Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Τρίτη 6 Ιουνίου 2017

Η χρεοκοπία του ευαγγελίου της ευημερίας



Με τα χρόνια, το μήνυμα που είχε κηρυχτεί σε ορισμένες από τις μεγαλύτερες εκκλησίες στον κόσμο, έχει αλλάξει. Εξαιτίας, εν μέρει, της εμφάνισης ορισμένων ασεβών φιλοσοφιών και κινημάτων, ένα νέο ευαγγέλιο διδάσκεται σήμερα. Σ’ αυτό το Ευαγγέλιο έχουν δοθεί πολλά ονόματα, όπως «Πες το και απαίτησέ το», «Συζήτα το και πάρτο», Ευαγγέλιο «υγείας και πλούτου», το κίνημα «ο λόγος της πίστης», το «ευαγγέλιο της επιτυχίας,» το «ευαγγέλιο της ευημερίας» και «Θεολογία θετικής ομολογίας».

Άσχετα με το όνομα, η διδασκαλία είναι η ίδια. Με απλά λόγια, αυτό το εγωκεντρικό Ευαγγέλιο διδάσκει ότι ο Θεός θέλει τους πιστούς να είναι υλικά πλούσιοι.


Οι δάσκαλοι του ευαγγελίου της ευημερίας, ενθαρρύνουν τους οπαδούς τους να προσεύχονται και ακόμη να αξιώνουν από τον Θεό τα πάντα από μέσα μεταφοράς (αυτοκίνητα, ημιφορτηγά, φορτηγά, αεροπλάνα ακόμη και ιδιωτικά αεροπλάνα), μέχρι σπίτια, επίπλωση και μεγάλους τραπεζικούς λογαριασμούς.  Εξετάζοντας προσεκτικά αυτή την ελαττωματική θεολογία και την πλανεμένη Βιβλική ερμηνεία των δασκάλων αυτού του κινήματος, η μελέτη αυτή θα αποδείξει ότι οι διδασκαλίες του ευαγγελίου της ευημερίας σχετικά με την απόκτηση και τη συσσώρευση του πλούτου είναι ηθικά λάθος.

Η θεολογία του ευαγγελίου της ευημερίας

Η θεολογία είναι σημαντική, επειδή η σωστή διδασκαλία και πίστη είναι απαραίτητη για τη σχέση του πιστού με τον Θεό. Φυσικό επακόλουθο αυτού, είναι ότι μια λάθος θεολογία θα οδηγήσει σε εσφαλμένη εντύπωση σχετικά με τον Θεό, τον λόγο Του και τις σχέσεις Του με τους ανθρώπους. Η θέση μας είναι ότι το ευαγγέλιο της ευημερίας είναι κατασκευασμένο πάνω σε λάθος θεολογία. Ως εκ τούτου, πολλά από τα δόγματα, συμπεριλαμβανομένων των διδασκαλιών σχετικά με τον πλούτο, είναι λάθος. Ενώ είναι πέρα από το σκοπό αυτής της μελέτης, να εξετάσει λεπτομερέστερα όλα τα συγκεκριμένα δόγματα της θεολογίας της ευημερίας, υπάρχουν τέσσερα κρίσιμα σημεία του λάθους που σχετίζονται με τις διδασκαλίες τους για τον πλούτο, που μπορούν να απομονωθούν και να εξεταστούν. Οι περιοχές αυτές είναι η Αβρααμική Διαθήκη, η Εξιλέωση, το δίδειν, και η πίστη.

Η «θεολογία της ευημερίας» και η Διαθήκη προς τον Αβραάμ

Η θεολογική βάση του ευαγγελίου της ευημερίας είναι η Διαθήκη του Θεού στον Αβραάμ. Ενώ είναι καλό, ότι οι «θεολόγοι» της ευημερίας αναγνωρίζουν ότι ένα μεγάλο μέρος της Αγίας Γραφής αναφέρεται στην εκπλήρωση αυτής της Διαθήκης, είναι κακό ότι δεν τηρούν μια σωστή θέση γι’ αυτή τη Διαθήκη. Κρατάνε μια εσφαλμένη άποψη για την έναρξη και την εφαρμογή αυτής της Διαθήκης.

Ο ερευνητής Edward Pousson έκφρασε καλύτερα την άποψη των «ευημερούντων» σχετικά με την εφαρμογή της Διαθήκης του Αβραάμ, γράφοντας, «Οι Χριστιανοί είναι τα πνευματικά τέκνα του Αβραάμ και κληρονόμοι των διά πίστεως ευλογιών... Αυτή η κληρονομιά έχει να κάνει βασικά με υλικές ευλογίες».  Με άλλα λόγια, σύμφωνα με το ευαγγέλιο της ευημερίας, ο πρωταρχικός σκοπός της Διαθήκης ήταν ο Θεός να ευλογήσει υλικά τον Αβραάμ. Δεδομένου ότι οι πιστοί είναι τώρα «Πνευματικά παιδιά του Αβραάμ», άρα κληρονομούν αυτές τις οικονομικές ευλογίες της Διαθήκης.

Λένε και γράφουν λοιπόν: «Δεδομένου ότι η διαθήκη του Θεού έχει εδραιωθεί και η ευημερία είναι μια διάταξη αυτής της διαθήκης, πρέπει να συνειδητοποιήσετε ότι ευημερία ανήκει σε εσάς τώρα!». 

Ακόμα: «Με τη σταύρωση του Χριστού, οι Χριστιανοί έχουν κληρονομήσει όλες τις υποσχέσεις στον Αβραάμ, και αυτό περιλαμβάνει τόσο πνευματική όσο και υλική ευημερία».  Για να υποστηρίξουν αυτό τον ισχυρισμό, οι ψευδοδιδάσκαλοι χρησιμοποιούν το Γαλ.γ:14 που λέει «Διά να έλθη εις τα έθνη η ευλογία του Αβραάμ διά Ιησού Χριστού....».

Αν και τα προβλήματα αυτού του επιχειρήματος είναι πάρα πολλά, δύο είναι τόσο κραυγαλέα που πρέπει να αντιμετωπιστούν. Πρώτον, επικαλούμενοι το Γαλ.γ:14, οι ψευδοδιδάσκαλοι της ευημερίας εσκεμμένα αγνοούν το δεύτερο μισό του εδαφίου που λέει «ώστε να λάβωμεν την επαγγελίαν του Πνεύματος διά της πίστεως». Σ’ αυτό το εδάφιο ο Παύλος σαφώς υπενθυμίζει στους Γαλάτες τις πνευματικές ευλογίες της σωτηρίας και όχι τις υλικές του πλούτου.

Δεύτερο, οι ψευδοδιδάσκαλοι ισχυρίζονται ότι ο αγωγός μέσω του οποίου οι πιστοί λαμβάνουν τις ευλογίες του Αβραάμ είναι η πίστη. Αυτό αγνοεί πλήρως την σωστή κατανόηση ότι η Διαθήκη προς τον Αβραάμ ήταν άνευ όρων. Αυτό σημαίνει ότι οι ευλογίες της Διαθήκης δεν εξαρτιόταν από την υπακοή ενός ανθρώπου. Ως εκ τούτου, ακόμη και αν η Αβρααμική Διαθήκη ισχύει για τους Χριστιανούς, όλοι οι πιστοί πρέπει ήδη να απολαμβάνουν τις υλικές ευλογίες, ανεξάρτητα από την «θεολογία» της ευημερίας.

Η «θεολογία της ευημερίας» και η εξιλέωση

Ένας δεύτερος ραγισμένος πυλώνας πάνω στον οποίο στέκεται αυτή η ψευδοδιδασκαλία είναι της λανθασμένης άποψης σχετικά με την εξιλέωση. Το ευαγγέλιο της ευημερίας ισχυρίζεται ότι τόσο η φυσική θεραπεία όσο και η οικονομική ευημερία έχουν προμηθευτεί στην εξιλέωση.  Αυτό φαίνεται να είναι μια σωστή παρατήρηση υπό το πρίσμα της ψευδοδιδασκαλίας ότι «βασική αρχή της χριστιανικής ζωής είναι να γνωρίσουμε ότι ο Θεός έθεσε τις αμαρτίες μας, τις αρρώστιες μας, τις θλίψεις μας, τις δυστυχίες μας, και τη φτώχεια μας πάνω στον Ιησού, στο Γολγοθά.  Αυτή η παρανόηση της εξιλέωσης πηγάζει από δύο λάθη που κάνουν οι υποστηρικτές του ευαγγελίου της ευημερίας.

Πρώτον, πολλοί από αυτούς τους ψευδοδιδάσκαλους, έχουν μια βασική παρανόηση της ζωής του Χριστού. Για παράδειγμα, λένε ότι «ο Ιησούς είχε ένα ωραίο σπίτι, ένα μεγάλο σπίτι», «Ο Ιησούς διαχειριζόταν μεγάλα χρηματικά ποσά» και ακόμη «φορούσε ακριβά ρούχα».  Είναι εύκολο να δούμε πώς μια τέτοια διαστρεβλωμένη άποψη της ζωής του Χριστού θα οδηγήσει σε μια εξίσου στραβωμένη παρανόηση του θανάτου του Χριστού.

Ένα δεύτερο σφάλμα της «θεολογίας» της ευημερίας, που οδηγεί επίσης σε μια λανθασμένη άποψη της εξιλέωσης, είναι η παρερμηνεία του Β’ Κορ.η:9. Χωρίς καμία εξαίρεση, αυτό είναι το εδάφιο που οι «δάσκαλοι» της ευημερίας επικαλούνται προκειμένου να υποστηρίξουν την άποψή τους για την εξιλέωση.

«διότι εξεύρετε την χάριν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ότι πλούσιος ων επτώχευσε διά σας, διά να πλουτήσητε σεις με την πτωχείαν εκείνου»

Το πρόβλημα με αυτή την ερμηνεία είναι, φυσικά, ότι σ’ αυτό το εδάφιο ο Παύλος σε καμία περίπτωση δεν διδάσκει ότι ο Χριστός πέθανε πάνω στο σταυρό με σκοπό την αύξηση των οικονομικών οποιουδήποτε. Στην πραγματικότητα, ο Παύλος δίδασκε την ακριβώς αντίθετη αρχή.

Με βάση τα συμφραζόμενα, είναι σαφές ότι ο Παύλος δίδασκε τους Κορίνθιους ότι, εφόσον ο Χριστός πέτυχε τόσα πολλά γι’ αυτούς μέσω της εξιλέωσης, πόσο μάλλον θα έπρεπε αυτοί τώρα να αδειάσουν από τα πλούτη τους προκειμένου να υπηρετήσουν τον σωτήρα. Γι’ αυτό μόλις πέντε σύντομα εδάφια αργότερα, ο Παύλος παροτρύνει τους Κορινθίους να δώσουν από το περίσσευμά τους να αναπληρώση την στέρησιν εκείνων (των αδελφών που είχαν οικονομική ανάγκη).  Η λογική που συνάγεται από τη δήλωση αυτής της μεγάλης αλήθειας, είναι πολύ προφανής για οποιονδήποτε να την καταλάβει. Προφανώς, όμως, οι «πρωταθλητές» του ευαγγελίου της ευημερίας δεν το καταλαβαίνουν.

Η «θεολογία της ευημερίας» και το δίδειν

Ένα από τα πιο εντυπωσιακά χαρακτηριστικά των ψευδοδιδασκάλων της ευημερίας είναι η προσκόλλησή τους στο δίδειν. Οι μαθητές του ευαγγελίου της ευημερίας καλούνται να δίνουν απλόχερα και βομβαρδίζονται με τέτοιες υποκριτικές δηλώσεις όπως, «αληθινή ευημερία είναι η δυνατότητα να χρησιμοποιήσεις την δύναμη του Θεού για να καλύψει τις ανάγκες της ανθρωπότητας σε κάθε σφαίρα της ζωής», και «Έχουμε κληθεί να χρηματοδοτήσουμε το Ευαγγέλιο για να κηρυχτεί στον κόσμο».  Ενώ όπως ακούγονται αυτές οι δηλώσεις, πράγματι φαίνεται να είναι αξιέπαινες, μια πιο προσεκτική εξέταση της θεολογίας που κρύβεται πίσω τους, αποκαλύπτει ότι η έμφαση του ευαγγελίου της ευημερίας στο δίδειν, είναι χτισμένη σε οτιδήποτε άλλο εκτός από φιλανθρωπικά κίνητρα. Η κινητήρια δύναμη πίσω από αυτή την έμφαση στο να δίνεις είναι ο «νόμος της αποζημίωσης».  Σύμφωνα με το νόμο αυτό, που υποτίθεται ότι βασίζεται στο Μάρκ.ι:30, οι Χριστιανοί πρέπει να δώσουν απλόχερα σε άλλους, επειδή όταν το κάνουν, ο Θεός δίνει πίσω περισσότερα σαν επιστροφή. Αυτό με τη σειρά του οδηγεί σ’ έναν κύκλο αυξανόμενης ευημερίας.

Συνηθίζουν να λένε, «δώσε 10€ και θα πάρεις 1.000. Δώσε 1.000€ και θα πάρεις 100.000€..., με λίγα λόγια, το Μάρκ.ι:30 είναι μια πολύ καλή συμφωνία».  Είναι προφανές, λοιπόν, ότι η διδασκαλία του ευαγγελίου της ευημερίας όσο αφορά στο δίδειν είναι χτισμένη πάνω σε λάθος κίνητρα. Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Ιησούς δίδαξε τους μαθητές του να «δίνουν, χωρίς να ελπίζουν σε τίποτα για αντάλλαγμα,» αυτοί οι ψευδοδιδάσκαλοι διδάσκουν τους μαθητές τους να δώσουν γιατί θα πάρουν μια μεγάλη επιστροφή.

Η «θεολογία της ευημερίας» και η πίστη 

Μια τελευταία πτυχή αυτής της «θεολογίας» που αξίζει να διερευνηθεί είναι η διδασκαλία της πίστης. Σύμφωνα με το λόγο του Θεού, οι Χριστιανοί κατανοούν την πίστη σαν «εμπιστοσύνη στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, στην αλήθεια της διδασκαλίας Του, και στο λυτρωτικό έργο που ολοκλήρωσε στο Γολγοθά». Οι δάσκαλοι της ευημερίας ασπάζονται μια τελείως διαφορετική διδασκαλία. Στο βιβλίο του, η νόμοι της ευημερίας, ο Kenneth Copeland έγραψε ότι «η πίστη είναι μια πνευματική δύναμη, μια πνευματική ενέργεια, μια πνευματική επιρροή. Είναι η δύναμη της πίστης, που κάνει τους πνευματικούς νόμους να λειτουργούν.... Υπάρχουν συγκεκριμένοι νόμοι που διέπουν την ευημερία, αποκεκαλυμμένοι στο λόγο του Θεού. Η πίστη τους αναγκάζει να λειτουργήσουν».  Αυτή η κατανόηση της πίστης, είναι προφανώς λάθος, αν όχι αιρετική. Αργότερα, στο ίδιο βιβλίο ο Copeland έγραψε ότι «αν αποφασίσεις... ότι είσαι πρόθυμος να ζήσεις μέσα στην άγια ευημερία και αφθονία,... θεία ευημερία θα έρθει στη ζωή σου. Έχεις εξασκήσει την πίστη σου».  Σύμφωνα με την «θεολογία» της ευημερίας, η πίστη δεν είναι μια Θεοκεντρική πράξη της βούλησης, ή απλά εμπιστοσύνη στο Θεό, πρόκειται μάλλον για μια ανθρωποκεντρική πνευματική δύναμη, που απευθύνεται στο Θεό. Πραγματικά, κάθε θεολογία που βλέπει την πίστη αποκλειστικά σαν μέσο επίτευξης υλικού κέρδους αντί να την δεχτεί σαν ουράνια δικαιοσύνη, πρέπει να κριθεί σαν λανθασμένη και ανεπαρκής.

Η βιβλική ερμηνεία του ευαγγελίου της ευημερίας

Όπως έχει ήδη αποδειχτεί, η ερμηνευτική του κινήματος της ευημερίας αφήνει πολλά κενά. Η μέθοδος που ερμηνεύουν το Βιβλικό κείμενο είναι εξαιρετικά υποκειμενική και αυθαίρετη. Τα Βιβλικά εδάφια που αναφέρονται σε αφθονία, χρησιμοποιούνται χωρίς προσοχή στη γραμματική, τις σημασιολογικές αποχρώσεις ή το λογοτεχνικό και ιστορικό πλαίσιο. Το αποτέλεσμα είναι ένα σύνολο ιδεών και αρχών που βασίζονται στην παραμόρφωση του νοήματος του Βιβλικού κειμένου. Πράγματι, η έρευνα τόμων λογοτεχνίας των δασκάλων της ευημερίας, αποκαλύπτει πολυάριθμα παραδείγματα τέτοιων παρερμηνειών. Όμως, το να ασχοληθούμε με λεπτομέρειες παραδειγμάτων παρερμηνείας, θα μας πάρει πάρα πολύ χρόνο. Ωστόσο, μπορούμε να επιλέξουμε ένα εδάφιο σαν παράδειγμα και να εξετάσουμε τόσο τη λάθος, όσο και την σωστή ερμηνεία του.

Ένα κατάλληλο εδάφιο γι’ αυτή τη μελέτη είναι το Γ’ Ιωάνν.α:2. 

«Αγαπητέ, κατά πάντα εύχομαι να ευοδούσαι και να υγιαίνης, καθώς ευοδούται η ψυχή σου».

Αυτό το εδάφιο ερμηνεύεται από τους δάσκαλους της ευημερίας να σημαίνει ότι ο Θεός θέλει όλοι οι πιστοί να «ευημερούν σε όλα». Επιπλέον, η ερμηνεία τους αυτού του εδαφίου, καθιστά σαφές τον ισχυρισμό τους ότι η υλική ευημερία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την πνευματική αύξηση. Ο Oral Roberts, που θεωρείται από πολλούς σαν ο πατέρας αυτής της κίνησης, ισχυριζόταν ότι στην αρχή της διακονίας του, ο Θεός, με θαυμαστό τρόπο τον οδήγησε σ’ αυτό το εδάφιο για να καταλάβει την αποκάλυψη του ευαγγελίου της ευημερίας.

Ένας άλλος δάσκαλος της πίστης που έχει αναπτύξει τη διακονία του γύρω από αυτή τη λανθασμένη ερμηνεία του Γ’ Ιωάν.α:2 είναι ο Kenneth Copeland. Ο συγγραφέας Kenneth Kantzer έγραψε ότι «ο Copeland παρερμηνεύει αυτό το εδάφιο σαν οικουμενική υπόσχεση», και ο συγγραφέας Bruce Barron παρατήρησε ότι «οι Copelands χρησιμοποιούν αυτά τα λόγια τόσο συχνά, που φαίνονται να είναι το εδάφιο κλειδί της διακονίας τους». Ωστόσο, μια προσεκτική μελέτη, αποκαλύπτει ότι αυτό το εδάφιο δεν είναι μια εν λευκώ έγκριση των διδασκαλιών του ευαγγελίου της ευημερίας.

Όσοι χρησιμοποιούν το Γ’ Ιωάν.α:2 για να υποστηρίξουν το ευαγγέλιο της ευημερίας, διαπράττουν δύο κεφαλαιώδη σφάλματα, το πρώτο έχει να κάνει με τα συμφραζόμενα και το δεύτερο με την γραμματική. Όσο αφορά στα συμφραζόμενα, είναι φρόνιμο να προσέξει κανείς ότι ο σκοπός του Ιωάννη σ’ αυτή το εδάφιο δεν ήταν να διδάξει κάποιο δόγμα, απλά άνοιξε την επιστολή του με ένα χαιρετισμό. Μ’ αυτό δεν θέλω να πω ότι δεν μπορεί να βρεθεί διδασκαλία σ’ ένα μη δογματικό εδάφιο, αφού «Όλη η γραφή είναι θεόπνευστος και ωφέλιμος προς διδασκαλίαν», αλλά ότι πρέπει να είναι κανείς ευαίσθητος στην αρχική πρόθεση του συγγραφέα. Επομένως, ο ισχυρισμός ότι το Γ’ Ιωάν.α:2 διδάσκει το δόγμα της ευημερίας θα έπρεπε να θεωρηθεί στην καλύτερη περίπτωση σαν ύποπτος.

Δεύτερο, είναι φρόνιμο να σημειώσουμε την έννοια της λέξης «ευοδούσαι», όπως εμφανίζεται σε αυτό το εδάφιο. Η λέξη προέρχεται από το ρήμα ευοδόω, που σημαίνει:

 
Αυτή η λέξη, που χρησιμοποιείται μόνο τέσσερις φορές στην Αγία Γραφή, δεν σημαίνει να ευημερήσεις με την έννοια να «κερδίσεις υλικά αγαθά», αλλά μάλλον σημαίνει «να βάλεις κάτι στο σωστό δρόμο, να κάνεις καλή την πορεία κάποιου, να έχεις καλό ταξίδι». Οπότε, το να διδάσκεις ευημερία απ’ αυτό το εδάφιο, είναι παρερμηνεία του κειμένου.

Συμπέρασμα

Μέσα απ’ αυτή τη μελέτη της «θεολογίας» και της Βιβλικής ερμηνείας του ευαγγελίου της ευημερίας, μπορεί κανείς να διακρίνει πέντε σαφείς λόγους, γιατί οι διδασκαλίες αυτής της κίνησης σχετικά με τον πλούτο, είναι λάθος:


  1. Είναι χτισμένη πάνω σε μια λανθασμένη κατανόηση της Διαθήκης του Θεού στον Αβραάμ.
  2. Είναι χτισμένη πάνω σε μια λανθασμένη κατανόηση της εξιλέωσης.
  3. Είναι χτισμένη πάνω σε μια λανθασμένη κατανόηση της Βιβλικής διδασκαλίας σχετικά με το δίδειν.
  4. Είναι χτισμένη πάνω σε μια λανθασμένη κατανόηση της Βιβλικής διδασκαλίας σχετικά με την πίστη.
  5. Σε γενικές γραμμές, το ευαγγέλιο της ευημερίας, έχει κατασκευαστεί πάνω σε λάθος Βιβλικές ερμηνείες.

Εκτός από αυτά τα πέντε θεολογικά και βιβλικά επιχειρήματα ενάντια στο ευαγγέλιο της ευημερίας, και χωρίς καν να εξετάσει κανείς τις πρακτικές επιπτώσεις αυτού του κινήματος, ίσως υπάρχει ένας συνοπτικός λόγος, γενικά, γιατί το ευαγγέλιο της ευημερίας είναι ένα ανάρμοστο ευαγγέλιο: είναι η λανθασμένη άποψη της σχέσης μεταξύ Θεού και ανθρώπου. Με απλά λόγια, αν το ευαγγέλιο της ευημερίας είναι σωστό, η χάρη καθίσταται άνευ αντικειμένου, ο Θεός γίνεται κάτι το άσχετο και ο άνθρωπος είναι το μέτρο όλων των πραγμάτων. Όποια κι αν είναι τα επιχειρήματά τους οι δάσκαλοι της ευημερίας επιδιώκουν να μετατρέψουν την σχέση μεταξύ Θεού και ανθρώπου σε μια χρηματοπιστωτική συναλλαγή του πάρε, δώσε.