Α. ΙΑΚΩΒΟΣ
Δύο από τους μαθητές του Κυρίου
μας είχαν αυτό το όνομα. Ο αδελφός του Ιωάννη, ο Ιάκωβος, ήταν ο γιος του
Ζεβεδαίου. Ήταν ψαράδες, και ζούσαν στην Καπερναούμ. Ο Ιάκωβος ήταν ο
μεγαλύτερος απ' τους δύο αδελφούς επειδή πάντα αναφέρεται πρώτος. Πάντα
βλέπουμε, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης. Το έτος 44 μ.Χ., αποκεφαλίστηκε από τον
Ηρώδη Αγρύπα τον πρώτο, που σημαίνει ότι ήταν ο πρώτος απόστολος, ο οποίος
μαρτύρησε. Ο άλλος μαθητής που ονομαζόταν Ιάκωβος, ήταν ο γιος του Αλφαίου.
Ήταν ένας από τους αποστόλους, αλλά γνωρίζουμε πολύ λίγα για τη διακονία του.
Ο συγγραφέας της επιστολής αυτής
ήταν ο μεγαλύτερος ετεροθαλής αδελφός του Ιησού (Ματθ.ιγ:55). Ήταν ποιμένας
στην εκκλησία της Ιουδαίας για τριάντα χρόνια. Σύμφωνα με τον Κλήμη της
Αλεξάνδρειας, ο Πέτρος, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης επέλεξαν τον Ιάκωβο, τον αδελφό
του Κυρίου, να είναι επίσκοπος της Ιερουσαλήμ μετά την ανάληψη του Κυρίου.
Φαινομενικά, ο Ιάκωβος δεν ήταν πιστός κατά τη διάρκεια της επίγειας ζωής του
Κυρίου. Αλλά ο Ιησούς του φανερώθηκε μετά την ανάσταση Του (Α’ Κορ.ιε:7) κι
έτσι ο Ιάκωβος πίστεψε. Στο ανώγειο την ημέρα της πεντηκοστής ήταν παρόντες ο
Ιάκωβος, ο αδελφός του και η μητέρα του, η Μαρία, και έλαβαν το Άγιο Πνεύμα.
Ο Ιάκωβος, ο γιος της Μαρίας και
του Ιωσήφ, ήταν ένας πολύ καλός άνθρωπος και του δόθηκε το παρατσούκλι "ο Δίκαιος". Λέγεται, ότι περνούσε
τόσο πολλή ώρα στην προσευχή, ώστε τα γόνατα του έβγαλαν κάλους, όπως τα γόνατα
μιας καμήλας. Ήταν ένας πολύ αυστηρός Ιουδαίος, αλλά ήταν και ανεκτικός με τους
εθνικούς και υποστήριξε τη διακονία του Παύλου σ’ αυτούς.
Στο συνέδριο της Ιερουσαλήμ, ο
Ιάκωβος ήταν ο συντονιστής. Συνόψισε τη συζήτηση και έγραψε ένα γράμμα στους
εθνικούς. Όταν ο Πέτρος ελευθερώθηκε απ' τη φυλακή (Πραξ.ιβ), διηγήθηκε στην
εκκλησία τον τρόπο που ελευθερώθηκε και είπε: "Απαγγείλατε ταύτα προς τον Ιάκωβο και τους αδελφούς"
(Πραξ.ιβ:17). Σύμφωνα με τον Ιώσηπο, τον ιστορικό, ο Ιάκωβος ρίχτηκε από έναν
εξώστη του ναού και λιθοβολήθηκε, λίγο πριν την καταστροφή της Ιερουσαλήμ το 70
μ.Χ.
Β. Η ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΙΑΚΩΒΟΥ
Ήταν η πρώτη χριστιανική επιστολή
και γράφτηκε κατά το 60 μ.Χ. από την Ιερουσαλήμ. Απευθυνόταν στους Χριστιανούς
Ιουδαίους της Διασποράς. Ο σκοπός του ήταν να παρηγορήσει τους Ιουδαίους Χριστιανούς,
οι οποίοι περνούσαν βάναυσες δοκιμασίες και να διορθώσει τα προβλήματα στις συναθροίσεις
τους. Ο Ιάκωβος ήταν Ιουδαίος, που έγραφε προς τους Ιουδαίους, κάνοντας έτσι
την επιστολή του Ιακώβου πλούσια σε Ιουδαϊκή παιδεία (κουλτούρα).
Γ. ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ
Ιάκωβος α:1
Η λέξη "δούλος"
κυριολεκτικά σημαίνει "σκλάβος". Η επιστολή αρχίζει με τα εξής λόγια:
"Ιάκωβος, δούλος του Θεού και του
Κυρίου Ιησού Χριστού, προς τας δώδεκα φυλάς.....". Η Βίβλος δεν έχει
να πει τίποτα για τις χαμένες δέκα φυλές. Όλες οι δώδεκα φυλές του Ισραήλ είναι
διασκορπισμένες μεταξύ των εθνών. Ο Ιάκωβος έγραφε στους Ιουδαίους Χριστιανούς,
τους διασκορπισμένους παντού.
Δ. ΔΟΚΙΜΑΣΙΕΣ
Ιάκωβος α:2-12
Το εδάφιο "κλειδί" στο
απόσπασμα αυτό της Γραφής είναι το 12: "Μακάριος ο άνθρωπος όστις υπομένει πειρασμόν".
Ο Ιάκωβος έγραφε για δοκιμασίες
και ταλαιπωρίες. Αυτές είναι εξωτερικά δεινοπαθήματα και δεν έγραφε για την
εσωτερική παρόρμηση προς το κακό μέχρι το εδάφιο 13.
Άρχισε αυτή τη νουθεσία
αποκαλώντας τους αναγνώστες του "αδελφούς". Στην επιστολή αυτή
χρησιμοποίησε τη λέξη "αδελφοί" τουλάχιστον δεκαέξι φορές. Ήταν ο
ποιμένας της εκκλησίας της Ιερουσαλήμ και έγραφε, όπως θα έγραφε ένας ποιμένας
ώστε να ενθαρρύνει και να παρηγορήσει.
Η λέξη "πειρασμός" έχει
την έννοια του κακού. Δεν έχει όμως αυτή τη σημασία εδώ. Είναι η ίδια λέξη, την
οποία χρησιμοποίησε ο απόστολος Πέτρος στην επιστολή του και μεταφράστηκε σαν
"βασανισμός" (Α’ Πέτρ.δ:12).
Ο Χριστιανός πρέπει να είναι
χαρούμενος, όταν έρχονται δοκιμασίες, όχι για τη δοκιμασία, αλλά για τους
καρπούς της δοκιμασίας. Ο Χριστιανός πέφτει σε δοκιμασίες, απρόβλεπτες και
αθέατες. Ο καρπός αυτών είναι υπομονή ή αντοχή. Μια άλλη λέξη, που μπορεί να
χρησιμοποιηθεί είναι "καρτερία". Το αποτέλεσμα είναι να γίνουμε
τέλειοι και όχι ελλιπείς. Αυτό δεν αναφέρεται στην αναμάρτητη τελειότητα, αλλά
μάλλον σε έναν ώριμο και πνευματικό ανδρισμό. Είναι οι υπευθυνότητες της ζωής,
οι οποίες μεταμορφώνουν ένα αγόρι σε έναν άντρα. Ομοίως, είναι οι δοκιμασίες,
οι οποίες αναπτύσσουν έναν νέο στην πίστη σ’ έναν ώριμο Χριστιανό.
Υπάρχει μια συνάφεια μεταξύ της
αίτησης για σοφία και των διαφόρων δοκιμασιών, οι οποίες έρχονται. Μερικοί
Χριστιανοί μπορεί να μην καταλαβαίνουν τον σκοπό του Θεού στα δεινοπαθήματα
τους. Στην περίπτωση αυτή, ζητούν από το Θεό μια πρακτική αντίληψη στη ζωή τους
κι ο Θεός γενναιόδωρα θα τους δώσει μια τέτοια αίτηση. Ο Ιάκωβος έδωσε την
προϋπόθεση, ώστε να απαντηθεί μια τέτοια προσευχή: Ζητείτε χωρίς να διστάζετε.
Ο Ιάκωβος σύγκρινε τον διστακτικό άνθρωπο με το κύμα της θάλασσας, που κινείται
πέρα- δώθε από τον άνεμο. Ένας τέτοιος άνθρωπος δεν μπορεί να ελπίζει, ότι θα
λάβει κάτι απ' τον Θεό.
Τόσο η φτώχεια, όσο κι ο πλούτος
μπορεί να είναι δοκιμασίες για ένα Χριστιανό. Ο φτωχός Χριστιανός θα έπρεπε να
χαίρεται, γιατί του έχουν δοθεί αληθινά πλούτη εν Χριστώ. Ο πλούσιος Χριστιανός
θα έπρεπε να χαίρεται, γιατί τώρα δοκιμάζεται στην ταπείνωση και αντιλαμβάνεται
την απατηλότητα του πλούτου. Τα πλούτη είναι προσωρινά. Είναι σαν το χορτάρι
και τα λουλούδια, τα οποία σύντομα ξεραίνονται και καίγονται.
Στο εδάφιο 12 δίνεται η αμοιβή για
την υπομονή μέσω των δοκιμασιών. Ο άνθρωπος, ο οποίος δοκιμαστεί, θα λάβει το
στέφανο της ζωής.
Ε. ΠΕΙΡΑΣΜΟΙ
Ιάκωβος α΄:13-18
Στα εδάφια αυτά ο Ιάκωβος
ασχολήθηκε με το θέμα του πειρασμού, ο οποίος είναι η επιθυμία να πράξει κανείς
το κακό. Κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει τον Θεό για τον πειρασμό για τους
ακόλουθους δύο λόγους:
1. Ο
Θεός είναι “απείραστος κακών”.
2. Ο
Θεός “ουδένα πειράζει”
Ο άνθρωπος πρέπει να πάρει
προσωπικά την ευθύνη για τις αμαρτίες του. Ο άνθρωπος παρασύρεται από τις δικές
του επιθυμίες. Εδώ υπάρχουν τρία βήματα:
1. Επιθυμία-ανομία
που γεννιέται στο μυαλό του.
2. Αμαρτία-η
πράξη της ανομίας
3. Θάνατος-το
αποτέλεσμα της αμαρτίας
Ο Ιάκωβος έγραψε, “Μη πλανάσθε, αδελφοί μου αγαπητοί”
(εδ.16). Οτιδήποτε είναι καλό και τέλειο έρχεται προς εμάς από τον Θεό. Αυτός
είναι ο Δημιουργός του φωτός και Αυτός λάμπει για πάντα χωρίς αλλοίωση ή σκιά.
Αντίθετα από το να μας πειράζει, το θέλημα του Θεού είναι η αναγέννηση μας.
Αναγεννηθήκαμε μέσω του Λόγου Του της αλήθειας, και οι Χριστιανοί στους οποίους
έγραφε ο Ιάκωβος έγιναν τα πρώτα παιδία της οικογένειας του Θεού.
ΣΤ. ΕΚΤΕΛΕΣΤΕΣ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ
Ιάκωβος α:19-25
Ο Ιάκωβος νουθέτησε τους Ιουδαίους
Χριστιανούς να:
1. Είναι
“ταχείς εις το να ακούνε”.
2. Είναι
“βραδείς εις το να λαλούν”.
3. Είναι
“βραδείς εις την οργήν”.
Όταν ένας Χριστιανός ενδίδει στην
οργή, είναι ανίκανος να δράσει με δικαιοσύνη. Επίσης τους νουθέτησε να
αποφεύγουν κάθε τι, το οποίο είναι σκάρτο. Η λέξη “περίσσεια”, φυσιολογικά θα
σήμαινε “περίσσευμα κακού”. Προτάθηκε όμως, ότι αυτή σημαίνει “υπόλειμμα”. Γι’
αυτό πρέπει ο Χριστιανός να παραμερίζει όλα, όσα είναι λάθος στη ζωή του.
Πρέπει να παραχωρείται ολοκληρωτικά στον Λόγο, ο οποίος έχει εμφυτευτεί στην
καρδιά του και είναι ικανός να δώσει την ψυχή του.
Δίνεται έμφαση στη σπουδαιότητα
της υπακοής στο λόγο. Εκείνοι, οι οποίοι μόνο ακούν τον Λόγο, απλώς απατούν
τους εαυτούς τους. Μοιάζουν με άνθρωπο, ο οποίος κοιτάζει τον εαυτό του στον
καθρέφτη και μετά ξεχνά, πως έμοιαζε. Ενώ, αυτός, που βλέπει στον νόμο του
Θεού, ο οποίος ελευθερώνει τους ανθρώπους και υπακούει στον Λόγο του Θεού, θα
είναι ευλογημένος σε οτιδήποτε κάνει.
Ζ. ΑΛΗΘΙΝΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ
Ιάκωβος α:26-27:
“Εάν τις μεταξύ σας νομίζει ότι είναι θρήσκος, και δεν χαλινόνη την
γλώσσαν αυτού, αλλ’ απατά την καρδιάν αυτού, τούτου η θρησκεία είναι ματαία.
Θρησκεία καθαρά και αμίαντος ενώπιον του Θεού και Πατρός είναι αυτή, Να
επισκέπτηται τους ορφανούς και τας χήρας εν τη θλίψει αυτών, και να φυλάττη
εαυτόν αμόλυντον από του κόσμου”.
Σ’ αυτά τα δύο εδάφια διαβάζουμε,
τι χρειάζεται μια αληθινή θρησκεία:
1. Να
ελέγχει κάποιος το λόγο του.
2. Να
επισκέπτεται και να φροντίζει τα ορφανά.
3. Να
φυλάσσει την προσωπική του καθαρότητα.
Αληθινή θρησκεία είναι κάτι
παραπάνω από την επίδειξη ευσέβειας κατά την προσέλευση στην εκκλησία. Πρέπει
κάποιος να διακονεί σ’ αυτούς που έχουν ανάγκη, να κρατά τον εαυτό του κάτω από
έλεγχο, και να είναι ξεχωρισμένος από τον κόσμο.