Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Τρίτη 1 Οκτωβρίου 2013

οι "άλλοι"

Ακούμε για μεγαλειώδεις αναζωπυρώσεις , για πολύπλοκα δόγματα , για εκπληκτικούς ευαγγελιστές,  για θαυμαστές ευλογίες , για μεγάλες εκκλησίες, για πολυανθρωπες λαοσυνάξεις , για καλογυαλισμένα  ιερατεία, για φωτισμένους πατέρες , για αγίους καλογέρους , για ανεξήγητα μυστήρια, για «ευσεβείς» και καλοδεχούμενους κοινωνικά «πιστούς», για πλούσια ελέη.

Από την άλλη πλευρά έχουμε ψυχές κυνηγημένες , «παράνομους» στα μάτια των αρχών, καταφρονεμένους και διωκόμενους από την εκκλησιαστική εξουσία,που η δράση του ιερατείου τους έχει απομακρύνει  από κάθε εκκλησία, και που πολλές φορές η καρδιά τους διψάει να γνωρισει τον Κύριο .

Παρακάτω ποιηματάκια του Μικέλη 'Αβλιχου (1844-1917) Μπακουνικού (αναρχικού) απο το Ληξούρι, Κεφαλονιάς. Στα ποιήματα του καυτηρίαζε το καθεστώς της εκμετάλευσης, και την παπαδοκρατία.

 χριστούγεννα
                                      
Διάκοι του Βαάλ, δεν είναι δικός σας
αυτός της φάτνης, ο φτωχός Χριστός
που κύρηξε για νόμο του τη χάρη
εσάς τιμή σας μόνη: το στοιχάρι,
πομπές, θεοπομπές το ιδανικό σας,
κι είν' ο θεός σας σαν και σας μιαρός.

                      
Η δέ δύναμις της αμαρτίας ο Νόμος.
                     (Παύλος προς Κορινθίους Α' 15-56)


Ο μοχθηρός ψευδοφιλόπατρις


το πρόσωπο του εκείνο το γιωμένο
που της καρδιάς του δείχνει τη σκουριά
το γέλιο το κρυφό και λυσσιασμένο
που η δυστηχία των άλλων του γεννά

το φθονερό του μάτι το σβησμένο
που δείχνει βουλιμία για συμφορά
μας εξηγούν γιατ' είναι διψασμένο
 
τ' αχείλι του και πόλεμο ζητά

διψάει να ιδή στα μούτρα φορεμένους
πατέρες και μανάδες που μισεί
να τους ιδεί στα δάκρυα τους πνιγμένους.
θάναι δροσιά στην έρμη του ψυχή.
για τούτο υπέρ πατρίδος σκούζει, κράζει
όρνιο, που για κουφάρια αναστενάζει.


Ο φιλάργυρος

 
Σαν το Χριστό κ' ή φύσις αναστημένη
στοργή και ζέση ολόγυρα σκορπάει
είναι του πάγου η πλάκα κυλισμένη
κι' από χαρά πάσα πνοή σκυρτάει.

Κι'αγάλλεται όλη η πλάση ερωτευμένη
και την ανάσταση της τραγουδάει!
Κ' ευδωδιάζει η πασχαλιά ανθισμένη
κι' ολούθε αγάπης φίλημα αντηχάει

Μόνον Ιούδα, εσύ, τ' αργύρια σου
μετράς-και δεν ευρίσκεις τη χαρά
μήτε σ'αυτά, και γι' άλλα διψασμένος
   Ρίψ' τα λοιπόν και πήγαινε...κρεμάσου..
θα σε δεχτεί κουνώντας την ουρά
ο Μαμωνάς στον 'Αδη ενθουσιασμένος!