυψις εις άλλον καθήμενον, ο πρώτος ας σιωπά. Διότι δύνασθε ο εις μετά τον άλλον να προφητεύητε πάντες, διά να μανθάνωσι πάντες και πάντες να παρηγορώνται·

Εδώ βρίσκουμε πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές για τις συναθροίσεις της εκκλησίας για να εξασφαλιστεί ότι τα φωνητικά πνευματικά χαρίσματα ασκούνται για την οικοδομή ολόκληρου του ακροατηρίου:

1. σε μία συνάθροιση, επιτρέπεται δύο, ή το πολύ τρεις, ομιλίες σε γλώσσες (σε όλο το ακροατήριο, όχι για τον καθένα!) (εδ.27). Ενώ η ομιλία σε γλώσσες είναι ένα σημαντικό σημείο για τους άπιστους, τρεις τέτοιες εκδηλώσεις είναι αρκετές για να φανερώσουν τη θαυμαστή δύναμη του Θεού και να εδραιώσουν το σημείο. Περαιτέρω ομιλίες δεν προσθέτουν κάτι περισσότερο και μπορεί να δημιουργηθεί περισπασμός.

2. μετά από μια ομιλία σε γλώσσες, περιμένετε για την ερμηνεία (εδ.27). Διαφορετικά, η γλώσσα δεν ωφελεί το κοινό.

3. αν η ερμηνεία δεν έρχεται, ο ομιλητής πρέπει να ησυχάζει (εδ.28). Δεν πρέπει να συνεχίσει να μιλάει με γλώσσες, γιατί αυτό δεν ωφελεί, αλλά μπορεί να συνεχίσει να προσεύχεται χαμηλόφωνα με γλώσσες για δικό του όφελος.

4. σε μία συνάθροιση, επιτρέπεται δύο, ή το πολύ τρεις, προφητείες (υπερφυσική ομιλία σε γλώσσα γνωστή στο κοινό) (εδ.29). Είναι αρκετές για να δοθεί το μήνυμα του Θεού για την περίσταση.

5. οι ακροατές θα πρέπει να αξιολογούν όλες τις προφητείες (εδ.30). Ενώ ο Θεός είναι αλάθητος, κανένα ανθρώπινο ον δεν είναι. Ως εκ τούτου, οποιαδήποτε προφητεία από άνθρωπο μπορεί να είναι όλη λάθος ή εν μέρει. Όπως συζητήσαμε στο κεφ.13, κάθε ακροατής έχει την ευθύνη να διακρίνει αν μια προφητεία είναι από το Θεό και, αν ναι, πώς εφαρμόζεται στη ζωή του. Στο πλαίσιο αυτό, να κρίνει δεν σημαίνει να ψάχνει να βρίσκει λάθη, να καταδικάζει ή να αντιτάσσεται δημόσια. Απλά σημαίνει να αξιολογεί την εγκυρότητα και την καταλληλότητα του μηνύματος.

Αν ο ομιλητής και ο ακροατής είναι γεμάτοι και υποκινούνται από το Άγιο Πνεύμα, το πνεύμα μέσα στον ακροατή θα δώσει μαρτυρία ότι πράγματι άκουσε ένα μήνυμα από τον Κύριο. Εάν δεν υπάρχει καμία τέτοια μαρτυρία, ο ακροατής πρέπει να εξετάσει αν ήταν ευαίσθητος στο πνεύμα και αν αισθάνθηκε ότι αισθάνθηκε το υπόλοιπο της εκκλησίας. Οι ακόλουθες Γραφικές αναφορές, αν και σε κάπως διαφορετικά πλαίσια, απεικονίζουν την αρχή ότι ένας ώριμος πιστός πρέπει να είναι σε θέση να διακρίνει το έργο του πνεύματος: «Αυτό το Πνεύμα συμμαρτυρεί με το πνεύμα ημών ότι είμεθα τέκνα Θεού» (Ρωμ.η:16). «Αλλ' ημείς δεν ελάβομεν το πνεύμα του κόσμου, αλλά το πνεύμα το εκ του Θεού, διά να γνωρίσωμεν τα υπό του Θεού χαρισθέντα εις ημάς..... Ο δε πνευματικός ανακρίνει μεν πάντα, αυτός δε υπ' ουδενός ανακρίνεται» (Α’ Κορ.β:12, 15). «Όστις έχει ωτίον ας ακούση τι λέγει το Πνεύμα προς τας εκκλησίας» (Αποκ.β:7).

Ο Παύλος επαίνεσε την εκκλησία στη Βέροια επειδή έψαχνε καθημερινά τις Γραφές για να αποφασίζει εάν τα πράγματα που κηρύσσονται ήταν ή όχι σύμφωνα με τα γραφτά της Παλαιάς Διαθήκης. Εάν ο απόστολος Παύλος, που ήταν τόσο έμπειρος στις Γραφές, και χρησιμοποιήθηκε τόσο δυνατά από το Θεό, δεν θίχθηκε όταν οι ακροατές του θέλησαν να ελέγξουν την ορθότητα αυτών που έλεγε, κι εμείς δεν πρέπει να θυμώνουμε όταν οι δικοί μας ακροατές κάνουν το ίδιο.

Το προφητικό μήνυμα της οικοδόμησης, της προτροπής και της παρηγορίας φέρνει πάντα ελπίδα στην εκκλησία. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα σε περιόδους δοκιμασίας. Χωρίς αμφιβολία, καθώς πλησιάζουμε στην επιστροφή του Χριστού, και ο διωγμός ενάντια στην εκκλησία εντείνεται, η ανάγκη και η εκτίμηση του δώρου της προφητείας θα ενισχυθούν. Αδελφοί, «Ακολουθείτε την αγάπην· και ζητείτε μετά ζήλου τα πνευματικά, μάλλον δε το να προφητεύητε».

Όπως είδαμε στο κεφάλαιο 3, το έγκυρο πρότυπο με το οποίο διακρίνουμε τα πάντα, συμπεριλαμβανομένων των προφητειών, είναι η Αγία Γραφή. Η Πνευματική διορατικότητα είναι κάπως υποκειμενική, αλλά ο γραπτός λόγος είναι αντικειμενικός. Εάν μια προφητεία έρχεται σε αντίθεση με τη Βίβλο, πάντα πρέπει να ακολουθήσουμε το λόγο του Θεού.

6. Εάν υπάρχουν περισσότερες από μία προφητείες, οι ομιλητές πρέπει να το κάνουν εκ περιτροπής (εδ.30-31). Δεν πρέπει να συναγωνίζονται ποιος θα κερδίσει την προσοχή, ούτε πρέπει δύο άτομα να προφητεύουν ταυτόχρονα. Αφού έχει προφητεύσει ένα άτομο και είναι προφανές ότι ένα δεύτερο άτομο έχει επίσης μια προφητεία, ο πρώτος πρέπει να σταματήσει και να αφήσει τον δεύτερο να συνεχίσει. Το σώμα ευλογείται περισσότερο, όταν ο καθένας έχει την ευκαιρία να μιλήσει και να ακούσει. Ακούγοντας διάφορους ανθρώπους να προφητεύουν, όλοι μπορούν να μάθουν να προφητεύουν και να παρηγορούνται.

Φυσικά, από τις προηγούμενες οδηγίες μαθαίνουμε ότι δεν θα μιλήσουν όλοι σε μια συνάθροιση. Ωστόσο, με την πάροδο του χρόνου, όλοι πρέπει να έχουν την ευκαιρία να συμμετέχουν με κάποιο τρόπο στη ζωή της εκκλησίας, με κάποια ομολογία, με μια ευλογημένη σκέψη, με κάποιο εδάφιου που τους μίλησε, ή με προφητεία.

Όταν το εδ.27 λέει, «και εις ας διερμηνεύη», απλά σημαίνει, «κάποιος να ερμηνεύσει». Δεν εννοεί ότι εάν ένα άτομο μιλάει με γλώσσες πρέπει να ερμηνεύσει ένα διαφορετικό άτομο, γιατί το εδ.13 καθοδηγεί τον ομιλητή να «προσεύχηται διά να γείνη ικανός να διερμηνεύη». Ούτε το εδ.27 σημαίνει ότι μόνο ένα άτομο μπορεί να ερμηνεύσει τις πολλαπλές ομιλίες σε γλώσσες. Η ερμηνεία λειτουργεί όπως η προφητεία, ακριβώς όπως αρκετοί άνθρωποι μπορούν να προφητεύσουν, έτσι αρκετοί μπορούν να μιλήσουν σε γλώσσες και πολλοί μπορούν να ερμηνεύσουν.

Α’ Κορ.ιδ:32-33 και τα πνεύματα των προφητών υποτάσσονται εις τους προφήτας· διότι ο Θεός δεν είναι ακαταστασίας, αλλ' ειρήνης. Καθώς εν πάσαις ταις εκκλησίαις των αγίων.

Το εδ.32 επιβεβαιώνει ότι μπορούμε να μένουμε στους παραπάνω κανόνες, και το εδ.33 εξηγεί γιατί οι κανόνες αυτοί είναι απαραίτητοι. Όπως είδαμε στο κεφάλαιο 4, όταν ο Θεός μας δίνει ένα χάρισμα, δεν εξαλείφει ή παρακάμπτει την ανθρώπινη θέληση και ελεύθερη επιλογή. Το χάρισμα υπόκειται στη σωστή χρήση ή λάθος χρήση, και είναι ευθύνη μας να το χρησιμοποιήσουμε σωστά. Αν κάποιος προσεύχεται διακαώς μέχρι μιλήσει με γλώσσες, ο Θεός δεν θα σταματήσει αυτή την ομιλία μόνο και μόνο επειδή οι περιστάσεις δεν είναι κατάλληλες. Ο ομιλητής πρέπει να το ρυθμίσει σύμφωνα με τις αρχές του λόγου του Θεού. Όταν το κάνει, δεν σβήνει το πνεύμα, αλλά κάνει σωστή χρήση του χαρίσματος και της επιλογής που του έδωσε ο Θεός.

Ας υποθέσουμε ότι ο Θεός δίνει σε κάποιον ένα προφητικό μήνυμα, αυτό που λέμε, «έβαλε ο Θεός στην καρδιά μου…». Το άτομο αυτό πρέπει να αποφασίσει αν το μήνυμα είναι αποκλειστικά για τον ίδιο, για ένα άλλο άτομο ή για ολόκληρη την εκκλησία. Πρέπει, επίσης, να αποφασίσει πότε είναι η κατάλληλη στιγμή για να το δώσει. Ακόμη και αν βλέπει σωστά το σκοπό και το χρονοδιάγραμμα του Θεού, πρέπει να συνεργαστεί με τον ποιμένα της Εκκλησίας για να μην προκαλέσει ταραχή ή σύγχυση.

Σε κάθε εκκλησία, ο Θεός ενδιαφέρεται περισσότερο για την ειρήνη, την ενότητα, τη συνεργασία και τον αλληλοσεβασμό από ό, τι τον ακριβή χρόνο εξαγγελίας ενός μηνύματος. Ο Θεός μπορεί να επιτύχει το σκοπό μιας προφητείας με πολλούς τρόπους, ανά πάσα στιγμή και μέσα από διάφορους ανθρώπους, αλλά δεν επιδοκιμάζει ποτέ διαταραχή, ανταγωνισμό ή επανάσταση. Έτσι, ο προφήτης μπορεί και πρέπει να μάθει να ελέγχει το πνεύμα του ώστε να μιλάει με τον τρόπο και το χρόνο που θα εποικοδομεί το σώμα.

Α’ Κορ.ιδ:34-35 Αι γυναίκές σας ας σιωπώσιν εν ταις εκκλησίαις· διότι δεν είναι συγκεχωρημένον εις αυτάς να λαλώσιν, αλλά να υποτάσσωνται, καθώς και ο νόμος λέγει. Αλλ' εάν θέλωσι να μάθωσι τι, ας ερωτώσιν εν τω οίκω τους άνδρας αυτών· διότι αισχρόν είναι εις γυναίκας να λαλώσιν εν εκκλησία.

Τα εδάφια αυτά ασχολούνται  με ένα άλλο πρόβλημα που προκαλούσε σύγχυση στις συναθροίσεις των πιστών στην εκκλησία της Κορίνθου. Δεν ήταν μόνο η χωρίς σταματημό, άναρχη, ομιλία σε γλώσσες αιτία διάσπασης, αλλά το ίδιο έκαναν οι άτακτες ερωτήσεις κάποιων γυναικών στην εκκλησία.

Μπορούμε μόνο να μαντέψουμε την ακριβή φύση του προβλήματος, αλλά προφανώς μερικές Κορίνθιες γυναίκες διέκοπταν τη συνάθροιση με το να κάνουν ερωτήσεις. Εκείνες τις ημέρες, οι γυναίκες συνήθως δεν έπαιρναν ούτε την τυπική εκπαίδευση όπως έκαναν οι άντρες. Στις δημόσιες συναντήσεις, οι άντρες είχαν το δικαίωμα να ρωτήσουν τον ομιλητή, αλλά όχι οι γυναίκες. Ίσως, οι χριστιανικές γυναίκες στην Κόρινθο, χαιρόταν με την εν Χριστώ ελευθερία σε τέτοιο βαθμό, που παραβίαζαν το κοινωνικό έθιμο ρωτώντας τον κήρυκα κατά τη διάρκεια το μηνύματός του, όταν δεν καταλαβαίνουν κάτι που είπε. Ίσως πάλι, μπορεί να καθόταν χωριστά οι γυναίκες από τους άντρες όπως συμβαίνει στις ορθόδοξες εκκλησίες και στις συναγωγές και οι γυναίκες θα φώναζαν τους συζύγους τους όταν είχαν ερωτήσεις.

Σε κάθε περίπτωση, η λύση του προβλήματος ήταν για τις γυναίκες να σιωπούν στην εκκλησία και να κάνουν τις ερωτήσεις στους συζύγους τους στο σπίτι. Το να διασπούν τη συνάθροιση, ήταν ντροπή για τις ίδιες και ατίμαζαν την ηγεσία των συζύγων τους.

Ορισμένοι ερμηνεύουν την παραίνεση για τις γυναίκες να σιωπούν σαν απόλυτη απαγόρευση, ακόμα και να ομολογήσουν, ή να προφητεύσουν. Στο απόσπασμα αυτό, το να μένουν σιωπηλές οι γυναίκες στην εκκλησία, σε συνδυασμό με το να κάνουν ερωτήσεις στους συζύγους τους στο σπίτι, δείχνει ότι η απαγόρευση αφορούσε τη φασαρία που γινόταν στην εκκλησία με το να μην περιμένουν τους συζύγους τους να απαντήσουν στις ερωτήσεις τους.

Η Α’ Κορ.ια:5 εξηγεί ότι οι γυναίκες δεν μπορούν να προσευχηθούν ή να προφητεύσουν με το κεφάλι ακάλυπτο. Το πόρισμα είναι ότι, αν έχουν την κάλυψη των μακριών μαλλιών (Α’ Κορ.ια:15), που με αυτό τον τρόπο αναγνωρίζουν την ηγεσία των συζύγων τους, τότε μπορούν να προσεύχονται και να προφητεύουν στην εκκλησία. Πράγματι, η Α’ Κορ.ιδ:31 λέει, «Διότι δύνασθε ο εις μετά τον άλλον να προφητεύητε πάντες», χωρίς να κάνει διάκριση μεταξύ αρσενικού και θηλυκού. Επιπλέον, το βιβλίο των Πράξεων συγκεκριμένα δηλώνει ότι, σύμφωνα με το σχέδιο του Θεού για τις τελευταίες ημέρες, οι γυναίκες προφήτευαν στην πρώτη εκκλησία (Πράξ.β:17, κα:9).

Α’ Τιμ.β:11-12 γυνὴ ἐν ἡσυχίᾳ μανθανέτω ἐν πάσῃ ὑποταγῇ· διδάσκειν δὲ γυναικὶ οὐκ ἐπιτρέπω οὐδὲ αὐθεντεῖν ἀνδρός, ἀλλ' εἶναι ἐν ἡσυχίᾳ.

Και πάλι, η δήλωση αυτή δεν είναι μια απόλυτη απαγόρευση, αλλά  απαγορεύει στις γυναίκες να παίρνουν ηγετικό ρόλο και να διδάσκουν άντρες. Και στις δύο διαθήκες, βλέπουμε ότι υπό τη γενική καθοδήγηση των ανδρών, οι γυναίκες μπορούν να εκπληρώσουν πολλούς ρόλους μέσα στη Βασιλεία του Θεού. Η Δεβόρα ήταν Κριτής του Ισραήλ, η Ολδά και η γυναίκα του Ησαΐα ήταν προφήτισσες (Κριτές δ:4, Β’ Χρον.λδ:22, Ης.η:3).

Η Φοίβη ήταν διάκονος της εκκλησίας στις Κεχρεαίς (Ρωμις:1). Η Πρίσκιλλα, μαζί με τον σύζυγό της Ακύλα, ήταν συνεργάτες του Παύλου και εξέθεσαν στον Απολλώ ακριβέστερα την οδόν του Θεού (Πράξ.ιη:26, Ρωμ.ις:3). Άλλες γυναίκες που εργάστηκαν για το ευαγγέλιο ήταν η Τρύφαινα, η Τρυφώσα και η Περσίδα.

Α’ Κορ.ιδ:36-38 Μήπως από σας εξήλθεν ο λόγος του Θεού, ή εις σας μόνους κατήντησεν; Εάν τις νομίζη ότι είναι προφήτης ή πνευματικός, ας μάθη εκείνα τα οποία γράφω προς εσάς, ότι είναι εντολαί του Κυρίου. αλλ' εάν τις αγνοή, ας αγνοή.

Εδώ, ο εμπνευσμένος απόστολος προλαμβάνει την πιθανή απάντηση ορισμένων ανώριμων Χριστιανών: «μα εγώ είμαι πνευματικός, και δεν μπορώ να σβήνω το Πνεύμα. Είμαι προφήτης, και ο Θεός μου έδωσε ένα μήνυμα να δώσω ανεξάρτητα από τους κανόνες σας. Ο Θεός μίλησε σε μένα, πριν μιλήσει σε σας. Στην πραγματικότητα, μίλησε σε μένα αντί σε σας!»

Ο Παύλος εδώ μέμφεται όσους σκέπτονται μ’ αυτό τον τρόπο. Οι πραγματικά πνευματικοί άνθρωποι θα αναγνωρίσουν την ανάγκη για τάξη στην εκκλησία, για υπακοή στον υπεύθυνο, και την προσεκτική άσκηση των χαρισμάτων προκειμένου να διασφαλιστεί το όφελος ολόκληρου του σώματος. Θα αναγνωρίσουν ότι αυτές οι εντολές έχουν έρθει από τον ίδιο το Θεό. Όποιος απορρίπτει αυτές τις οδηγίες θα παραμείνει πνευματικά ανώριμος και σε άγνοια.

Α’ Κορ.ιδ:39-40 Ώστε, αδελφοί, ζητείτε μετά ζήλου το προφητεύειν, και το λαλείν γλώσσας μη εμποδίζετε· πάντα ας γίνωνται ευσχημόνως και κατά τάξιν.

Τα εδάφια 39-40 συνοψίζουν τη διδασκαλία του κεφαλαίου, παρέχοντας με λίγα λόγια τη λύση στο πρόβλημα της διαταραχής στην Κορινθιακή εκκλησία. Οι Κορίνθιοι δεν ήταν ελλιπείς σε πνευματικά χαρίσματα και εκδηλώσεις, αλλά όπως βλέπουμε σε όλη την επιστολή υστερούσαν σε ωριμότητα και ενότητα (Α’ Κορ.α:10-13, γ:1-4). Η πιο σημαντική πνευματική εκδήλωση που χρειάζονταν ήταν η προφητεία - κατανοητό μήνυμα σε ολόκληρη την εκκλησία που θα ενίσχυε το σώμα. Αντί για πολλές επιμέρους εκδηλώσεις, χρειάζονταν χαρίσματα που θα ενίσχυαν την ενότητα και θα οδηγούσαν σε ωριμότητα που χαρακτηρίζεται από ενδιαφέρον και προσοχή του ενός για τον άλλο.

Εδώ βλέπουμε μια σημαντική αρχή γενικής εφαρμογής: στις συναθροίσεις της εκκλησίας, εκτός από τη λατρεία του Θεού, πρωταρχικός στόχος μας πρέπει να είναι να ακούσουμε το Θεό και να υπηρετήσουμε ο ένας τον άλλο. Πρέπει να προσευχόμαστε στο Θεό να μας μιλήσει, συλλογικά, με κάθε τρόπο – με χρισμένο κήρυγμα, με διδασκαλία, με ομολογίες καθώς και με προφητεία απευθείας από το Θεό στην τοπική γλώσσα. Χρειαζόμαστε επίσης γλώσσες με ερμηνεία, που είναι το ίδιο με την προφητεία.

Ενώ υπογραμμίζει τα πιο απαραίτητα χαρίσματα στην εκκλησία, ο Παύλος, αντίθετα με πολλούς σχολιαστές σήμερα, δεν δυσφημεί ούτε αποθαρρύνει τη χρήση κάθε πνευματικού χαρίσματος. Προσπαθώντας να βάλει τάξη στις χαοτικές συναθροίσεις, δεν ήθελε κάποιος να συμπεράνει ότι ήταν αντίθετος με το χάρισμα των γλωσσών. Δεν ήθελε κάποιος να παρερμηνεύσει ή να εφαρμόσει λάθος τις οδηγίες ώστε να απαγορεύσει την ομιλία σε γλώσσες στην εκκλησία. Απλά ήθελε να βεβαιωθεί ότι όλες οι δημόσιες εκδηλώσεις ήταν προς όφελος όλων.

Τελικά, ό, τι κάνουμε σε δημόσια λατρεία, θα πρέπει να είναι ευσχημόνως και κατά τάξιν. Δεν πρέπει να επιτρέψουμε σύγχυση, χάος, επαναστατικότητα, ή εγωισμό, αλλά ό, τι κάνουμε πρέπει να είναι για το καλό του σώματος.

Καθένας από εμάς έχει την ευθύνη να εκπληρώσει αυτή τη νουθεσία στην τοπική του εκκλησία. Ο ποιμένας ευθύνεται τελικά για να καθοδηγήσει την εκκλησία σωστά. Συνήθως, μη ομαλές καταστάσεις μπορούν να αντιμετωπιστούν διακριτικά με την προώθηση ομαδικής λατρείας, αλλάζοντας τη σειρά της συνάθροισης, ή αν χρειαστεί, λέγοντας λίγα διδακτικά λόγια δημόσια ή ιδιωτικά. Σε σπάνιες περιπτώσεις, μια δημόσια επίπληξη από τον ποιμένα είναι απαραίτητη για να αντιμετωπιστεί μια δαιμονική ή σαρκική επιρροή που προσπαθεί να πάρει τον έλεγχο της συνάθροισης.

Η ευθύνη του κάθε μέλους είναι να ακολουθεί τις οδηγίες που είδαμε, να επιδεικνύει ευαισθησία στο Πνεύμα, και να ακολουθεί την οδηγία του ποιμένα. Ένα ώριμο εκκλησίασμα μπορεί να ξεπεράσει τυχόν αρνητικές πνευματικές επιρροές και να ενωθεί για την επίτευξη πνευματικής νίκης στην εκκλησία.

Μπορούμε να συνοψίσουμε όλη τη διδασκαλία των πνευματικών χαρισμάτων της Α’ Κορινθίους ιβ-ιδ με τις αρχές που βρίσκουμε σε δύο εδάφια. Κατ’ αρχάς, πρέπει να επιθυμήσουμε ειλικρινά όλα τα χαρίσματα του Πνεύματος, ιδιαίτερα εκείνα που θα ωφελήσουν ολόκληρη την εκκλησία υπό συγκεκριμένες συνθήκες. Δεύτερο, δεν πρέπει να απαγορεύουμε ή να αποθαρρύνουμε κάθε πνευματικό χάρισμα, όσο αυτό χρησιμοποιείται για να ευλογηθεί το σώμα. Τέλος, πρέπει να διενεργούμε όλες τις πνευματικές δραστηριότητες με τρόπο αξιοπρεπή και μεθοδικά ώστε να εκπληρώνεται ο ανώτατος στόχος τους  που είναι να δοξαστεί ο Ιησούς Χριστός και να οικοδομηθεί το σώμα Του.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Ο Θεός μπορεί να κάνει «υπερεκπερισσού υπέρ πάντα όσα ζητούμεν ή νοούμεν, κατά την δύναμιν την ενεργουμένην εν ημίν» (Εφες.γ:20).

Μακάρι εμείς που είμαστε γεμάτοι με το Άγιο Πνεύμα, να μπορέσουμε να αναγνωρίσουμε τις υπερφυσικές δυνατότητες που ο Θεός μας χάρισε και να επιτρέψουμε στο Πνεύμα του Θεού να ρέει μέσα από εμάς. Ο Θεός μας δεν Θεός μακρόθεν, αλλά πλησίον στη ζωή μας με θαυματουργή δύναμη. Όταν έχουμε το Άγιο Πνεύμα, έχουμε τον πρωτουργό των εννέα πνευματικών χαρισμάτων που κατοικεί μέσα μας, και αυτός μπορεί να ενεργοποιήσει κάθε ένα από αυτά ανάλογα με τις ανάγκες μας.

Ας εξασκήσουμε απλή πίστη για να πάρουμε τα θαυματουργικά χαρίσματα του Θεού, και ας αναζωπυρώσουμε τα χαρίσματα που έχει ήδη δώσει ανάμεσά μας. Όποτε προκύψει ανάγκη, θα πρέπει να πιστεύουμε το λόγο Του και ότι μπορεί να εργαστεί μέσα από εμάς. Η δύναμή Του εργάζεται «εν ημίν», πρέπει να την αφήνουμε να ρέει μέσα από εμάς, για τις ανάγκες. Μ’ αυτό τον τρόπο, τα χαρίσματα του Πνεύματος θα γίνουν ζωτικής σημασίας εργαλεία για την ενίσχυση των Αγίων και για να φέρουμε το Ευαγγέλιο του Ιησού Χριστού στους ανθρώπους.