Ο Ιωαννίκιος Καρτάνος πρεσβύτερος της εκκλησίας και πιστός στο όνομα του Κυρίου έζησε τον 16ο αιώνα στην Κέρκυρα.
Κατά την διάρκεια της διακονίας του έχοντας χριστεί μέγας πρωτοσύγγελος από την ανατολική εκκλησία, κήρυξε στα ιόνια νησιά που ήταν υπό ενετική κατοχή και στην δυτική Ελλάδα που ήταν υπό τουρκική κυριαρχία .Ταξίδεψε ακόμη στην Ιερουσαλήμ, την Νέα Ρώμη, και την Βενετία.
Στην Βενετία που βρίσκεται το 1534 αναδεικνύεται από τους βασικούς πολέμιους του παπισμού, ενώ η σύγκρουσή του με τον μητροπολίτη Μονεμβασίας Αρσένιο, (που είχε ασπασθεί τον παπισμό), όταν ο τελευταίος επιχείρησε να κηρύξει σε ελληνική εκκλησία της Βενετίας, (έχοντας την επίσημη άδεια των αρχών), είχε ως αποτέλεσμα την τριετή φυλάκισή του Καρτάνου.
Εγκλειστος στην φυλακή το 1536 γράφει την 800 σελίδων «Παλαιά τε και Νέα Διαθήκη». Ενα γοητευτικό γλωσσικό μνημείο της απλής εκκλησιαστικής δημώδους των αρχών του 16ου αιώνα και συνάμα το πρώτο ψυχωφελές λαϊκό βιβλίο.
Στα περιεχόμενά του, το σύγγραμμα του Καρτάνου εκτός από τα θέματα της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, τα οποία καλύπτουν το μισό περίπου έργο, περιλαμβάνει θέματα ιστορίας και χρονογραφίας, εγκυκλοπαιδικά, αλλά και ζητήματα καθημερινής πρακτικής και επικαιρότητας. «Η Παλαιά τε και Νέα Διαθήκη», ένα έργο προδρομικό και προκλητικό στο είδος του και στην εποχή του, ήταν φυσικό να δεχτεί επιθέσεις (για τη «λαϊκή» του γλώσσα, τα «αδόκιμα ελληνικά», το «ιταλικό λεξιλόγιο», τα δογματικά «λάθη» και τις θέσεις, που σύμφωνα με την επίσημη Εκκλησία «έφεραν σε κίνδυνο το "ορθόδοξο" ποίμνιο»).
Τις δριμείες επιθέσεις, ωστόσο, τις ξεπέρασε μέσω των αλλεπάλληλων εκδόσεών του. Η εκδοτική εξάλλου επιτυχία του συγγράμματος υπήρξε πρωτοφανής, αφού μεταξύ του 1536 και του 1567 πραγματοποίησε τουλάχιστον 5 εκδόσεις, ενώ για περισσότερα από 100 χρόνια τιμήθηκε από τις προτιμήσεις των αναγνωστών σε όλο τον ελληνόφωνο κόσμο.
Διακηρύσσει την ανάγκη να μορφωθεί ο λαός με έργα γραμμένα στη γλώσσα του.«Δεν το έκαμα διά τους διδασκάλους, αλλά διά τους αμαθείς ως εμέ και διά να καταλάβουν πάντες οι χειροτέχναι και αμαθείς την θείαν Γραφήν, τόσον ναύται όσο και χειροτέχναι και γυναίκες και παιδιά και πάσα μικρός άνθρωπος, μόνον που να ηξεύρει να διαβάζει», λέει ο ίδιος στην εισαγωγή του βιβλίου. Οι παραπομπές του σε πρωτότυπα ή μεταφρασμένα εδάφια της Αγίας Γραφής είναι σωστές και πλήρεις.
Το έργο και η πίστη του Καρτάνου επηρεάζονται από τον δημώδη μοναρχιονισμό, της ελληνικής επαρχίας. Ο Καρτάνος ως κληρικός -που είχε διαβάσει του κόσμου την πατρολογία, τους ύμνους και τα σχολιολόγια των Πατέρων- δεν «γνώριζε» και δεν «κατανοούσε» το δόγμα της μυστηριώδους Τριάδας.
Πιστεύει ότι ο Χριστός είναι ο Θεός. Τριάδα δεν είναι παρά η περιγραφή του Θείου ως τριών απλών "ονομάτων" του Θεού χωρίς να μπορεί να διακρίνει τα πρόσωπα τις υποστάσεις και τα μοναδικά ιδιώματα που δίδασκε η ανατολική καθολική ("ορθόδοξη") εκκλησία.
Ο Καρτάνος δεν είχε σκοπό να έρθει σε ευθεία αντιπαράθεση με τους τριαδικούς παρότι αντιμετώπισε το μίσος και τη ζηλοφθονία τους. Ομως, έγραψε ένα ανθολόγιο στο οποίο είχε διακηρύξει την πίστη που μας παραδόθηκε από τους αποστόλους, παρασύροντας και άλλους πρεσβυτέρους και αυτό έπρεπε με κάθε τρόπο να το σταματήσουν.
Η εξαιρετική αποδοχή που είχε στον λαό το έργο του Καρτάνου, έφερε απέναντί του τον κατ' εξοχήν πολέμιό του, τον πολυγραφότατο υπέρμαχο της καθολικής ορθοδοξίας και της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, τον Ζακυνθινό μοναχό Παχώμιο Ρουσάνο, ο οποίος τον αποκάλεσε «αιρεσιάρχη» και τους οπαδούς του «Καρτανίτας» και «Ιωαννικιανούς», προσπαθώντας να προκαλέσει την εκκλησιαστική του καταδίκη.
Μετά από σκληρές επιθέσεις τελικά αφαίρεσε τις επίμαχες παραγράφους σε νεότερη έκδοση του έργου του. Παρά τις περικοπές που έκανε στην πέμπτη έκδοση, δεν ορίστηκε όπως πολλοί περίμεναν επίσκοπος. Αντίθετα το "οικουμενικό" πατριαρχείο της Νέας Ρώμης τον απομάκρυνε ως "ετερόδοξο".
Η ορθόδοξη καθολική εκκλησία μετά την επικράτηση των ησυχαστών και την εξόντωση των ζηλωτών στην Θεσσαλονίκη φοβόταν να επιτρέψει σε χριστιανούς πρεσβυτέρους να φτάσουν στο επισκοπικό "αξίωμα".
Οι τριαδικοί αποφεύγουν να επιτεθούν κατά μέτωπο στην πίστη της Θείας Μονότητας , επειδή ήταν αποδεκτή από μεγάλο μέρος της εκκλησίας. Ετσι εφευρίσκονται διάφορα προσχήματα και ο Καρτάνος :
- κατηγορείται ότι στο έργο του υπάρχουν αναφορές από το βιβλίο «Fioretto di tutta la Biblia historiato» το οποίο είχε καταδικαστεί από την παπική σύνοδο του Τριέδου!
- κατηγορείται ότι έχει επηρεαστεί από το απόκρυφο ευαγγέλιο της παιδικής ηλικίας του Ιησού.(φαιδρή και προσχηματική κατηγορία αν λάβουμε υπ όψην μας οτι η ορθόδοξη εκκλησιαστική παράδοση βρίθει από αναφορές στα απόκρυφα "ευαγγέλια" και σε ένα σωρό μύθους και θρύλους. Οι εικόνες που χρησιμοποιούνται στην ορθόδοξη λατρεία στηρίζουν πολλές από τις λεπτομέρειές τους σε τέτοιου είδους πηγές. Ο Καρτάνος απλά ακολούθησε την πεπατημένη σε αυτό το ζήτημα).
Ο ίδιος ο Καρτάνος αρνείται ότι γνώριζε τα περί αντικανονικότητας του συγκεκριμένου «ευαγγελίου»
(Είναι γνωστή η μεσαιωνική κατάσταση του «ορθοδόξου» κλήρου μέχρι και σήμερα..)
(Είναι γνωστή η μεσαιωνική κατάσταση του «ορθοδόξου» κλήρου μέχρι και σήμερα..)
- κατηγορείται για ετεροδοξία. Οι αρχιερείς δεν τολμούν να τον καταδικάσουν για μοναρχιανισμό. Αντίθετα υπάρχει μια θολή και αστήρικτη αναφορά σε πανθεισμό!
Είναι διαχρονική συνταγή της καθολικής εκκλησίας κάθε λογής(ανατολικής,παπικής ή μεταρρυθμισμένης) να κατηγορεί τους μονοθειστές στο εσωτερικό της για πανθεισμό και τους εκτός αυτής για μανιχαισμό..
Αν και η μετάφραση του κειμένου της Αγίας Γραφής στο βιβλίο του δεν γίνεται συστηματικά σε συνεχές κείμενο,(πράγμα που δεν περιλαμβανόταν στις προθέσεις του συγγραφέα), ο Καρτάνος δίκαια μπορεί να θεωρείται ο πρώτος που δοκίμασε τη "μετάφραση" σε τέτοια έκταση, και επομένως πρόδρομος της μετάφρασης της Καινής Διαθήκης του Μαξίμου Καλλιπολίτη, υπό την αιγίδα του Κυρίλλου Λούκαρη, που τυπώθηκε το 1638, εκατό χρόνια αργότερα από τις πρώτες απόπειρες του Καρτάνου.