Δίδονται
για ώρες ανάγκης
Ο Θεός
δίνει τα πνευματικά χαρίσματα του Α΄Κορ.ιβ για ώρες ειδικών αναγκών ή κρίσεων.
Στην εκκλησία, τα υπερφυσικά χαρίσματα πρέπει να θεωρούνται φυσιολογικά, όχι
ασυνήθιστα φαινόμενα.
Αναμενόμενα,
κι όχι αναπάντεχα. Ωστόσο, δεν λειτουργούν συνεχώς. Αλλά αν πάλι συμβεί αυτό
δεν πρέπει να θεωρηθεί υπερφυσικό.
Για να
το καταλάβουμε αυτό, στα Ευαγγέλια και στις Πράξεις πλήθη θεραπεύθηκαν και
διάφοροι άνθρωποι αναστήθηκαν από τους νεκρούς. Εντούτοις, όλα τα μέλη της
πρώτης εκκλησίας πέθαναν τελικά χωρίς να αναστηθούν, και πιθανώς οι πιο πολλοί
πέθαναν από κάποια ασθένεια που δεν θεραπεύθηκε. Τα χαρίσματα της θεραπείας και
της ενέργειας των θαυμάτων ήταν συνηθισμένα, αλλά δεν συνέβαιναν σε κάθε
περίπτωση.
Ο
Ιησούς αναμφισβήτητα προσπέρασε το χωλό στην πύλη του ναού πολλές φορές αλλά
δεν τον θεράπευσε σε καμία απ’ αυτές τις περιπτώσεις. Αντίθετα, θεραπεύτηκε
όταν συναντήθηκε με τον Πέτρο και τον Ιωάννη (Πράξ.γ). Ενώ ο Θεός ανάστησε τη
Δορκάδα από τους νεκρούς (Πράξ.θ), δεν ανάστησε τον απόστολο Ιάκωβο που
εκτελέστηκε (Πράξ.ιβ).
Σαν
άλλο ένα παράδειγμα, ο «λόγος σοφίας» είναι ένας «λόγος» ή ένα μέρος, της
σοφίας του Θεού. Δεν λειτουργεί στη ζωή κάποιου εικοσιτέσσερις ώρες το
εικοσιτετράωρο, αλλά είναι μια ιδιαίτερη αποκάλυψη για μια συγκεκριμένη στιγμή.
Κανένας δεν μπορεί να ξέρει το νου του Θεού όλη την ώρα, αλλά όταν υπάρχει μια
ειδική ανάγκη, ο Θεός μερικές φορές μεταδίδει μέρος της σοφίας Του σ’ ένα
άτομο.
Η
Α΄Κορ.ιδ μας δίνει κατευθυντήριες γραμμές για την ομιλία με άγνωστες γλώσσες,
διδάσκοντάς μας ότι στις συναθροίσεις μόνο δύο ή τρεις πρέπει να μιλάνε με
γλώσσες, όπως και δύο ή τρεις πρέπει να προφητεύουν στη διάρκεια μιας
συνάθροισης. Θα πρέπει να περιμένουμε αυτές τις υπερφυσικές εκφράσεις την ώρα
της λατρείας και δεν πρέπει να μας εκπλήσσουν. Εντούτοις, ο Θεός δεν σκοπεύει
να λειτουργούν συνεχώς σε μια συνάθροιση. Είναι ειδικά χαρίσματα σε μια
ιδιαίτερη στιγμή για έναν συγκεκριμένο σκοπό.
Φυσική
ζωή, Πνευματική ζωή, και Πνευματικά χαρίσματα
Δεδομένου
ότι εξετάζουμε τον υπερφυσικό χαρακτήρα αυτών των χαρισμάτων, πρέπει να τα διακρίνουμε
από τις φυσικές ανθρώπινες ικανότητες που μπορεί να μοιάζουν σε κάποιο μέτρο
καθώς επίσης και από τις πνευματικές αρχές που λειτουργούν στην καθημερινή ζωή
όλων των Χριστιανών. Παραδείγματος χάριν, μπορούμε να διακρίνουμε τρία επίπεδα
σοφίας. Κατ' αρχάς, οι άνθρωποι μπορούν να έχουν σοφία, με τη φυσική έννοια,
ακόμη κι αν δεν έχουν καμία σχέση με το Θεό. (Λουκ.ις:8 Α΄Κορ.β:4-6). Ένας
αθεϊστής, μπορεί με σοφία να προγραμματίζει τη σταδιοδρομία του, και ένας
εγκληματίας μπορεί να κάνει σοφές προετοιμασίες για τη διάπραξη των αμαρτωλών
πράξεών του. Φυσικά, υπό πνευματική έννοια, ένα τέτοιο άτομο δεν είναι σοφό
αλλά ανόητο.
Δεύτερον, υπάρχει σοφία στην πνευματική σφαίρα, που
όλοι οι πιστοί κατέχουν μέχρι ένα ορισμένο βαθμό και που πρέπει να καθοδηγεί
όλη τη συμπεριφορά τους. Ο Θεός δίνει σοφία σε όλους τους δίκαιους, στον καθένα
που την ζητάει (Παρ.β:6-7, Ιάκ.α:5). Ενώ η πνευματική σοφία σαν καθημερινός
οδηγός για χριστιανική διαβίωση είναι ένα δώρο από το Θεό, δεν είναι το
υπερφυσικό πνευματικό χάρισμα που αναφέρεται στο Α΄Κορ.ιβ, που μιλά για τις
ειδικές εκδηλώσεις ή χαρίσματα που ο Θεός δίνει σε ορισμένα άτομα σε ορισμένες
στιγμές, όχι σε όλους για όλη την ώρα.
Τρίτον, όπως έχουμε δει, υπάρχει «ο λόγος σοφίας». Σε
αντίθεση με τη φυσική σοφία της καθημερινής ανθρώπινης ζωής ή την πνευματική
σοφία της καθημερινής χριστιανικής ζωής, είναι ένα υπερφυσικό χάρισμα, μέρος
της σοφίας του Θεού για μια ιδιαίτερη κατάσταση.
Κατά τον ίδιο τρόπο, έχουμε τρία επίπεδα γνώσης:
κοσμική ή ανθρώπινη γνώση, πνευματική γνώση, και «ο λόγος γνώσης».
Άλλο ένα παράδειγμα, υπάρχει η πίστη της καθημερινής ζωής. Οι άνθρωποι πιστεύουν στους εαυτούς
τους, σε άλλους, στην περιουσία τους και γενικά σε υλικά αγαθά, στις παραδόσεις τους, σε ψεύτικους Θεούς, αν και
πρέπει να πιστέψουν στον αληθινό Θεό
για να σωθούν (Α΄Κορ.β:5, Εβρ.ια:6).
Η Βίβλος αναφέρει την πίστη σαν
μέρος του καρπού του Πνεύματος (Γαλ.ε:22). Υπό αυτή την έννοια, πίστη είναι η καθημερινή εμπιστοσύνη, η πεποίθηση, η
αφοσίωση, και η «πιστότητα» που το
Πνεύμα του Θεού αναπτύσσει στον πιστό
και που είναι χαρακτηριστικό κάθε ώριμου Χριστιανού. Όμως, η Α΄Κορ.ιβ μιλά για ένα ειδικό «χάρισμα πίστης» που δεν έχουν όλοι οι Χριστιανοί. Ενώ το Πνεύμα είναι
η πηγή και του «καρπού» και του
«χαρίσματος», ο πρώτος όρος περιγράφει μια ποιότητα που αναπτύσσεται στη
διαδικασία αύξησης σαν Χριστιανός, ακριβώς
όπως μια μηλιά είναι φυσικό να κάνει μήλα, ενώ ο δεύτερος όρος
περιγράφει μια άμεση εξωτερική επέμβαση,
ακριβώς όπως κάποιος παίρνει ένα δώρο
από έναν φίλο.
Μπορεί να μην μπορούμε να προσδιορίσουμε για κάθε πνευματικό χάρισμα τρία
ανάλογα επίπεδα, αλλά αυτά τα παραδείγματα δείχνουν ότι πρέπει να καταλάβουμε
τα χαρίσματα του Α΄Κορ.ιβ σαν υπερφυσικά. Ενώ αυτά τα χαρίσματα μπορεί να έχουν
κάτι αντίστοιχο ή παράλληλο στην καθημερινή φυσική ή πνευματική ζωή, αυτά τα
εδάφια περιγράφουν συγκεκριμένες φανερώσεις θείας δύναμης που ο Θεός δεν δίνει
στους απίστους ούτε σε όλους τους πιστούς -τουλάχιστον όχι τα ίδια χαρίσματα με
τον ίδιο τρόπο στον καθένα.
Αυτή η διαφοροποίηση θα φανεί ξανά, καθώς μελετάμε το χάρισμα των γλωσσών
και της προφητείας. Ενώ είναι επιθυμητό όλοι οι χριστιανοί να προφητεύουν υπό
τη γενική έννοια, και ενώ είναι επιθυμητό για όλους τους χριστιανούς να μιλάνε
γλώσσες σαν μέρος της προσωπικής τους αφοσίωσης, αυτό δεν σημαίνει ότι ο
καθένας θα μιλήσει δημόσια με προφητεία, ή με γλώσσες, ή θα ερμηνεύσει στη
συνάθροιση για μια ορισμένη περίπτωση. Ο Παύλος έγραψε, «Θέλω δε πάντες να
λαλήτε γλώσσας, μάλλον δε να προφητεύητε …..Ώστε, αδελφοί, ζητείτε μετά ζήλου
το προφητεύειν, και το λαλείν γλώσσας μη εμποδίζετε» (Α΄Κορ.ιδ:5, 39).
Ωστόσο επισήμανε ότι: «Είναι δε διαιρέσεις χαρισμάτων ……Διότι εις άλλον μεν
δίδεται διά του Πνεύματος λόγος σοφίας ….. εις άλλον δε ενέργειαι θαυμάτων, εις
άλλον δε προφητεία, εις άλλον δε διακρίσεις πνευμάτων, εις άλλον δε είδη
γλωσσών, εις άλλον δε ερμηνεία γλωσσών» (Α΄Κορ.ιβ:4, 8, 10). Κατά συνέπεια
ρώτησε θεωρητικά, περιμένοντας μια αρνητική απάντηση: «Μη πάντες είναι
απόστολοι; μη πάντες προφήται; μη πάντες διδάσκαλοι; μη πάντες ενεργούσι
θαύματα; μη πάντες έχουσι χαρίσματα ιαμάτων; μη πάντες λαλούσι γλώσσας; μη
πάντες διερμηνεύουσι;» (Α΄Κορ.ιβ:29-30).