Πραγματικά
άδειος, εκείνο το πρωινό. Κανένας δεν μπορούσε ποτέ να προτείνει μια πραγματικά
πειστική εξήγηση, εκτός από τη γενική μαρτυρία, όλης της Καινής Διαθήκης, ότι ο
τάφος ήταν αδειανός, επειδή ο Ιησούς είχε νικήσει το θάνατο κι ήταν πάλι
ζωντανός.
Βέβαια, οι
άνθρωποι δοκίμασαν να το εξηγήσουν διαφορετικά. Ένας διακεκριμένος καθηγητής
πανεπιστημίου πρότεινε ότι στην καταχνιά, στα χαράματα της αυγής, η Μαρία κι οι
φίλες της πήγαν τάχα σε λάθος τάφο! Και, θα μπορούσαμε να ρωτήσουμε: Δεν τον
βρήκαν αργότερα; Ο Ιωσήφ, άραγε, της Αριμαθαίας ήταν κι αυτός ανίδεος για το
πού βρισκόταν ο τάφος, αφού ήταν δικός του και τον είχε παραχωρήσει στον Ιησού;
Άλλη μια
χοντροκομμένη υπόδειξη που έγινε αρκετά νωρίς, προς το τέλος του δεύτερου
αιώνα, έχει τουλάχιστον μια δόση χιούμορ. Λέει ότι ο κηπουρός ήταν υπεύθυνος
για όλη τη φήμη περί της ανάστασης του Ιησού. Τόσο είχε μπουχτίσει με τους
επισκέπτες που περπατούσαν γύρω από τον τάφο και ποδοπατούσαν παντού τα φυτώρια
που είχε μεταφυτέψει, ώσπου μετακόμισε το σώμα και το έθαψε κάπου αλλού! Μια
άλλη αιτιολόγηση για τον άδειο τάφο παρουσιάζεται μέσα στην ίδια την Καινή Διαθήκη.
Οι Ιουδαίοι, που είχαν έρθει σε αμηχανία, δωροδόκησαν τους στρατιώτες, που
φρουρούσαν τον τάφο, να δικαιολογήσουν την απουσία του σώματος του Ιησού με το
να βεβαιώσουν ότι είχαν αποκοιμηθεί, και τότε οι μαθητές του Ιησού είχαν έρθει
κι έκλεψαν το σώμα (Ματθ.κη:11-15).
Όμως, όλες
αυτές οι προσπάθειες να εξηγήσουν την αποτυχία του αδειανού τάφου, με τη
δικαιολογία ότι κάποιος έκλεψε το σώμα, ξεκολλάνε πολύ γρήγορα από τη βάση
τους, για τούτο τον απλούστατο λόγο: Υπήρχαν μόνο δυο κατηγορίες στο πλήθος του
κόσμου που ενδιαφέρονταν για το τι συνέβηκε στο σώμα του εκτελεσμένου δάσκαλου.
Οι φίλοι Του κι οι εχθροί Του. Όλες οι πηγές δείχνουν ότι οι φίλοι Του δεν
είχαν ιδέα ότι θα ανασταινόταν και δεν περίμεναν κάτι τέτοιο. Αντίθετα, είχαν
διασκορπιστεί περίλυποι, σαν μια οποιαδήποτε άλλη ομάδα, που οι ελπίδες της
είχαν συντριφθεί από το θάνατο του αρχηγού τους.
Στον Ιουδαϊσμό
δεν υπήρχε προσδοκία για οποιονδήποτε προφήτη ή δάσκαλο να ξαναγυρίσει
προσωπικά μέσα από τον τάφο, αν και υπήρχε η ελπίδα μιας γενικής ανάστασης στην
Έσχατη Ημέρα.
Οι απόστολοί
Του δεν πρόσμεναν την ανάστασή Του. Επιπλέον, αν μπορούσαν να εξαφανίσουν
μυστηριωδώς το σώμα (παρόλη την αυστηρή φρούρηση του τάφου), σίγουρα δεν ήταν
καν προετοιμασμένοι για να πεθάνουν χάρη μιας απάτης. Ούτε, ακόμα, οι άνθρωποι
στις επόμενες γενιές, και σε ολόκληρο τον κόσμο, θα μπορούσαν να έχουν τη
σιγουριά και την εμπιστοσύνη ότι ο Ιησούς ζει κι είναι πραγματικά αναστημένος.
Αλλά, αν δεν
ήσαν οι απόστολοι που έκλεψαν το σώμα, τότε πώς θα μπορούσε να το κάνει η
αντίθετη παράταξη; Αυτοί εργάστηκαν πολύ καιρό για να τον βγάλουν από τη μέση,
κι επιτέλους το κατόρθωσαν. Το τελευταίο πράγμα που θα έκαναν ήταν να μετατοπίσουν
το σώμα Του κρυφά και να δώσουν το πρόσχημα για οποιαδήποτε συζήτηση περί
ανάστασης. Αυτοί Τον έβαλαν εκεί που ήθελαν -τον θανάτωσαν και τον έθαψαν. Και,
πρέπει να είμαστε σίγουροι ότι δεν θα φείδονταν καμιάς προσπάθειας για να τον
κρατήσουν εκεί γι’ αυτό και σφράγισαν, αλλά και φρουρούσαν τον τάφο. Το να υποτεθεί
ότι είτε οι Ιουδαίοι είτε οι Ρωμαίοι μετατόπισαν το σώμα Του είναι μια τόσο
φτωχή εξήγηση, μόνο και μόνο για να μη δεχθούμε την αλήθεια της ανάστασης. Ούτε
παλιά ήσαν τόσο απίστευτα ανόητοι να μη ήθελαν να αποστομώσουν μ’ ένα και μόνο
χτύπημα το καινούργιο ρεύμα της διάδοσης της ανάστασης, με το να φανερώσουν
αμέσως το σώμα του Ιησού, όταν οι μαθητές βεβαίωναν την ανάστασή Του. Και αυτό
είναι που δεν μπόρεσε κανένας να κάνει. Απλώς, θύμωσαν πάρα πολύ με τους
αποστόλους, προσπάθησαν να τους κάνουν να σιωπήσουν, τους φυλάκισαν, τους
βασάνισαν και τους σκότωσαν. Αλλά, δεν μπόρεσαν να αποδείξουν ως ψεύτικη τη
δήλωση των αποστόλων, ότι ο τάφος ήταν αδειανός, επειδή ο Ιησούς είχε αναστηθεί.
Πρόσεξες ποτέ
το συναρπαστικό μέρος με τις επιβεβαιωτικές λεπτομέρειες του Ιωάννη στην
αφήγησή του για την ανάσταση; Λέει με φυσική απλότητα για τον Πέτρο και τον
αγαπημένο μαθητή, που έτρεξαν στο μνήμα για να δουν κι οι ίδιοι, μετά από τα
καταπληκτικά εκείνα νέα, που τους είχε φέρει η Μαρία, ότι ο Ιησούς ήταν
ζωντανός. Όταν έφτασαν στο μνήμα, έσκυψαν, κοίταξαν μέσα, και βλέπουν τα λινά
σεντόνια που ήσαν τυλιγμένα γύρω από το σώμα του Ιησού, ποτισμένα με αρωματικά
βότανα (O Ανατολικός τρόπος ταφής) τυλιγμένα... αλλά χωρίς κανέναν μέσα. Είδαν
το τουρμπάνι που ήταν τυλιγμένο γύρω στο κεφάλι Του «να μην είναι μαζί με τα
οθώνεια (τις λινές λωρίδες) αλλά τυλιγμένο χωριστά σε μια μεριά» (Ιωάν.κ:7).
Και, σ’ αυτό το σημείο, διαβάζουμε ότι «είδαν και επίστεψαν». Γιατί; Επειδή,
ήταν φανερό σ’ αυτούς ότι το σώμα του Ιησού είχε βγει μέσα απ’ αυτά τα ρούχα
του τάφου, όπως μια πεταλούδα βγαίνει από τη χρυσαλίδα της. Και το τουρμπάνι
ήταν παράμερα, όπως το μέρος του κεφαλιού στο κουκούλι της χρυσαλίδας, όταν η
πεταλούδα βγαίνει έξω.
Συμπτωματικά,
αυτό έχει κάτι να πει για τη σύγχρονη υπόδειξη, ότι ναι μεν η ανάσταση του
Χριστού ήταν κατά κάποιο τρόπο πραγματική, αλλ’ όχι φυσική. Μου φαίνεται μάλλον
ότι λέμε, δεν είναι σβέρκος, αλλά λαιμός. Αναμφίβολα, οι Χριστιανοί ποτέ δεν
υποστήριξαν ότι η ανάσταση του Ιησού ήταν απλώς η αναζωογόνηση ενός σώματος. Η
Καινή Διαθήκη διακηρύττει ότι αναστήθηκε σε μια ζωή καινούργιας ποιότητας. Πραγματικά,
όπως ακριβώς είναι κι η περίπτωση της πεταλούδας. Δεν βγαίνει αμετάβλητη, όπως
είχε μπει μέσα στη χρυσαλίδα. Όχι, έχει μεταμορφωθεί, σε μια καινούργια διάσταση
ζωής. Δεν είναι πια η κάμπια που σέρνεται αργά και κουραστικά όπου πάει. Τώρα
γλιστράει στον αέρα με χάρη και αυτοκυριαρχία. Έχει απελευθερωθεί σ’ ένα άλλο
στοιχείο της καινούργιας ζωής της. Όμως, αναμφισβήτητα, είναι το ίδιο έντομο
παρόλη την αλλαγή που προξένησε η χειμερινή νάρκη μέσα στη χρυσαλίδα. Το ίδιο
συνέβηκε και με τον Ιησού. Το μνήμα Του δεν άδειασε για να Τον αφήσει να φύγει,
αλλά, για να ‘ρθουν εκεί οι άνθρωποι και να κοιτάξουν μέσα και να δουν ότι
πραγματικά αναστήθηκε. Το άδειο μνήμα και τα άδεια ρούχα του τάφου είναι
σύμβολα, δείκτες της πραγματικότητας ότι ο άνθρωπος Ιησούς έχει γίνει ο
αναστημένος Κύριος «Κρατάει τα κλειδιά του θανάτου και της μετέπειτα ζωής»,
έψαλλε ο προφήτης, που έγραφε το Βιβλίο της Αποκάλυψης (α:18).
Ο άνθρωπος
είχε πραγματικά πεθάνει. Όμως, το μνήμα βρέθηκε αδειανό, επειδή ο θάνατος δεν
μπορούσε να Τον κρατήσει. Ο Πέτρος είπε την πρώτη μέρα της Πεντηκοστής ότι αυτό
ήταν η αξιόλογη εκπλήρωση μιας προφητείας που έγινε πριν χίλια χρόνια: «Ο Δαβίδ
λέει για τον Ιησού. Δεν θα εγκαταλείψεις την ψυχή μου στον Άδη, ούτε θα επιτρέψεις
ο όσιός σου να δει τη φθορά. Γνώρισες σε μένα δρόμους ζωής... Άνδρες, αδελφοί,
μπορώ να σας πω καθαρά για τον πατριάρχη Δαβίδ ότι και πέθανε και θάφτηκε και
το μνήμα του είναι εδώ, μέχρι την ημέρα αυτή... Αλλά, επειδή ήταν προφήτης...
προείδε την ανάσταση του Χριστού, ότι δεν εγκαταλείφθηκε η ψυχή Του στον Άδη
ούτε το σώμα του είδε φθορά. Τούτον τον Ιησού ο Θεός τον ανέστησε, γεγονός για
το οποίο όλοι εμείς είμαστε μάρτυρες» (Πράξ.β:25-32).