Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Κυριακή 4 Ιανουαρίου 2015

ΚΕΡΔΗ ΚΑΙ ΖΗΜΙΕΣ


«Τι γαρ ωφελείται ο άνθρωπος, εάν τον κόσμον όλον κερδήση, την δε ψυχήν αυτού ζημιωθή;» Ματθ.ις:26

Διάβασε: Ματθ.ις:21-28,  Λουκ.θ:26,  Φιλιπ.γ:7-10

Ζούμε σε μία εποχή, που όλα παρακολουθούνται από την εμπορική όψη του κέρδους. Φαίνεται ότι εξαιτίας των συνεχώς αυξανόμενων οικονομικών δυσχερειών και των αναγκών της ζωής που καθημερινά διογκώνονται, διαμορφώθηκε κάποιο πνεύμα μεταξύ όλων των ανθρώπων κάθε κοινωνικής τάξης, ώστε κάθε απασχόληση εξετάζεται πάνω απ’ όλα συμφεροντολογικά.

Εξαιτίας αυτού, απασχολήσεις όπως η ποίηση και η καλλιτεχνία αμελήθηκαν ή καλλιεργούνται σπάνια και η επιστήμη υποβιβάστηκε σε βιοποριστικό επάγγελμα.


Σ’ αυτή την «εμπορική» εποχή, καλό  θα είναι να εξεταστεί και η πίστη από την εμπορική της άποψη. Αν δηλαδή συμφέρει τον άνθρωπο ή είναι επιβλαβής και επιζήμια.


Κανένας δεν υψώθηκε ποτέ σε ζηλευτή κοινωνική θέση χωρίς κόπο και αγώνες. Κανείς δεν αναπτύχθηκε διανοητικά χωρίς μόχθους και αγρυπνίες. Κανένας δεν τράβηξε πάνω του την εύνοια και την αγάπη των ομοίων του χωρίς τη φιλικότητα και την ευπροσηγορία. Έτσι κανείς ποτέ δεν μπορεί να ελπίζει ότι θα υψωθεί ηθικά και πνευματικά στη θέση, που τον καλεί ο Χριστός με το Ευαγγέλιο, χωρίς ζημιές και πολλές ενοχλήσεις, όπως επίσης και αντίθετα κανείς δεν μπορεί να κερδίσει τον κόσμο και τις παράνομες ευχαριστήσεις του, χωρίς τη βέβαιη απώλεια της αθάνατης ψυχής του.


Εάν λοιπόν συγκρίνουμε το κέρδος του κόσμου προς τη ζημιά της ψυχής, θα καταλάβουμε, ότι η πίστη είναι πραγματικά το ύψιστο και σπουδαιότερο συμφέρον του ανθρώπου.


Μία τέτοια εξέταση της πίστης είναι πολύ χρήσιμη αυτές τις ημέρες, που παραδίνουμε στην ιστορία το χρόνο που έφυγε γεμάτο σφάλματα, ανοησίες, αμαρτίες και θλίψεις, και μπαίνουμε στο νέο αισιόδοξοι γεμάτοι μεγάλες και απατηλές ίσως, ελπίδες. Τι θα κάνουμε το χρόνο αυτό;


Θα εξακολουθήσουμε να αμελούμε το Ευαγγέλιο και να αδιαφορούμε για τις αξιώσεις του; Θα εξακολουθήσουμε να καθησυχάζουμε τη συνείδησή μας με τυπικές και επίπλαστες εξωτερικές ευσέβειες, απατώντας τους εαυτούς μας και νομίζοντας ότι μπορούμε να απατούμε και το Θεό; Εάν συνεχίζουμε να επιμένουμε στη θρησκευτική μας αδιαφορία από τον φόβο μη βλαφτούν κάποια από τα κοσμικά μας συμφέροντα ή να εκτεθούμε στον περίγελο του άπιστου κόσμου, έρχονται επίκαιροι οι λόγοι του Χριστού: «τι ωφελείται άνθρωπος, εάν τον κόσμον όλον κερδήση, την δε ψυχήν αυτού ζημιωθεί;».


Α. Το Κέρδος

«Τι ωφελείται άνθρωπος, εάν κερδήση τον κόσμον όλον;»


Η ερώτηση αυτή στηρίζεται σε μία αδύνατη να εκτελεστεί στην αληθινή της έκταση, υπόθεση: «εάν κερδήση τον κόσμον όλον». Γιατί ποιος μπορεί να κερδίσει όλο τον κόσμο;


Αλλά και αν ήταν δυνατό, δεν θα είχε ωφεληθεί ο άνθρωπος. Γιατί πρώτα τα πράγματα αυτού του κόσμου είναι άστατα και φθαρτά. Ο πλούτος μπορεί να ξεφύγει από τα χέρια του πλούσιου, η δόξα του μεγάλου άνδρα να αμαυρωθεί, οι φίλοι του ισχυρού να αποστατήσουν, η ευτυχία και η χαρά να εκλείψουν, και εκείνος που μόχθησε πολύ για την απόκτηση αυτών, να βρεθεί μετά από λίγο, στερημένος από κάθε ευδαιμονία, που στηρίχθηκε πάνω σ’ αυτά. Έπειτα, και αν τα αγαθά αυτά παραμείνουν, η επιθυμία και η απόλαυσή τους, μετά από λίγο θα αμβλυνθεί, γιατί ο άνθρωπος προχωρεί στην ηλικία, γιατί «ο κόσμος παρέρχεται και η επιθυμία αυτού» (Α’ Ιωάν.β:17). Στο τέλος δε, ακόμα και ο πλουσιότερος και ισχυρότερος και ενδοξότερος άνθρωπος, θα υποκύψει στο θάνατο, και γυμνός όπως μπήκε κάποτε στον κόσμο, θα βγει απ’ αυτόν, αφού αφήσει όλο τον πλούτο του μέχρι και το πιο ευτελές κέρμα, και όλη την κοσμική του δόξα μέχρι και τον πιο ελάχιστο έπαινο.


Αλλά όμως υπήρξαν άνθρωποι, για τους οποίους μπορεί κανείς να πει ότι κατά κάποιο τρόπο κέρδισαν όλο τον κόσμο, όπως βασιλιάδες και μεγάλοι κατακτητές, οι βαθύπλουτοι μεγιστάνες, κι εκείνοι που έγιναν διάσημοι με τη φιληδονία και την ακολασία τους.


Μεταξύ των μεγάλων και ένδοξων κατακτητών, γνωστοί και διάσημοι, ήταν ο Αλέξανδρος, ο Καίσαρ και ο Ναπολέων. Ο καθένας απ’ αυτούς, υπήρξε ο απόλυτος άρχοντας εθνών και βασιλιάδων και επέβαλλε τη θέλησή του πάνω σε όλους τους σύγχρονούς του. Αλλά τι ωφελήθηκαν οι μεγάλοι αυτοί άνδρες που κέρδισαν όλο τον κόσμο; Αναμφίβολα υπήρχε μεγάλη ηδονή στην συναίσθηση της δύναμης της εξουσίας, που διαχειρίζονταν.


Αλλά πόση ανησυχία κατείχε το πνεύμα τους, που μηχανευόταν πώς θα επεκτείνουν τις κτήσεις τους και πώς θα ματαιώσουν τις αντίθετες ενέργειες των αντιπάλων τους, διατηρώντας αυτά που είχαν κατακτήσει. Πόσες υποψίες προδοσιών και επιβολής πίκραιναν τις ψυχές τους  και αραίωναν τους αφοσιωμένους τους φίλους. Και ποιο ήταν το τέλος που ήλθε σε όλους;


Ο μεν Αλέξανδρος πέθανε στην ακμή  της ηλικίας του, πριν μπορέσει να συμπληρώσει τα γιγάντιά του σχέδια, και ο Καίσαρ δολοφονήθηκε στο βουλευτήριο από τους εχθρούς του που συγχώρησε και με πολλούς τρόπους ευεργέτησε και προήγαγε. Ο Ναπολέων τελείωσε τις ημέρες του σε μία έρημη και άπραγη εξορία σαν τον τελευταίο των θνητών. Η ιστορία εξυμνεί τα έργα τους και εγκωμιάζει τα κατορθώματά τους, εκείνοι όμως που βρίσκονται κάτω από τη γη, κανένα από αυτά  τα εγκώμια δεν μπορούν να ακούσουν, ούτε μπορούν να κερδίσουν λίγη χαρά και ευχαρίστηση από τους επαίνους και τον παγκόσμιο θαυμασμό.


Πολλοί βαθύπλουτοι υπήρξαν στον κόσμο, από όλους όμως ο πιο γνωστός και παροιμιώδης για τον πλούτο του είναι ο αρχαίος βασιλιάς της Λυδίας Κροίσος. Το ανάκτορό του ήταν το θησαυροφυλάκιο της αρχαιότητας, αλλά όλα αυτά αναγκάστηκε να τα παραδώσει στο νικητή και μάλιστα θεώρησε τον εαυτό του τυχερό που μπόρεσε να σώσει τη ζωή του από οδυνηρό θάνατο. Υπάρχει αναμφίβολα μεγάλη ηδονή στην απόκτηση πολυτίμων πραγμάτων, αλλά πόσο μικρή είναι η ωφέλεια που πηγάζει από αυτά  και πόσο βασανιστική και κουραστική η φροντίδα για την διατήρησή τους!


Ένας πλούσιος Κινέζος, τα παλιά χρόνια, περνούσε από τους δρόμους του Πεκίνου ντυμένος με τα πλούσια ρούχα του από μετάξι και φορώντας ωραία κοσμήματα με μεγάλα διαμάντια. Τον συνάντησε ένας φτωχός συμπολίτης του, που στάθηκε και παρατήρησε με προσοχή τα πολύτιμά του κοσμήματα, και μετά τον προσκυνούσε και τον ευχαριστούσε για τα διαμάντια. «Μα, δεν σου χάρισα τα διαμάντια μου», παρατήρησε ο πλούσιος. «Όχι», αποκρίθηκε ο φτωχός, «αλλά μου επέτρεψες να τα δω, και αυτή είναι η μόνη απόλαυση των διαμαντιών, γιατί ούτε για φαγητό είναι χρήσιμα, ούτε κανένα όμορφο άρωμα αναδίδουν. Έτσι και οι δύο τα είδαμε. Διαφέρουμε όμως στο εξής: ότι εσύ έχεις το βάρος τους και την φροντίδα  να τα φυλάς με ασφάλεια από τον φόβο μην τα κλέψουν, ενώ εγώ δεν έχω να φροντίσω για τίποτα τέτοιο».


Πραγματικά ο πλούτος είναι πηγή ευχαριστήσεων, εφόσον αυτός που τον κατέχει τον χρησιμοποιεί για τις δικές του νόμιμες ανάγκες και για να κάνει ευτυχισμένους αυτούς που βρίσκονται γύρω του. Πέρα από τις δύο αυτές χρήσεις ο πλούτος που στέκεται αργός ή που υπηρετεί παράνομες ευχαριστήσεις, είναι τύραννος και δεσπότης και φιλοδωρεί και τον κάτοχο και εκείνους που βρίσκονται γύρω του, με φροντίδες, φόβους, ανησυχίες και δυστυχίες.


Υπήρξαν και άνθρωποι που προσπάθησαν να κερδίσουν τον κόσμο όλο με το να γευθούν κάθε ηδονή. Γνωστό τέτοιο παράδειγμα μας παρέχει η Αγία Γραφή στο πρόσωπο του Σολομώντα. Αλλά τι ωφελήθηκαν και αυτοί;


Αντιγράφω εδώ τα λόγια του ίδιου του Σολομώντα:«Εγώ είπα εν τη καρδία μου, Ελθέ τώρα, να σε δοκιμάσω δι' ευφροσύνης· και εντρύφα εις αγαθά· και ιδού, και τούτο ματαιότης. Είπα περί του γέλωτος, Είναι μωρία· και περί της χαράς, Τι ωφελεί αύτη; Εσκέφθην εν τη καρδία μου να ευφραίνω την σάρκα μου με οίνον, ενώ έτι η καρδία μου ησχολείτο εις την σοφίαν· και να κρατήσω την μωρίαν, εωσού ίδω τι είναι το αγαθόν εις τους υιούς των ανθρώπων, διά να κάμνωσιν αυτό υπό τον ουρανόν πάσας τας ημέρας της ζωής αυτών. Έκαμον πράγματα μεγάλα εις εμαυτόν· ωκοδόμησα εις εμαυτόν οικίας· εφύτευσα δι' εμαυτόν αμπελώνας. Έκαμον δι' εμαυτόν κήπους και παραδείσους και εφύτευσα εν αυτοίς δένδρα παντός καρπού. Έκαμον δι' εμαυτόν δεξαμενάς υδάτων, διά να ποτίζω εξ αυτών το άλσος το κατάφυτον εκ δένδρων. Απέκτησα δούλους και δούλας και είχον δούλους οικογενείς· απέκτησα έτι αγέλας και ποίμνια περισσότερα υπέρ πάντας τους υπάρξαντας προ εμού εν Ιερουσαλήμ. Συνήθροισα εις εμαυτόν και αργύριον και χρυσίον και εκλεκτά κειμήλια βασιλέων και τόπων· απέκτησα εις εμαυτόν άδοντας και αδούσας και τα εντρυφήματα των υιών των ανθρώπων, παν είδος παλλακίδων. Και εμεγαλύνθην και ηυξήνθην υπέρ πάντας τους υπάρξαντας προ εμού εν Ιερουσαλήμ· και η σοφία μου έμενεν εν εμοί. Και παν ό,τι εζήτησαν οι οφθαλμοί μου, δεν ηρνήθην εις αυτούς· δεν εμπόδισα την καρδίαν μου από πάσης ευφροσύνης, διότι η καρδία μου ευφραίνετο εις πάντας τους μόχθους μου· και τούτο ήτο η μερίς μου εκ παντός του μόχθου μου. Και παρετήρησα εγώ εν πάσι τοις έργοις μου τα οποία έκαμον αι χείρές μου, και εν παντί τω μόχθω τον οποίον εμόχθησα, και ιδού, τα πάντα ματαιότης και θλίψις πνεύματος, και ουδέν όφελος υπό τον ήλιον» (Εκκλησ.β:1-11).


Αυτή υπήρξε η πείρα ενός ανθρώπου σοφού που όμως με αφροσύνη πέρασε τις ένδοξες ημέρες του. Εάν ρωτούσαμε τον Σολομώντα: «Τι ωφελείται άνθρωπος εάν τον κόσμον όλον κερδήση», θα αποκρινόταν από την πικρή του πείρα: «ουδέν όφελος υπό τον ήλιον».


Β. Η Ζημία

Πόση θα είναι άραγε η ζημία εάν κάποιος «ζημιωθή την ψυχήν αυτού;» Στο ερώτημα αυτό απαντάμε άφοβα ότι η ζημία είναι ανυπολόγιστη, γιατί ανυπολόγιστη είναι για τον άνθρωπο η αξία της ψυχής. Αν και είμαστε σύνθετοι από σώμα ψυχή και πνεύμα, όμως δεν μπορούμε να μη διακρίνουμε και να αποδώσουμε την πρώτη θέση και την ύψιστη σημασία στην ψυχή και το πνεύμα. Η ψυχή αποτελεί ουσιαστικά την προσωπικότητά μας, όχι το σώμα που συνεχώς φθείρεται και στο τέλος κατατίθεται στον τάφο. Λέγοντας «εγώ», δεν εννοούμε το σώμα αλλά την ψυχή που ενοικεί και κυβερνά μέσα από αυτό, που ωθεί το σώμα στις πράξεις και έχει όλη την ευθύνη γι’ αυτές. Ώστε το να ζημιωθεί κάποιος την ψυχή, σημαίνει να ζημιωθεί ή να καταστρέψει τον εαυτό του. Μπορεί να υπάρξει μεγαλύτερη ζημιά απ’ αυτή;

Σε τι συνίσταται η ζημιά ή απώλεια της ψυχής;

α) στο χάσιμο κάθε ευκαιρίας διαλλαγής με τον Πλάστη. Η ένοχη ψυχή θα είναι εκτεθειμένη στην οργή του άγιου και δίκαιου Θεού χωρίς να υπάρχει ποτέ ελπίδα ανακούφισης ή απαλλαγής. Στεναχωριόμαστε, όταν βλέπουμε δυσαρεστημένο και βλοσυρό τον προϊστάμενό μας, και προσπαθούμε με κάθε τρόπο να εξιλεωθούμε και να καταπραΰνουμε το ψυχρό του βλέμμα. Πόση θα είναι η ατελείωτη δυστυχία του αμαρτωλού όταν θα αισθάνεται συνέχεια πάνω του το δυσαρεστημένο βλέμμα του Υψίστου, και πόσο διακαής θα είναι ο πόθος του να εξιλεώσει αν είναι δυνατόν τη Θεία Δικαιοσύνη! Αλλά θα ξέρει ότι ο καιρός της εξιλέωσης πέρασε, και με πόνο θα θυμάται ότι κάποτε πάλεψε μέσα του ο πόθος της συνδιαλλαγής με την άπληστη επιθυμία του κόσμου, και ότι αυτός προτίμησε να κερδίσει ό,τι μπορούσε από τον κόσμο παρά να συνεννοηθεί με το Θεό και να υποταχθεί στο θέλημά Του.

β) στο χάσιμο για πάντα κάθε ευκαιρίας για ηθική βελτίωση και ανόρθωση. Στον άνθρωπο που βρίσκεται στην αμαρτία, οι πρόσκαιρες ευχαριστήσεις του κόσμου αυτού επικαλύπτουν τη ντροπή και την βρωμιά της αμαρτίας, όπως οι κιβδηλοποιοί καλύπτουν το ψεύτικο μέταλλο με λεπτό στρώμα χρυσού ή αργύρου. Αλλά όταν περάσει το σχήμα του κόσμου αυτού, όταν τα μάτια της ψυχής ανοιχτούν πέραν του τάφου και δει την αιωνιότητα που έχει να περάσει, τότε θα θέλει κι αυτή ν’ απαλλαγεί αν είναι δυνατό από την πτώση και τον εξευτελισμό, και να υψωθεί στα ύψη της αγνότητας και της αγιοσύνης και να μετέχει και αυτή στο θέαμα και τη λατρεία του Υψίστου!

Αλλά θα ξέρει ότι ο καιρός του καθαρισμού πέρασε και με πόνο θα θυμάται τη σωτήρια φωνή του Ευαγγελίου που απευθυνόταν σ’ αυτήν όταν ήταν στο σώμα και είχε καιρό να μετανοήσει. Αλλά αυτή απείθησε στην πρόσκληση και καταφρόνησε τη συμβουλή, και δεν μπόρεσε μεν να κερδίσει τον κόσμο όλο όπως ήθελε, αλλά έχασε και κάθε ελπίδα ηθικής και πνευματικής ανόρθωσης για πάντα. Τέτοια ζημιά ξεπερνάει κάθε σκέψη.

Γ. Σύγκριση Κέρδους και Ζημίας

«Τι ωφελείται άνθρωπος εάν κερδήση τον κόσμον όλον, την δε ψυχήν αυτού ζημιωθή;» Εάν μπορούσε κανείς να κερδίσει όλο τον κόσμο θυσιάζοντας γι’ αυτό το σκοπό τις συνηθισμένες αναπαύσεις της ζωής και στεναχώριες, ίσως το κέρδος να ήταν αρκετά  σπουδαίο αν και άστατο και πρόσκαιρο. Αλλά πάρα πολύ λίγοι θα θελήσουν να κερδίσουν έστω και όλο τον κόσμο θυσιάζοντας ένα από τα πολυτιμότερα αγαθά όπως την υγεία, και κανένας δεν θα δεχόταν το κέρδος αυτό εάν ήξερε ότι λόγω αυτού, θα έχανε τη ζωή του, γιατί ποιο το όφελος σε μία τέτοια περίπτωση;

Και όμως βρίσκονται πάμπολλοι πρόθυμοι να κερδίσουν, όχι τον κόσμο όλο, αλλά πολύ μικρό μέρος του, λίγα χρήματα ή μικρή φήμη ή κάποιο ελάχιστο έπαινο, ή κάποια στιγμιαία ευχαρίστηση, με θυσία όχι την ανάπαυση ή την υγεία, αλλά με ζημιά της αθάνατης και αιώνιας ψυχής. Τέτοια είναι η τύφλωση και ο παραλογισμός, στον οποίο έβαλε τον άνθρωπο η αμαρτία.

Ποιο το όφελος από το πρόσκαιρο κέρδος του κόσμου, όταν τούτο αποκτηθεί με ζημιά της αιώνιας ψυχής; Ποιος πλούσιος μπορεί να είναι ευτυχισμένος, ενώ ξέρει ότι ο πλούτος του είναι ακόμα υγρός από τον ιδρώτα  και ίσως από το αίμα εκείνων που αδικήθηκαν. Ποιος είναι εκείνος που όταν υψώνεται σε θρόνο δόξας και φήμης, μπορεί ήσυχα να δρέψει τις δάφνες του, όταν ξέρει ότι τους επαίνους και τον θαυμασμό των πολλών συνοδεύουν υπόκωφοι στεναγμοί και μυστηριώδεις απειλές εκείνων που υποσκέλισαν και καταφρόνησαν; Ποιος είναι εκείνος που κυλιέται στις ηδονές και μπορεί να έχει ήσυχη τη συνείδησή του, ενώ ξέρει ότι καταπατά ιερούς νόμους του Υψίστου;

Έτσι το κέρδος του κόσμου αυτού, όταν γίνεται με ζημιά της ψυχής, δεν μπορεί να ωφελήσει και να ευφράνει τον άνθρωπο. Αλλά όταν έλθει η ώρα του θανάτου και αρχίζει να σηκώνεται το πέπλο που πριν έκρυβε το φοβερό μέλλον, ο δε ένοχος άνθρωπος  αρχίζει να διακρίνει μακριά την οδύνη της αιωνιότητας, που γρήγορα τον πλησιάζει, ποια τότε είναι η ωφέλεια σε αυτόν που κέρδισε τον κόσμο όλο, αφού ζημιώθηκε γι’ αυτό την πολύτιμη ψυχή του; Ποια είναι η ωφέλεια όταν κλείσει οριστικά τα μάτια του στην παρούσα απατηλή μορφή των πραγμάτων, ανοίξει τα μάτια της διάνοιάς του και δει τον εαυτό του βαλμένο στη λίμνη του πυρός της θείας οργής εκεί όπου «ο σκώληξ αυτών δεν τελευτά και το πυρ δεν σβύνεται;»

Όλοι οι άνθρωποι είμαστε κατά κάποιο τρόπο έμποροι επιδιώκοντας κέρδη και υποκείμενοι σε ζημιές. Και όταν μεν και τα κέρδη και οι ζημίες αναφέρονται στα πράγματα του κόσμου αυτού, οφείλουμε να καταφεύγουμε στην οικονομική επιστήμη και την πείρα, για να διαφωτιστούμε για το τι πρέπει να κάνουμε. Όταν όμως τα κέρδη και οι ζημίες σχετίζονται με τα αιώνια συμφέροντα των αθάνατων ψυχών μας, οφείλουμε να προστρέχουμε στο φως του Ευαγγελίου για οδηγία. Από αυτό διδασκόμαστε ότι τίποτα δεν ωφελείται ο άνθρωπος και τον κόσμο όλο αν κερδίσει και ζημιωθεί την πολύτιμή του ψυχή.

Εμείς τι κάναμε μέχρι τώρα φίλε αναγνώστη; Επιθυμήσαμε ίσως να κερδίσουμε τον κόσμο όλο. Ίσως να είμαστε πιο μετριοπαθείς και να εκλέξαμε ένα μέρος από όλον τον κόσμο για να το κερδίσουμε και να το απολαύσουμε. Αλλά εάν το κάναμε αυτό με ζημιά των ψυχών μας, άθλιο και ολέθριο υπήρξε το κέρδος μας. Ενώ μπαίνουμε στον καινούριο χρόνο, της παροικίας μας στη γη, ας ελέγξουμε το παρελθόν σαν φρόνιμοι έμποροι, μήπως περιπέσουμε στο σφάλμα να επιζητήσουμε ελάχιστο κέρδος με τη μέγιστη απώλεια, ας προσπαθήσουμε δε στο εξής να φροντίσουμε πρώτα να σώσουμε την ψυχή μας και να την εξασφαλίσουμε, και έπειτα να κερδίσουμε από τον κόσμο ό,τι είναι ωφέλιμο και αναγκαίο.