Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Παρασκευή 11 Απριλίου 2014

Αναζητώντας την αλήθεια - 036



Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ Η ΑΝΑΛΗΨΗ


Α. Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ.

«Μακάριοι όσοι δεν είδον, και επίστευσαν» Ιωαν.κ:29

Δόξα στο Θεό για την ανάσταση. Αν δεν υπήρχε, το Ευαγγέλιο θα ήταν ένας μύθος και εμείς θα είχαμε πιστέψει ένα ψέμα.

Αν δεν υπάρχει ανάσταση, τότε δεν υπάρχει άδειος τάφος στην Ιερουσαλήμ. Αν ο Χριστός δεν έχει αναστηθεί, τα κηρύγματά μας είναι μάταια. Προσευχόμαστε σε ένα νεκρό Σωτήρα και κάνουμε τους ανθρώπους να πιστεύουν σε κάποιον που δεν υπάρχει. Αν δεν έχει αναστηθεί είμαστε ακόμα μέσα στις αμαρτίες μας Α’ Κορ.ιε:17, Ρωμ.ς:25.

Δεν έχει χυθεί αίμα, άρα δεν υπάρχει άφεση αμαρτιών, δεν υπάρχει ουρανός, δεν υπάρχουν άγγελοι που χαίρονται για τη σωτηρία των αμαρτωλών, δεν υπάρχει νύμφη του Χριστού, δεν υπάρχει Χιλιετής Βασιλεία, αν ο νεκρός δεν αναστήθηκε.
Μάταια πέθαναν οι προφήτες, μάταια πίστεψαν οι μάρτυρες, όλα είναι απάτη, αν δεν υπάρχει ανάσταση.

Αν ο Ιησούς δεν έχει αναστηθεί, η Βίβλος είναι η χειρότερη κατάρα που έχει γνωρίσει ποτέ η ανθρωπότητα. Δεν υπάρχει η έννοια του καλού και του κακού, ούτε κανένας ηθικός κώδικας. Οι άνθρωποι μπορούν να ζουν όπως θέλουν και να κάνουν ότι θέλουν αφού δεν υπάρχει τιμωρία (κρίση) για τους νεκρούς, και δεν είχε ιδιαίτερη σημασία πως φέρονται μεταξύ τους.

Αν δεν υπάρχει τελική ανάσταση των άδικων (ασεβών), οι άνθρωποι δεν θα έχουν κανένα λόγο να αισθάνονται υπόλογοι για ότι είπαν ή έκαναν.
Το Βάπτισμα είναι άκυρο, η πίστη μας κενή, τα κηρύγματά μας ψεύτικα και η αμαρτία είναι μια ψυχική αυταπάτη.

Πραγματικά, τι νόημα θα είχε η ζωή αν δεν υπήρχε η ανάσταση των νεκρών; Η μεγαλύτερη ελπίδα των Χριστιανών βασίζεται στην ανάσταση των νεκρών.

Η Ανάσταση και η Ανάληψη

Όταν διαβάζουμε την αναφορά για την ανάσταση στο Ματθαίο, Μάρκο, Λουκά και Ιωάννη μπορεί να φαίνεται ότι υπάρχει κάποια ασυμφωνία και αντίφαση στις Γραφές. Μερικοί λένε ότι ήταν αναστατωμένοι και φοβισμένοι και είναι αδύνατο να καταλάβεις μια ακριβή αναφορά γι’ αυτό το μεγάλο γεγονός. Εγώ δεν το πιστεύω ! Το Άγιο Πνεύμα είναι ο συγγραφές αυτού του βιβλίου, και είναι συνέχεια σχολαστικό και προσεχτικό στις λεπτομέρειες.

Και οι τέσσερις συγγραφείς κάτω από την οδηγία του Αγίου Πνεύματος ήταν πολύ προσεκτικοί στο να αναφέρουν το χρόνο που συνέβη κάθε τι που λένε. Ο Ιωάννης αρχίζει χρονικά νωρίτερα «ενώ έτι ήτο σκότος» (Ιωαν.κ:1). Με το φως του φεγγαριού, όταν ήταν ακόμα σκοτάδι, η νύχτα δεν είχε περάσει ακόμα, είναι η αφήγηση του Ιωάννη. Ο Ματθαίος λέει: «περί τα χαράγματα της πρώτης ημέρας της εβδομάδος» (Ματθ.κη:1). Ένα αμυδρό φως της ημέρας μόλις φαινόταν στον ουρανό. Ο Λουκάς λέει: «ενώ ήτο όρθρος βαθύς», όταν η αυγή είχε χαράξει καλά. (Λουκ.κδ:1). Ο Μάρκος μας λέει: «Και πολλά πρωΐ της πρώτης ημέρας της εβδομάδος έρχονται εις το μνημείον, ότε ανέτειλεν ο ήλιος». (Μαρκ.ις:2). Και οι τέσσερις χρόνοι ήταν εντελώς διαφορετικοί αλλά αναφέρονται για να μας δείξουν τον ακριβή χρόνο της περιγραφής τους.

Μετά τη σταύρωση, ο Άννα φοβάται ακόμα για τον Ιησού και πηγαίνει στον Πιλάτο με νέες οδηγίες (Ματθ.κζ:62-66). Ζητά μία φρουρά να προσέχει τον τάφο για τρεις μέρες μήπως οι μαθητές  Τον κλέψουν και πουν ότι αναστήθηκε. Ο Πιλάτος δίνει την άδεια, και μια πέτρα τοποθετείται μπροστά στον τάφο και σφραγίζεται από τους Ρωμαίους στρατιώτες. Μπράβο Άννα! Θα είσαι ένας βασικός μάρτυρας για τους επερχόμενους αιώνες. Έκανες τη συνωμοσία και την απάτη των φίλων του Ιησού, αδύνατη.

Ο τάφος φυλάσσεται από στρατιώτες της αυτοκρατορίας, κανείς από αυτούς δεν μπορεί να δωροδοκηθεί, να κάνει χρήση παραισθησιογόνων ή να ξεγελαστεί γιατί η ζωή τους εξαρτάται από αυτό. Καθώς σφράγισαν το σώμα αποκλείοντας κάθε δυνατότητα να μετακινηθεί, έφτιαξαν το τέλειο σκηνικό για το θαύμα της ανάστασης.

Είναι σαν να πας να πεις σ’ ένα αστυνομικό: «Δεν θέλω να ανατείλει ο ήλιος αύριο. Φρόντισε οι πύλες της αυγής να είναι κλειστές». Ακόμα κι αυτό όμως, θα ήταν ευκολότερο, από το να παραμείνει ο Γιος του Θεού στον τάφο.

Ο Ιωάννης μας λέει τι συνέβη πρώτα. Ήταν ακόμα σκοτεινά. Οι μαθητές δεν είχαν ύπνο. Η Μαρία η Μαγδαληνή και κάποιες άλλες γυναίκες ήταν σχεδόν συνέχεια στον τάφο και παρακολουθούσαν που τον σφράγισαν. Είχαν φύγει μόνο για να τηρήσουν το Σάββατο. Η Μαρία Μαγδαληνή θα πρέπει να φοβόταν ότι κάποιος θα έκλεβε το σώμα γιατί ήσυχα φεύγει, περπατάει στους σκοτεινούς δρόμους της Ιερουσαλήμ, και πάει στον κήπο του Ιωσήφ, στον τάφο. Ο λόγος της μεγάλης αγάπης  και αφοσίωσης της Μαρίας, ήταν ότι ο Ιησούς της είχε συγχωρήσει τόσα πολλά. Ο Ιησούς είχε βγάλει επτά δαιμόνια από αυτήν, και από τότε είχε γίνει η πιστή ακόλουθος Του. Η μεγάλη αγάπη της για τον Κύριο την έκανε να περπατήσει στους σκοτεινούς δρόμους πριν την αυγή, μόνη της.

Καθώς μπαίνει μέσα στον κήπο η καρδιά της συνθλίβεται, αλλά αυτό που βλέπει τη γεμίζει τρόμο και φρίκη. Η πέτρα έχει μετακινηθεί. Γυρνάει και τρέχει πίσω στους δρόμους όσο πιο γρήγορα μπορεί, φτάνει στο Ανώγειο, πάει στον Πέτρο και λέει «Πήραν τον Κύριο από το μνήμα και δεν ξέρουμε που Τον έχουν».

Ο Πέτρος και ο Ιωάννης αμέσως σηκώθηκαν και τρέχουν στον τάφο. Ο Ιωάννης φτάνει εκεί πρώτος και όταν ο Πέτρος φτάνει, μπαίνει αμέσως μέσα και βλέπει τα λινά υφάσματα και τις πετσέτες που είχε τυλιχτεί ο Ιησούς. Το λινό ύφασμα ήταν ακόμα τυλιγμένο.

Αυτή τη στιγμή ο Ιωάννης πιστεύει και καταλαβαίνει όλες τις προφητείες της Π. Διαθήκης. Όλα έρχονται στο νου του τώρα - το σώμα Του αναστήθηκε μέσα από τα περιτυλίγματα, είναι ζωντανός! Ο Πέτρος ακόμα δεν μπορεί να το εννοήσει και μαζί με τον Ιωάννη επιστρέφουν στο Ανώγειο.

Η Μαρία μένει στο μνήμα κλαίγοντας και θρηνώντας. Τώρα, υπάρχουν δύο άγγελοι στο μνήμα, τη ρωτούν γιατί κλαίει, και αυτή λέει: «Διότι εσήκωσαν τον Κύριόν μου και δεν εξεύρω που έθεσαν αυτόν». Μετά χωρίς να περιμένει απάντηση από τους αγγέλους, γυρνάει πίσω και να, μια φιγούρα στο αμυδρό φως του φεγγαριού. Σκέφτεται ότι θα είναι ο κηπουρός. Αυτός λέει: «Γύναι, τι κλαίεις Αυτή απαντάει: «Κύριε, εάν συ εσήκωσας αυτόν, ειπέ μοι που έθεσας αυτόν, και εγώ θέλω σηκώσει αυτόν» (Ιωάν.κ:11-15).

Φυσικά δεν μπορούσε να κρατήσει το σώμα ενός μεγάλου άνδρα, αλλά πάλι, η αγάπη μιας ταπεινής γυναίκας ποτέ δεν σταμάτησε για να γίνει λογική, ούτε σταματάει λίγο να σκεφτεί τι δουλειά είχε ο κηπουρός εκεί το βράδυ.

Μετά, ξαφνικά, αυτή η φωνή! Το όνομά της! Κανείς ποτέ δεν θα μάθει πως είπε «Μαρία», αλλά αυτή βρίσκεται ήδη στα πόδια Του.

Τώρα πρέπει να πάμε στο Ματθαίο για να συνεχίσουμε την ιστορία. Έχοντας πει η Μαρία στον Πέτρο και Ιωάννη ότι έχει δει τον Κύριο και τι της είπε, τώρα σκέπτεται την πιστή της φίλη, την άλλη Μαρία και μαζί πηγαίνουν στο μνήμα. Η μέρα αρχίζει να ξημερώνει. Καθώς είναι καθ’ οδόν για τον τάφο, γίνεται ένας φοβερός σεισμός και ο άγγελος του Κυρίου κατεβαίνει από τον ουρανό, κυλάει την πέτρα από την είσοδο της πόρτας και κάθεται πάνω της. Υποθέτουμε ότι αυτό ήταν το τυπικό άνοιγμα του τάφου.

Φυσικά, αυτό δεν έγινε για να βγει ο Κύριος, γιατί ήταν ήδη έξω, πριν μετακινηθεί η πέτρα. Αυτό το τυπικό άνοιγμα συμβαίνει την στιγμή της χαραυγής. Ο άγγελος λέει στις γυναίκες να πάνε να πουν στους μαθητές Του ότι αναστήθηκε από τους νεκρούς, να πάνε στην Γαλιλαία και εκεί θα Τον δουν. Καθώς πήγαιναν να το πουν στους μαθητές Του, ο Ιησούς τις συναντά και τους λέει τα ίδια πράγματα.

Ο Λουκάς (κδ) μας δίνει την επόμενη αναφορά. Έχει ήδη ξημερώσει, και μια άλλη ομάδα έρχεται στο μνήμα - η Μαρία Μαγδαληνή, η άλλη Μαρία, η Ιωάννα και άλλες γυναίκες. Οι δύο Μαρίες θα πρέπει να έστειλαν τις άλλες γυναίκες μπροστά και βλέπουν δύο αγγέλους που τους θύμισαν τα λόγια του Ιησού: «πρέπει ο Υιός του ανθρώπου να παραδοθή εις χείρας ανθρώπων αμαρτωλών και να σταυρωθή και την τρίτην ημέραν να αναστηθή». Επέστρεψαν και το είπαν στους μαθητές και φίλους, αλλά τα λόγια τους φαίνονταν σαν παραμύθια. Ο Πέτρος σηκώνεται και πάει για άλλη μια φορά στο μνήμα, θαυμάζοντας για αυτά που θα συνέβαιναν.

Ο Μάρκος (ις), συνεχίζει την αφήγηση «Και πολλά πρωΐ». Μια άλλη ομάδα γυναικών έρχεται στο μνήμα. Οι δύο Μαρίες πήγαιναν από τη μια ομάδα γυναικών στην άλλη λέγοντάς τους να πάνε στον τάφο. Είναι μέρα τώρα πια και αναρωτιούνται για την πέτρα - δεν μπορούν ακόμα να το πιστέψουν. Βρίσκουν την πέτρα να έχει κυλήσει και τώρα υπάρχει μόνο ένας άγγελος που παρουσιάζεται σ’ αυτές σαν ένας νεαρός άνδρας. Του λέει να μην φοβούνται αλλά να δουν το μέρος που τον είχαν θάψει. Μετά τους λέει να πάνε να το πούνε στους μαθητές και στον Πέτρο. Αλλά οι γυναίκες φοβήθηκαν και δεν το ανέφεραν σε κανέναν.

Ο Πέτρος όμως έχει τόσο πολύ ανάγκη αυτό το ιδιαίτερο μήνυμα. Η καρδιά του πάει να σπάσει μέσα του επειδή ξέρει ότι εγκατέλειψε τον Κύριο, όταν αυτός τον χρειαζόταν περισσότερο. Αισθάνεται ότι δεν ανήκει πια στην ομάδα. Νιώθει ξένος, συντετριμμένος και ντροπιασμένος. Χρειάζεται αυτό το προσωπικό μήνυμα.

Σου έχει δώσει ποτέ ο Κύριος κάποιο πολύ ιδιαίτερο μήνυμα να το δώσεις σε κάποιον - σε μια στιγμή που το χρειαζόταν τόσο πολύ; Μήπως φοβήθηκες να το δώσεις;

Δεν είναι μόνο οι φίλοι του Ιησού που είναι απασχολημένοι, τρομοκρατημένοι και τρέχουν μέσα στο πρωινό. Ο Ματθαίος αναφέρει ότι κάποιοι από τους φρουρούς μπήκαν στην πόλη και είπαν στους αρχιερείς όλα όσα είχαν γίνει. Οι φρουροί τώρα έχουν συνέλθει και κουβεντιάζουν με τους πρεσβύτερους, οι οποίοι δίνουν μεγάλα ποσά στους στρατιώτες να πουν ότι οι μαθητές Του ήρθαν την νύχτα και Τον έκλεψαν καθώς αυτοί κοιμόντουσαν.

Το τελευταίο τους όπλο ήταν το ψέμα και η απάτη. Τους κόστισε πολλά λεφτά να καλύψουν την αλήθεια. Τι έκανε τους φρουρούς να κοιμηθούν; Είχαν τοποθετηθεί εκεί να φρουρούν. Αν δεν κοιμόντουσαν, πως θα μπορούσε ο Πέτρος, ο Ιωάννης και η Μαρία να  πλησιάσουν μέσα στο μνήμα και μετά η Μαρία και ο Ιησούς να συνομιλήσουν;

Ο Θεός θα πρέπει να τους κοίμισε, αλλά αν ήταν κοιμισμένοι, πως ήξεραν ότι ήταν οι μαθητές που ήρθαν το βράδυ και Τον έκλεψαν; Αν ήταν ξύπνιοι, γιατί δεν τους εμποδίσανε;

Άντε λοιπόν, παραδεχτείτε ότι είστε τιποτένιοι στρατιώτες, χάσατε την γενναιότητα και τη φήμη σας, και θα σας πληρώσουμε. Έτσι, το ψέμα απλώθηκε σε όλη την Ιερουσαλήμ.

Β. Ο ΙΗΣΟΥΣ ΕΜΦΑΝΙΖΕΤΑΙ ΣΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ ΤΟΥ.

Ας περπατήσουμε τώρα στο δρόμο προς τους Εμμαούς με δύο από τους μαθητές του Χριστού. Δύο καθημερινοί άνθρωποι, όχι από τους έντεκα, ξέρουμε το όνομα μόνο του ενός από τους δύο. Ήταν ένας χωματόδρομος έξω από το χωριό περίπου 11 χιλιόμετρα μέχρι το σπίτι τους. Παρόλα αυτά, το Πνεύμα του Θεού μας δείχνει αυτή την εικόνα, και εκτυλίσσεται μια ιστορία, που έχει συγκινήσει τον κόσμο για κοντά δύο χιλιάδες χρόνια.

Είναι απόγευμα του Πάσχα και αυτοί οι δύο μαθητές φεύγουν για το σπίτι - ο Κλεόπας και ο σύντροφός του, πιθανόν η γυναίκα του. Δεν υπάρχει τίποτα άλλο να κάνουν. Το Σάββατο έχει τελειώσει, συναντήθηκαν στο Ανώγειο, και με δάκρυα να αυλακώνουν τα μάτια τους κουβεντιάζουν για τη θλίψη των τελευταίων τεσσάρων ημερών.

Μπορεί να καταλάβει κανείς πως ένιωθαν. Έχουμε όλοι τέτοιες εμπειρίες επιστρέφοντας από την κηδεία κάποιου αγαπημένου προσώπου, αλλά αυτό ήταν πιο τραγικό, αυτός ήταν ο Κύριός τους. Είχαν επικεντρώσει όλες τις ελπίδες τους για τώρα και την αιωνιότητα σ’ Αυτόν.

Ο Ιησούς τους πλησιάζει και αρχίζει να περπατάει μαζί τους. Ήταν τόσο απορροφημένοι με τις έννοιες τους, που ενώ Αυτός πήγαινε μαζί τους, δεν το κατάλαβαν. Ο Κύριος αγαπάει (ευαρεστείται) να περπατάει δίπλα μας στη διάρκεια σκοτεινών καιρών, όταν έχουμε σοβαρά προβλήματα. «Άλλ’ οι οφθαλμοί αυτών εκρατούντο, δια να μη γνωρίσωσιν αυτόν». Ίσως ήταν επειδή δεν τον περίμεναν. Αυτός δεν είχε αλλάξει αλλά αυτοί δεν τον αναγνώρισαν. «Τίνες είναι ούτοι οι λόγοι τους οποίους συνομιλείτε προς αλλήλους;» Του απαντούν: «Συ μόνος παροικείς εν Ιερουσαλήμ και δεν έμαθες τα λεγόμενα εν αυτή εν ταις ημέραις ταύταις;». Και έτσι, του λένε για τον Ιησού από τη Ναζαρέτ ο οποίος ήταν προφήτης δυνατός σε έργα και λόγο μπροστά στο Θεό και σε όλους τους ανθρώπους. Και μετά ο Ιησούς τους έκανε να πουν όλη την ιστορία.

Ο Ιησούς ήθελε να του πουν προσεκτικά και με λεπτομέρειες όλα όσα τους βάραιναν. Τα γνωρίζει, αλλά θέλει να τα ακούσει και από μας. Μετά ο Ιησούς διάνοιξε το νου τους στις Γραφές που αφορούσαν Αυτόν, αρχίζοντας από το Μωυσή τους προφήτες και τους Ψαλμούς.

Αρχίζοντας από τη Γένεση, το υποσχόμενο σπέρμα της γυναίκας, μέσω του Αβραάμ, το αρνί του Πάσχα, τον Δαβίδ και τους Ψαλμούς, τον Ιερεμία, Ιεζεκιήλ μέσω όλων των μικρών προφητών, τον Μαλαχία, που προφήτευσε ότι ο Ήλιος της δικαιοσύνης θέλει ανατείλει, με ίασιν εν ταις πτέρυξιν αυτού. Για σκέψου!! Σίγουρα οι καρδιές τους καίγονταν μέσα τους. Ήταν στο σπίτι τους τώρα και ο ξένος έκανε πως θα συνέχιζε το δρόμο, αλλά τον παρακάλεσαν και ικέτευσαν τον «παρεβίασαν»  να μείνει μαζί τους εκείνη την νύχτα.

Αγαπάει να τον καλούν. Ποτέ δεν θα γίνει βάρος σε κανέναν. Καθώς  έκατσαν να φάνε ευλόγησε το ψωμί, το έκοψε και τους έδωσε, και αμέσως τα μάτια τους ανοίχτηκαν και τον αναγνώρισαν! Τότε, εξαφανίστηκε.

Τώρα συνειδητοποιούν ότι είναι πραγματικά ζωντανός και δεν μπορούν να μείνουν στο σπίτι. Γρήγορα επιστρέφουν στην Ιερουσαλήμ να πουν τα θαυμαστά νέα. Και έλεγαν ο ένας στον άλλο, «Δεν εκαίετο εν ημίν η καρδία ημών, ότε ελάλει προς ημάς καθ’ οδόν, και μας εξήγει τας γραφάς;»

Αυτή η ιστορία ήταν μια από τις κύριες πηγές έμπνευσης που προκάλεσε τη δημιουργία των μαθημάτων «Έρευνα για την Αλήθεια». Η ιστορία που ο Ιησούς άνοιξε τη διάνοια αυτών των δύο ανθρώπων αρχίζοντας από το Μωυσή και τους προφήτες ήταν ο κύριος λόγος που αρχίσαμε από την αρχή-αρχή όλων των γεγονότων για να ανοιχτούν τα μάτια μας στις αλήθειες του Θεού μέσω της Βίβλου. Το μόνο που είχαν για να διαβάζουν, ήταν η Π. Διαθήκη και καταλαβαίνουμε ότι μέσα στις σελίδες αυτών των άγιων Γραφών ήταν κρυμμένος ο σκοπός, το τέλειο σχέδιο και η υπόσχεση του Ιησού Χριστού.

Τώρα, ας πάμε σε ένα δωμάτιο στην Ιερουσαλήμ. Η μέρα είχε ήδη περάσει. Οι βραδινές σκιές έπεφταν. Το σπίτι ήταν πιθανόν του Ιωάννη Μάρκου όπου είχαν φάει το Πάσχα. Δέκα από τους μαθητές ήταν παρόντες. Ο Θωμάς είχε φύγει. Χωρίς αμφιβολία ήταν πολλοί από τους ακόλουθους του Ιησού που είχαν συγκεντρωθεί να συζητήσουν τα συμβάντα εκείνης της ημέρας. Είχαν αρνηθεί να πιστέψουν τα λόγια των γυναικών, αλλά είχαν αρχίσει να πείθονται γιατί ο Κύριος είχε παρουσιαστεί στον Πέτρο. Δεν ξέρουμε τίποτα γι’ αυτή την συνάντηση. Δεν καλεστήκαμε ν’ ακούσουμε αυτό το διάλογο, ήταν τελείως προσωπικός. Θα πρέπει να υπήρξαν πολλά δάκρυα ντροπής αλλά και συγχώρεση γεμάτη αγάπη. Τι συνάντηση κι αυτή, μεταξύ του Πέτρου και του Κυρίου του, αλλά τα ευαγγέλια δεν δίνουν κανένα στοιχείο για τα λόγια που ειπώθηκαν μεταξύ τους.

Κοιτάξτε τις πόρτες, είναι αμπαρωμένες με όλους τους σύρτες που υπήρχαν. Είχαν προετοιμαστεί για τυχόν επιδρομή. Τα νέα είχαν απλωθεί σε ολόκληρη την πόλη, ότι οι μαθητές έκλεψαν το σώμα Του, και τώρα είχαν προετοιμαστεί για ένα ξέσπασμα του πλήθους. Ξαφνικά ακούγεται ο ήχος βημάτων στα σκαλιά.

Μένουν έκπληκτοι όταν ο Κλεόπας τους ζητά να τον δεχτούν. Γύρισε από τους Εμμαούς συγκινημένος και τρέμοντας από χαρά «Τον είδαμε, έφαγε μαζί μας! Είναι όλα αλήθεια, ζει». Έκατσαν κάτω και άρχισαν να λένε ότι είχε ειπωθεί. Για μια στιγμή όλοι είναι σιωπηλοί, δεν ακουγόταν κανένας ήχος. Σαν ένα λαμπρό φως να είχε ανάψει στο δωμάτιο, ο Ιησούς στεκόταν ανάμεσά τους. Τόσο αναπάντεχο!

Μετά αυτή η φωνή, αυτή η αγαπημένη γλυκιά φωνή που ήταν σε όλους τόσο οικεία «Ειρήνη υμίν Εγώ είμαι, μη φοβάστε». Ήταν τόσο φανταστικό για να είναι αληθινό, παρόλα αυτά Αυτός ήταν εκεί. Όλοι μπορούσαν να το δουν από μόνοι τους, είναι ο Ιησούς. Όλοι μπορούσαν να δουν τις πληγές από τα καρφιά στα χέρια και στα πόδια Του. Αλλά όχι, δεν ήταν πληγές - ήταν σημάδια που  είχανε θεραπευτεί. Δεν είχε ανοίξει την πόρτα για να μπει (δεν μπήκε από την πόρτα).

Κανείς δεν είχε κατεβάσει τους σύρτες και τα μάνταλα. Εντελώς ξαφνικά, ήταν εκεί. Πιστεύω πως θα ήταν εκεί για πολύ ώρα, αλλά μόνο εκείνη την στιγμή τους άφησε να καταλάβουν την παρουσία Του. Αφού τους έδειξε τα χέρια και τα πόδια Του, άνοιξε τις διάνοιές τους στις Γραφές. Τώρα, είναι όλα τόσο καθαρά και απλά. Μετά σ’ ένα ανοιγόκλεισμα των ματιών, είχε φύγει.

Τα σώματά μας, όταν λυτρωθούν, θα είναι σαν του Ιησού (Α’ Ιωαν.γ:2). Ένα αναστημένο ή δοξασμένο σώμα είναι ορατό και μπορείς να τον αγγίξεις. Μιλάει, τρώει, περπατάει και κινείται όπως και όπου του αρέσει. Είναι χωρίς αίμα, που είναι η πηγή της ζωής στο επίγειο σώμα, αλλά στο ένδοξο σώμα, το Πνεύμα είναι η πηγή της δύναμης. Όταν θα μεταμορφωθούμε, το καινούργιο μας σώμα θα γίνει όπως ακριβώς το δοξασμένο Του σώμα (Φιλιπ.γ:21). Θα είμαστε σαν Αυτόν στην δοξασμένη μας κατάσταση.

Ο Ιησούς εξαφανίστηκε από τα μάτια τους σαν ένα ουράνιο τόξο, που ξαφνικά ξεθωριάζει στον ουρανό. Το γεγονός ότι εξαφανίστηκε ήταν τόσο απογοητευτικό γι’ αυτούς, αλλά τους προετοίμασε να συνειδητοποιήσουν ότι δεν ήταν λιγότερο κοντά τους σαν αόρατος. Τους ετοίμαζε για τις μέρες που εμείς ζούμε. Βαδίζουμε όχι με την όψη, αλλά δια πίστεως, δεν βλέπουμε ένα ορατό Χριστό αλλά ένα αόρατο. Αυτό δεν είναι χασούρα αλλά κέρδος. Ένα μεγαλύτερο προνόμιο είναι τώρα δικό μας. Ο Ιησούς είπε: «συμφέρει εις εσάς να απέλθω εγώ». Γιατί; Φεύγοντας έχει έρθει πιο κοντά μας σαν Πνεύμα Άγιο. Δεν είναι μόνο σε ένα μέρος. Μπορεί να είναι με τον καθένα οπουδήποτε, κάθε στιγμή. Αν θα μπορούσαμε να απλώσουμε το χέρι τώρα, θα νιώθαμε την παρουσία Του σ’ αυτό το δωμάτιο, γιατί είναι εδώ. Είναι πάντα κοντά όταν κάποιοι μιλούν γι’ Αυτόν.

Για 40 ημέρες οι μαθητές έβλεπαν τον Κύριο. Μια άλλη φορά, έδειξε τον εαυτό Του στο Θωμά που έλειπε στην πρώτη Του εμφάνιση. Ο Θωμάς ήταν πολύ διστακτικός (με αμφιβολίες), αλλά όταν είδε τα σημάδια από τα καρφιά και την πληγή στο πλευρό Του, έπεσε στα γόνατα και είπε: «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου», η ίδια κραυγή με εκατομμυρίων άλλων για σχεδόν 2 χιλιάδες χρόνια.

Γ. Η ΜΕΓΑΛΗ ΑΠΟΣΤΟΛΗ.

Τρεις από τους συγγραφείς καταγράφουν τα τελευταία λόγια του Ιησού όταν τους έδωσε την εντολή να πάνε να κηρύξουν το ευαγγέλιο. Ας τους διαβάσουμε: (Λουκ.κδ:47, Ματθ.κη:19-20, Μαρκ.ιζ:15-18).

Δ. Η ΑΝΑΛΗΨΗ.

Μετά ο Ιησούς οδήγησε τους μαθητές Του στη Βηθανία στο Όρος των Ελαιών. Τους δίνει οδηγία να γυρίσουν πίσω στην Ιερουσαλήμ και να περιμένουν έως ότου ενδυθούν δύναμη εξ ύψους. Μετά τους ευλόγησε και καθώς Τον κοιτούσαν, δύο άντρες παρουσιάστηκαν στα λευκά, και είπαν: «Άνδρες Γαλιλαίοι, τι ίστασθε εμβλέποντες εις τον ουρανόν; ούτος ο Ιησούς, όστις ανελήφθη αφ' υμών εις τον ουρανόν, θέλει ελθεί ούτω καθ' ον τρόπον είδετε αυτόν πορευόμενον εις τον ουρανόν» (Πράξ.α:11) . Στο Ζαχ.ιδ:4 μας λέει ότι θα ξαναέρθει στη Γη πάλι, τα πόδια Του θα πατήσουν πάνω στο όρος των Ελαιών - στο ίδιο μέρος από το οποίο αναλήφθηκε. Τι ελπίδα! Θα έρθει ξανά!

Υπάρχει ένας θρύλος που λέγεται για την επιστροφή του Ιησού στο θρόνο Του στον ουρανό. Όταν έφτασε, όλοι οι άγγελοι χαίρονταν που Τον έβλεπαν πάλι. Τον ρώτησαν για το σχέδιό της λύτρωσης. Τους απάντησε ότι είχε μιλήσει στους φίλους Του για αυτό. Οι άγγελοι ρώτησαν ποιοι ήταν οι φίλοι Του και τους είπε «Να μερικοί ήταν ψαράδες, ένας ήταν τελώνης κτλ.» «Αλλά Κύριε και αν δεν τα καταφέρουν να δώσουν το μήνυμα σε όλο τον κόσμο; Τι θα συμβεί;» Η απάντηση Του ήταν «Δεν έχω άλλο σχέδιο εκτός από αυτό». Το βάρος αυτού του μηνύματος του ευαγγελίου είναι τώρα, πάνω σε μένα και σε σένα. Οι μαθητές έκαναν καλά τη δουλειά τους. Αλλά τι γίνεται με μας; Μπορεί ο Κύριος να στηρίζεται επάνω μας για να πούμε στην γενιά μας αυτά τα καλά νέα;