Αφηγείται, μέσα από έργα του, τη ζωή στην πατρίδα του, το δράμα της Συρίας, τον πόλεμο, την θλίψη, τον θάνατο και την προσφυγιά, ενώ παράλληλα στέλνει μηνύματα ανθρωπισμού και ελπίδας.
Ο σύρος γλύπτης Νιζάρ Αλί Μπαντέρ ζει σε μία γειτονιά της Λαττάκειας και δίνει στις άψυχες πέτρες και τα βότσαλα, φωνή, κίνηση, περιεχόμενο. Στα πέντε χρόνια του εμφυλίου, δημιούργησε περισσότερα από 10.000 έργα, τα οποία «είναι η κραυγή απέναντι στην αδικία, την καταπίεση, τον θάνατο, την προσφυγιά».
«Στην αρχή του πολέμου άρχισα να ανακαλύπτω περισσότερο τον εαυτό μου» λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και εξηγεί πώς ξεκίνησε τις νέες δημιουργίες του, στις οποίες αποτυπώνει μοναδικές ιστορίες από την καθημερινότητα στον τόπο του, αλλά και τα συναισθήματά του.
«Με συγκινούν τα παιδιά, οι άστεγοι, οι φτωχοί, οι καταπιεσμένοι, οι πεινασμένοι, όλοι εκείνοι που ουρλιάζουν από τον πόνο» λέει, προσθέτοντας πως δημιουργεί με πάθος, ειλικρίνεια και πίστη πάνω στις πέτρες, «που φωνάζουν δυνατά και απαιτούν να σταματήσει η γενοκτονία, που κραυγάζουν, ζητώντας το δικαίωμα της εκπαίδευσης για τα παιδιά της Συρίας».
«Ζούμε περιμένοντας τον θάνατο»
Στις περισσότερες ερωτήσεις για την κατάσταση στον τόπο του, δίνει απαντήσεις με έργα του. Ο Νιζάρ είναι φειδωλός στα λόγια. «Πέντε χρόνια πόλεμος στην πατρίδα μου, κατέστρεψε ανθρώπους και πέτρες. Ζούμε περιμένοντας τον θάνατο» αναφέρει.
Ο καλλιτέχνης μαζεύει τα βότσαλα και τις πέτρες, από τις ακτές της Συρίας. Μάλιστα επέλεξε να τους δώσει ως χαρακτηρισμό, το αραβικό όνομα «safoun» από τα φυσικά τους χρώματα. Οπως εξηγεί, οι πέτρες έχουν χρώματα, όπως το χρυσοκόκκινο και αν τις παρατηρήσεις έχουν μορφή. Τις μάζεψε κατά τη διάρκεια των πέντε χρόνων του πολέμου και δημιουργεί με πάθος.
Ο Νιζάρ μιλάει με πληγωμένη περηφάνια για την πατρίδα του τη Συρία που υπάρχει, όπως λέει, από το λυκόφως της ιστορίας ως ένας φάρος πολιτισμού. Ο ίδιος δηλώνει πως θα συνεχίσει μέσα από τα έργα του να στέλνει στον κόσμο μηνύματα ανθρωπισμού για να αλλάξει η ανθρωπότητα παλμό, ενώ παράλληλα θέλει να αποδείξει πως η επιμονή και η αποφασιστικότητα των Σύρων είναι μεγάλη. Επισημαίνει, δε, πως δεν τον ενδιαφέρει να πλουτίσει ή να αποκτήσει φήμη, γιατί «έζησα φτωχός και θα πεθάνω φτωχός».
Ο σύρος γλύπτης Νιζάρ Αλί Μπαντέρ ζει σε μία γειτονιά της Λαττάκειας και δίνει στις άψυχες πέτρες και τα βότσαλα, φωνή, κίνηση, περιεχόμενο. Στα πέντε χρόνια του εμφυλίου, δημιούργησε περισσότερα από 10.000 έργα, τα οποία «είναι η κραυγή απέναντι στην αδικία, την καταπίεση, τον θάνατο, την προσφυγιά».
«Στην αρχή του πολέμου άρχισα να ανακαλύπτω περισσότερο τον εαυτό μου» λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και εξηγεί πώς ξεκίνησε τις νέες δημιουργίες του, στις οποίες αποτυπώνει μοναδικές ιστορίες από την καθημερινότητα στον τόπο του, αλλά και τα συναισθήματά του.
«Με συγκινούν τα παιδιά, οι άστεγοι, οι φτωχοί, οι καταπιεσμένοι, οι πεινασμένοι, όλοι εκείνοι που ουρλιάζουν από τον πόνο» λέει, προσθέτοντας πως δημιουργεί με πάθος, ειλικρίνεια και πίστη πάνω στις πέτρες, «που φωνάζουν δυνατά και απαιτούν να σταματήσει η γενοκτονία, που κραυγάζουν, ζητώντας το δικαίωμα της εκπαίδευσης για τα παιδιά της Συρίας».
«Ζούμε περιμένοντας τον θάνατο»
Στις περισσότερες ερωτήσεις για την κατάσταση στον τόπο του, δίνει απαντήσεις με έργα του. Ο Νιζάρ είναι φειδωλός στα λόγια. «Πέντε χρόνια πόλεμος στην πατρίδα μου, κατέστρεψε ανθρώπους και πέτρες. Ζούμε περιμένοντας τον θάνατο» αναφέρει.
Ο καλλιτέχνης μαζεύει τα βότσαλα και τις πέτρες, από τις ακτές της Συρίας. Μάλιστα επέλεξε να τους δώσει ως χαρακτηρισμό, το αραβικό όνομα «safoun» από τα φυσικά τους χρώματα. Οπως εξηγεί, οι πέτρες έχουν χρώματα, όπως το χρυσοκόκκινο και αν τις παρατηρήσεις έχουν μορφή. Τις μάζεψε κατά τη διάρκεια των πέντε χρόνων του πολέμου και δημιουργεί με πάθος.
Ο Νιζάρ μιλάει με πληγωμένη περηφάνια για την πατρίδα του τη Συρία που υπάρχει, όπως λέει, από το λυκόφως της ιστορίας ως ένας φάρος πολιτισμού. Ο ίδιος δηλώνει πως θα συνεχίσει μέσα από τα έργα του να στέλνει στον κόσμο μηνύματα ανθρωπισμού για να αλλάξει η ανθρωπότητα παλμό, ενώ παράλληλα θέλει να αποδείξει πως η επιμονή και η αποφασιστικότητα των Σύρων είναι μεγάλη. Επισημαίνει, δε, πως δεν τον ενδιαφέρει να πλουτίσει ή να αποκτήσει φήμη, γιατί «έζησα φτωχός και θα πεθάνω φτωχός».