Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Κυριακή 15 Νοεμβρίου 2015

Η ελευθερία της υπηρεσίας


Ματθαίος ιθ:16-30, Ιωάννης ιβ:20-28

Βρισκόμαστε σε μια τάξη Κυριακού Σχολείου. Το μάθημα ήταν από την παραβολή του καλού Σαμαρείτη. Αφού διαβάζουν την παραβολή, και αφού η δασκάλα εξηγεί με λίγα λόγια μερικές από τις λεπτομέρειες της παραβολής για να καταλάβουν τα παιδιά, γιατί οι Ιουδαίοι δεν συμπαθούσαν τους Σαμαρείτες, πριν προχωρήσει ρωτάει: Τι νομίζετε ότι μας μαθαίνει αυτή η παραβολή; Σηκώνει ένα από τα παιδιά το χέρι του και λέει, «Αυτή η παραβολή διδάσκει το εξής: Αν βρίσκομαι σε ανάγκη, όποιος και να είμαι, εσύ πρέπει να με βοηθήσεις».


Τελικά τα λόγια από τον προφήτη Ιερεμία επαληθεύονται και στις μικρές ηλικίες: Η καρδία είναι απατηλή υπέρ πάντα και σφόδρα διεφθαρμένη· τις δύναται να γνωρίση αυτήν; (Ιερεμ.ιζ:9).

Η καρδιά του ανθρώπου είναι διεφθαρμένη. Και μια από τις εκδηλώσεις της διαφθοράς είναι να διαστρέφει αυτά που ακούει, ώστε να μην παραδεχτεί ποτέ ο άνθρωπος το λάθος του, την αμαρτία του, και τις ευθύνες του.

Η διαφθορά στο μυαλό μας οδηγεί να πιστεύουμε ότι όταν παίρνουμε τότε είμαστε χαρούμενοι. Όταν μας δίνουν, τότε είμαστε σημαντικοί. Όταν είμαστε πρώτοι, τότε ζούμε αληθινά.

Ο Χριστός τα ανατρέπει αυτά: Ματθ.ις:25-26, Διότι όστις θέλει να σώση την ζωήν αυτού, θέλει απολέσει αυτήν· και όστις απολέση την ζωήν αυτού ένεκεν εμού, θέλει ευρεί αυτήν. Επειδή τι ωφελείται άνθρωπος εάν τον κόσμον όλον κερδήση, την δε ψυχήν αυτού ζημιωθή; ή τι θέλει δώσει άνθρωπος εις ανταλλαγήν της ψυχής αυτού;

Λέει πολύ απλά, η ζωή που ξέρεις, αυτό που ζεις, χωρίς εμένα δεν είναι ζωή. Αν θέλεις να βρεις την αληθινή ζωή, μην προσπαθείς να σώσεις αυτό που τώρα ζεις. Χάσε το για μένα, και τότε θα βρεις την αληθινή ζωή. Γιατί τι θα σε ωφελήσει και όλο τον κόσμο να κερδίσεις, αν τελικά χάσεις την ψυχή σου; Είναι κρίμα να ζεις σαν να μην υπάρχει κάτι άλλο, όταν υπάρχει κάτι άλλο.

Και αυτό το κάτι άλλο, είναι ο Χριστός που έχει ανοίξει ένα παράθυρο στο μέλλον και σου λέει ότι από τώρα μπορείς να έχεις αιώνια ζωή. Αυτό που θα ζεις στον ουρανό, μπορείς ν’ αρχίσεις να το ζεις από τώρα. Αυτή είναι η αληθινή ζωή.

Τι σημαίνει αυτό πρακτικά; Με ποιους τρόπους μπορώ να υπακούσω σ’ αυτό που λέει ο Χριστός; Θέλω να ακολουθήσω. Τι να κάνω;

Ένας τρόπος να πάρουμε την απάντησή μας, είναι να παρατηρήσουμε τι λέει το κείμενο γύρω από το εδάφιο αυτό. Ποιο είναι το πλαίσιο μέσα στο οποίο βρίσκεται.

Έτσι για παράδειγμα στο Ματθ.ι:34 όπου ο Χριστός το αναφέρει πάλι, Μη νομίσητε ότι ήλθον να βάλω ειρήνην επί την γήν· δεν ήλθον να βάλω ειρήνην, αλλά μάχαιραν. Διότι ήλθον να διαχωρίσω άνθρωπον κατά του πατρός αυτού και θυγατέρα κατά της μητρός αυτής και νύμφην κατά της πενθεράς αυτής· και εχθροί του ανθρώπου θέλουσιν είσθαι οι οικιακοί αυτού. Όστις αγαπά πατέρα ή μητέρα υπέρ εμέ, δεν είναι άξιος εμού· και όστις αγαπά υιόν ή θυγατέρα υπέρ εμέ, δεν είναι άξιος εμού· και όστις δεν λαμβάνει τον σταυρόν αυτού και ακολουθεί οπίσω μου, δεν είναι άξιος εμού. Όστις εύρη την ζωήν αυτού θέλει απολέσει αυτήν, και όστις απολέση την ζωήν αυτού δι' εμέ θέλει ευρεί αυτήν.

Να χάνω τη ζωή μου για το Χριστό, σημαίνει να αγαπώ το Χριστό περισσότερο από κάθε άλλο άνθρωπο, ακόμη και από τους ανθρώπους του σπιτιού μου. Γιατί θα έρθουν στιγμές που αυτό που θα θέλουν οι οικιακοί μπορεί να είναι αντίθετο με αυτό που θέλει ο Θεός. Και τότε ο Χριστός είναι σαν να βάζει ένα μαχαίρι. Και πρέπει να διαλέξω να χάσω τη ζωή μου, να μην ικανοποιήσω τους ανθρώπους, αλλά το Θεό.

Στο Λουκ.ιζ:33 μιλάει για τη δεύτερη έλευση του Χριστού. Και λέει πως θα είναι δυστυχώς όπως τις μέρες του Νώε. Οι άνθρωποι θα τρώνε, θα πίνουν, θα παντρεύονται. Στις μέρες του Νώε ήρθε ο κατακλυσμός και παρόλο που θα είχαν ακούσει τόσα από το Νώε, εντούτοις ήρθε ξαφνικά γιατί άκουγαν, αλλά δεν άκουγαν. Έβλεπαν, το Νώε, αλλά δεν έβλεπαν. Έτσι έγινε και τις μέρες του Λώτ. Οι άνθρωποι έτρωγαν, έπιναν, αγόραζαν, πουλούσαν, φύτευαν, έχτιζαν, μέχρι που έβρεξε φωτιά και θειάφι από τον ουρανό και τους κατάστρεψε όλους.

 Έτσι θα είναι και η μέρα του Υιού του Ανθρώπου. Και σ’ αυτό το σημείο γράφει στο Λουκ.ιζ:32, Ενθυμείσθε την γυναίκα του Λωτ. Και χωρίς σχόλιο συνεχίζει, Όστις ζητήση να σώση την ζωήν αυτού, θέλει απολέσει αυτήν, και όστις απολέση αυτήν, θέλει διαφυλάξει αυτήν. Νομίζω το μάθημα είναι σαφές. Η γυναίκα αυτή θέλησε να σώσει τη ζωή της όπως εκείνη νόμιζε, κοιτώντας πίσω. Και ο Χριστός λέει, αυτό ήταν η καταστροφή της.

Όλες αυτές οι αναφορές όμως, είναι λίγο γενικές. Αναφέρονται στη σταθερή απόφαση που πρέπει να έχουμε πάρει ν’ ακολουθήσουμε το Χριστό. Υπάρχει, όμως και μια αναφορά που συνδέει το να χάνω τη ζωή μου για το Χριστό, με κάτι πολύ απλό και καθημερινά εφαρμόσιμο.

Αληθώς, αληθώς σας λέγω, Εάν ο κόκκος του σίτου δεν πέση εις την γην και αποθάνη, αυτός μόνος μένει· εάν όμως αποθάνη, πολύν καρπόν φέρει. Όστις αγαπά την ψυχήν αυτού, θέλει απολέση αυτήν, και όστις μισεί την ψυχήν αυτού εν τω κόσμω τούτω, εις ζωήν αιώνιον θέλει φυλάξει αυτήν. Εάν εμέ υπηρετή τις, εμέ ας ακολουθή, και όπου είμαι εγώ, εκεί θέλει είσθαι και ο υπηρέτης ο εμός· και εάν τις εμέ υπηρετή, θέλει τιμήσει αυτόν ο Πατήρ (Ιωάν.ιβ:24-26).

Η αρχή εδώ είναι η ίδια. Ο θάνατος και η αυταπάρνηση οδηγούν στην αληθινή ζωή. Αν ο σπόρος δεν πέσει στη γη και πεθάνει δεν θα φέρει καρπό. Αν όμως, πεθάνει, πολύ καρπό φέρνει.

Ο μαθητής που πάει στο σχολείο για να πάει, γιατί είναι αγγαρεία και τον αναγκάζουν να πάει, νομίζει ότι κερδίζει τη ζωή του χαζεύοντας. Αν όμως, χάσει τη ζωή του στα χρόνια του σχολείου και διαβάσει, τότε ο ίδιος την έχει κερδίσει.

Αυτή η αρχή στον επαγγελματικό τομέα, στο σχολείο και στην οικογενειακή ζωή εφαρμόζεται και στα πνευματικά πράγματα. Μόνο όταν λέμε «όχι» στον εαυτό μας, ο οποίος έχει την τάση να φεύγει από το Θεό και να ικανοποιεί το εγώ μας, μόνο όταν λέμε «όχι» στη σάρκα μας, είμαστε ικανοί να πούμε «ναι» στο Θεό και να λάβουμε τις μεγαλύτερες ευλογίες.

Σας παρακαλώ, πέστε μου, τι άλλο μπορεί να σημαίνουν τα λόγια του Παύλου στη Γαλ.β:20, Μετά του Χριστού συνεσταυρώθην· ζω δε ουχί πλέον εγώ, αλλ' ο Χριστός ζη εν εμοί· καθ' ο δε τώρα ζω εν σαρκί, ζω εν τη πίστει του Υιού του Θεού, όστις με ηγάπησε και παρέδωκεν εαυτόν υπέρ εμού.

Ή επίσης στη Γαλ.ς:14, Εις εμέ δε μη γένοιτο να καυχώμαι ειμή εις τον σταυρόν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, δια του οποίου ο κόσμος εσταυρώθη ως προς εμέ και εγώ ως προς τον κόσμον. Καθώς ταυτίζεται με το Χριστό στο θάνατό Του, αυτή η ταύτιση, αυτός ο θάνατος καθιστά δυνατό το να ζήσει για το Χριστό.

Η αρχή, λοιπόν, είναι πως ο θάνατος και η αυταπάρνηση μας οδηγούν στη ζωή.

Εσύ και εγώ που λέμε ότι έχουμε πάρει την απόφαση να ακολουθούμε το Χριστό, πρέπει κάθε μέρα να χάνουμε τη ζωή μας γιατί τότε τη βρίσκουμε. Ο χριστιανικός κόσμος στις μέρες μας σε όλο τον κόσμο πιστεύει πως μπορούμε να απολαμβάνουμε τις ευλογίες του Θεού, χωρίς ταυτόχρονα ο Χριστός να είναι Κύριος. Ζουν δύο ζωές και δεν απολαμβάνουν καμία τελικά. Δεν έχουν πεθάνει για την παλιά ζωή.

Η εφαρμογή της αρχής στη ζωή μας: Όστις αγαπά την ψυχήν αυτού, θέλει απολέση αυτήν, και όστις μισεί την ψυχήν αυτού εν τω κόσμω τούτω, εις ζωήν αιώνιον θέλει φυλάξει αυτήν.

Ποιος είναι ένας πολύ απλός τρόπος μέσα από τον οποίο μπορούμε να χάνουμε τη ζωή μας γιατί τότε τη βρίσκουμε; Το γράφει στο εδάφιο 26, Ο τρόπος εφαρμογής της αρχής: Εάν εμέ υπηρετή τις, εμέ ας ακολουθή, και όπου είμαι εγώ, εκεί θέλει είσθαι και ο υπηρέτης ο εμός· και εάν τις εμέ υπηρετή, θέλει τιμήσει αυτόν ο Πατήρ. Εξασκούμαστε σ’ αυτή την αρχή ακολουθώντας το Χριστό στην υπηρεσία.

Είμαι σίγουρος πως κατά κάποιο τρόπο κάθε χριστιανός πιστεύει πως θέλει να υπηρετεί το Χριστό. Διαβάζουμε στα ευαγγέλια πως ο Χριστός πήγαινε από μέρος σε μέρος χωρίς να έχει κάποιο τόπο που να τον ονομάζει σπίτι του. Κοιμόταν και έξω, κουραζόταν, πείναγε. Κάποιες φορές κινδύνευσε από τους εχθρούς του. Τα διαβάζουμε αυτά και σκεφτόμαστε ότι θα μας άρεσε να ήμασταν και εμείς εκεί. «Αν ήμασταν εκεί» λέμε στον εαυτό μας, «θα τον φροντίζαμε, θα δίναμε το κρεβάτι μας, το φαγητό μας, θα τον προστατεύαμε αν χρειαζόταν. Θα ήμασταν σαν την Μάρθα και τη Μαρία, όχι σαν το αδιάφορο πλήθος».

Αυτές οι σκέψεις όμως, καλές είναι, αλλά έχουν και κάποιο συναισθηματισμό μέσα τους. Αν πραγματικά θέλουμε να υπηρετούμε το Χριστό, μπορούμε να το κάνουμε τώρα. Μας είπε το πως: Εάν εμέ υπηρετή τις, εμέ ας ακολουθή. Όποιος θέλει να με υπηρετήσει ας με ακολουθεί.

Πώς Τον ακολουθούμε; Βασικά, αρνούμενοι τον εαυτό μας. Σηκώνουμε το σταυρό μας και Τον ακολουθούμε. Δεν σημαίνει αυτό πως θα αλλάξουμε εντελώς τη ζωή μας. Μπορεί ήδη να βρισκόμαστε εκεί που μας θέλει ο Θεός. Από την άλλη μπορεί και να μας καλέσει σε πλήρη αλλαγή της ζωής μας. Ή σε κάτι ενδιάμεσο. Αυτό που προέχει είναι η διάθεση της καρδιάς μας. Η πραγματική ερώτηση είναι, είμαι έτοιμος να κάνω ό,τι μου ζητήσει ο Χριστός; Να γίνω φτωχός αν χρειάζεται για Εκείνον. Να με ξεχάσουν. Να παραδώσω χρόνο από το δικό μου χρόνο, εκτός δουλειάς για τη δόξα Του. Δεν ξέρω τι μπορεί να συμβαίνει στη ζωή τη δική σου, εσύ το ξέρεις, και ο Θεός. Αν ο Θεός σου ζητήσει να δώσεις για Κείνον, να υπηρετήσεις το Χριστό και αυτό σημαίνει να μην κάνεις κάτι άλλο, θα το κάνεις;

Πώς υπηρετώ όμως το Χριστό χάνοντας τη ζωή μου; Πρώτα απ’ όλα υπηρετώ τη βασιλεία του Θεού κάνοντας ό,τι μου έχει ανατεθεί ήδη, και είναι στο θέλημά Του να το κάνω καλά.

Παράδειγμα: να μεγαλώνω τα παιδιά μου. Μπορώ να μεγαλώνω παιδιά που να μην έχουν καμία γνώση για το Θεό, καμία αίσθηση της Βασιλείας του Θεού. Ή μπορεί να καταβάλω προσπάθεια και καθώς μεγαλώνουν τα παιδιά να βλέπουν παντού το Θεό γύρω τους, και μέσα από αυτό το μεγάλωμα, με την προσευχή, με την παιδεία και τη νουθεσία του Κυρίου, να δώσω χώρο ώστε το Άγιο Πνεύμα να εργαστεί στη ζωή τους.

Στη δουλειά μου. Μπορώ να εργάζομαι γιατί πρέπει και να το κάνω αγγαρεία. Ή μπορώ να εργάζομαι «ως εις τον Κύριον» και να βλέπω τη δουλειά μου ως υπηρεσία για τη Βασιλεία του Θεού. Γιατί τέτοια είναι. Πολλά από αυτά που κάνουμε, αν τα κάνουμε για να δοξάζεται ο Θεός είναι υπηρεσία. Τα κάνουμε, όμως, με τέτοιο τρόπο, που παρόλο που στη βάση τους είναι ίδια με αυτά που κάνει ο άλλος, εμείς τα κάνουμε διαφορετικά. Μπορεί να είμαι στο δίπλα γραφείο από το συνάδελφό μου, ή στη διπλανή τάξη, αν διδάσκω, και να προσφέρω την εργασία μου για τη δόξα του Θεού, και για αυτό να την κάνω καλά. Και ο Χριστός να φαίνεται και να δοξάζεται.

Επίσης, μπορώ να υπηρετώ το Χριστό, με άλλους τρόπους. Και αυτοί οι τρόποι ξεφεύγουν από την καθημερινή μου ρουτίνα. Δεν αφορούν εμένα και τα πράγματα που εγώ κάνω. Ένας τέτοιος τρόπος είναι καλύπτοντας ανάγκες των άλλων. Διαβάζουμε στον Ματθ.κε:40, Αληθώς σας λέγω, καθ' όσον εκάμετε εις ένα τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εις εμέ εκάμετε. Δεν υπάρχει και άλλος τρόπος εδώ που τα λέμε να δείξω την αγάπη μου για το Θεό, παρά αγαπώντας τους ανθρώπους. Βέβαια υπάρχουν οι εκδηλώσεις της προσωπικής ευσέβειας, η προσευχή, η μελέτη, η λατρεία της Εκκλησίας. Αυτά όμως, πρέπει να οδηγούν σε κάτι άλλο: την υπηρεσία: να ντύνω αυτούς που δεν έχουν να ντυθούν, να ταΐζω πεινασμένους, να επισκέπτομαι φυλακισμένους.

Ένας άλλος τρόπος με τον οποίο μπορώ να υπηρετώ το Χριστό μιλώντας για Εκείνον, χωρίς να ντρέπομαι. Γράφει στο Ματθ.ι:32-33, Πας λοιπόν όστις με ομολογήση έμπροσθεν των ανθρώπων, θέλω ομολογήσει και εγώ αυτόν έμπροσθεν του Πατρός μου του εν ουρανοίς. Όστις δε με αρνηθή έμπροσθεν των ανθρώπων, θέλω αρνηθή αυτόν και εγώ έμπροσθεν του Πατρός μου του εν ουρανοίς. Ξεκινώντας με αυτά τα λόγια λέει ο Χριστός «δεν ήρθα να φέρω ειρήνη, αλλά να βάλω μαχαίρι». Και μετά λέει, ότι όποιος θέλει να σώσει τη ζωή του, θα τη χάσει, αλλά όποιος τη χάσει για το Χριστό αυτός θα τη βρει.

Η υπηρεσία λοιπόν, είναι ο καθημερινός τρόπος να ακολουθώ το Χριστό, να χάνω τη ζωή μου, γιατί τότε τη βρίσκω. Υπηρεσία με οποιοδήποτε τρόπο ή μέσο. Υπηρεσία μέσα από την οικογένειά μου, υπηρεσία μέσα από τη δουλειά μου, αλλά και πέρα από αυτά. Και ειδικά «στο πέρα από αυτά» είναι που φανερώνεται που είναι η καρδιά μας. Όταν έρχεται η ώρα, να επιλέξουμε να κάνουμε κάτι που αφορά τους άλλους, ή τη βασιλεία του Θεού και δεν προλαβαίνουμε ή δεν μπορούμε να κάνουμε αυτό που θα θέλαμε εμείς, και ας είναι καλό και θεμιτό. Αυτή είναι η θυσία.

Ποτέ δεν έχουμε καταλάβει την αξία της υπηρεσίας αν υπηρετούμε χωρίς αυτό να μας κοστίζει κάτι. Η πραγματική υπηρεσία πάντα κοστίζει.

Υπάρχουν όμως και κίνητρα! Ο Χριστός δεν είπε μόνο, Εάν εμέ υπηρετή τις, εμέ ας ακολουθή. Συνέχισε και είπε το εξής: και όπου είμαι εγώ, εκεί θέλει είσθαι και ο υπηρέτης ο εμός· και εάν τις εμέ υπηρετή, θέλει τιμήσει αυτόν ο Πατήρ.
Υπάρχουν δύο υποσχέσεις εδώ. Η πρώτη είναι πως όπου είναι ο Χριστός εκεί θα είμαστε και εμείς. Γιατί αυτό είναι υπόσχεση; Σαφώς δείχνει την έκταση που πρέπει να έχει η υπηρεσία μας. Που θα ήταν ο Χριστός αν ήταν σήμερα εδώ στη γη; Εκεί θα είμαστε και εμείς. Στο δρόμο; Στο δρόμο! Στη φυλακή να δει τους φυλακισμένους; Και εμείς εκεί. Στο πανεπιστήμιο, στην παραλία, στο γήπεδο, στην πλατεία, στο γραφείο.

Η δεύτερη υπόσχεση είναι ότι ο Θεός θα μας τιμήσει. Εάν τις εμέ υπηρετή, θέλει τιμήσει αυτόν ο Πατήρ. Και αυτό μόνο να το σκεφτούμε εμείς οι άνθρωποι πρέπει να μας αφήσει άφωνους. Όταν ο κατώτερος τιμάει τον ανώτερο, αυτό είναι λογικό και πρέπον. Όταν κάποιος ψηλά τιμάει κάποιον χαμηλά αυτό κι αν είναι τιμή. Είναι σωστό τα παιδιά να τιμούν τους γονείς. Όταν όμως οι γονείς μιλάνε με τιμή για τα παιδιά τους, αυτό έχει μεγαλύτερη αξία. Όταν ο δάσκαλος μιλάει για το μαθητή επαινετικά αυτό το προσέχουμε.

Όταν εμείς ερχόμαστε εδώ, τιμούμε το Θεό που είναι ανώτερος. Και πρέπει. Στεκόμαστε και Τον αναγνωρίζουμε γι’ αυτό που είναι. Τι στιγμή όμως, όταν ο Θεός θα τιμήσει εμάς; Το φαντάζεστε; Να πει ο Θεός στους αγγέλους, στις  μυριάδες των αγγέλων και αγίων στη δόξα, πως αυτό το παιδί μου, με υπηρέτησε. Πήγε όπου πήγα εγώ. Έχασε τη ζωή όπως τη ζούσε ο κόσμος γιατί βρήκε κάτι καλύτερο. Τώρα του αξίζει η τιμή. Αν αυτό δεν αξίζει, τότε τι;

Και όχι μόνο αυτό, αλλά η τιμή που μας χαρίζει ο Θεός δεν είναι μόνο στην άλλη ζωή. Ξεκινάει από αυτή. Μας τιμά με την παρουσία Του. Μας τιμά με την ευλογία Του σήμερα. Μας ανταμείβει, εκατό φορές περισσότερο. Και πας όστις αφήκεν οικίας ή αδελφούς ή αδελφάς ή πατέρα ή μητέρα ή γυναίκα ή τέκνα ή αγρούς ένεκεν του ονόματός μου, εκατονταπλάσια θέλει λάβει και ζωήν αιώνιον θέλει κληρονομήσει (Ματθ.ιθ:29). Δεν δίνουμε τελικά τίποτα για το Θεό. Ό,τι έχουμε Αυτός το έχει δώσει. Και όταν το δίνουμε και αυτό δίνει πολλές φορές περισσότερα.

Δίνει θησαυρό που δεν τον παίρνει κανένας. Δίνει, και αυτό είναι τόσο σημαντικό, την αίσθηση ότι ζούμε για κάτι μεγαλύτερο από τον εαυτό μας. Για κάτι που θα μείνει αιώνια. Δίνει θησαυρό που δεν μας τον παίρνει κανένας! Αλλά θησαυρίζετε εις εαυτούς θησαυρούς εν ουρανώ, όπου ούτε σκώληξ ούτε σκωρία αφανίζει και όπου κλέπται δεν διατρυπούσιν ουδέ κλέπτουσιν (Ματθ.ς:20). Αλλά αυτό το θησαυρό πρέπει να έχει κάποιος μάτια να τον δει, καρδιά που να τον καταλάβει. Αυτιά για να ακούει και να πειστεί πως αξίζει.

Ο Χριστός δίδαξε, Πράξ.κ:35, Μακάριον είναι να δίδη τις μάλλον παρά να λαμβάνη.. Μακάρι κι εμείς να δούμε τις ευκαιρίες που απλώνονται μπροστά μας κάθε μέρα, στην οικογένεια, στη δουλειά, στην εκκλησία, στη γειτονιά, στους φίλους μας, σαν ευκαιρίες υπηρεσίας. Ο Χριστός είπε: Είναι μακάριο, όχι απλά καλύτερο, μακάριο να δίνει κάποιος, παρά να παίρνει. Ας δώσουμε αδελφοί. Με το Θεό ποτέ δεν χάνουμε. Ας δώσουμε στο έργο Του, χρόνο, υπηρεσία. Να ασχοληθούμε με τη βασιλεία Του, με ψυχές που έχουν ανάγκη. Ας χάσουμε τη ζωή μας υπηρετώντας, γιατί τότε τη βρίσκουμε αληθινά. Όσο την κρατάμε για μας, δεν φέρνει καρπό.