Πρόκειται για φυλακές
υψίστης ασφαλείας με απομονωμένα και ηχομονωμένα υπόγεια και ημιυπόγεια ατομικά κελιά διαστάσεων 2,5 επί 3μ κατά μέσο όρο (στην Ελλάδα είναι τα μικρότερα),και έως 25 τ.μ. για τρία άτομα. Τα κελιά δεν έχουν φυσικές συνθήκες αέρα και φωτός. Όλο
το σύστημα, παροχή νερού, φωτισμός ακόμα και ο εξαερισμός είναι στα χέρια της
διεύθυνσης, που αποφασίζει πώς θα λειτουργήσει. Τα κελιά δεν έχουν φυσικό φως, η πόρτα του κελιού προς το διάδρομο είναι κλειστή νυχθημερόν.
Οι κρατούμενοι δεν βγαίνουν
ούτε για φαγητό ενώ και η τουαλέτα βρίσκεται μέσα στο κελί. Δεν έχουν καμιά επικοινωνία ή έστω οπτική επαφή με κανέναν εκτός κελιού, αφού κάθε κελί έχει πόρτα σε αυλή πολύ μικρή, χωρίς αέρα και ανήλιαγη. Οι αυλές περιβάλλονται από τοίχο ύψους οχτώ μέτρων, με
αποτέλεσμα ο κρατούμενος να πρέπει να σηκώνει το κεφάλι για να δει ένα κομμάτι
ουρανού, εφόσον του επιτραπεί η έξοδος στην αυλή. Δεν προβλέπεται κανένα είδος επαφής με
την έξω ζωή.
Απαγορεύεται το ραδιόφωνο, η τηλεόραση και τα βιβλία. Κανείς δεν
μπορεί να ακούσει τον κρατούμενο παρά οι ανθρωποφύλακες από ειδικό μεγάφωνο,
ενώ βιντεοκάμερες τον παρακολουθούν επί 24ώρου βάσεως. Ακόμα και το
θεραπευτήριο είναι χωρισμένο σε κελιά. Ο κρατούμενος δεν επιτρέπεται να δει
κανέναν άλλο από το διευθυντή, το γιατρό και τον ανθρωποφύλακα που θα τον
φέρει.
Οι φυλακές τύπου F αποτελούν μετεξέλιξη των
«λευκών κελιών» της Γερμανίας, όπου εξοντώθηκαν μέλη της RAF. «H αίσθηση ότι ανατινάζεται το κεφάλι σου. Η αίσθηση ότι όπου να 'ναι το κρανίο σου θα κλατάρει, θα σκάσει», έγραφε στην απομόνωση, πριν 28 χρόνια, η Ούλρικε Μάινχοφ. Ο συνδυασμός των
«μαθημάτων» των «λευκών κελιών» και των επιστημονικών μελετών οδήγησε στο
αποτρόπαιο αυτό, τελευταίας τεχνολογίας, κατασκεύασμα. Το τούρκικο κράτος ονομάζει τις φυλακές αυτές «ξενοδοχεία πολυτελείας».
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή επιτροπή ανθρωπίνων δικαιωμάτων «η σχετική εγκληματολογική και ψυχολογική φιλολογία υποδεικνύει ότι η απομόνωση επαρκεί στον κλονισμό της φυσικής και πνευματικής υγείας».
Τα κελιά – φέρετρα είναι
ταυτόσημα με την απομόνωση, η οποία εκμηδενίζει την εμπιστοσύνη και την
αλληλεγγύη. Ακόμα και στην περίπτωση των κελιών για
τρία άτομα, η πιθανότητα εκδήλωσης επιθετικότητας μεταξύ των κρατουμένων είναι
τεράστια. Ο άνθρωπος, περιχαρακωμένος στο κελί – φέρετρο που του στερεί την
οργανική εκτόνωση στο φυσικό περιβάλλον, νοιώθει πολυδιάστατη την απειλή γύρω
του. Ο άνθρωπος βλέπει διαρκώς τον ζωτικό του χώρου να μειώνεται, με
αποτέλεσμα να εξωτερικεύει μια επιθετικότητα, η οποία οδηγεί ή σε τάσεις
αυτοκαταστροφής, μια μορφή βίας που στρέφεται στο ίδιο το άτομο, ή ζητάει
διέξοδο προς τα έξω, ενώ θα εκδηλωθεί ενάντια στους συγκρατούμενούς του. Η
συντροφικότητα υποκαθίσταται υποσυνείδητα από τον ανταγωνισμό και η ψυχολογική
βία αντικαθιστά τη σωματική.
«Οι αισθήσεις της γεύσης, όσφρησης, ακοής, όρασης και αφής
χάνονται σιγά σιγά. Δεν μπορείς να γελάσεις με τίποτα και κλαις με το
παραμικρό. Απομονώνοντας ένα άτομο τού στερείς κάθε έννοια προσωπικής
ασφάλειας. Νιώθεις ότι μπορεί να σε σκοτώσουν κάθε στιγμή. Στόχος τους είναι να
σε φοβίσουν και να σε σπρώξουν να αυτοκτονήσεις, ή τουλάχιστον να σε σπάσουν
ψυχολογικά», έγραψε στο δικηγόρο του ο Αλί Οζμάν Ζορ, φυλακισμένος σε τουρκικό καλαστήριο.
Ο κίνδυνος της αύξησης των κρουσμάτων εκτός ελέγχου κακομεταχείρισης των κρατουμένων σε συνθήκες
απομόνωσης, είναι αυξημένος, σύμφωνα με την έκθεση του Παρατηρητηρίου, για τα ανθρώπινα δικαιώματα. "Στην πραγματικότητα ο εγκλεισμός στα λευκά κελιά τύπου F, σε πλήρη απομόνωση,
οδηγεί αργά αλλά σταθερά στην αυτοκτονία, είναι ένα νέο είδος απάνθρωπης και
βάρβαρης συμπεριφοράς: ο σύγχρονος ορισμός του βασανιστηρίου που οδηγεί στο
θάνατο, χωρίς την άμεση μεσολάβηση ανθρώπινου χεριού, χωρίς τιμωρία.."