Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Τρίτη 6 Ιανουαρίου 2015

Μιλώντας μειωτικά



Το πράγμα είναι απλό: μειώνουμε κάποιον για να αυξήσουμε τη δική μας αυτοαξία. Για να νιώσουμε πιο έξυπνοι, πιο όμορφοι, πιο ψηλοί, για να δώσουμε στον εαυτό μας την αίσθηση της υπεροχής και της εκτίμησης. Επίσης υποδηλώνονται οι δικοί μας φόβοι. Ό,τι χαρακτηρίζουμε με κακία είναι αυτό που ουσιαστικά φοβόμαστε.


Υπάρχει και η περίπτωση της ανταποδοτικότητας: μειώνουμε κάποιον, γιατί νιώθουμε απειλή από αυτόν ή προσπαθούμε να αμυνθούμε, γιατί κάποτε νιώσαμε απειλή ή και καταπίεση.



Έτσι, εξαντλούμε την αυστηρότητά μας στους άλλους, μειώνοντάς τους, για να νιώσουμε καλύτερα με τον εαυτό μας. Αυτό ισχύει ακόμα και στον κοινωνικό σχολιασμό (κουτσομπολιό). Κακοχαρακτηρίζουμε κάποιον για την ηθική του (μια γυναίκα που ντύνεται προκλητικά, για παράδειγμα), για να δώσουμε στον εαυτό μας την επιβεβαίωση "εγώ δεν είμαι έτσι, είμαι ηθικός άνθρωπος". Κοροϊδεύουμε κάποιον για το πάχος του, για να καθησυχάσουμε τον εαυτό μας ότι είμαστε λεπτότεροι.



Ας πάρουμε για παράδειγμα και τον εκφοβισμό. Δηλαδή την άσκηση μιας μορφής βίας (λεκτικής, ψυχολογικής, σωματικής) προς ένα θύμα, για την επίτευξη της αίσθησης της υπεροχής.  Ο ίδιος ο ορισμός του εκφοβισμού υποδηλώνει ότι η άσκηση βίας γίνεται με σκοπό τη μείωση. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που οι εκφοβιστές (bullies) συνήθως έχουν κάποια εμφανή ή λιγότερο εμφανή μειονεξία που τους κάνει να χρειάζονται αυτοεπιβεβαίωση, ότι έχουν τον έλεγχο της κατάστασης, ότι υπερτερούν απέναντι σε κάποιον. Αναπληρώνουν δηλαδή την χαμένη τους αυτοεκτίμηση. Για να ξεχωρίσουμε υπάρχουν δύο τρόποι: ή προσπαθούμε να γίνουμε καλύτεροι ή προσπαθούμε να κάνουμε τους άλλους να φαίνονται χειρότεροι από εμάς.



 Έτσι, είτε ασκούμε άμεσα στο θύμα μας εκφοβισμό είτε "πίσω από την πλάτη του", επιλέγουμε ένα αθώο θύμα, για να εξωτερικεύσουμε και να ανακουφιστούμε από τις δικές μας ανασφάλειες και φόβους. Δεν είναι και τόσο δίκαιο, έτσι δεν είναι;