Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Σάββατο 15 Αυγούστου 2015

Κρίση στην Εκκλησία.



Σε ορισμένες καταστάσεις, δίνεται στην εκκλησία η εξουσία να κρίνει μεμονωμένα άτομα. Γενικά, οι Χριστιανοί δεν είναι να κρίνουν κανέναν άνθρωπο, ή τις ενέργειές του, ή τις πεποιθήσεις του (Ματθ.ζ:1, Ρωμ.ιδ:10, Ιάκ.δ:12). Όμως, υπάρχει ευθύνη να κριθεί μια προφητεία και να διακρίνονται τα πνεύματα αν είναι από το Θεό (Α’ Κορ.ιδ:29, Α’ Ιωάν.δ:1). Όσο αφορά στην εκκλησία σαν σύνολο, και ο Ιησούς αλλά και ο Παύλος πρόβλεπαν την κρίση σε περίπτωση φιλονικίας μεταξύ των αγίων. Το αποτέλεσμα είναι ότι ένα άτομο απαγορεύεται να κρίνει σε προσωπική βάση, αλλά στην εκκλησία έχει δοθεί εξουσία να κρίνει μεταξύ των αγίων και να ελέγχει την αμετανόητη αμαρτία μέσα στην εκκλησία. Ο τρόπος και η μέθοδος κρίσης δόθηκε απ’ τον Ιησού σε γενικές γραμμές στο Ματθ.ιη:15-18.


1)  Αν δύο άγιοι έχουν κάποιο πρόβλημα μεταξύ τους το θιγόμενο μέλος μπορεί να πάει στο άλλο ιδιαιτέρως και να προσπαθήσει να επιλύσει την κατάσταση. Φυσικά, αν ένας άγιος ξέρει ότι κάποιος αδελφός έχει κάτι εναντίον του πρέπει να αφήσει τα πάντα, να πάει να τον βρει και να συμφιλιωθούν. Αφού γίνει αυτό, μπορεί να έρθει στο θυσιαστήριο και να προσφέρει τα δώρα του στο Θεό (Ματθ.ε:23-24).

2)  Αν η προσπάθεια για επίλυση του προβλήματος δεν φέρει αποτέλεσμα, τότε το πρόσωπο που έχει θιχτεί πρέπει να πάρει δύο-τρεις μάρτυρες μαζί του και να προσπαθήσει να ταχτοποιήσει το πρόβλημα με τον άλλον.

3)  Αν αυτός που έχει αμαρτήσει και πάλι δεν αντιμετωπίζει σωστά το πρόβλημα, τότε πρέπει να τον φέρουν μπροστά στην εκκλησία. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να εξεταστεί και να αντιμετωπιστεί από την εξουσία της εκκλησίας δηλ. από τον ποιμένα και το πρεσβυτέριο. Η ηγεσία σ’ αυτή την περίπτωση έχει να κρίνει το θέμα.

4)  Αν ο παραβάτης δεν υπακούσει στην απόφαση της εκκλησίας, πρέπει να αποκοπεί από την εκκλησία και να θεωρηθεί σαν εθνικός. Σύμφωνα με το εδάφιο 18 ο Θεός θα τιμήσει την απόφαση της εκκλησίας και των ηγετών της. Αν ήταν καθαροί και δίκαιοι ο Θεός θα θεωρήσει σαν δική Του την απόφαση τους και θα την επικυρώσει. Αυτό σημαίνει ότι οι πιστοί της εκκλησίας πρέπει να τηρήσουν την απόφαση που πάρθηκε από την εκκλησία. Αν κάποιος δεν το κάνει, μπορεί να θεωρηθεί εθνικός.

Μήνυση. Η παραπάνω διαδικασία είναι ο σωστός τρόπος για να αντιμετωπιστούν όλες οι διαμάχες μέσα στην εκκλησία. Ένας άγιος δεν μπορεί να μηνύσει έναν άλλο άγιο με τους νόμους που ισχύουν στο κράτος (Α’ Κορ.ς:1-8). Ο λόγος είναι ότι οι άγιοι προετοιμάζονται να κρίνουν αγγέλους και τη γη στη χιλιετή βασιλεία. Αν δεν μπορούμε να τακτοποιήσουμε τις διαφορές μας τώρα, πώς θα μπορέσουμε να κρίνουμε αγγέλους και τον κόσμο αργότερα. Επιπλέον αυτό είναι κακό παράδειγμα για τους απίστους. Είναι καλύτερα ν’ αφήσουμε να μας εξαπατήσουν παρά να παρουσιαστεί στα μάτια του κόσμου μια εικόνα της εκκλησίας με διαμάχες μεταξύ των μελών της. Αυτό το εδάφιο δεν διδάσκει ότι δεν μπορούμε να μηνύσουμε κάποιον από τον κόσμο που μας έχει βλάψει, γιατί οι παραπάνω λόγοι δεν ισχύουν σ’ αυτή την περίπτωση. Έχουμε τη διδασκαλία του Χριστού να είμαστε γενναιόδωροι και να μην εκδικούμαστε (Ματθ.ε:38-42). Είναι σωστό, για παράδειγμα να μηνύσει κανείς έναν άπιστο για ζημιές που προκλήθηκαν από αυτοκινητιστικό ατύχημα ή να πάει στο δικαστήριο για να υπερασπίσει συνταγματικά δικαιώματα όπως η ανεξιθρησκία.

Τι συμβαίνει αν κάποιος δεν μετανοεί και δεν υποτάσσεται στην κρίση της εκκλησίας; Όπως είπαμε παραπάνω αποκόπτεται και θεωρείται σαν εθνικός. Σ’ αυτή την περίπτωση δεν είναι ένας άγιος μέσα στην εκκλησία, αλλά ένας αμαρτωλός και σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να χρειάζεται να καταφύγει κανείς στα δικαστήρια και να ζητήσει αποκατάσταση. Για παράδειγμα, τι γίνεται αν κάποιος σε θέση εξουσίας θέλει να σφετεριστεί περιουσία της εκκλησίας; Δύο ή τρεις εκπρόσωποι της εκκλησίας πρέπει να πάνε και να τον αντιμετωπίσουν. Αν αρνείται ν’ αλλάξει τα χαρτιά ο ποιμένας και το πρεσβυτέριο πρέπει να κρίνουν αυτό το θέμα. Αν και πάλι αρνείται πρέπει επίσημα να πάψει να θεωρείται μέλος της εκκλησίας. Ο σκοπός που γίνεται αυτό είναι για να τονιστεί σ’ αυτόν τον ίδιο η σοβαρότητα της αμαρτίας του, να καθαριστεί η εκκλησία από την αμαρτία και να ξεχωριστεί απ’ αυτό τον άνθρωπο στα μάτια του κόσμου. Μετά απ’ αυτό, η εκκλησία μπορεί να τον μεταχειριστεί σαν εθνικό και να τον πάει σε δικαστήριο.

Αποκοπή. Έχουμε ήδη αναφέρει ένα λόγο για αποκοπή ή διακοπή της κοινωνίας με κάποιο πιστό, όταν αρνείται να υποταχτεί στις αποφάσεις της εκκλησίας. Στην Α’ Κορ.ε:1-13, ο Παύλος αναφέρει και άλλους βάσιμους λόγους.

Το ιδιαίτερο πρόβλημα στην Κόρινθο το οποίο έδωσε αφορμή στον Παύλο να διατυπώσει αυτή τη διδασκαλία ήταν ότι κάποιος άνδρας μέσα στην εκκλησία διέπραττε αιμομιξία. Η εκκλησία ήταν τόσο υπερήφανη για τα πνευματικά της χαρίσματα που είχε παραβλέψει αυτή την αμαρτία. Ο Παύλος τους επέπληξε που δεν έκριναν την αμαρτία και δεν απομάκρυναν αυτόν που έφταιγε. Η σωστή διαδικασία σ’ αυτή την περίπτωση είναι να απομακρυνθεί από την εκκλησία αυτός που αμάρτησε. Πρέπει να παραδοθεί, στον κόσμο, στο βασίλειο του Σατανά. Κάνοντας αυτό δημόσια ο άνθρωπος αυτός μπορεί να “ταρακουνηθεί” και να μετανοήσει. Ακόμα μπορεί να υποφέρει στα χέρια του Σατανά σε τέτοιο μεγάλο βαθμό που να θελήσει να μετανοήσει και να επιστρέψει στην εκκλησία. Έτσι, υπάρχει ελπίδα για σωτηρία σαν αποτέλεσμα της αποκοπής που προηγήθηκε. Όσο καιρό η αμαρτία του καλύπτεται ή αγνοείται δεν θα μπορέσει ποτέ να δει την ανάγκη του για μετάνοια. Ο Παύλος επεκτείνει αυτό το είδος κρίσης για αυτούς που ονομάζουν τους εαυτούς τους αδελφούς και που είναι πόρνοι, άρπαγες, ειδωλολάτρες, λοίδοροι, μέθυσοι ή εκβιαστές. Όταν ένα πρόσωπο αποκόπτεται από την εκκλησία για έναν από τους παραπάνω λόγους, ο Παύλος λέει ότι οι άγιοι δεν πρέπει να κάνουν παρέα μαζί του, ούτε καν να τρώνε μ’ αυτόν. Αυτό είναι πειθαρχία μέσα στην εκκλησία. Μερικές φορές νομίζουμε ότι ξέρουμε καλύτερα από το Θεό, και κάνουμε ότι θέλουμε να κάνουμε αντίθετα με το λόγο του Θεού. Ενώ η εκκλησία απομακρύνει κάποιον επειδή έχει αμαρτήσει, εμείς στρεφόμαστε κι έχουμε επαφή μαζί του. Βγαίνουμε έξω να φάμε μαζί, βγαίνουμε βόλτες και τον παρηγορούμε. Το μόνο που καταφέρνουμε είναι να τον ωθήσουμε να γίνει περισσότερο ανυπότακτος. Ερχόμαστε σ’ επαφή με το ανυπότακτο και ακάθαρτο πνεύμα που ενεργεί σ’ αυτό το πρόσωπο - ένα πνεύμα το οποίο μπορεί εύκολα να μας επηρεάσει με τον ίδιο τρόπο. Κάποτε ένας εργάτης απομακρύνθηκε από την εκκλησία γιατί μεθούσε στην πόλη που ήταν ποιμένας, και για ανήθικες προτάσεις που είχε κάνει σε αρκετές κοπέλες. Μέσα σε λίγους μήνες πήγε σε άλλη περιοχή και κήρυττε και ήταν επικεφαλής σε συναθροίσεις. Δεν έδειξε κανένα σημάδι μετάνοιας. Κάποιοι που τον ήξεραν πήγαν να τον βοηθήσουν, λέγοντας, “Ε, καλά, είναι όμως ένας κήρυκας”. Αυτό είναι τελείως αντίθετο με το λόγο του Θεού. Πώς μπορεί κάποιος να έχει κοινωνία με ένα αμετανόητο άνθρωπο που έχει διωχτεί από την εκκλησία αν λάβουμε υπόψη μας τί λέει η Γραφή; Πώς μπορεί κάποιος να βοηθήσει τη διακονία ενός ανθρώπου που έχασε τις Βιβλικές προδιαγραφές για τη θέση του κήρυκα;

“Εν ησυχία”. Έχει διαφορά το να μένει ένα άτομο σε ησυχία από το να αποκόπτεται. Όταν ένα άτομο έχει κάνει λάθος, αλλά μετανοεί, μπορεί να χάσει κάποια θέση μέσα στην εκκλησία. Σ’ αυτή την περίπτωση, μπορεί να μην εργάζεται στη θέση που ήταν είτε μόνιμα είτε προσωρινά. Αντίστοιχα κάποιος που βρίσκεται σε θέση εξουσίας μπορεί να χάσει τα καθήκοντά του, ένα μέρος ή ολοκληρωτικά, για ένα διάστημα. Αυτό ονομάζεται μεταχείριση “εν ησυχία”. Η Βίβλος καταγράφει τα προσόντα (προδιαγραφές) που οι επίσκοποι πρέπει να έχουν, οπότε είναι λογικό, ότι εάν ένας εργάτης χάσει τα προσόντα του πρέπει να μετακινηθεί από τη θέση του ή να τεθεί εν ησυχία ώσπου να τα ξαναποκτήσει. Αντίθετα, η αποκοπή είναι για κάποιον που έχει διαπράξει αμαρτία αλλά αρνείται να την αναγνωρίσει ή να μετανοήσει, και δεν ακούει τον έλεγχο της εκκλησίας. Αυτό το άτομο θεωρείται εθνικός.

Ένας εργάτης σε μια τοπική εκκλησία μπορεί να μείνει εν ησυχία για μια ορισμένη χρονική περίοδο, εάν έχει αμαρτήσει αλλά έχει έρθει σε μετάνοια. Αυτός ο τύπος της πειθαρχίας θα πρέπει να χρησιμοποιείται όταν η αμαρτία που έχει διαπραχθεί είναι τέτοια ώστε το άτομο θα χρειαστεί να αποδείξει και πάλι ικανό τον εαυτό του, για ένα χρονικό διάστημα. Είναι επίσης απαραίτητο εάν έχει χάσει την καλή του μαρτυρία. Διαφορετικά μπορεί να προσάψει μώμο στην εκκλησία ή να δημιουργήσει λίθο προσκόμματος για κάποιον, αν συνεχίσει να χρησιμοποιείται στην εκκλησία σαν να μη συμβαίνει τίποτα. Αν ένα άτομο που βρίσκεται σε ησυχία, μετανοήσει ειλικρινά δεν θα πάει σε άλλη εκκλησία, αλλά θα θεωρήσει ότι η τιμωρία ήταν για το καλό του και θα συνεχίσει να υπηρετεί το Θεό στην επιτόπια εκκλησία που ανήκει.  

“Πάσα δε παιδεία προς μεν το παρόν δεν φαίνεται ότι είναι πρόξενος χαράς, αλλά λύπης, ύστερον όμως αποδίδει εις τους γυμνασθέντας δι’ αυτής καρπόν ειρηνικόν δικαιοσύνης” (Εβρ.ιβ:11). 

Το διάστημα αυτό της ησυχίας συνήθως φανερώνει αν αυτό το άτομο έχει μετανοήσει ή όχι και αν έχει την υπομονή και την ταπεινοφροσύνη να φανεί πιστός ή όχι. Αν είναι υπομονετικός, θα ανταμειφθεί, όπως αναφέρει και το παραπάνω εδάφιο. Αν ένας εργάτης πέσει σε αμαρτία η οποία δεν του στερεί μόνιμα τη θέση του, μπορεί να τεθεί σε ησυχία ή σε δοκιμή (ή επιτήρηση;) από αυτούς που είναι εξουσία του. Μετά από κάποιο συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ο εργάτης αυτός μπορεί να αποκατασταθεί πλήρως στη θέση του, αν έχει φανεί πιστός κατά το χρόνο της δοκιμασίας. Μη θεωρήσει κανείς ότι άνθρωποι μπορούν να του αφαιρέσουν την κλήση από το Θεό. Η κυβέρνηση στην εκκλησία δόθηκε από το Θεό, όπως και τα απαραίτητα προσόντα για τη διακονία. Αυτοί που βρίσκονται σε θέσεις εξουσίας το μόνο που κάνουν είναι να ακολουθούν το σχέδιο του Θεού και δεν είναι σωστό να περιφρονούμε όσους το “διαχειρίζονται”. Πολλές φορές, οι άνθρωποι που παίρνουν μέρος σε εκκλησιαστικά και γενικά συμβούλια έχουν πληγωθεί και πονέσει από τα λόγια και τις πράξεις αυτών που χρειάστηκε να τους επιβάλλουν πειθαρχία. Πολλές φορές, πρέπει να πειθαρχήσουν κάποιους που αγαπάνε και κάποιους που είναι προσωπικοί φίλοι. Δεν πρέπει να παραβλέψουν ή να ανέχονται την αμαρτία, αλλά είναι υποχρεωμένοι να εφαρμόζουν το λόγο του Θεού, ακόμα και στους στενότερους φίλους τους.

Ένας εργάτης μπορεί να απομακρυνθεί μόνιμα από τη διακονία. Για παράδειγμα, αυτό μπορεί να συμβεί αν δεν είναι “μιας γυναικός ανήρ”, ή αν, χάσει, μόνιμα, την καλή του μαρτυρία στην κοινωνία εξαιτίας κάποιας αμαρτίας, όπως είναι η μοιχεία (Α’ Τιμ.γ:1-7). Μπορεί, βέβαια, να μετανοήσει και να θεωρείται απλά πιστός. Μετά, μπορεί να εργαστεί στην τοπική εκκλησία. Υπάρχουν πολλοί σε τέτοια κατάσταση που έκαναν ακριβώς αυτό. Δεν προσπάθησαν να ξανατοποθετηθούν σαν εργάτες, πηγαίνοντας σε κάποια άλλη ομολογία (δόγμα), αλλά παρέμειναν πιστοί και πολύτιμοι εργάτες στις εκκλησίες που ανήκαν. Ανεξάρτητα από προσωπικά αισθήματα, ήξεραν ότι η υπακοή στο Λόγο του Θεού ήταν πιο σημαντική από οτιδήποτε άλλο.
Ας μη γινόμαστε λοιπόν ισχυρογνώμονες, ανυπάκουοι, γεμάτοι αμαρτία. Εάν κάπου σφάλλουμε, ας δεχτούμε την τιμωρία από τον ποιμένα ή την εξουσία μας. Ας μετανοήσουμε, ας αποδείξουμε την πιστότητα μας στο λόγο του Θεού κι ας εργαστούμε ακόμη περισσότερο για το Θεό.