Υπάρχει μόνο άλλη
μια περίπτωση στην εκκλησία της Καινής Διαθήκης, όπου τίθεται κατ’ ευθείαν το
ερώτημα, «Τι πρέπει να κάνω για να σωθώ;».
Στις Πράξ.ις αναφέρεται η φυλάκιση του Παύλου και του Σίλα στους Φιλίππους της
Μακεδονίας επειδή κήρυτταν το Ευαγγέλιο. Τα μεσάνυχτα, ο Παύλος κι ο Σίλας
προσευχήθηκαν και έψαλαν στο Θεό. Ξαφνικά, ένας σεισμός έσεισε τη φυλακή και οι
πόρτες άνοιξαν. Όταν ξύπνησε ο δεσμοφύλακας και κατάλαβε τι είχε γίνει,
φαντάστηκε ότι όλοι οι κρατούμενοι θα είχαν δραπετεύσει και αναλογιζόμενος τι
θα του συμβεί, αποφάσισε ν’ αυτοκτονήσει. Την ώρα όμως που τράβηξε το σπαθί
του, ο Παύλος φώναξε: «Μη πράξης μηδέν
κακόν εις σεαυτόν διότι πάντες είμεθα εδώ» (Πράξ.ις:28). Όταν το άκουσε
αυτό ο δεσμοφύλακας, ζήτησε φως και πήγε να το επιβεβαιώσει ο ίδιος. Τρέμοντας,
έπεσε στα πόδια του Παύλου και του Σίλα, ίσως επειδή κατάλαβε ότι εξαιτίας τους
έγινε ο σεισμός, τους έβγαλε έξω και τους ρώτησε: «Κύριοι, τι πρέπει να κάμω δια να σωθώ;» (Πράξ.ις:30).
Αυτοί τότε
απάντησαν «Πίστευσον εις τον Κύριον
Ιησούν Χριστόν, και θέλεις σωθή, συ και ο οίκος σου» (εδ.31). Η Βίβλος
παρακάτω λέει: «Και ελάλησαν προς αυτόν
τον λόγον του Κυρίου, και προς πάντας τους εν τη οικία αυτού. Και παραλαβών
αυτούς εν εκείνη τη ώρα της νυκτός, έλουσε τας πληγάς αυτών και εβαπτίσθη ευθύς
αυτός και πάντες οι αυτού και αναβιβάσας αυτούς εις τον οίκον αυτού, παρέθηκε
τράπεζαν, και ευφράνθη πανοικί, πιστεύσας εις τον Θεόν» (Πράξ.ις:32-34).
Σ’ αυτά τα εδάφια,
ο Παύλος κι ο Σίλας είπαν στο δεσμοφύλακα, ότι το μονοπάτι της μελλοντικής του
σωτηρίας περνά μέσα από την πίστη στον Κύριο Ιησού Χριστό. Ενδεχομένως, ο
δεσμοφύλακας σαν Εθνικός, να μην ήξερε πολλά πράγματα για το Θεό. Αντίθετα από
τους Εβραίους την ημέρα της Πεντηκοστής, προφανώς δεν μπορούσε να καταλάβει
ορολογίες όπως μετάνοια, βάπτισμα, Πνεύμα Άγιο. Επιπλέον, ήταν μια κρίσιμη
περίπτωση και δεν είχαν πολύ ώρα για μεγάλο κήρυγμα ή πολλές επεξηγήσεις.
Έπρεπε γρήγορα να του δείξουν το σωστό δρόμο. Ο Παύλος κι ο Σίλας του είπαν με
τον πιο απλό τρόπο πως μπορούσε να σωθεί, πιστεύοντας στον Ιησού αντί στους
ειδωλολατρικούς θεούς του.
Τότε, ο
δεσμοφύλακας τους φέρνει στο σπίτι του και τους δίνει την ευκαιρία να μιλήσουν
σ’ όλη την οικογένειά του. Ο Παύλος και ο Σίλας δεν έμειναν στη γενική απάντηση
που έδωσαν στο εδάφιο 31, αλλά «ελάλησαν
προς αυτόν τον λόγον του Κυρίου» με διευκρινήσεις. Το αποτέλεσμα αυτού του
μηνύματος ήταν ο δεσμοφύλακας να βαπτιστεί την ίδια στιγμή στο νερό και να
γευθεί μια εμπειρία που τον έκανε να χαίρεται. Όλα αυτά συνέβησαν όταν πίστεψε
στον Κύριο και στο λόγο του Κυρίου.
Για να καταλάβουμε
καλύτερα αυτό το εδάφιο, είναι σωστό να εξετάσουμε τη σημασία που ο Πέτρος
προσέδωσε στη φράση «επίστευσαν εις τον
Κύριον Ιησούν Χριστόν» όταν εξηγούσε ότι το Πνεύμα το Άγιο επήλθε στους
Εθνικούς με τον ίδιο τρόπο που ήρθε στους Εβραίους (Πράξ.ια15-17). Συνέδεσε
δηλαδή την πίστη στον Ιησού Χριστό με τη λήψη του Αγίου Πνεύματος. Ο Παύλος
δίδαξε ότι η βασιλεία του Θεού περιλαμβάνει χαρά
εν Πνεύματι αγίω (Ρωμ.ιδ:17). Αν και
δεν αναφέρεται ευκρινώς στις Πράξ.ις ότι ο δεσμοφύλακας έλαβε το Άγιο Πνεύμα, η
αναφορά στη χαρά του μπορεί να σημαίνει ακριβώς αυτό (Πράξ.η:39).