Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Κυριακή 1 Νοεμβρίου 2015

Η δυνατότητα να επιλέγουμε



Καμιά φορά σκέφτομαι τη δυνατότητα που ο Θεός έβαλε μέσα μας να μπορούμε να αποφασίζουμε. Ή με άλλα λόγια να μπορούμε να επιλέγουμε. Ολόκληρη η ζωή μας, κάθε ώρα και κάθε στιγμή, αποτελείται από αποφάσεις που παίρνουμε και επιλογές που κάνουμε. Αυτό που καταλαβαίνω και που είναι πολύ σημαντικό, είναι πως ο Θεός δεν αποφασίζει για μας, εμείς αποφασίζουμε. Ο ίδιος ο Θεός έβαλε  αυτή τη δυνατότητα μέσα μας, αυτή την ελεύθερη βούληση να μπορούμε να εκλέγουμε και  να αποφασίζουμε.

Όλη η ωριμότητα και το μεγάλωμα μας με το Θεό,  εξαρτάται από το πώς χρησιμοποιούμε αυτή τη δυνατότητα που έχουμε, δεν είμαστε μηχανήματα ή ρομπότ αλλά έχουμε σαν άνθρωποι, ελεύθερη βούληση. Αυτό είναι που μας διαφοροποιεί από όλη τη φύση γύρω μας και είναι ένα πολύ θαυμαστό πράγμα.

Αν χειριστούμε σωστά αυτή τη δυνατότητα που έχουμε μέσα μας, θα προχωρήσουμε με το Θεό και θα Τον γνωρίσουμε περισσότερο και περισσότερο, κάθε φορά που παίρνουμε τη σωστή  απόφαση. Επομένως, πρέπει να  κοιτάξουμε ο καθένας  στον εαυτό του. Να μην κοιτάζουμε ο ένας τον άλλον, αλλά να αρχίσουμε να ανακαλύπτουμε τους εαυτούς μας και τις δυνατότητες που έχουμε μέσα μας. Είναι κάτι υπέροχο ο άνθρωπος, ένα πολύ υπέροχο και θαυμαστό κτίσμα, και αυτό έγινε επειδή ο Θεός μας δημιούργησε.  Το κάθε τι που έβαλε μέσα μας το δημιούργησε με έναν σκοπό. Και ο άνθρωπος είναι ένδοξο δημιούργημα. Ο Θεός δημιούργησε τον Αδάμ και αυτός έπρεπε να μεγαλώσει να μάθει, να εκπαιδευτεί.
Ο Κύριος ερχόταν στον κήπο και τον επισκεπτόταν γι’ αυτό. Ήταν σαν ένα μεγάλο παιδί ο Αδάμ, και ο μόνος τρόπος που θα μπορούσε να μεγαλώσει και να εξελιχτεί σε άνδρα τέλειο,  ήταν μέσα από την δυνατότητα της ελεύθερης βούλησης, που του δόθηκε από το Θεό, μέσα από τη δυνατότητα να αποφασίζει και να εκλέγει. Βέβαια ο Θεός γνώριζε το ρίσκο που έπαιρνε, αλλά, χωρίς τη δυνατότητα αυτή ο Αδάμ δεν θα μπορούσε να γίνει αυτό που τον ήθελε να γίνει.
Έπλασε λοιπόν ο Θεός τον Αδάμ να είναι ένα ελεύθερο ον, που μπορούσε να αποφασίζει, να υπακούει και να ζει ή να μην υπακούσει και να πεθάνει.
Ο Θεός δεν τον υποδούλωσε ούτε τον προγραμμάτισε και αυτό είναι το θαυμαστό. Όταν  του είπε, «Μην φας από αυτό το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού», προειδοποιώντας τον αμέσως για τις συνέπειες που θα ακολουθούσαν, ο Αδάμ είχε την ελεύθερη βούληση να υπακούσει ή να μην υπακούσει την εντολή. Γνώριζε πως ο Θεός ποτέ του δεν του είπε ψέματα και θα έπρεπε να Τον εμπιστευτεί και να υπακούσει την εντολή Του, εντούτοις δεν το έκανε. Δεν υπήρχε κάτι μέσα του που να κάνει να κλείνει το θέλημα του ούτε δεξιά ούτε αριστερά, η ζυγαριά του θελήματος του ήταν στο μέσο, εντούτοις αποφάσισε αυτός ο άνθρωπος να ανυπακούσει στο Θεό και να κάνει αυτό που έκανε.
Γιατί αποφάσισε να μην υπακούσει; Πώς ακριβώς σκέφτηκε και έκανε το αντίθετο, δεν γνωρίζουμε. Ίσως η υπερβολική αγάπη για τη γυναίκα του, στην οποία δεν ήθελε να πει όχι. Από αυτό βλέπουμε πόσο έντεχνα εργάζεται ο διάβολος. Αν πήγαινε ο πονηρός κατ’ ευθείαν σ’ αυτόν, ίσως η προσπάθεια του να έπεφτε στο κενό. Αποφάσισε λοιπόν να παραβεί την εντολή του Θεού, και όλοι ξέρουμε τις συνέπειες. Ο Αδάμ έκανε λανθασμένη επιλογή, γνωρίζοντας τις συνέπειες, αποφάσισε να μην υπακούσει το Θεό, έτσι έκλεξε, το έκανε γιατί ο Θεός τον έπλασε με δική του βούληση. Όταν ο άνθρωπος εκλέγει να υπακούσει το Θεό, οι ορίζοντες ανοίγουν και ο ίδιος μεταφέρεται από το Θεό σε ένα πιο ψηλό επίπεδο της γνώσης του Θεού και των οδών Του και πιο κοντά στην επίτευξη του προορισμού του.
Από την άλλη, η λανθασμένη εν γνώσει μας επιλογή, φέρνει τον άνθρωπο σε σκοτάδι και σε υποδούλωση του θελήματος του στο διάβολο. Το θέλημα του δεν ήταν δέσμιο του Θεού, ούτε του διαβόλου, και η λανθασμένη επιλογή έχει πάντοτε κόστος στη ζωή μας, οδηγώντας μας στο σκοτάδι. Είναι ανάγκη να ξέρουμε πως όταν με επίγνωση εκλέγουμε να ακολουθήσουμε ένα λάθος δρόμο που είναι ενάντια στο θέλημα του Θεού, καμιά προσευχή δεν μπορεί να ανατρέψει τις επιπτώσεις, παρά ταπείνωση, παραδοχή και μετάνοια, ελπίζοντας ότι ο Θεός θα δώσει μετάνοια.

Σήμερα, ο Θεός μας δίνει μια εντολή, που δεν έχει να κάνει με το τι δεν πρέπει να κάνουμε, αλλά με το τι πρέπει να κάνουμε. Και αυτή τη φορά πρόκειται περί θανάτου και ζωής ανάλογα με την εκλογή μας: Ιωάν.γ:36 «Όστις πιστεύει εις τον Υιόν έχει ζωήν αιώνιον· όστις όμως απειθεί εις τον Υιόν δεν θέλει ιδεί ζωήν, αλλ' η οργή του Θεού μένει επάνω αυτού».
Ο άνθρωπος καλείται ακόμα μια φορά να εκλέξει, να αποφασίσει ο ίδιος και να ζήσει.  Είναι μια εντολή που μας δίδεται για να την υπακούσουμε, και να ζήσουμε. Ο Θεός δεν θα αποφασίσει για μας, ο κάθε ένας πρέπει να αποφασίσει για τον εαυτό του, να αποφασίσει μέσα στη δική του καρδιά, να ακολουθήσει τον Κύριο:
Ματθ.ις:24-25 «Εάν τις θέλη να έλθη οπίσω μου, ας απαρνηθή εαυτόν και ας σηκώση τον σταυρόν αυτού και ας με ακολουθή. Διότι όστις θέλει να σώση την ζωήν αυτού, θέλει απολέσει αυτήν· και όστις απολέση την ζωήν αυτού ένεκεν εμού, θέλει ευρεί αυτήν».
Αν, κάποιος ΘΕΛΕΙ, όποιος θέλει, όχι με τη βία, αυτός είναι ο τρόπος. Γι’ αυτό και ο νηπιοβαπτισμός, δεν είναι αποδεχτός μπροστά στο Θεό, γιατί τα νήπια δεν είναι σε θέση να αποφασίσουν από μόνα τους. Αυτό που αποφασίζει ο άνθρωπος να κάνει σ’ αυτή την περίπτωση, κρίνει τον αιώνιο του προορισμό.
Βέβαια, το να πιστέψει κάποιος στον Ιησού, είναι κάτι πολύ περισσότερο από αυτό που οι άνθρωποι λένε «πιστεύω αυτό ή πιστεύω εκείνο». Δεν πιστεύεις απλά σε μια θρησκεία, του Βούδα ή τη μουσουλμανική ή τη χριστιανική, αυτό δεν σώζει.
Αυτό που εννοείται είναι να πιστέψεις σε ένα πρόσωπο ζωντανό, στον Υιό του Θεού, να βάλεις όλη σου  την εμπιστοσύνη στον Κύριο, να βάλεις τη ζωή σου στα χέρια του Ιησού Χριστού, που πέθανε και αναστήθηκε για να σε σώσει από την αμαρτία. Σημαίνει να τον ακολουθήσεις, βάζοντας το δικό σου θέλημα κάτω, για να γίνει το δικό Του, σημαίνει να απαρνηθείς τη ζωή σου, να πάρεις το σταυρό σου,  να είναι ο Κύριος και ο Θεός σου, αυτό σημαίνει, όσα εμπόδια και αν συναντήσεις στο δρόμο σου. 
Η πίστη και η αποδοχή του Χριστού έχει να κάνει με συγκεκριμένες ενέργειες που ο άνθρωπος πρέπει να κάνει, για να μην είναι η πίστη του νεκρή και υποκριτική, αλλά ανυπόκριτη. Η ζωή του χριστιανού σε όλο της το εύρος είναι ζωή επιλογών.
Ο Θεός, αν είμαστε δικοί Του, θα μας διδάξει αυτά τα πράγματα και θα μας δώσει χάρη να τα εφαρμόσουμε. Κάθε φορά έρχεται η επιλογή σε μας αν θα κάνουμε το θέλημα του Θεού ή το δικό μας. Επομένως, πάντοτε η ζωή μας, όλη μας η χριστιανική ζωή, από την πρώτη μέρα ως την τελευταία που θα πεθάνουμε, αποτελείται από αυτή την επιλογή μέσα στην καρδιά μας, κατά πόσον θα κάνουμε το δικό μας θέλημα ή του Κυρίου, και ανάλογα με τις επιλογές μας αυξανόμαστε και τελειωνόμαστε και  ωριμάζουμε και μαθαίνουμε και γνωρίζουμε το Θεό που μας αγαπά.
Άρα, χρειάζεται να ανακαλύψουμε αυτές τις δυνατότητες που έχουμε. Παρά του ότι είμαστε άνθρωποι, αν και είμαστε κτίσματα - και ο Θεός είναι ο Κτίστης και Δημιουργός - έχουμε τη δυνατότητα να πούμε στο Θεό όχι και αν επιμένουμε, μετά την πρώτη ή δεύτερη Του νουθεσία, Αυτός δεν θα μας πιέσει, θα σιωπήσει,  δεν θα έρθει να μας δείρει, δεν θα έρθει να μας τιμωρήσει, δεν θα μας κρίνει, μέχρι τη στιγμή που θα δούμε οι ίδιοι το λάθος μας και τις συνέπειες του και συντριμμένοι  επιστρέψουμε σ’ Αυτόν. 
Οι συνέπειες της άρνησης μας να Τον υπακούσουμε, μπορεί να μην είναι αναστρέψιμες και θα πρέπει τότε με υπομονή να τις υπομείνουμε. Μέσα από τις συνέπειες της ανυπακοής μας είναι που κρινόμαστε.

Διαβάζουμε για το Μωυσή, στην επιστολή προς Εβραίους στο ια κεφάλαιο: «Με πίστη ο Μωυσής, αφού μεγάλωσε, αρνήθηκε να λέγεται γιος τής θυγατέρας τού Φαραώ, προκρίνοντας να κακουχείται με τον λαό τού Θεού, μάλλον, παρά να έχει πρόσκαιρη απόλαυση αμαρτίας· κρίνοντας τον ονειδισμό χάρη τού Χριστού μεγαλύτερο πλούτο παρά τούς θησαυρούς τής Αιγύπτου· επειδή, απέβλεπε στη μισθαποδοσία».
Όταν το παιδί αυτό μεγάλωσε, όταν άρχισε να καταλαβαίνει, όχι πριν, όταν μεγάλωσε, τότε έκρινε … Έρχεται η στιγμή για όλους μας, που μεγαλώνουμε, δεν είμαστε πλέον παιδιά για να μας λένε τι πρέπει ή τι δεν πρέπει να κάνουμε. Ξέρετε, τα παιδιά μπορείς να τα χειριστείς όπως θέλεις, και αν τα φοβερίσεις λίγο ή αν τα καλοπιάσεις, θα κάνουν εκείνο που τους λες,  αλλά έρχεται μια στιγμή που τα παιδιά δεν είναι παιδιά πλέον, μεγαλώνουν, ο μπαμπάς ή η μαμά δεν είναι γύρω για να μας πουν τι πρέπει να κάνουμε, σαν χριστιανοί έρχεται ώρα που οι δάσκαλοι μας φεύγουν από τη ζωή και πρέπει μόνοι μας να κρίνουμε και να αποφασίσουμε, αρχίζουμε να μεγαλώνουμε και να έχουμε εμείς οι ίδιοι τις δικές μας αντιλήψεις, και ερχόμαστε στο μέρος εκείνο που εμείς οι ίδιοι πρέπει να αποφασίσουμε.
Όταν ο Μωυσής μεγάλωσε λοιπόν, αρνήθηκε να λέγεται γιος της θυγατέρας του Φαραώ διότι έκρινε μάλλον ότι ήταν καλύτερα για αυτόν να υποφέρει με το λαό του Θεού, αντί να έχει πρόσκαιρη απόλαυση αμαρτίας, έκρινε ότι αυτό θα ήταν μεγαλύτερος πλούτος από το να έχει όλους τους θησαυρούς που μπορούσε να έχει μέσα στην Αίγυπτο, διότι απέβλεπε στην μισθαποδοσία.
Αυτό το  παιδί που μεγάλωσε μέσα στο παλάτι του βασιλιά και είχε όλες τις απολαύσεις, είχε όλη την δόξα,  όλο τον πλούτο, είχε τα πάντα στη διάθεσή του, κοίταξε και είδε το λαό του Θεού που ήταν σε κακά χάλια σε σύγκριση με αυτά που είχε, εντούτοις επέλεξε, προτίμησε, αποφάσισε να ταυτιστεί με το λαό του Θεού.
Έκρινε μόνος του, κανένας δεν τον πίεσε, κάτι παρόμοιο έκανε και ο Δανιήλ. Θυμάστε, μπορούσε να είχε μια πολύ καλή θέση μέσα στο παλάτι, όμως όταν ήρθε η στιγμή  είπε όχι σε αυτό που μπορούσε να μολύνει την ψυχή του, τα παραδείγματα είναι τόσα πολλά. Πρέπει οι επιλογές μας να καθορίζονται από μια σωστή κρίση, ο Μωυσής μεγάλωσε, έκρινε και αποφάσισε.
Είναι τόσο σημαντικό να κρίνουμε σωστά πριν αποφασίσουμε ή επιλέξουμε, να σκεφτόμαστε τις συνέπειες των επιλογών μας για τους εαυτούς μας για άλλους, να δουλεύει καλά ο νους μας, η καρδιά μας, γι’ αυτό ο Ιησούς μεταξύ άλλων είναι η σοφία μας. Ο Θεός μάς χάρισε κρίση, βούληση, συναίσθημα και πολλές άλλες ιδιότητες για να λειτουργούμε σωστά και μέσα στα πλαίσια της ευαρέσκειας και του θελήματος Του. 
Ο Μωυσής επέλεξε σωστά, ο Δανιήλ το ίδιο, πήραν σωστές αποφάσεις. Ας είναι το ίδιο με μας, όταν έρθει η στιγμή να επιλέξουμε, να αποφασίσουμε, να πούμε ανάλογα Ναι ή Όχι. Ο Κύριος γνώριζε τι είχε να αντιμετωπίσει στο σταυρό. Από την μια ήταν πόνος, ανείπωτη θλίψη, το πικρό ποτήρι του σταυρού, το πήρε όμως και το ήπιε, γιατί προτίμησε να επιλέξει το Θέλημα του Πατέρα Του. Θα μπορούσε να πει όχι  και να αποφύγει το σταυρό δεν το έκανε όμως, δεν ήταν προγραμματισμένος,  είπε: «Ναι, Κύριε, το θέλημα Σου όχι το δικό μου θέλημα». Και επειδή έκανε το θέλημα του Πατέρα Του, έγινε ο Σωτήρας μας.

Ό,τι υποδουλώνει το θέλημα μας είναι από τον σατανά, αυτός είναι που  υποδουλώνει το θέλημα του ανθρώπου, ο Θεός ποτέ. Ο διάβολος δένει τον άνθρωπο και τον τυφλώνει για να μην ξέρει τι κάνει, μα ούτε και να  μπορεί να  κάνει αυτό που ο Θεός θέλει. Ο Θεός όμως δίδει μετάνοια και χάρη και μας ελευθερώνει από το θέλημα εκείνου που μας κρατούσε δέσμιους για να μπορούμε να κάνουμε το δικό Του θέλημα.



Τελειώνοντας, θέλω να προσθέσω, πως όταν το θέλημα μας παραδοθεί εντελώς στον Κύριο, Αυτός παίρνει το τιμόνι της ζωής μας και πολλές φορές ούτε μας ρωτά, αλλά επιλέγει Αυτός για μας.
Θυμάστε την ιστορία του αποστόλου Παύλου, από το βιβλίο των Πράξεων;  Ήταν δέσμιος, τον έβαλαν μέσα στο πλοίο για να τον πάρουν στη Ρώμη και να τον δικάσουν. Ο Παύλος ήταν δούλος της αγάπης του Χριστού, δεν μπορούσε να πει όχι στον Κύριο του. Όταν αποφασίζουμε μέσα στην καρδιά μας να γίνουμε δούλοι Του υπό την έννοια δούλοι αγάπης, όχι δούλοι του φόβου, αλλά δούλοι μέσα στην καρδιά μας: «Κύριε, είμαι δούλος Σου. Κάνε μαζί μου ό,τι θέλεις!». Αν πούμε αυτά τα λόγια : «Κάνε μαζί μου ό,τι θέλεις. Το θέλημα μου είναι δικό Σου θέλημα. Πάρε το και κάνε το ό,τι θέλεις». Τότε ο Θεός αναλαμβάνει το τιμόνι της ζωής μας  και μπορούμε να αφεθούμε σ’ Αυτόν, γνωρίζοντας πως ότι και να συμβεί από τη στιγμή εκείνη, μέχρι το τέλος της ζωής μας, θα είναι μέσα στο θέλημα Του. 
Γι' αυτό δεν χρειάζεται πλέον να φοβόμαστε ή να ανησυχούμε, ή να τρέχουμε ή να γογγύζουμε και να λέμε, αμάν τι συμβαίνει, με δέσανε και με πέταξαν μέσα στο πλοίο και με παίρνουν στην Ρώμη και τι θα γίνω και ποιος θα κηρύξει το Ευαγγέλιο;;;;
Έτσι ήταν ο Παύλος, δέσμιος. Δεν μπορούσε να αποφασίσει τίποτα για τη ζωή του, ήταν δούλος Χριστού. Πάνω στο πλοίο, η τρικυμία, η θύελλα, τα κύματα, ο βυθός, το σκοτάδι, οι αλυσίδες, δεν υπήρχε ήλιος, δεν υπήρχαν άστρα. Πού πάω χωρίς πυξίδα, πού πάω; Τι θα γίνει; Πού με παίρνουν;  Αλλά ο Θεός λέει: «Είσαι δούλος μου, είσαι στα χέρια μου, Εγώ καθοδηγώ το πλοίο της ζωής σου, Εγώ ελέγχω τα κύματα, Εγώ ελέγχω τις θύελλες, Εγώ ελέγχω τους ανθρώπους».
Πού πάει το πλοίο; Θα πάει εκεί που ο Θεός το θέλει να πάει, στη Μελίτη, στην  Μάλτα. Εκεί τον περιμένουν άνθρωποι που ο Θεός θέλει να ακούσουν. Το θηρίο, η οχιά δάγκωσε τον Παύλο, ο Παύλος δεν επρόκειτο να πεθάνει, γιατί ήταν θέλημα Θεού να ακούσουν οι βάρβαροι, οι ξεχασμένοι, το ευαγγέλιο της σωτηρίας.  Ήταν θέλημα Θεού ο Παύλος να κηρύξει σε αυτούς τους ανθρώπους. Δεν τον ρώτησε αν ήθελε να πάει στη Μάλτα, όχι απλά τον πέταξε εκεί, γιατί ήταν ο δούλος Του, δεν χρειαζόταν να τον ρωτήσει, από παλιά ο Παύλος ήταν διαθέσιμο σκεύος. Μακάριοι είμαστε όταν παραδώσουμε, όσο γίνεται πιο νωρίς, τη ζωή μας στο Χριστό και Τον εμπιστευτούμε, τότε η ζωή μας θα βρει τον προορισμό της, όσο παράξενος και αν μας φαίνεται.