Τα χαρίσματα της διακονίας
«Διά τούτο λέγει Αναβάς εις ύψος, ηχμαλώτευσεν αιχμαλωσίαν και έδωκε χαρίσματα εις τους ανθρώπους……… Και αυτός έδωκεν άλλους μεν αποστόλους, άλλους δε προφήτας, άλλους δε ευαγγελιστάς, άλλους δε ποιμένας και διδασκάλους, προς την τελειοποίησιν των αγίων, διά το έργον της διακονίας, διά την οικοδομήν του σώματος του Χριστού, εωσού καταντήσωμεν πάντες εις την ενότητα της πίστεως και της επιγνώσεως του Υιού του Θεού, εις άνδρα τέλειον, εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού, διά να μη ήμεθα πλέον νήπιοι, κυματιζόμενοι και περιφερόμενοι με πάντα άνεμον της διδασκαλίας, διά της δολιότητος των ανθρώπων, διά της πανουργίας εις το μεθοδεύεσθαι την πλάνην, αλλά αληθεύοντες εις την αγάπην να αυξήσωμεν εις αυτόν κατά πάντα, όστις είναι η κεφαλή, ο Χριστός, εξ ου παν το σώμα συναρμολογούμενον και συνδεόμενον διά πάσης συναφείας των συνεργούντων μελών, κατά την ανάλογον ενέργειαν ενός εκάστου μέρους κάμνει την αύξησιν του σώματος προς οικοδομήν εαυτού εν αγάπη» (Εφες.δ:8, 11-16).
«Διά τούτο λέγει Αναβάς εις ύψος, ηχμαλώτευσεν αιχμαλωσίαν και έδωκε χαρίσματα εις τους ανθρώπους……… Και αυτός έδωκεν άλλους μεν αποστόλους, άλλους δε προφήτας, άλλους δε ευαγγελιστάς, άλλους δε ποιμένας και διδασκάλους, προς την τελειοποίησιν των αγίων, διά το έργον της διακονίας, διά την οικοδομήν του σώματος του Χριστού, εωσού καταντήσωμεν πάντες εις την ενότητα της πίστεως και της επιγνώσεως του Υιού του Θεού, εις άνδρα τέλειον, εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού, διά να μη ήμεθα πλέον νήπιοι, κυματιζόμενοι και περιφερόμενοι με πάντα άνεμον της διδασκαλίας, διά της δολιότητος των ανθρώπων, διά της πανουργίας εις το μεθοδεύεσθαι την πλάνην, αλλά αληθεύοντες εις την αγάπην να αυξήσωμεν εις αυτόν κατά πάντα, όστις είναι η κεφαλή, ο Χριστός, εξ ου παν το σώμα συναρμολογούμενον και συνδεόμενον διά πάσης συναφείας των συνεργούντων μελών, κατά την ανάλογον ενέργειαν ενός εκάστου μέρους κάμνει την αύξησιν του σώματος προς οικοδομήν εαυτού εν αγάπη» (Εφες.δ:8, 11-16).
Αυτά τα εδάφια μας παρουσιάζουν αυτά που συχνά ονομάζουμε πέντε χαρίσματα της διακονίας. Οι πέντε διακονίες που αναφέρονται δεν είναι απλά χαρίσματα του Θεού σε άτομα μέσα στην εκκλησία, αλλά είναι χαρίσματα του Θεού στην εκκλησία σαν σύνολο.
Ενώ το Ρωμ.ιβ μιλάει για ικανότητες ή λειτουργίες, χρησιμοποιώντας ουσιαστικά και ρήματα για να περιγράψει τη λειτουργία των χαρισμάτων υπηρεσίας, το Εφες.δ μιλάει για τις διακονίες, χρησιμοποιώντας ουσιαστικά για να τα προσδιορίσει. Ο λόγος είναι ότι τα χαρίσματα που αναφέρονται στην Εφες.δ είναι πιο επίσημα ή συγκεκριμένες διακονίες που λειτουργούν μέσα στην τοπική αλλά και σ’ ολόκληρη την εκκλησία. Όταν ο Ιησούς αναλήφθηκε στον ουρανό έδωσε χαρίσματα στην εκκλησία – τους εργάτες του Ευαγγελίου.
Όπως φαίνεται από τα παραπάνω εδάφια, οι αδελφοί που έχουν αυτές τις θέσεις αναγνωρίζονται σαν ηγέτες μέσα στην εκκλησία, αρμόδιοι για τον καταρτισμό άλλων και μ’ αυτό τον τρόπο βοηθούν την εκκλησία ώστε να λειτουργήσει αποτελεσματικά, να ωριμάσει, και να εδραιωθεί στις δογματικές αλήθειες. Από τη φύση της δουλειάς τους, είναι κήρυκες του Ευαγγελίου, είναι οι εργάτες του λόγου του Θεού.
Η λέξη "άλλους" εμφανίζεται τέσσερις φορές στο εδάφιο 11, για να προσδιορίσει ξεχωριστά «τους αποστόλους», «τους προφήτες» και «τους ευαγγελιστές». Όταν όμως αναφέρεται στους ποιμένες και τους δασκάλους, μιλάει σαν να είναι ένα. Η έννοια είναι ότι το ίδιο πρόσωπο πληροί το ρόλο του ποιμένα και του δασκάλου. Πραγματικά, ενώ ο ποιμένας πρέπει "να κάνει έργο ευαγγελιστή" (Β’ Τιμ.δ:5), η πρωταρχική του διακονία είναι να διδάξει το λόγο του Θεού. Πρέπει να είναι «ικανός να διδάξει» (Α΄Τιμ.γ:2, Β΄Τιμ.β:24). Μερικοί εργάτες έχουν μια ιδιαίτερη κλήση και ικανότητα να διδάξουν, αλλά όλοι οι ποιμένες πρέπει να είναι και δάσκαλοι.
Απόστολος, κυριολεκτικά, είναι αυτός που αποστέλλεται με κάποιο σκοπό, ο αγγελιοφόρος, ο πρεσβευτής. Αν και κανένας δεν μπορεί να πάρει τη θέση των δώδεκα αποστόλων του αρνίου (Αποκ.κα:14), οι οποίοι ήταν αυτόπτες μάρτυρες του Χριστού, άλλοι μπορούν να ονομαστούν απόστολοι εργαζόμενοι σαν πρωτεργάτες σ’ ένα καινούριο αγρό αποσταλμένοι από την εκκλησία τους.
Παραδείγματος χάριν, η εκκλησία της Αντιόχειας έστειλε τον Παύλο και το Βαρνάβα σαν πρωτεργάτες ιεραποστόλους, και έγιναν γνωστοί σαν απόστολοι έστω κι αν κανένας τους δεν ανήκε στους δώδεκα. ( Πράξ.ιγ:24 ιδ:14, Α΄ Κορ.θ:2). Το ίδιο, ο Ιάκωβος ο αδελφός του Κυρίου ήταν απόστολος (Γαλ.α:19), αν και δεν ήταν ένας από τους δώδεκα. Ήταν ηγέτης της εκκλησίας στην Ιερουσαλήμ. (Πράξ.ιε:13 κα:18). Ο Ανδρόνικος και ο Ιουνιάς ήταν προφανώς κι αυτοί απόστολοι (Ρωμ.ις:7).
Προφήτης είναι αυτός που μεταδίδει ιδιαίτερα μηνύματα ή κατεύθυνση από το Θεό (Πράξ.ια:27 ιε:32 κα:10). Ενώ πολλοί άνθρωποι στην εκκλησία μπορούν να προφητεύουν κατά διαστήματα, η διακονία του προφήτη καλύπτεται από άτομο που ο Θεός χρησιμοποιεί σταθερά κατ’ αυτό τον τρόπο στη δημόσια διακονία του. Όλοι οι κήρυκες πρέπει να κηρύξουν το λόγο του Θεού και κηρύττουν κάτω από το χρίσμα του Αγίου Πνεύματος, αλλά ο προφήτης έχει κληθεί ειδικά και του έχει δοθεί η ικανότητα να διακηρύξει το συγκεκριμένο θέλημα, σκοπό και οδηγία του Θεού στο λαό Του. Συχνά, θα μεταφέρει μηνύματα σχετικά με το σχέδιο του Θεού για το μέλλον ή τις ανάγκες της εκκλησίας.
Από τα παραδείγματα στο βιβλίο των πράξεων, είναι εμφανές ότι η διακονία του αποστόλου και του προφήτη είναι διαχρονικές για την εκκλησία. Σ’ όλη την εκκλησιαστική ιστορία, πολλοί ψευδαπόστολοι και ψευδοπροφήτες έχουν εγερθεί, απαιτώντας αυτούς τους τίτλους σε μία προσπάθεια να πάρουν μεγάλη εξουσία μέσα στην εκκλησία (Α΄Ιωάν.δ:1, Αποκ.β:2). Η Βίβλος είναι η μόνη αρχή μας σχετικά με τη σωτηρία και τη χριστιανική ζωή, και όσοι κηρύττουν άλλο Ευαγγέλιο είναι ανάθεμα (Γαλ.α:8-9, Β΄Τιμ.γ:15-17). Επομένως, δεν πρέπει να είναι σοφό για κάποιο να απαιτεί ότι είναι απόστολος ή προφήτης, ή για όσους προσπαθούν να τον προωθήσουν για τέτοιο. Παρόλα αυτά, εμείς πρέπει να αναγνωρίζουμε, να ενθαρρύνουμε, και να παίρνουμε στα σοβαρά υπ’ όψη μας τις διακονίες αυτές ανάμεσά μας.
Ευαγγελιστής είναι ο κήρυκας του Ευαγγελίου. Διακηρύττει τα καλά νέα για τη σωτηρία των αμαρτωλών (Πράξ.κα:8, Β΄ Τιμ.δ:5). Αυτός ο Βιβλικός όρος δεν περιορίζεται στη σύγχρονη χρήση ενός πλανόδιου κήρυκα που κάνει ειδικές συναθροίσεις. Μάλλον, σημαίνει έναν εργάτη που είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικός στο να κερδίζει ψυχές, είτε ατομικά είτε δημόσια.
Ποιμένας είναι αυτός που οδηγεί και φροντίζει τους ανθρώπους του Θεού. Η Βίβλος τον ονομάζει και επίσκοπο ή πρεσβύτερο (Πράξ.ιδ:23 κ:17, 28 Α΄Τιμ.γ:17 Τίτος α:5-9).
Στην Α’ Πέτρ.ε:1-4 περιγράφεται ο ρόλος του ποιμένα όσο αφορά στην καθοδήγηση, την επισκοπή, και τη φροντίδα των πιστών: «Τους μεταξύ σας πρεσβυτέρους παρακαλώ εγώ ο συμπρεσβύτερος και μάρτυς των παθημάτων τον Χριστού, ο και κοινωνός της δόξης, ήτις μέλλει να αποκαλυφθή, ποιμάνατε το μεταξύ σας ποίμνιον του Θεού, επισκοπούντες μη αναγκαστικώς αλλ' εκουσίως, μηδέ αισχροκερδώς αλλά προθύμως, μηδέ ως κατακυριεύοντες την κληρονομίαν του Θεού, αλλά τύποι γινόμενοι του ποιμνίου. Και όταν φανερωθή ο αρχιποιμήν, θέλετε λάβει τον αμαράντινον στέφανον της δόξης».
Η Καινή Διαθήκη μιλά πάντα για τους πρεσβύτερους στον πληθυντικό, πράγμα που σημαίνει ότι σε κάθε πόλη η εκκλησία οδηγιόταν από μια ομάδα ποιμένων. Η Γραφή, η ιστορία, και το κοινό αίσθημα δείχνουν ότι υπήρχε ένας ίσως αρχαιότερος ποιμένας σαν ανώτερος ή ένας προϊστάμενος πρεσβύτερος (Αποκ.β-γ, όπου ο Ιησούς απευθύνει μια επιστολή στον "άγγελο," κυριολεκτικά "αγγελιοφόρο" κάθε μιας από τις επτά εκκλησίες στη Μικρά Ασίας). Σήμερα, στην εκκλησία μιας πόλης, μπορούμε να δούμε σαν πρεσβυτέριο, τον ποιμένα και τους πρεσβύτερους της εκκλησίας, ή τους ποιμένες διάφορων εκκλησιών που συνεργάζονται.
Δάσκαλος είναι αυτός που διδάσκει το λόγο του Θεού (Πράξ.ιγ:1). Όπως έχουμε δει, σ’ αυτά τα εδάφια γίνεται σαφής περιγραφή της έννοιας του κηρύγματος και της διδασκαλίας ενός επισκόπου σε μια τοπική εκκλησία. Ενώ πολλοί μέσα στην εκκλησία μπορεί να έχουν το χάρισμα της διδασκαλίας και μπορούν να διδάξουν αποτελεσματικά στο Κυριακό σχολείο ή σε Βιβλικές μελέτες, η διακονία του ποιμένα-δασκάλου στέκεται πάνω απ’ αυτούς. Ο ποιμένας-δάσκαλος είναι ο κυρίως κήρυκας και ο δάσκαλος του λόγου του Θεού. Ο Θεός δεν του έχει δώσει μόνο το χάρισμα της διδασκαλίας, αλλά ο Θεό τον έχει δώσει στην εκκλησία σαν δάσκαλό Του και επίσκοπο.
Το εδάφιο 12 εξηγεί το σκοπό για τον οποίο ο Θεός έδωσε τους αποστόλους, τους προφήτες, τους ευαγγελιστές, τους ποιμένες και τους δασκάλους στην εκκλησία. Τα κόμματα σ’ αυτό το εδάφιο (προς την τελειοποίησιν των αγίων, διά το έργον της διακονίας, διά την οικοδομήν του σώματος του Χριστού) στη μετάφραση του Βάμβα, μπορούν να οδηγήσουν κάποιον να το ερμηνεύσει σαν περιγραφή τριών ξεχωριστών στόχων αυτών των διακονιών. Όμως η στίξη δεν ήταν μέρος του αρχικού κειμένου της Γραφής. Οι μεταφραστές προσθέσανε τη στίξη για να βοηθήσουν στην ανάγνωση και την κατανόηση. Σ’ αυτή την περίπτωση, μια μελέτη του αρχαίου κειμένου και οι διάφορες μεταφράσεις καθιστούν σαφές ότι υπάρχει ένας σκοπός με μια τριπλή πρόοδο, ως εξής:
1. Ο Θεός δίνει τις διακονίες αυτές στην εκκλησία «προς την τελειοποίησιν των αγίων».
1. Ο Θεός δίνει τις διακονίες αυτές στην εκκλησία «προς την τελειοποίησιν των αγίων».
2. Οι άγιοι τώρα έχουν τα προσόντα ώστε να κάνουν «το έργον της διακονίας». Εδώ «διακονία» σημαίνει «υπηρεσία», ή όλες τις λειτουργίες της εκκλησίας. Κάθε πιστός πρέπει να έχει μια υπηρεσία - όχι απαραίτητα διακονία δημόσιου κηρύγματος αλλά μια συγκεκριμένη θέση υπηρεσίας στο σώμα του Χριστού. Είναι λοιπόν στόχος των αποστόλων, των προφητών, των ευαγγελιστών, των ποιμένων και των δασκάλων να βοηθήσουν κάθε πιστό να βρει τη θέση εργασίας του και να τον εκπαιδεύσουν ώστε να την εκτελεί σωστά μέσα στο σώμα.
Όσοι έχουν τα πέντε χαρίσματα της διακονίας πρέπει να εμπνεύσουν, να παρακινήσουν, να εκπαιδεύσουν, να καθοδηγήσουν και να προετοιμάσουν τους αγίους έτσι ώστε ο καθένας να είναι ένα ενεργό, παραγωγικό μέλος του σώματος.
3. Όταν κάθε μέλος του σώματος κάνει σωστά τη δουλειά του, ολόκληρο το σώμα θα είναι, οικοδομημένο (διά την οικοδομήν του σώματος του Χριστού). Ο στόχος είναι να ωριμάσουμε στο Χριστό. Αρχίζοντας με «την ενότητα του Πνεύματος διά του συνδέσμου της ειρήνης» (Εφες.δ:3), πρόκειται να ακολουθήσουμε «την ενότητα της πίστεως και της επιγνώσεως του Υιού του Θεού, εις άνδρα τέλειον, εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού» (Εφες.δ:13).
Σύμφωνα με το Εφες.δ:14-16, κάθε τοπική εκκλησία πρέπει να επιδιώξει κάποια συγκεκριμένα χαρακτηριστικά ωριμότητας:
1.Να εδραιωθεί στην πίστη, έτσι ώστε να μην ταλαντεύεται από ψευδοδιδασκαλίες και ψευδοδιδασκάλους.
2.Να λέει την αλήθεια με αγάπη. Υπηρετώντας ο ένας τον άλλο, καθώς και τους απίστους, με μια ισορροπία τιμιότητας και ευσπλαχνίας, να δίνει την ίδια αξία στη φανέρωση της αλήθειας και της αγάπης.
3.Υποταγή στην κυριότητα του Ιησού Χριστού κατά πάντα, εξαρτώμενη από τη θεία προμήθεια για κάθε τι.
4.Ο καθένας μαθαίνει να συμβάλλει κατά το μέρος του στο έργο της εκκλησίας, έτσι ώστε το σώμα να αυξηθεί και να ενισχυθεί στην αγάπη.