Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Κυριακή 16 Απριλίου 2017

Ο θάνατος στον Ιουδαϊσμό: ταφικά έθιμα



Αυτή η ανάρτηση οφείλει να αρχίσει με μια παραδοχή: δεν υπάρχουν «εβραϊκά ταφικά έθιμα». Πώς θα μπορούσε άλλωστε να υπάρχει μόνο μια κωδικοποιημένη μορφή έκφρασης του πιο έντονου ανθρώπινου συναισθήματος, αυτό της απώλειας και ειδικά σε μια θρησκεία που χαρακτηρίζεται από την απουσία δογμάτων. Έτσι λοιπόν θα επικεντρωθώ αποκλειστικά στα ελληνικά ταφικά έθιμα – επιπλέον δεν θα αναφερθώ αναλυτικά αλλά θα επικεντρωθώ στην σύγχρονη μορφή τους μεταπολεμικά, μαζί με ορισμένες μεσοπολεμικές αναφορές όπου είναι απαραίτητο. Σκοπός όπως αναφέραμε στην προηγούμενη ανάρτηση που αναφέρεται στις εβραϊκές πεποιθήσεις για τον θάνατο είναι μια προσέγγιση ενός εξαιρετικά σημαντικού κομματιού του εβραϊκού κύκλου της ζωής και οδηγός για τους χριστιανούς που θα θελήσουν να παραβρεθούν στην κηδεία ενός φίλου ή συγγενή τους.


Η στιγμή του θανάτου
Την στιγμή του θανάτου κάποιος φίλος της οικογενείας φροντίζει να κλείσει τα μάτια και το στόμα του νεκρού και να τον τοποθετήσει κοιτώντας τον ουρανό – από αυτή τη στιγμή και μετά ο νεκρός δεν μένει μόνος του αλλά υπάρχει πάντα κάποιος στο δωμάτιο μαζί του, ο λεγόμενος σομέρ/φύλακας, (κατάλοιπο αρχαίων εποχών όπου η σωρός είχε ανάγκη προστασίας αλλά σήμερα αποτελεί έκφραση τιμής στον νεκρό). Επίσης ένα κερί θα πρέπει να καίει κοντά του, μια υπενθύμιση οτι η αιώνια νέφες/ψυχή του συνεχίζει να υπάρχει. Παλαιότερα αυτό και τα υπόλοιπα κομμάτια αποτελούσαν φροντίδα της Χεβρά Κεντοσά/Αγίας Αδελφότητας που ήταν μια κοινοτική οργάνωση που αναλάμβανε τις κηδείες και με εθελοντική συμμετοχή – σήμερα το κομμάτι το αναλαμβάνουν γραφεία κηδειών που έχουν συνάψει συμβάσεις με τις Κοινότητες και συνεργάζονται με τον ραβίνο και τις τοπικές Χεβρά Κεντοσά αν υπάρχουν.

Οι Χεβρά Κεντοσά αποτελούνται από άντρες και γυναίκες και θεωρείται μιτζβά/θετικό καθήκον η συμμετοχή σε αυτήν – οι συμμετέχοντες δεν αμείβονται και καλύπτονται μόνο τα  υλικά έξοδα από προσφορές. Ο νεκρός θα πλυθεί εξονυχιστικά και κάθε ανοικτή πληγή πρέπει να κλείσει, ενώ στην συνέχεια θα τυλιχτεί σε ένα ταχρίχ/λευκό σάβανο – με τον αριθμό των πλύσεων, των προσευχών και τυλίγματος του σάβανου να είναι συγκεκριμένος και μέρος ενός αυστηρού τυπικού που ονομάζεται τα’αρά. Η σωρός τοποθετείται σε ένα απλό φέρετρο, αρόν, χωρίς κανένα επιπλέον στολίδι, κόσμημα ή ένδυμα πλέον του νεκρικού σάβανου – μόνη εξαίρεση είναι η δυνατότητα να  τυλιχτεί επιπλέον από το προσωπικό του ταλέτ με κομμένη μια γωνία από τα τσιτσίτ δείχνοντας οτι πλέον δε θα χρησιμοποιηθεί για προσευχή. Ο λόγος πίσω από αυτή την εξαιρετικά απλή ταφή είναι για να υποδείξει την γύμνια μας και την ισότητα μας μπροστά στον θάνατο. Αυτή είναι η τελευταία φορά που το σύνολο της οικογενείας μπορεί να αποχαιρετήσει τον νεκρό από κοντά αφού το φέρετρο δεν ανοίγει παρά στο νεκροταφείο ξανά. Το φέρετρο συνηθίζεται να καλύπτεται από ένα μαύρο ύφασμα με το Μαγκέν Νταβίντ/Άστρο του Δαυίδ αν ο νεκρός ήταν ηλικιωμένος και λευκό αν ήταν νέος.
Παλαιότερα ήταν καθιερωμένο την στιγμή του θανάτου να αδειάζουν κάθε δοχείο με νερό στο σπίτι γιατί πίστευαν οτι ο Αγγελος του Θανάτου μπορεί να το είχε χρησιμοποιήσει για να καθαρίσει το ξίφος του μετά την τέλεση της αποστολής του. Μάλιστα το συγκεκριμένο έθιμο ανήκε στον επίσημο κατάλογο της Ιεράς Εξέτασης στην Ισπανία για να διαπιστωθεί αν ο εξεταζόμενος είναι κρυπτο-εβραίος. Σε μερικά σπίτια έχω δει οτι αυτή η παράδοση επιζεί με το να αφήνουν το νερό να τρέχει λίγο από μια βρύση. Σε άλλες πόλεις της Ελλάδας, όπως τον Βόλο, συνηθίζουν να σπάνε ένα κανάτι με λίγο νερό μέσα την ώρα που ξεκινά η μεταφορά του νεκρού στο νεκροταφείο.

Η κηδεία
Η κηδεία οφείλει να ξεκινήσει το συντομότερο δυνατόν – αν όχι την ίδια, τουλάχιστον την επόμενη μέρα εκτός και αν είναι Σαμπάτ, (κατάλοιπο των εποχών που το ζεστό μεσανατολικό κλίμα δεν επέτρεπε την διατήρηση του νεκρού). Συνήθως η τελετή λαμβάνει χώρο είτε στη συναγωγή, είτε συνηθέστερα σε ένα μικρό ευκτήριο οίκο στο χώρο του νεκροταφείου, σπανιότατα δε στο ίδιο το σπίτι. Η τελετή είναι σύντομη και χαρακτηρίζεται από τις 7 περιφορές, ακαφότ, που θα κάνει ο ραβίνος γύρω από το φέρετρο και τα λίγα λόγια που μπορεί να πει κάποιος προς τιμή του εκλιπόντα. Αυτή η νεκρολογία που ονομάζεται εσπέντ γίνεται από τον μασπίντ και παλαιότερα είχε σκοπό τόσο να εξυμνήσει τον εκλιπόντα, όσο και να προκαλέσει την θλίψη στους παρευρισκόμενους προωθώντας την μετάνοια. Μετά τις προσευχές, που λαμβάνουν παρόντων του συνόλου των συμμετάσχοντων, το φέρετρο αναχωρεί για το χώρο ταφής συνοδευόμενο αποκλειστικά από τους άνδρες.
Ο τάφος οφείλει να είναι τουλάχιστον 1 μέτρο βαθύς και σκαμμένος αποκλειστικά στο χώμα ώστε η σωρός, χωρίς το φέρετρο που πλέον δεν έχει άλλη χρησιμότητα και δεν ενταφιάζεται, να μπορεί να είναι σε άμεση επαφή με το χώμα, (αποτελεί μια δυσάρεστη εξέλιξη η σύγχρονη απαίτηση των οικογενειών για ενισχυμένη κατασκευή και βαθύτερη ταφή ώστε να ελαχιστοποιούνται οι πιθανότητες βεβήλωσης από τις σχετικά συχνές αντισημιτικές επιθέσεις στα εβραϊκά νεκροταφεία). Η σωρός χαμηλώνεται με τα πόδια πρώτα και τοποθετείται ξαπλωτή στην πλάτη, με μια μικρή πέτρα κάτω από το κεφάλι ώστε να μπορεί να κοιτά προς την Ιερουσαλήμ όταν θα έρθει ο Μεσσίας και γίνει η τεhιάτ hα’μετίμ/ανάσταση των νεκρών. Λίγο πριν χαμηλωθεί μπορούν να πλησιάσουν οι γιοί και οι εγγονοί ώστε να φιλήσουν το χέρι για τελευταία φορά – αν ο νεκρός ήταν ένας ιδιαίτερα γνωστός ραβίνος τότε και άλλοι μπορεί να πλησιάσουν την σωρό. Μια πλάκα τοποθετείται πάνω από τη σωρό και οι παρευρισκόμενοι ρίχνουν χώμα ή μια πέτρα δίνοντας συμβολικά στον νεκρό την άδεια να αναχωρήσει και παρέχοντας ένα αίσθημα ολοκλήρωσης. Τα λουλούδια και τα στεφάνια είναι ξένα προς την εβραϊκή παράδοση και δεν είναι ευπρόσδεκτα – αντίθετα σήμερα συνηθίζεται να δηλώνεται ρητά ένα φιλανθρωπικό ίδρυμα όπου οι παρευρισκόμενοι μπορούν να κάνουν μια δωρεά.
Κατά την αποχώρηση από την τελετή συνηθίζεται να πλένονται τα χέρια σε μια βρύση που πάντα είναι διαθέσιμη στους επισκέπτες στο χώρο του νεκροταφείου.
Ο τάφος αποτελεί την τελευταία κατοικία του νεκρού αφού οι εβραίοι δεν ξεθάβουν ποτέ τους νεκρούς τους, εκτός από περιπτώσεις φυσικών καταστροφών, κρατικής κατάσχεσης, λανθασμένης ταφής αλλά και τότε απλώς ενταφιάζονται σε άλλο τάφο. Η εκταφή του νεκρού, όπως συνηθίζεται στην Χριστιανική Ορθόδοξη παράδοση, θεωρείται από τις χειρότερες δυνατές βεβηλώσεις και πηγή τρόμου στην εβραϊκή παράδοση σε θρήσκους και μη.
Είναι προφανές ότι και χριστιανοί μπορούν να συνοδεύσουν το νεκρό  καθόλη την διάρκεια της τελετής σεβόμενοι τις παραδόσεις των ζωντανών συγγενών του και προφανώς μην όντας υποχρεωμένοι να συμμετάσχουν στο θρησκευτικό κομμάτι.
Κάτι ακόμα: η καύση των νεκρών ιστορικά υπήρξε ξένη στην εβραϊκή παράδοση. Αναμενόμενα σήμερα υπάρχει ένα ισχυρό αίσθημα αντιπάθειας δεδομένης της εμπειρίας της Σοά/ Ολοκαυτώματος. Η κυρίαρχη άποψη μεταξύ των ραβίνων, (όπως είπαμε ο Ιουδαϊσμός δεν έχει δόγμα και ούτε ιεραρχία), είναι ότι η καύση δεν γίνεται δεκτή αλλά ούτε απαγορεύεται σε ραβίνους να συμμετάσχουν στην τελετή αλλά και ούτε απαγορεύεται η ταφή σε εβραϊκό νεκροταφείο με το εβραϊκό τυπικό – αποτελεί προσωπική επιλογή του κάθε ραβίνου. Η ταρίχευση όμως απαγορεύεται αυστηρά. Η αυτοκτονία αν και αποτρέπει την απόδοση τιμών μέσω της κε’ρι’ά και του εσπέντ, δεν απαγορεύει το κομμάτι που αφορά τους πενθούντες – στην σύγχρονη εποχή δεν έχει χρησιμοποιηθεί ποτέ για να αρνηθεί το σύνολο της τελετής. Πρακτικά μόνο η περίπτωση των αποστατών είναι ο μόνος λόγος για να αρνηθεί η ταφή σε εβραϊκό νεκροταφείο σύμφωνα με το εβραϊκό τυπικό.
Κηδεία του ραβίνου Αβραάμ Σασσών στην Λάρισα το 1957/Αρχείο Εσδρά Μωυσή και Δήμος Λαρίσης

Μετά την κηδεία
Στην στιγμή του θανάτου σημαντικό κομμάτι των ραβινικών παραινέσεων απευθύνονται στην απελπισία ή απάθεια που προσβάλει τους συγγενείς και σκοπό έχουν να βοηθήσουν να δημιουργηθεί μια αυτόματη διαδικασία. Πχ στην βιβλιογραφία διαβάζουμε οτι τον 19ο αιώνα είχαν αυστηρά απαγορευθεί οι έντονες εκδηλώσεις όπως οι αυτοτραυματισμοί που ήταν συχνές μεταξύ των γυναικών. Η’ οι καθημερινές επισκέψεις στην οικογένεια απαγορεύτηκαν όταν ένας διάσημος ραβίνος προσπάθησε να πέσει από το παράθυρο μετά από μια πλημμυρίδα επισκεπτών που ήθελαν να εκφράσουν την λύπη τους.
Από την στιγμή του θανάτου η συνήθης ευχή που ακούγεται όταν κάποιος τον πληροφορείται είναι Μπαρούχ νταγιάν αΕμέτ / Ευλογητός Αυτός, ο αληθινός Κριτής, αν και επίσης από τους παλαιότερους μπορεί να ακουστεί το μαλογράδο ε ενκορτάδο, δηλαδή οτι το νήμα της ζωής του λιγόστεψε άτυχα αν ο νεκρός ήταν νέος.
Μετά την τελετή στο νεκροταφείο οι παρευρισκόμενοι μαζεύονται σε ένα σπίτι και ακολουθεί μια μικρή συγκέντρωση. Η οικογένεια του νεκρού συνηθίζει να φοράει μαύρα ρούχα τα οποία τα σκίζει συμβολικά για να δείξει το πένθος της, (το έθιμο είναι γνωστό ως κε’ρι’ά) και χωρίς παπούτσια. Κάθονται στο πάτωμα, με πλάτη στον τοίχο σε μαξιλάρια που έχουν καλυφθεί από μαύρο ύφασμα, το οποίο καλύπτει και κάθε καθρέπτη στο σπίτι. Από το έθιμο αυτό εξαιρούνται όλα τα παιδιά που δεν έχουν ενηλικιωθεί θρησκευτικά ακόμη, δηλαδή είναι μικρότερα των 13 ετών αν και στην σύγχρονη εποχή τα παιδιά προστατεύονται ακόμα περισσότερο – επιπλέον δεν εφαρμόζονται αν αφορούν ένα μωρό μικρότερο των 30 ημερών. Όπως είπαμε μερικές φορές αφήνεται ανοικτή κάποια βρύση να τρέχει.
Τότε είναι η κατάλληλη στιγμή να επιδώσει κάποιος τα συλλυπητήρια του στην οικογένεια μιας και αποφεύγονται πριν την ολοκλήρωση της κηδείας. Είτε είστε εβραίοι ή όχι, τότε είναι η κατάλληλη στιγμή να θυμηθείτε τον εκλιπόντα και να θυμηθείτε τις ευχάριστες στιγμές μιας και στην εβραϊκή παράδοση ενθαρρύνεται η διατήρηση ζωντανής της μνήμης του νεκρού.
Κατά την διάρκεια της συγκέντρωσης συνηθίζεται να μοιράζονται αυγά χαμινάδος, μαύρες σταφίδες και καφές αλλά αυτό δεν αποκλείει και ένα πλουσιότερο γεύμα για τους παρευρισκόμενους – αντίθετα στην σεφαραδίτικη παράδοση συνηθίζεται η ευρύτερη οικογένεια αλλά και φίλοι να προσφέρουν πλήρες γεύμα, αρκεί να μην περιέχει κρέας, στην οικογένεια που ίσως να το έχει παραμελήσει μέσα στην θλίψη της. Άλλωστε αποτελεί ιδιαίτερο χαρακτηριστικό ότι σε διαφορετικές περιοχές της Ελλάδος έχει επικρατήσει η προσφορά διαφορετικών φαγητών: στην Κέρκυρα σφουγγάτο, στην Θεσσαλονίκη και στις σεφαραδίτικες κοινότητες σούπα με φιδέ. Για ευνόητους λόγους συνηθίζεται η προσφορά από ρακί παλαιότερα και κονιάκ τα τελευταία χρόνια.

Πηγή: Abravanel, the Blog