Δαν.δ:28-37
Ο Ναβουχοδονόσορ είχε πιστέψει πως ήταν ένας απόλυτος μονάρχης, και ότι η εξουσία του ήταν απεριόριστη. Πως κανένας δεν μπορούσε ν’ αντιταχθεί στο θέλημά του, και πως η δύναμή του ήταν ακαταμάχητη. Τώρα όμως, για πρώτη φορά στη ζωή του κατάλαβε πως ήταν μόνον «ο Ύψιστος» (34) που κατείχε όλες αυτές τις ιδιότητες, και όχι αυτός ο ίδιος.
Η εξουσία του Θεού (34). Ο βασιλιάς ήταν πολύ υπερήφανος για την αυτοκρατορία του, τα παλάτια του και τις πόλεις του, μα τώρα αναγνώριζε πως η βασιλεία του Θεού είναι αιώνια, και ότι το βασίλειό Του είναι άπειρο. Δεν υπάρχει σημείο σύγκρισης μ’ αυτά που μ’ αυταρέσκεια λέμε - εξουσία, ανώτατοι άρχοντες κλπ.
Το θέλημα του Θεού (35). Κανένας δεν μπορεί να προκαλέσει το Θεό, ατιμωρητί. Κανένας δεν έχει το δικαίωμα να Του πει «τι κάνεις;», γιατί το θέλημά Του είναι αγαθό και τέλειο και ευάρεστο για όσους αγαπούν το Θεό (Ρωμ.ιβ:1-2).
Η δύναμη του Θεού (37). Ο βασιλιάς νόμιζε πως κατείχε μια απόλυτη δύναμη - προάγοντας τον ένα, αποπέμποντας τον άλλο, βραβεύοντας, τιμωρώντας, καταστρέφοντας κατά βούληση. Τώρα όμως αναγνωρίζει πως υπήρχε Κάποιος πιο μεγάλος απ’ αυτόν, ο Οποίος μπορούσε να ταπεινώσει εκείνους που, (σαν τον εαυτό του) ζούσαν σε αλαζονεία και υπερηφάνια. Μήπως θυμάσαι τι λέει ο Σίμων Πέτρος, ο οποίος διδάχτηκε την ταπείνωση με σκληρό τρόπο, για τη στάση του Θεού ενάντια στους υπερήφανους;
Α’ Πέτρ.ε:5 Ομοίως οι νεώτεροι υποτάχθητε εις τους πρεσβυτέρους. Πάντες δε υποτασσόμενοι εις αλλήλους ενδύθητε την ταπεινοφροσύνην· διότι ο Θεός αντιτάσσεται εις τους υπερηφάνους, εις δε τους ταπεινούς δίδει χάριν.