Με τη δικαιολογία της "προστασίας" της αγροτικής παραγωγής κλιμακώνεται ο πόλεμος για τον έλεγχο της τροφής από τις πολυεθνικές. Με την πρόταση κανονισμού που έχει καταθέσει η επιτροπή υγείας της Ε.Ε επιβάλλονται γραφειοκρατικά εμπόδια στους γεωργο-κτηνοτρόφους, αν δεν προσφεύγουν στις βιομηχανίες σπόρων.
Η εμπορική αξία της παγκόσμιας αγοράς σπόρων εκτιμάται σε περίπου 45 δισ. δολ.
Αυτό που βλέπουμε να εξελίσσεται σήμερα για τον έλεγχο της σποροπαραγωγής ξεκίνησε τη δεκαετία του 1980, με τη ραγδαία ανάπτυξη της γενετικής μηχανικής. Τότε έγινε η εισαγωγή του όρου της «βιομηχανικής πατέντας οργανισμών», αλλάζοντας τη φύση της ίδιας της γεωργίας.
Μόνο λίγες εταιρείες-κολοσσοί που δεν ξεπερνούν τη μία ντουζίνα (Syngenta-Dupont, Monsanto, Basf) ελέγχουν τα 2/3 της παγκόσμιας αγοράς. Στο παιχνίδι συμμετέχει και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου: Από τις αρχές του 2000 προώθησε συνθήκες και νομικές συμφωνίες όπως εκείνη για τα ζητήματα εμπορίου για τα δικαιώματα της πνευματικής ιδιοκτησίας που αφορά περισσότερα από 140 κράτη και επιτρέπει το πατεντάρισμα γονιδίων, φυτών, ζώων, βακτηρίων, ιών κ.λπ.
Με το νέο κανονισμό γίνονται πιο εύκολο για τους εμπόρους σπόρων και άλλου φυτικού-αναπαραγωγικού υλικού να παρακάμπτουν την προστασία των τοπικών καλλιεργειών, χάριν ευέλικτων προσαρμοσμένων καλλιεργειών. Με αυτόν τον τρόπο υποτίθεται ότι εξασφαλίζουν την βιωσιμότητα της γεωργίας. Η έγκριση του κανονισμού θα σημάνει και το τέλος των τοπικών ποικιλιών και την εξάρτηση του αγροτικού κόσμου από τους γίγαντες της γενετικής μηχανικής που προωθούν τα μεταλλαγμένα ως τη λύση-σωτηρία των προβλημάτων επισιτισμού παγκοσμίως.
Σταδιακά την νέα πραγματικότητα θα διαμορφώσει ένα νέο νομικό, τεχνικά ασφυκτικό πλαίσιο, που θα απαγορεύει ακόμα και το μαρουλάκι στη γλάστρα.
Η εμπορική αξία της παγκόσμιας αγοράς σπόρων εκτιμάται σε περίπου 45 δισ. δολ.
Αυτό που βλέπουμε να εξελίσσεται σήμερα για τον έλεγχο της σποροπαραγωγής ξεκίνησε τη δεκαετία του 1980, με τη ραγδαία ανάπτυξη της γενετικής μηχανικής. Τότε έγινε η εισαγωγή του όρου της «βιομηχανικής πατέντας οργανισμών», αλλάζοντας τη φύση της ίδιας της γεωργίας.
Μόνο λίγες εταιρείες-κολοσσοί που δεν ξεπερνούν τη μία ντουζίνα (Syngenta-Dupont, Monsanto, Basf) ελέγχουν τα 2/3 της παγκόσμιας αγοράς. Στο παιχνίδι συμμετέχει και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου: Από τις αρχές του 2000 προώθησε συνθήκες και νομικές συμφωνίες όπως εκείνη για τα ζητήματα εμπορίου για τα δικαιώματα της πνευματικής ιδιοκτησίας που αφορά περισσότερα από 140 κράτη και επιτρέπει το πατεντάρισμα γονιδίων, φυτών, ζώων, βακτηρίων, ιών κ.λπ.
Με το νέο κανονισμό γίνονται πιο εύκολο για τους εμπόρους σπόρων και άλλου φυτικού-αναπαραγωγικού υλικού να παρακάμπτουν την προστασία των τοπικών καλλιεργειών, χάριν ευέλικτων προσαρμοσμένων καλλιεργειών. Με αυτόν τον τρόπο υποτίθεται ότι εξασφαλίζουν την βιωσιμότητα της γεωργίας. Η έγκριση του κανονισμού θα σημάνει και το τέλος των τοπικών ποικιλιών και την εξάρτηση του αγροτικού κόσμου από τους γίγαντες της γενετικής μηχανικής που προωθούν τα μεταλλαγμένα ως τη λύση-σωτηρία των προβλημάτων επισιτισμού παγκοσμίως.
Σταδιακά την νέα πραγματικότητα θα διαμορφώσει ένα νέο νομικό, τεχνικά ασφυκτικό πλαίσιο, που θα απαγορεύει ακόμα και το μαρουλάκι στη γλάστρα.