Κάποιοι άνθρωποι, ανάμεσα στους οποίους είναι οι Μορμόνοι και οι Μάρτυρες
του Ιεχωβά, διδάσκουν ότι υπάρχει περίπτωση να σωθούν μετά θάνατο, τουλάχιστον
όσοι δεν είχαν «πλήρη» ευκαιρία σ’ αυτή τη ζωή. Αυτές οι θεωρίες μπορεί να
είναι ενδιαφέρουσες για διαλογισμό, αλλά η Βίβλος δεν μας δίνει το δικαίωμα να
τις κηρύξουμε σαν Ευαγγέλιο.
Η Βίβλος πουθενά δεν διδάσκει ότι μπορεί να
υπάρξει ευκαιρία να δεχτεί κάποιος το Ευαγγέλιο αφού η επίγεια ζωή του τελειώσει,
αντίθετα μας λέει ότι δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση: «Καί καθώς είναι
αποφασισμένον εις τούς ανθρώπους άπαξ νά αποθάνωσι, μετά δέ τούτο είναι κρίσις»
(Εβρ.θ:27). «Μή θαυμάζετε τούτο· διότι έρχεται ώρα, καθ' ήν πάντες οι εν
τοίς μνημείοις θέλουσιν ακούσει τήν φωνήν αυτού, καί θέλουσιν εξέλθει οι
πράξαντες τά αγαθά εις ανάστασιν ζωής, οι δέ πράξαντες τά φαύλα εις ανάστασιν
κρίσεως» (Ιωάν.ε:28-29). «Καί έδωκεν η θάλασσα τούς εν αυτή νεκρούς, καί
ο θάνατος καί ο 'δης έδωκαν τούς εν αυτοίς νεκρούς, καί εκρίθησαν έκαστος κατά
τά έργα αυτων» (Αποκ.κ:13).
Δύο σημεία της Γραφής χρησιμοποιούνται για να υποστηριχτεί η διδασκαλία
της δεύτερης ευκαιρίας. Το ένα είναι η νύξη του Παύλου για βάπτισμα υπέρ των
νεκρών (Α’ Κορ.ιε:29).
Τέτοιου είδους
βάπτισμα δεν είναι Βιβλικό. Οι νεκροί δεν μπορούν να έχουν σώζουσα πίστη, ούτε
μπορούν να μετανοήσουν, γιατί είναι αργά πλέον γι’ αυτούς: «Καθώς είναι
αποφασισμένον εις τούς ανθρώπους άπαξ νά αποθάνωσι, μετά δέ τούτο είναι κρίσις»
(Εβρ.θ:27). Η Βίβλος σε καμία περίπτωση δεν διδάσκει ότι ψυχή μπορεί να σωθεί
μετά θάνατο, ιδιαίτερα με πράξεις που γίνονται από άλλους για λογαριασμό της.
Αυτή η σκέψη του
βαπτίσματος υπέρ των νεκρών βασίζεται σε μια λάθος ερμηνεία του εδαφίου Α’ Κορ.ιε:29.
Σ’ αυτό το κεφάλαιο ο Παύλος διδάσκει την ανάσταση του Ιησού και τη μελλοντική
ανάσταση των νεκρών. Σαν μέρος της επιχειρηματολογίας του, ουσιαστικά ρωτάει: «εάν
τω όντι οι νεκροί δέν ανασταίνωνται, διά τί καί βαπτίζονται υπέρ τών νεκρών;».
Υπάρχουν διάφορες θεωρίες όσο αφορά στο τι εννοούσε ο Παύλος, αλλά αυτό το
εδάφιο δεν διδάσκει ούτε αποδεικνύει το βάπτισμα υπέρ των νεκρών, ιδιαίτερα για
το λόγο ότι θα αντιφάσκει με ολόκληρη τη Γραφή.
Θα δούμε τρεις
πιθανές ερμηνείες αυτού του εδαφίου: (1) Ο Παύλος αναφέρεται σ’ αυτούς που
πίστεψαν εξαιτίας του θανάτου αγαπημένων τους προσώπων που ήταν Χριστιανοί. (2)
Αναφέρεται στο «βάπτισμα με πληρεξούσιο», όχι για να το δικαιολογήσει ή να το
συγχωρέσει, αλλά το χρησιμοποιεί σαν παράδειγμα πίστης στην ανάσταση. Ίσως
κάποιοι Κορίνθιοι να κήρυτταν ενάντια στην ανάσταση και παρόλα αυτά βαπτιζόταν
υπέρ των νεκρών. Μ’ αυτά τα λόγια θέλει απλά να τονίσει την ασυνέπειά τους. (3)
Εννοούσε το βάπτισμα στο θάνατο του Χριστού. Η λέξη «νεκρών» βέβαια δεν μπορεί
να υπονοεί το Χριστό αφού είναι στον πληθυντικό, αλλά μπορεί να εννοεί τους
παλιούς εαυτούς που πέθαναν στη μετάνοια. Όσοι βαπτιστήκαμε «Συνετάφημεν
μετ' αυτού διά τού βαπτίσματος εις τόν θάνατον, ίνα καθώς ο Χριστός ανέστη εκ
νεκρών διά τής δόξης τού Πατρός, ούτω καί ημείς περιπατήσωμεν εις νέαν ζωήν»
(Ρωμ.ς:3-5). Βλέποντάς το έτσι, το βάπτισμα είναι μια ομολογία πίστης στην
ανάσταση του Χριστού, κάτι που ο Παύλος προσπαθεί να επιβεβαιώσει σ’ αυτά τα
εδάφια.
Το άλλο είναι αυτό που λέει ότι
το Πνεύμα του Χριστού κήρυξε στα πνεύματα που ήταν στη φυλακή που δεν υπάκουσαν
στις μέρες του Νώε (Α’ Πέτρ.γ:18-20). Υπάρχουν κάποιες εναλλακτικές ερμηνείες αυτού
του εδαφίου:
(1)
Το Πνεύμα του Χριστού κήρυξε στις μέρες του Νώε,
μέσα από το Νώε, σ’ αυτούς που τώρα βρίσκονται στη φυλακή. Η διατύπωση και ο
χρόνος του ρήματος του Α’ Πέτρ.δ:6 υποστηρίζουν αυτή την ερμηνεία.
(2)
Το Πνεύμα του Χριστού πήγε στον κάτω κόσμο τη
στιγμή που το σώμα Του βρισκόταν στον τάφο και ανακοίνωσε στους πεσμένους
αγγέλους τη νίκη Του πάνω στο θάνατο (Β’ Πέτρ.β:4) ή σε όλες τις σατανικές δυνάμεις.
(3)
Το Πνεύμα του Χριστού ανακοίνωσε αυτό το γεγονός σε
ανθρώπινα πνεύματα στον κάτω κόσμο, αλλά δεν πρόσφερε σε κανένα δεύτερη ευκαιρία
να σωθεί.
Οι δύο τελευταίες ερμηνείες υποστηρίζονται από τη λέξη «κήρυξε»
που χρησιμοποιείται στη Γραφή, που σημαίνει διακηρύττω σαν πληροφορία και όχι «ευαγγέλισε»
που σημαίνει κηρύττω τα καλά νέα της σωτηρίας. Και οι δύο ερμηνείες ταιριάζουν
με τη διδασκαλία της καθόδου του Ιησού στον Άδη, όταν κέρδισε τα κλειδιά του Άδη και του
θανάτου και αιχμαλώτευσε αιχμαλωσία (Πράξ.β:25-32 Ρωμ.ι:7
Εφες.δ:8-10 Αποκ.α:18).