Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Κυριακή 17 Ιουλίου 2016

Προς Ρωμαίους (012)



Σημείωση: Ο ρόλος της περιτομής και του χριστιανικού βαπτίσματος.

Τα εδάφια Ρωμ.β:25-29 δεν σημαίνουν ότι η περιτομή δεν ήταν απαραίτητη για τους Ιουδαίους που ήταν κάτω από την Παλιά Διαθήκη. Αν ένας Ιουδαίος άντρας δεν ήταν περιτετμημένος, αποκοπτόταν από τους υπόλοιπους, δεν μπορούσε να συμμετάσχει στον εορτασμό του Πάσχα, και ήταν υποκείμενος στη θεία ποινή του θανάτου (Γέν.ιζ:10, 14, Έξοδ.δ:24-26, ιβ:43-44, Ι.Ναυή ε:2-9). Αν ένας Ιουδαίος αρνιόταν να περιτμηθεί, ουσιαστικά δήλωνε απιστία και ανυπακοή, αλλά και η περιτομή από μόνη της δεν εγγυόταν ότι είχε την απαιτούμενη πίστη υπακοής για να σωθεί. Επιπλέον, ο Θεός τιμούσε την πίστη υπακοής των απερίτμητων Εθνικών, στους οποίους δεν είχε δώσει εντολή περιτομής. Στη Νέα Διαθήκη, ο Θεός κατάργησε την απαίτηση φυσικής περιτομής (Γαλ.ε:6, ς:15). Σήμερα σωζόμαστε με την υπακοή της πίστης – με την περιτομή της καρδιάς, όχι με φυσική περιτομή.


«Η περιτομή είναι ουδέν, και η ακροβυστία είναι ουδέν, αλλ' η τήρησις των εντολών του Θεού» (Α΄Κορ.ζ:19). Η περιτομή από μόνη της δεν προσέφερε χάρη, ήταν απαραίτητη απλά επειδή ο Θεός την διέταξε. Εφόσον ο Θεός δεν ζητά από τους χριστιανούς της Καινής Διαθήκης να περιτέμνονται, δεν έχει σημασία, αλλά το να τηρείς τις εντολές του Θεού έχει σημασία και θα έχει πάντοτε «Διότι εν Χριστώ Ιησού ούτε περιτομή έχει ισχύν τινά, ούτε ακροβυστία, αλλά πίστις δι' αγάπης ενεργουμένη» (Γαλ.ε:6). Ο Θεός δεν απαιτεί πλέον περιτομή του λαού Του, αλλά απαιτεί ενεργητική πίστη. Η πίστη εργάζεται με αγάπη, πράγμα που σημαίνει ότι η πίστη είναι πάντοτε πειθήνια, γιατί «Εάν τις με αγαπά, τον λόγον μου θέλει φυλάξει» (Ιωάν.ιδ:23).

«Διότι εν Χριστώ Ιησού ούτε περιτομή ισχύει τι ούτε ακροβυστία, αλλά νέα κτίσις» (Γαλ.ς:15).  Αυτά τα τρία εδάφια εξισώνουν την τήρηση των εντολών του Θεού με την ενεργητική πίστη και με τη νέα ζωή εν Χριστώ. Η πίστη προς υπακοή στο Χριστό, είναι αυτό που μετράει.

Το Κολ.β:11-12 συγκρίνει το χριστιανικό βάπτισμα με την περιτομή. Αυτό δεν σημαίνει ότι το βάπτισμα δεν είναι απαραίτητο, αντίθετα φανερώνει ότι το βάπτισμα στην Καινή Διαθήκη είναι τόσο σημαντικό, όσο ήταν η περιτομή στην Παλιά Διαθήκη. Το βάπτισμα στο νερό είναι ανώφελο, εκτός και αν συνοδεύεται από πίστη υπακοής, μετάνοια, περιτομή της καρδιάς. Η τυπική τελετουργία δεν έχει καμία αξία χωρίς το εσωτερικό πνευματικό έργο. Εφόσον ο λόγος του Θεού απαιτεί βάπτισμα στο νερό για την άφεση των αμαρτιών (ΠΡάξ.β:38, κβ:16), άρνηση του βαπτίσματος σημαίνει απιστία και ανυπακοή.

Όπως ο πραγματικός Ιουδαίος ήταν πάντα πνευματικά περιτετμημένος, έτσι και ο πραγματικός χριστιανός είναι πνευματικά αναγεννημένος. Η γέννηση μέσα σε χριστιανική οικογένεια, η προφορική ομολογία πίστης, η τελετουργία του βαπτίσματος, η συμμετοχή σε μυστήρια και άλλες τελετουργίες, η επισταμένη παρακολούθηση μιας εκκλησίας - τίποτα απ’ όλα αυτά δεν μπορούν να κάνουν κάποιο χριστιανό. Αληθινός χριστιανός είναι ένας πνευματικός Ιουδαίος που έχει περιτμηθεί πνευματικά. Έχει πεθάνει ως προς την αμαρτία όταν μετάνιωσε, τάφηκε μαζί με το Χριστό στο βάπτισμα και αναστήθηκε για να περπατήσει σε μια νέα ζωή, καθώς το Πνεύμα του Χριστού κατοικεί μέσα του (Ρωμ.ς:1-4). Η αναγέννηση, που περιλαμβάνει βάπτισμα στο νερό και το Πνεύμα, είναι πνευματική περιτομή που απομακρύνει τις αμαρτίες του παλαιού ανθρώπου και εισάγει τον πιστό σε μια νέα ζωή του Πνεύματος (Κολ.β:11-13).

1.     Απαντήσεις σε αντιρρήσεις (γ:1-8)

Σ’ αυτό το σημείο της συζήτησης, ο απόστολος Παύλος με την έμπνευση του Αγίου Πνεύματος, προβλέπει κάποιες προκλήσεις σ’ αυτή τη διδασκαλία, ιδιαίτερα από τους Εβραίους που ίσως βλέπουν τα εδάφια Ρωμ.β:25-29 σαν μια άρνηση του γεγονότος ότι οι Εβραίοι είναι ο εκλεκτός λαός του Θεού. Με τον χαρακτηριστικό του τρόπο ο Παύλος προλαμβάνει τις διαβλεπόμενες αντιρρήσεις, τις απαντάει εν συντομία για να κερδίσει το ενδιαφέρον των ακροατών του και αναβάλει τη συζήτηση για μια πιο πρόσφορη ώρα κατά τη διάρκεια της εξέτασης του επιχειρήματός του.

Ρωμ.γ:1-8
Αυτά τα εδάφια στην πραγματικότητα είναι μια παρέκβαση από το κυρίως θέμα της επιστολής. Θα τα δούμε σαν να αποτελούνται από 4 παρεμφερείς αντιρρήσεις.

(1) Ποιο είναι το πλεονέκτημα των Εβραίων;

Ρωμ.γ:1 Τις λοιπόν η υπεροχή του Ιουδαίου, ή τις η ωφέλεια της περιτομής;

Αυτή η αντίρρηση γίνεται κατανοητή στο φως της διδασκαλίας ότι ένας περιτετμημένος Εβραίος μπορεί να αποτύχει να γίνει δεκτός από το Θεό, την ίδια στιγμή που ένας απερίτμητος Εθνικός μπορεί να γίνει δεκτός από το Θεό όπως ένας Εβραίος. Αν αυτό είναι αλήθεια, ποια η αξία της περιτομής; Η διδασκαλία που βρίσκεται στο δεύτερο κεφάλαιο, φαινομενικά είναι σαν να αποδυναμώνει τον προσδιορισμό του λαού Ισραήλ σαν εκλεκτό λαό του Θεού και την εντολή της περιτομής.

Ρωμ.γ:2 Πολλή κατά πάντα τρόπον. Πρώτον μεν διότι εις τους Ιουδαίους ενεπιστεύθησαν τα λόγια του Θεού.

Αντί να απαντάει ότι ο Ιουδαϊσμός δεν έχει αξία, αυτό το εδάφιο λέει ότι οι Εβραίοι, σε κάθε περίπτωση, έχουν πολλά πλεονεκτήματα και οφέλη. Πρώτο και σπουδαιότερο, ο Θεός εμπιστεύτηκε στους Εβραίους τα λόγια Του. (Άλλα Εβραϊκά πλεονεκτήματα βρίσκονται στη Ρωμ.θ:4-5). Οι Εβραίοι είχαν τον υπέρτατο θησαυρό του λόγου του Θεού και φυσικά αναφέρεται στην Παλιά Διαθήκη. Αυτό σίγουρα ήταν πολύ μεγάλο προνόμιο, αλλά απαιτούσε και πολύ μεγάλη ευθύνη. Αυτός ο προσδιορισμός, «τα λόγια του Θεού», αποκαλύπτει την ένδοξη φύση της θεοπνευστίας των Γραφών. Αν οι Γραφές είναι πραγματικά ο γραπτός λόγος του Θεού, τότε η θεοπνευστία επεκτείνεται σε κάθε λέξη.

(2) Η απιστία των Εβραίων καταργεί την πιστότητα του Θεού;

Ρωμ.γ:3 Επειδή αν τινές δεν επίστευσαν, τι εκ τούτου; μήπως η απιστία αυτών θέλει καταργήσει την πίστιν του Θεού;

Αν κάποιοι Εβραίοι δεν πιστεύουν στο Θεό, όπως φανερώνει το δεύτερο κεφάλαιο της επιστολής, αυτό δεν αναιρεί τις υποσχέσεις του Θεού στην Παλαιά Διαθήκη γι’ αυτούς, κάνοντας το Θεό αναξιόπιστο; Αφού το Ρωμ.β κατηγορεί τους Εβραίους ότι δεν έχουν υπακούσει το λόγο του Θεού, αυτό σημαίνει ότι δεν έχουν πιστέψει στο λόγο του Θεού. Σ’ αυτή την περίπτωση, το υποτιθέμενο προνόμιο να έχουν το λόγο του Θεού δεν είναι άκυρο; Ο σκοπός αυτής της αντίρρησης είναι να εξαναγκάσει δύο συμπεράσματα: 1) Ο ισχυρισμός της Εβραϊκής απιστίας είναι λάθος. 2) Η διδασκαλία της επιστολής προς Ρωμαίους καταστρέφει τη μοναδικότητα του λαού Ισραήλ όπως την καθιέρωσε ο Θεός, κάνοντάς Τον αναξιόπιστο.

Ρωμ.γ:4 Μη γένοιτο. Αλλ' έστω ο Θεός αληθής, πας δε άνθρωπος ψεύστης, καθώς είναι γεγραμμένον· Διά να δικαιωθής εν τοις λόγοις σου και να νικήσης, όταν κρίνησαι.

Ο Παύλος απάντησε σ’ αυτή την ένσταση με την αγαπημένη του έκφραση: «Μη γένοιτο».

Η απιστία του ανθρώπου δεν μπορεί να καταστρέψει την πιστότητα του Θεού. Ο λόγος του Θεού είναι αλήθεια, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ψεύτες. Στην πραγματικότητα η απιστία του ανθρώπου κάνει πιο καταφανή την πιστότητα του Θεού. Για να εκφράσει αυτή την αξίωση το Ρωμ.γ:4 παραθέτει και τον Ψαλμ.να:4. Αυτός ο Ψαλμός είναι η προσευχή του Δαβίδ μετά την αμαρτία που διέπραξε με τη Βηθσαβεέ. Στο εδ.3 ομολογεί την αμαρτία του και στο εδ.4 αναγνωρίζει ότι η αμαρτία αυτή στην ουσία φανέρωσε πόσο δίκαιος και άμεμπτος στις κρίσεις Του είναι ο Θεός.

Το Ρωμ.γ:4 μιλάει σαν να είναι υπό δοκιμασία η κρίση του Θεού. Συμπεραίνει όμως ότι η αμαρτία του ανθρώπου αποδεικνύει ότι ο λόγος του Θεού είναι σωστός και υπερασπίζεται τις κρίσεις Του.

Αντί λοιπόν, η απιστία των Εβραίων να καταστρέφει το λόγο του Θεού, μάλλον υπερτονίζει την πιστότητά Του.

Τα κεφάλαια θ-ια στην προς Ρωμαίους επιστολή, ασχολούνται με περισσότερες λεπτομέρειες μ’ αυτές τις δύο ενστάσεις και άλλες παρόμοιες ερωτήσεις.