«Θέλω οικοδομήσει την εκκλησίαν μου, και πύλαι άδου δεν θέλουσιν ισχύσει κατ' αυτής» (Ματθ.ις:18)
1. Υπάρχουν στον κόσμο χιλιάδες “εκκλησίες” που ισχυρίζονται ότι ΜΟΝΟΝ ΑΥΤΕΣ είναι “Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ”. Αυτό δεν αφορά μόνο τα διάφορα δόγματα αλλά ακόμη και τμήματα της ίδιας εκκλησίας (π.χ. οι Νεοημερολογίτες και εκείνοι του Πατρείου ημερολογίου (παλαιοημερολογίτες) [χωρισμένοι σε πολλές εκκλησίες], η Εκκλησία της Πεντηκοστής και η Ελευθέρα Εκκλησία της Πεντηκοστής, οι Ρωμαιοκαθολικοί και οι Παλαιοκαθολικοί, οι Βαπτιστές και οι Νότιοι Βαπτιστές κ.ο.κ.), που αποδεικνύουν ότι οι διαχωρισμοί δεν οφείλονται τόσο σε θέματα ουσίας αλλά, μάλλον, στο ΠΟΙΟΣ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΑΦΕΝΤΙΚΟ.
2. Η διδασκαλία της Καινής Διαθήκης φανερώνει ότι:
(α) Κανένας άνθρωπος δεν έχει εξουσιοδότηση από το Θεό να λέει ότι εκπροσωπεί ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ. Αυτό δεν το διεκδίκησαν για τον εαυτό τους σαν άτομα ούτε οι ίδιοι οι απόστολοι του Χριστού (Α’ Κορ.γ:5).
(β) Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ δεν ταυτίζεται με κανένα επίγειο σώμα ή όργανο, ιδιαίτερα μάλιστα όταν τα πολυάριθμα κοινωνικά ή νομικά πρόσωπα που θέλουν να λέγονται “εκκλησίες” λειτουργούν μάλλον σαν ανθρώπινες εταιρείες, οργανώσεις και κρατικές υπηρεσίες, οι οποίες, πέραν των άλλων, όχι σπάνια έχουν υπηρετήσει εγκληματικές πολιτικές σκοπιμότητες και οικονομικά συμφέροντα.
(γ) Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ είναι το Σώμα του Χριστού, που απαρτίζεται από εκείνους που με προσωπική και ελεύθερη πίστη έχουν αναγνωρίσει και αποδεχθεί τον Ιησού Χριστό σαν Σωτήρα τους και Κύριο της ζωής τους.
(δ) Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ, ως θείος –και όχι ανθρώπινος– θεσμός, δεν ταυτίζεται με τους εκάστοτε ηγέτες, που έρχονται και παρέρχονται, αλλά είναι πνευματικό οικοδόμημα, που έχει ως ΘΕΜΕΛΙΟ τη διδαχή των αποστόλων και προφητών, και ακρογωνιαίο λίθο αυτόν τον Κύριο Ιησού Χριστό. (Εφεσ.β:20).
Σύμφωνα από τα παραπάνω, ένα σώμα πιστών μπορεί να είναι τοπική εκκλησία μόνο για όσο και εφόσον παραμένουν ακόλουθοι του Χριστού και παύει να αποτελεί εκκλησία όταν διακόπτουν τη ζωτική εξάρτησή τους από το Χριστό.
Επίσης πιστεύουμε ότι οι πιστοί είναι μέλη της ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ του Χριστού εφόσον έχουν προσωπική σχέση με τον Κύριο, ακόμη και όταν η “εκκλησία” στην οποία ζουν δεν αξίζει πλέον να φέρει αυτό το όνομα.
Επιτέλους, όπως είπε ο Χριστός, πιστεύουμε ότι οφείλουμε να διακρίνουμε τους ανθρώπους «από των καρπών αυτών» (Ματθ.ζ:16-20), όμως δεν ανήκει σ’ εμάς να λέμε ούτε ποια είναι η ΣΩΣΤΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ούτε ποιοι θα μπουν στη Βασιλεία του Θεού, επειδή κανένας άνθρωπος παρά μόνο ο Κύριος «γνωρίζει τους όντας αυτού» (Β΄ Τιμ.β:19).
Όταν κάτι δεν πάει καλά, χωρίς να παίρνουμε θέσεις και δικαιώματα που δεν μας ανήκουν, οφείλουμε ν’ ακολουθούμε τη σαφή και σοφή αποστολική εντολή, που λέει: «Ας απομακρυνθή από της αδικίας πας όστις ονομάζει το όνομα του Κυρίου» και «απομακρύνησθε από παντός αδελφού ατάκτως περιπατούντος και ουχί κατά την παράδοσιν, την οποίαν παρέλαβε παρ' ημών» (Β΄ Θεσ.γ:6).