ΔΕΚΑΤΟ ΕΚΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Απείθεια και
καταστροφή του Κορέ (Β’
Χρον.κς:16)
Στο κεφάλαιο
αυτό, θα εξετάσουμε τη σοβαρή ιστορία που το Άγιο Πνεύμα μέσα από τον απόστολο
Ιούδα, ονομάζει «αντιλογίαν του Κορέ».
Η ανταρσία
αποδίδεται στον Κορέ, επειδή αυτός ήταν ο θρησκευτικός αρχηγός τους με αρκετή
εξουσία ώστε να συγκεντρώνει γύρω του ένα μεγάλο αριθμό ανδρών με επιρροή.
Η φανέρωση
πνεύματος δυσαρέσκειας, είναι πάντοτε μια κρίσιμη στιγμή στην ιστορία της
εκκλησίας. Σε κάθε εκκλησία υπάρχουν στοιχεία για τα οποία μπορεί να εναντιωθεί
κάποιος. Όταν υπάρχει λοιπόν ένα ζωηρό και δεσποτικό πνεύμα, μπορεί να
χρησιμοποιήσει αυτά τα στοιχεία και να τα μεταβάλει σε φωτιά που κατατρώγει τα
πάντα.
Υπάρχουν πάντοτε
αυτά τα άτομα που είναι έτοιμα να συγκεντρωθούν γύρω από τη σημαία της
ανταρσίας, αν και από μόνα τους ποτέ δεν θα είχαν το θάρρος να την υψώσουν.
Ο Σατανάς δεν θα
χρησιμοποιήσει τον τυχόντα σαν όργανο σ’ ένα τέτοιο έργο. Χρειάζεται άνθρωπο
πανούργο, επιτήδειο και δραστήριο. Άνθρωπο που έχει ηθική δύναμη, επίδραση
στους ομοίους του, ισχυρή θέληση και που επιμένει στα δικά του.
Ο πιο
αποτελεσματικός μοχλός για να διεγείρει κανείς τα πλήθη σε ανταρσία, είναι το
ζήτημα των δικαιωμάτων και της ελευθερίας τους.
Στην περίπτωση
που εξετάζουμε, ο Κορέ και οι σύντροφοί του προσπάθησαν να πείσουν το λαό ότι ο
Μωυσής και ο Ααρών ενεργούσαν σαν κύριοι πάνω στους αδελφούς τους και
επενέβαιναν στα δικαιώματα και τα προνόμιά τους σαν μέλη μιας άγιας συναγωγής,
που κατά την κρίση τους είχαν όλοι τα ίδια δικαιώματα.
ις:1-6
«Αρκεί εις εσάς» αυτή ήταν η κατηγορία!
Δεν στασίασαν
ενάντια στο διάβολο, ενάντια στον Αμαλήκ, αλλά ενάντια στο Μωυσή.
Οι Λευίτες, που
υπηρετούσαν μέσα στη σκηνή και οι αρχηγοί της συναγωγής ενάντια στο Μωυσή.
Είναι σα να του
έλεγαν: Κοίτα να δεις, μη μας κάνεις και τον πολύ άγιο γιατί όλοι είμαστε μια
συναγωγή, όλοι μαζί βγήκαμε από την Αίγυπτο, όλοι είμαστε άγιοι. Γιατί λοιπόν
εσύ υψώνεις τον εαυτό σου τόσο πολύ;
Ένα τέτοιο
πνεύμα είναι να το φοβάται κανείς, για το τι θα πάθει! Είναι αντιλογία στον
Κύριο και φοβερή απείθεια.
Αν ο Θεός
ξεχωρίζει ένα άνθρωπο και τον ορίζει για ένα έργο, αν τον γεμίζει με το Πνεύμα
Του και τον κάνει σκεύος για μια ειδική υπηρεσία, πως μπορεί κάποιος να στραφεί
ενάντια σ’ αυτό;
«…δέν δύναται ο
άνθρωπος νά λαμβάνη ουδέν, εάν δέν ήναι δεδομένον εις αυτόν εκ τού ουρανού» (Ιωάνγ:27).
Είναι λοιπόν
τελείως ανώφελο, αν δεν του έχει δοθεί από το Θεό, να ισχυρίζεται κανείς ότι
είναι ή ότι έχει κάτι. Κάποια στιγμή, μια τέτοια αξίωση, θα καταλήξει στο
μηδέν. Αργά ή γρήγορα, οι κενόδοξοι θα μπουν στη θέση τους και δεν θα μείνει
τίποτε άλλο παρά μόνο εκείνο που είναι
από το Θεό.
Ο Κορέ και η
συντροφιά του φιλονικούσαν μάλλον με το Θεό παρά με το Μωυσή και τον Ααρών.
Αυτοί είχαν κληθεί από το Θεό να εκτελέσουν ένα ορισμένο έργο.
Ο Μωυσής αγωνιζόταν
να τους φέρει εκεί που ήθελε ο Θεός για να τους σώσει. Καθημερινά ήταν εκεί
για να κρίνει ΟΛΕΣ τις κρίσεις τους, τα προβλήματά τους, και αυτοί
εκμεταλλεύθηκαν αυτό και στράφηκαν εναντίον του, ξεχνώντας τον Κύριο.
Το ίδιο
συμβαίνει πάντοτε με τους πρωταίτιους των στάσεων και των δυσαρεσκειών. Μιλάνε
μεγαλόφωνα και με ευλογοφανή τρόπο για τα δικαιώματα και τα κοινά προνόμια του
λαού του Θεού. Στην πραγματικότητα αυτό που θέλουν είναι μια θέση για την οποία
δεν είναι καθόλου ορισμένοι και προνόμια που δεν έχουν κανένα δικαίωμα.
(εδ.5).
Οι Ισραηλίτες ενώ είναι γεμάτοι απείθεια και αποστασία προς το Θεό, θέλουν να
αποδείξουν ότι είναι άγιοι. Αυτό το πνεύμα του Κορέ στρέφεται ενάντια σε όλη
την εργασία του Αγίου Πνεύματος, είναι μια κατά πρόσωπο περιφρόνηση του Θεού.
Με λίγο μυαλό μπορεί να δει κανείς αυτό το πράγμα, και όμως σήμερα επαναλαμβάνεται ακριβώς το ίδιο, επειδή οι
άνθρωποι δεν μπορούν να εκτιμήσουν σωστά αυτό που το Πνεύμα το Άγιο θέλει να
κάνει.
Στην
πραγματικότητα το ζήτημα είναι πολύ απλό. Όταν ο Θεός δίνει σε κάποιον μια θέση
ή ένα έργο, ποιος μπορεί να εναντιωθεί σ’ αυτό; Μακάρι ο καθένας να αναγνώριζε
τη θέση του και να ανταποκρινόταν σ’ αυτή. Είναι μεγάλη αφροσύνη να θέλει
κάποιος να πάρει τη θέση κάποιου άλλου.
«…Αλλά τώρα ο
Θεός έθεσε τά μέλη έν έκαστον αυτών εις τό σώμα καθώς ηθέλησεν» (Α’ Κορ.ιβ:18).
(εδ.6) Ο
Μωυσής κατάλαβε ότι αν ο Θεός δεν τακτοποιούσε αμέσως αυτό το θέμα, θα
διαλυόταν τα πάντα. Αν ο λαός αθετούσε το Μωυσή και ακολουθούσε τον Κορέ και
την παρέα του, ο Θεός θα τους ανάλωνε ένα προς ένα.
Οι έριδες με
δυσαρεστημένους και ταραχοποιούς δεν ωφελούν ποτέ. Καλύτερα είναι να τους
αφήνει κανείς στα χέρια του Κυρίου γιατί στην πραγματικότητα, έχουν να κάνουν
μ’ Εκείνον.
Δεν υπάρχει
περίπτωση να έχει κάποιος μια ξεχωριστή θέση υπηρεσίας ή να χρησιμοποιείται με
ένα ιδιαίτερο τρόπο από το Θεό, χωρίς να συναντά από καιρό σε καιρό τις
προσβολές μερικών ανθρώπων των άκρων και δυσαρεστημένων που δεν μπορούν να
υποφέρουν να βλέπουν κάποιον άλλο τιμώμενο περισσότερο απ’ τους ίδιους.
λάβετε εις
εαυτούς θυμιατήρια Αυτοί οι άνθρωποι θέλανε τη θέση του Μωυσή και
του Ααρών, και γι αυτό έκαναν ότι έκαναν. Γιατί ο Μωυσής κι όχι εμείς!
Ο Θεός πριν
πάρει το Μωυσή για να τον καταστήσει ποιμένα του λαού Του, τον έβγαλε από την
Αίγυπτο 40 χρόνια πριν βγάλει όλους τους υπόλοιπους, και τον πέρασε από το
σχολείο της ταπείνωσης και της υπακοής. Τον έκανε να ξεχάσει ότι ήξερε μέχρι
τότε, έβγαλε την Αίγυπτο από μέσα του, και μετά τον έκανε «Μωυσή». Αυτοί οι άνθρωποι όμως, χωρίς να έχουν
ταπεινωθεί, χωρίς να έχουν περάσει από την παιδεία που ο Θεός πέρασε το Μωυσή,
χωρίς να είναι καθόλου έτοιμοι, ενεργούν από υπερηφάνεια. Δυστυχώς αυτή η
ιστορία επαναλαμβάνεται παρά πολύ τακτικά μέσα στο λαό του Θεού και ο Θεός
σταθερά κάνει τα ίδια πράγματα όπως έκανε και τότε.
Εφόσον ήθελαν να
πάρουν τη θέση του Μωυσή και του Ααρών, σημαίνει ότι θα μπορούσαν να θυμιάσουν
και μέσα στη σκηνή του Μαρτυρίου.
Όμως μόνο οι
ιερείς πρόσφεραν θυμίαμα, ούτε οι Λευίτες.
Οι μόνοι που μπορούσαν να θυμιάσουν ήταν ο Μωυσής (ήταν πάνω και
απ’ τον Ααρών ), ο Ααρών και τα παιδιά
του Ααρών.
Ξέχασαν τον
Ναδάβ και τον Αβιούδ, ενώ θα έπρεπε να είχαν μάθει (πήγαν να προσφέρουν
θυμίαμα με ξένο πυρ) Αριθ.γ:4
Δεν πρέπει να
ξεχνάμε τις κρίσεις που έχει κάνει ο Θεός, αλλά να μένουν πάντοτε μπροστά μας
για να μας προφυλάσσουν.
Ο Κορέ ήταν
Λευίτης, αλλά οι άλλοι ήταν από την φυλή Ρουβήν. Ο Ρουβήν ήταν ο πρωτότοκος
γιος του Ιακώβ, που έδωσε τα πρωτοτόκια στον Ιωσήφ και πήρε διπλή μερίδα. Ίσως
τώρα να νόμισαν οι Ρουβηνίτες ότι ο Μωυσής έκανε πράγματα από μόνος του, κι ότι
η διακονία της ιεροσύνης θα έπρεπε να δοθεί στον πρωτότοκο. Αλλά ο Θεός δεν
έδωσε τη διακονία αυτή στη φυλή Μανασσή η Εφραίμ, αλλά στους Λευίτες, επειδή
αυτοί είχαν την πίστη να κάνουν το θέλημα Του, να ξεχωριστούν και να σκοτώσουν
τους λάτρεις του μόσχου. Βλέπουμε ότι δεν είναι κάτι κληρονομικό, αλλά θέμα πίστης.
Μ’ αυτό που τους
είπε ο Μωυσής (να πάρουν θυμιατήρια) τοποθετούσε την υπόθεση σε καλά χέρια.
Τοποθέτησε τους 250 στασιαστές πρόσωπο προς πρόσωπο με το ζωντανό Θεό. Αυτός θα
έκρινε την υπόθεσή τους και θα έδινε οριστική λύση στην οποία δεν θα χωρούσε
έφεση.