Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Κυριακή 8 Νοεμβρίου 2015

Δείπνο του Κυρίου = Ενότητα

Το να φας μαζί με κάποιον ήταν πολύ σημαντικό. Σήμερα, το να φάμε μαζί δεν σημαίνει τίποτα. Πάμε σε ένα εστιατόριο και τρώμε μαζί με ένα σωρό ανθρώπους που δεν τους ξέρουμε ούτε τους είδαμε, και μπορεί και να μην τους ξαναδούμε ποτέ. Στο βιβλικό κόσμο όμως έτρωγες μόνο μαζί με την οικογένεια σου. 


Όταν η εκκλησία μετά την εντολή του Χριστού έκανε το δείπνο, έτρωγαν όλοι μαζί. Φανταστείτε πόσο αντίθετο ήταν για την κοινωνία της εποχής! Ακούστε τους ανθρώπους να λένε, "Τι τρώτε εσείς όλοι μαζί; Οικογένεια είστε;" Ναι, οικογένεια είμαστε! Όταν μοιραζόμαστε αυτό το φαγητό μαζί, το δείπνο, ορκιζόμαστε ότι αγαπούμε ο ένας τον άλλον, ότι είμαστε πιστοί ο ένας στον άλλον. Ορκιζόμαστε ότι βλέπουμε ο ένας τον άλλον σαν μέλη της ίδιας οικογένειας. Γράφει ο απόστολος Παύλος στην Α΄ Κορ.ι:16-17, "Το ποτήριον της ευλογίας το οποίον ευλογούμε, δεν είναι κοινωνία του αίματος του Χριστού; Ο άρτος τον οποίον κόπτομεν, δεν είναι κοινωνία του σώματος του Χριστού;" Όλοι παίρνουμε ένα κομμάτι από το ίδιο ψωμί. Και αποτυπώνουμε έτσι με αυτό τον συμβολικό τρόπο την ενότητά μας. Πιστεύω θα ήταν πιο συμβολικό αντί να έχουμε τα ψωμάκια ήδη κομμένα, να περνάμε ένα μεγάλο κομμάτι ψωμί και ο καθένας μας να κόβει ένα μικρό κομμάτι για να νοιώσουμε το συμβολισμό ακόμη καλύτερα.

Θα μελετήσουμε την πιο γνωστή, την πιο διαβασμένη περικοπή σχετικά με το Δείπνο του Κυρίου, τα εδάφια που βρίσκονται στην Α΄ Κορ.ια:17-34.



Πρέπει να θυμόμαστε ότι οι επιστολές είναι γράμματα που τα προκάλεσαν κάποιες περιστάσεις, κάποιο πρόβλημα, μια κατάσταση. Γι’ αυτό είναι σημαντικό να έχουμε υπόψη μας, όλη την επιστολή, όπως και το τι σήμαινε να είναι κάποιος χριστιανός στην Κόρινθο εκείνη την εποχή.




Τι ήταν λοιπόν αυτό, που προκάλεσε το πρόβλημα; Και ποιο ήταν ακριβώς το πρόβλημα που έκανε τον απόστολο Παύλο να τους γράψει, στο εδάφιο 22, «δεν σας επαινώ», και «ότι συνέρχεσθε ουχί διά το καλήτερον αλλά διά το χειρότερον»;



Η εικόνα αυτή της πόλης, όπως ήταν φυσικό, καθρεφτίζονταν και μέσα στην εκκλησία. Και μέσα στην εκκλησία υπήρχαν άνθρωποι από κάθε γωνιά του κόσμου και κάθε γωνιά της ζωής. Αυτό φαίνεται για παράδειγμα και από εκείνο το πολύ γνωστό εδάφιο, στο ιβ:13, «Διότι ημείς πάντες δια του ενός Πνεύματος εβαπτίσθημεν εις εν σώμα, είτε Ιουδαίοι, είτε Έλληνες, είτε δούλοι, είτε ελεύθεροι».



Πως μπορείς λοιπόν, να κάνεις εκκλησία με τόσο διαφορετικούς ανθρώπους;



Το γράμμα αυτό αντιμετωπίζει προβλήματα που ξεπηδούν από το γεγονός ότι όπως κι εμείς, έτσι κι εκείνοι άφηναν πολύ συχνά τον κόσμο της Κορίνθου να μπαίνει μέσα στην εκκλησία.



Πως μπορούν άνθρωποι πλούσιοι και φτωχοί, μορφωμένοι και αμόρφωτοι να κάτσουν μαζί; Και κυρίως πως μπορούν να δουν ο ένας τον άλλον «στα μάτια», σαν ίσος προς ίσο;



Πρέπει οι πλούσιοι και οι μορφωμένοι να μάθουν να μην υποτιμούν, αλλά να φροντίζουν, χωρίς να θέλουν να γίνεται το δικό τους. Οι φτωχότεροι να μη ζηλεύουν. Οι πλούσιοι να μην κάνουν τις δικές τους κλίκες και αφήνουν τους άλλους απέξω.



Βέβαια διαχωρισμοί συμβαίναν όταν μαζεύονταν μαζί. Δεν υπήρχε εκκλησιαστικό κτήριο κι έτσι μαζεύονταν στα σπίτια αυτών που θα μπορούσαν να τους χωρέσουν όλους.



Και εδώ ακριβώς ήταν το πρόβλημα. Σε μια κοινωνία που είναι τόσο ταξική, που μετράει το χρήμα πάνω απ’ όλα, ήταν πολύ εύκολο όταν η εκκλησία ήταν στο σπίτι ενός πλούσιου, οι όμοιοι του να πάνε στην τραπεζαρία και οι άλλοι να πάνε στην αυλή. Προσέξτε, μπορεί σήμερα να μην εκδηλώνονται έτσι οι κοινωνικές διαφορές. Μπορούν να εκδηλωθούν όμως, αλλιώς. Και μπορεί να μην είναι το χρήμα που μας ξεχωρίζει, αλλά μπορεί να είναι άλλοι λόγοι.



Καθώς παρακολουθούμε αυτά, ας σκεφτόμαστε με ποιους τρόπους είναι πιθανόν να κάνουμε το ίδιο λάθος σήμερα.



Γράφει λοιπόν, στο εδ.17, όταν μαζεύεστε σαν εκκλησία, δεν μαζεύεστε για καλό. Τα κάνετε τα πράγματα χειρότερα. Και στο εδ.18 εξηγεί, «Διότι πρώτον μεν όταν συνέρχησθε εις την εκκλησίαν, ακούω ότι υπάρχουσι σχίσματα μεταξύ σας, και μέρος τι πιστεύω».



Αυτά τα σχίσματα δεν είναι τα ίδια με αυτά που αναφέρει στην αρχή της επιστολής. Εκεί τα σχίσματα είχαν να κάνουν με το ποιος ηγέτης τους άρεσε καλύτερα. Εδώ τα σχίσματα αφορούν το πως βλέπουν ο ένας τον άλλον. Είναι κοινωνικά σχίσματα.



Και προσέξτε με πόση σοφία χειρίζεται το θέμα ο απόστολος Παύλος: «Και μέρος τι πιστεύω» τους γράφει. Ένα κομμάτι σίγουρα το πίστευε. Ποιοι του το είπαν; Πιθανώς οι αδικούμενοι, οι φτωχότεροι, οι χαμηλότεροι κοινωνικά. Επειδή όμως, ξέρει πως πάντα η ανθρώπινη φύση μας, μας οδηγεί να βάζουμε «αλατοπίπερο» επειδή ξέρει πως όποιος αδικείται δεν μπορεί να είναι 100% αντικειμενικός και δίκαιος με τον άλλο που πιστεύει πως τον αδικεί.



Πριν προχωρήσει να εξηγήσει γιατί τους πιστεύει κάνει μια θεολογική παρένθεση. Πιθανόν η παρένθεση να είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους πιστεύει αυτούς που του έφεραν τα δυσάρεστα νέα των σχισμάτων. Γράφει στο 19, «διότι είναι ανάγκη να υπάρχωσι και αιρέσεις μεταξύ σας, δια να γείνωσι φανεροί μεταξύ σας οι δόκιμοι».



Δεν λέει πως τα σχίσματα είναι καλό πράγμα. Λέει πως είναι αναγκαίο. Ο Θεός τα χρησιμοποιεί και αυτά, για να φανεί ποιοι είναι οι δόκιμοι.



Είπαμε ότι τα σχίσματα εδώ είναι κοινωνικά, όχι θεολογικά. Δηλαδή φανερώνουν ποιοι είναι τελικά αυτοί των οποίων η συμπεριφορά άλλαξε. Δόκιμοι είναι αυτοί που βλέπουν πως εδώ «μέσα» οι χωρισμοί που υπάρχουν «έξω», έχουν σβήσει.



«Δόκιμος», λοιπόν, είναι αυτός που έχει μάθει να βλέπει την εκκλησία, τους αδελφούς του, μέσα από τα μάτια του Θεού, σαν παιδιά του Θεού και τίποτα άλλο. Και θα υπάρξουν περιστάσεις στις οποίες όλοι θα κριθούμε, γιατί αργά ή γρήγορα θα φανεί αν θεωρούμε τους άλλους υπερέχοντες, ή αν τους υποτιμούμε στη συνείδησή μας.



Εδ.20: «Όταν λοιπόν συνέρχησθε επί το αυτό, τούτο δεν είναι να φάγητε Κυριακόν δείπνον». Αυτό που λέει είναι, πως καθώς συνέρχεστε σαν εκκλησία, αυτό που έχετε καταντήσει να κάνετε δεν είναι Κυριακό Δείπνο.



Γιατί; Εδ.21: «διότι έκαστος λαμβάνει προ του άλλου το ίδιον εαυτού δείπνον εν τω καιρώ του τρώγειν, και άλλος μεν πεινά, άλλος δε μεθύει». Όπως είπαμε το δείπνο του Κυρίου γίνονταν σε συνδυασμό με κοινό γεύμα. Καθώς λοιπόν μαζεύονται, «έκαστος» και εννοεί αυτούς που «έχουν» σε αντίθεση με αυτούς που «δεν έχουν», την ώρα που τρώνε, τρώει το δικό του δείπνο, και καταλήγετε στο δείπνο που είναι για τον Κύριο να μένουν κάποιοι νηστικοί και να πεινάνε, ενώ κάποιοι άλλοι....



Είναι ενδιαφέρον να διαβάσει κανείς σε ιστορικούς της περιόδου εκείνης, πως σε μια ταξική κοινωνία όπως της Κορίνθου, ακόμη και το φαγητό που σερβίρονταν ήταν ανάλογο της σημασίας του καλεσμένου. Δηλαδή στο ίδιο γεύμα, οι πιο σημαντικοί έπαιρναν περισσότερο και καλύτερο φαγητό από τους άλλους! Αυτό συνέβαινε ακόμη και με το κρασί. Οι φίλοι και οι όμοιοι κοινωνικά έπαιρναν το καλύτερο, ενώ οι άλλοι όχι τόσο καλό.



Κάτι τέτοιο μπορεί να συνέβαινε και στην Εκκλησία. Γι’ αυτό και καταλήγει στο εδάφιο 22, «Μη δεν έχετε οικίας δια να τρώγητε και να πίνητε; Ή την εκκλησίαν του Θεού καταφρονείτε, και καταισχύνετε τούς μη έχοντας; Τι να σας είπω; Να σας επαινέσω εις τούτο; Δεν σας επαινώ



Σκληρά λόγια: Έχετε σπίτια για να φάτε και να πιείτε. Αν αυτό που κάνετε είναι μόνο μια γιορτή, να πάτε σπίτια σας να το κάνετε. Δεν χρειάζεται να καταφρονείτε την εκκλησία του Θεού και να καταντροπιάζετε αυτούς που δεν έχουν!



Όταν αδιαφορώ για τους άλλους και προσβάλλω τους άλλους με τη συμπεριφορά μου, επειδή δεν είναι σαν κι εμένα, τότε περιφρονώ την εκκλησία του Θεού και ντροπιάζω αυτούς που δεν έχουν.



Το δείπνο του Κυρίου, και η Εκκλησία κατ’ επέκταση είναι ο τόπος που η ασχήμια της κοινωνίας σταματάει. Το δείπνο είναι του Κυρίου.  Και το να είμαι δοκιμασμένος πιστός σημαίνει πως δεν ξεχωρίζω κανέναν αδελφό στην καρδιά μου. Είμαι ένα σώμα με αυτούς.



Και σ’ αυτό το σημείο ο Παύλος τους πάει πίσω, στην ιστορία των ευαγγελίων, για να τους θυμίσει ότι το Δείπνο είναι μια διακήρυξη ότι ανήκουμε σε ένα σώμα.



ι:16-17, «το ποτήριον της ευλογίας, το οποίον ευλογούμεν, δεν είναι κοινωνία του αίματος του Χριστού; Ο άρτος, τον οποίον κόπτομεν, δεν είναι κοινωνία του σώματος του Χριστού;  Διότι είς άρτος, έν σώμα είμεθα οι πολλοί· επειδή πάντες εκ του ενός άρτου μετέχομεν



Η παρουσία μας εδώ συμβολίζει ότι είμαστε ένα σώμα. Το Δείπνο είναι μια διακήρυξη που κάνουν όλοι οι πιστοί σαν ένα σώμα για το Χριστό. Διακηρύττουμε πως όπως κόβουμε από το ένα ψωμί έτσι ανήκουμε στο ίδιο σώμα. Το ψωμί συμβολίζει την ενότητά μας.



Δεν είναι δυνατόν λοιπόν, όταν παίρνουμε τον άρτο να λέμε ότι ανήκουμε σε ένα σώμα και να μην νοιαζόμαστε γι' αυτό το σώμα. Δεν είναι δυνατόν με τη συμμετοχή μου να λέω ότι είμαι ένα σώμα μαζί σου, και ταυτόχρονα να σε περιφρονώ. 



Εδ.26: Διότι οσάκις αν τρώγητε τον άρτον τούτον και πίνητε το ποτήριον τούτο, τον θάνατον του Κυρίου καταγγέλλετε, μέχρι της ελεύσεως αυτού. 



Κάθε φορά που παίρνουμε το δείπνο του Κυρίου, πάμε στην αρχή της σωτηρίας μας. Θυμόμαστε τι μας έφερε εδώ. Τι μας ένωσε. Ένας θάνατος. Ο θάνατος του Ιησού Χριστού.



Ας δούμε τώρα σε τι πρακτικά συμπεράσματα μας οδηγεί όλη αυτή η διδασκαλία. Διαβάζουμε από το εδάφιο 27 ως και το 29: «Ώστε όστις τρώγη τον άρτον τούτον ή πίνη το ποτήριον του Κυρίου αναξίως, ένοχος θέλει είσθαι του σώματος και αίματος του Κυρίου. Ας δοκιμάζη δέ εαυτόν ο άνθρωπος, και ούτως ας τρώγη εκ του άρτου και ας πίνη εκ του ποτηρίου· διότι ο τρώγων και πίνων αναξίως τρώγει και πίνει κατάκρισιν εις εαυτόν, μη διακρίνων το σώμα του Κυρίου».



Τι σημαίνει να συμμετέχω ανάξια; Σημαίνει πως δεν έχω καταλάβει ότι το τραπέζι αυτό είναι τραπέζι ενότητας. Αν στο μυαλό μου, στην καρδιά μου κάποιοι δεν είναι τόσοι καλοί όσο εγώ, ή τόσο σημαντικοί όσο εγώ, τότε διακηρύττω κάτι που δεν το πιστεύω. Στο τραπέζι αυτό καταγγέλλω το θάνατο του Χριστού για μένα και το γεγονός ότι τώρα είμαστε ένα σώμα. Δεν είναι κάτι που το κάνω μόνος μου. Αλλά «μαζί» με άλλους.



Αν λοιπόν έρχομαι και συμμετέχω, αλλά δεν είμαι ενωμένος με τους άλλους, τότε είμαι ένοχος. Είμαι ένοχος γιατί δεν λέω την αλήθεια. Λέω κάτι που δεν το πιστεύω πραγματικά. Και θα πρέπει να με πειθαρχήσει ο Θεός.



Πρέπει να εξετάσω τον εαυτό μου, να δω αν πράγματι μπορώ να δω τους άλλους σαν αδελφούς μου, σαν σώμα μου. Αφού θα σταθώ μια μέρα στο Θεό μπροστά για να κριθώ, καλά θα κάνω να κρίνω τον εαυτό μου από τώρα. Δεν είναι τόσο μια κλήση για εσωτερικό έλεγχο με την έννοια να ομολογήσω στο Θεό τις προσωπικές αμαρτίες μου. Είναι να κάνω τον αυτοέλεγχό μου για το πως βλέπω τα αδέλφια μου.



Γιατί αν τρώω και πίνω ανάξια, εδάφιο 29, δεν «διακρίνω» το σώμα του Κυρίου. Δεν καταλαβαίνω τι διακηρύττω, τι κάνω, τι υπόσχομαι. Και όταν το κάνω αυτό, τρώω και πίνω κατάκριση. Αυτό που διακηρύττω αλλά δεν το ζω, με κρίνει, με κατακρίνει μπροστά στο Θεό.



Και ξέρετε πόσο σημαντικό είναι; Τόσο σημαντικό που ο Θεός πειθάρχησε την εκκλησία Του στην Κόρινθο, με αρρώστια και θάνατο. Και συνεχίζει στο 31, Διότι εάν διεκρίνομεν εαυτούς, δεν ηθέλομεν κρίνεσθαι. Αν βλέπαμε τον εαυτό μας όπως έπρεπε και δεν δικαιολογούσαμε τα αδικαιολόγητα, ο Θεός δεν θα μας έκρινε. Το κάνει όμως, για να μας «παιδεύσει». Προσέξτε δεν σημαίνει πως αυτοί που πέθαναν ή αρρώστησαν, χάθηκαν αιώνια. Σημαίνει ότι ο Θεός τους πειθάρχησε και μαζί με αυτούς και όλη την Εκκλησία, για να μην κατακριθούν με τον κόσμο στην τελική κρίση.



Τι σημαίνει λοιπόν, αυτό για μας; Σημαίνει πως πρέπει να εξετάσουμε τη ζωή μας, σαν άτομα και σαν εκκλησία για το αν βλέπουμε τους αδελφούς μας, σαν σώμα Χριστού, σαν κομμάτι δικό μας. Όταν θα πάρεις μέρος θα διακηρύξεις πως οι άλλοι που παίρνουν ανήκουν στο ίδιο σώμα με σένα. Κι αυτό είναι τόσο σοβαρό που, αν το κάνουμε με ελαφριά καρδιά ο Θεός είναι διατεθειμένος να μας πειθαρχήσει αυστηρά.



Δηλαδή θα πει κάποιος υπάρχει περίπτωση εμείς να κάνουμε το ίδιο λάθος; Η απάντηση είναι «ναι».

Η περιφρόνηση μπορεί να φανεί με πολλούς τρόπους. Από το «πως» σε χαιρετάω, από το «αν» σε χαιρετάω. Αν σου μιλάω, αν σε κοιτάζω. Μπορεί να φανεί από το «πόσο» υπολογίζω την γνώμη σου, «αν» την υπολογίζω. Το αν κάποιος άνθρωπος μου είναι σημαντικός ή όχι, αυτό θα φανεί σύντομα. Επίσης αν για κάποιον αδιαφορώ και αυτό θα φανεί.



Πόσες φορές δεν ασχολούμαστε με τους αδελφούς, γιατί είμαστε απασχολημένοι με τους δικούς μας φίλους. Το ίδιο πράγμα κάνουμε, ό,τι έκαναν οι Κορίνθιοι, όχι επειδή είναι πλούσιοι οι φίλοι μας, αλλά επειδή τους αισθανόμαστε πιο κοντά μας, ενώ τους άλλους όχι.



Όταν δεν με ενδιαφέρει αν πόνεσα κάποιον ή αν τον πλήγωσα, τότε αδιαφορώ. Αν δεν με ενδιαφέρει να συγχωρήσω, τότε αδιαφορώ, γιατί λέω πως ο «άλλος» δεν είναι σημαντικός. Όταν δεν ξέρω για τις ανάγκες του άλλου, γιατί ποτέ δεν φρόντισα να μάθω, περιφρονώ την Εκκλησία του Χριστού.



Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, δεν ζω σαν σώμα. Καταλαβαίνουμε λοιπόν, πως η αυτοεξέτασή μας, δεν περιορίζεται μόνο στο αν συγχώρεσα τους άλλους. Αυτό είναι μόνο μία πλευρά του θέματος. Και να έχω συγχωρέσει και η καρδιά μου να είναι καθαρή από αυτό το θέμα, πρέπει να εξετάσω αν πραγματικά ενδιαφέρομαι για τους άλλους.



Βέβαια, η λύση δεν είναι να πω πως δεν θα πάρω μέρος στο δείπνο. Και αυτό είναι αμαρτία. Ο Κύριός μας, μας πρόσταξε να παίρνουμε μέρος. Η λύση είναι να μετανοήσω από την αμαρτία μου και να αγαπήσω με καθαρή καρδιά.


Με αυτές τις σκέψεις λοιπόν, ας κάνουμε την αυτοεξέτασή μας, γιατί ο Θεός μας είναι παρών, να ευλογήσει, ή να κρίνει. Είναι παρών, όπως ήταν και στο όρος Σινά, όταν ο Μωυσής με τους 70 πρεσβύτερους έφαγαν μετά την διαθήκη. Είναι παρών, όπως ήταν ο Χριστός με τους μαθητές. Είναι παρών, και είναι καρδιογνώστης. Είναι παρών για να συγχωρέσει και να ανορθώσει. Είναι παρών για να ενώσει και να δείξει στον κόσμο έξω τι μπορεί να κάνει η Εκκλησία Του με τη δύναμη του Αγίου Του Πνεύματος.


Αν πιστεύεις πως ο Θεός σου μιλάει αυτή την ώρα, και χρειάζεται να διορθώσεις σε κάποιο σημείο κάτι στη ζωή σου, κάντο. Στο χέρι μας, είναι η Εκκλησία του Χριστού, και η δική μας τοπική Εκκλησία, να λάμπει. Ο Θεός υπόσχεται πως όταν αγαπάμε τους άλλους όπως Εκείνος μας αγάπησε, έτσι θα γνωρίσει ο κόσμος ότι είμαστε μαθητές Του. Ελάτε να το ζήσουμε. Ελάτε να μετανοήσουμε γιατί δεν νοιώθουμε, δεν ζούμε την Εκκλησία σαν σώμα του Χριστού. Και ο καθένας μας για τον εαυτό Του, και όλοι μαζί να ζητήσουμε το έλεος του Θεού. Αυτός Είναι πιστός. Συγχωρεί, ευλογεί και είναι έτοιμος να κάνει θαυμαστά. Αμήν!

 Και ας μην ξεχνούμε πως είτε παίρνουμε τη συμμετοχή μας στο δείπνο σοβαρά, είτε όχι, ο Θεός μας κρατάει υπόλογους. Ακόμη και όταν εμείς παίρνουμε μέρος με ελαφρότητα. Δεν έχει σημασία τι εσύ νομίζεις όταν συμμετέχεις στο Δείπνο. Σημασία έχει τι ο Θεός έχει πει για την τελετή αυτή. Ο Θεός παίρνει πολύ σοβαρά τη δήλωσή σου καθώς συμμετέχεις, άσχετο αν εσύ το δέχεσαι ή όχι. Οι Κορίνθιοι έπαιρναν μέρος στο δείπνο, συμμετείχαν στο σύμβολο και δεν έπαιρναν σοβαρά υπόψη τους τις απαιτήσεις του Θεού. Κι όμως αυτό δεν είχε καμία σημασία. Γιατί ο Θεός είχε άλλη άποψη. Διαβάζουμε στην Α΄ Κορ.ια:29-31, "Διότι ο τρώγων και πίνων αναξίως, τρώγει και πίνει κατάκρισιν εις εαυτόν, μη διακρίνων το σώμα του Κυρίου. Διά τούτο υπάρχουσι μεταξύ σας πολλοί ασθενείς και άρρωστοι, και αποθνήσκουσιν ικανοί. Διότι έαν διεκρίνομεν εαυτούς, δεν ηθέλομεν κατακρίνεσθαι." Ο Θεός τους κρατούσε υπόλογους για αυτά που διακήρυτταν με τη συμμετοχή τους στο Δείπνο, ανεξάρτητα από το τι νόμιζαν εκείνοι!