Η αμφισβήτηση του θαύματος
Σύμφωνα με τον καθηγητή της Ελληνικού Κολεγίου-Θεολογικής Σχολής του Τιμίου Σταυρού της Βοστώνης πρωτοπρεσβύτερο Αλκιβιάδη Καλύβα, οι πιστοί των πρώτων χριστιανικών χρόνων άναβαν λαμπάδες κάθε βράδυ αλλά και το πρωί για να εξυμνείται με αυτό τον τρόπο ο Χριστός ο οποίος είναι «φως ιλαρόν».
Στο έργο του «Η Μεγάλη Εβδομάδα και το Πάσχα στην ελληνορθόδοξη εκκλησία», ο καθηγητής αναφέρει ότι το άναμμα της λαμπάδας της Αναστάσεως με το Άγιο Φως διασώζει δύο κυρίως χριστιανικές παραδόσεις: Πρώτον, το άναμμα της κανδήλας στην Ακολουθία του Εσπερινού και, δεύτερον, το άναμμα της καινούργιας φλόγας που άναβε μόνο τις ημέρες του Πάσχα. Κατά τη διάρκεια του 10ου και του 11ου αιώνα πίστευαν ότι το φως «παράγεται» με θαυματουργικό τρόπο.
Την ίδια εκείνη περίοδο, στον Καθεδρικό Ναό της Ιερουσαλήμ ο πατριάρχης Ιεροσολύμων άρχισε να ει-σέρχεται στον Πανάγιο Τάφο και, αφού πρώτα προσευχόταν, έδινε στον αρχιδιάκονό του το Φως. Εκείνος με τη σειρά του το προσέφερε στον λαό. Αυτός είναι ο λόγος που ακόμη και στις ημέρες μας το Φως από τον Πανάγιο Τάφο μεταφέρεται από εκεί στις υπόλοιπες Ορθόδοξες εκκλησίες. Έτσι, σε χιλιάδες Ορθόδοξους ναούς σε ολόκληρο τον κόσμο οι ιερείς παίρνουν το Φως από την «ακοίμητη κανδήλα», η οποία βρίσκεται πάνω στην Αγία Τράπεζα του ναού τους και συμβολίζει τον Τάφο του Κυρίου.
Σε δημοσίευμα του πρωτοπρεσβυτέρου του Οικουμενικού Πατριαρχείου π. Γεωργίου Τσέτση, επιβεβαιώνεται η θέση του καθηγητή Κωνσταντίνου Καλοκύρη ότι «πρόκειται για έναν θρύλο», ο οποίος αναπτύχθηκε στους Αγίους Τόπους μετά την εισβολή των Σταυροφόρων και μέσα στα πλαίσια της διαμάχης που υπήρχε μεταξύ των Ορθοδόξων, των Λατίνων και των Αρμενίων, καθένας από τους οποίους διεκδικούσε για τον εαυτό του το προνόμιο τού «λαμβάνειν εξ ουρανού» το Άγιο Φως.
«Υπάρχει, αιώνες τώρα, διάχυτη η πεποίθηση στον ευσεβή μεν, αλλά θεολογικά και λειτουργικά απαίδευτο ορθόδοξο πιστό, που ψάχνει για «θαύματα» προκειμένου να πληρώσει το πνευματικό του κενό, ότι κατά την τελετή της αφής το άγιον φως κατέρχεται θαυματουργικά «ουρανόθεν» για να ανάψει την λαμπάδα του πατριάρχου» αλλά διευκρινίζεται ότι ο Πατριάρχης «δεν προσεύχεται για την διενέργεια θαύματος» αλλά απλώς «”αναμιμνήσκεται” της θυσίας και της τριημέρου Αναστάσεως του Χριστού».
Ο ίδιος ο Πατριάρχης «ανάβει την λαμπάδα του από την ακοίμητη κανδήλα που βρίσκεται πάνω στον Πανάγιο Τάφο [...] όπως ακριβώς πράττει ο κάθε Πατριάρχης και ο κάθε κληρικός την ημέρα της Λαμπρής». Τέλος, οι υπερβολικές τιμές που παραδοσιακά και κατά εθιμικό τυπικό αποδίδονται στο Άγιο Φως χαρακτηρίζονται ως «διασυρμός των Θείων» και γεγονός «σόλοικο που αποτελεί ασέβεια». Σύμφωνα με αυτήν την άποψη το Άγιο Φως χαίρει σεβασμού όπως κάθε εκκλησιαστικό δρώμενο και όπως το φως που δίνει ο ιερέας στους πιστούς σε κάθε εκκλησία το βράδυ της Ανάστασης χωρίς όμως υπερφυσικές προεκτάσεις.
Για τους υποστηρικτές αυτής της άποψης σε αυτό συνηγορεί και η ευχή που λέει ο Πατριάρχης κατά την τελετή της αφής: «[...] διά τούτο εκ του επί τούτον τον φωτοφόρον σου Τάφον, ενδελεχώς και αειφώτως εκκαιομένου φωτός ευλαβώς λαμβάνοντες διαδιδόαμεν τοις πιστεύσουσιν εις σε το αληθινόν φως [...]».
Από αυτό το εδάφιο συμπεραίνεται ότι δεν κατεβαίνει κάποιο υπερκόσμιο φως εξ ουρανού, αλλά χρησιμοποιείται το φως της ακοίμητης κανδήλας που καίει όλον τον χρόνο.
Ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Εφραίμ Β΄ (1766-1771) χαρακτήρισε την παρουσίαση του αγίου φωτός «χειροποίητον μηχανουργίαν» και, καθώς ο ίδιος γνώριζε από την προσωπική του εμπειρία τον μηχανισμό εμφάνισής του, το περιέγραψε ως το «το χειροποίητον εκείνο φως, ού καγώ, φησι, την δραματουργίαν αυτοψεί κατανοήσας».
Ο Άγγλος περιηγητής και διπλωμάτης Robert Curzon καταγράφει ότι κατά την επίσκεψη του στην Ιερουσαλήμ το 1833, την ίδια χρονιά που οι Αρμένιοι είχαν αποτύχει για άλλη μια φορά να πάρουν δια της βίας τα δικαιώματα του Παναγίου Τάφου, ο Αρμένιος Ορθόδοξος πατριάρχης είχε απευθυνθεί στο εκκλησίασμά του και «εξήγησε ότι ήταν ψεύδος το θαύμα του αγίου φωτός», προς έκπληξη όλων, «οι οποίοι για αιώνες είχαν αμετακίνητη πίστη σε αυτό το ετήσιο θαύμα ως ένα από τα πρωτεύοντα άρθρα της πίστης τους». Περιγράφει ότι «η συμπεριφορά των προσκυνητών ήταν ταρα-χώδης σε υπερβολικό βαθμό [...] σαν να ήταν δαιμονισμένοι» και ότι αποτελούσε «σκηνικό απερίγραπτης αταξίας και βεβήλωσης».
Άλλοι θεωρούν ότι, εκτός του ότι δεν πρόκειται για θαυματουργική φλόγα, πρόκειται για απάτη και το αποδίδουν σε τέχνασμα των κληρικών του ελληνορθόδοξου Πατρι-αρχείου με σκοπό την εκμετάλλευση των πιστών.
Ο Διδάσκαλος του Γένους και πρωτεργάτης της απελευθέρωσης της Ελλάδος από τον Οθωμανικό ζυγό, Αδαμάντιος Κοραής (1748-1833) κατήγγειλε το Άγιο Φως ως απάτη και προέτρεψε την Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία να διακόψει αυτές τις τελετές υποστηρίζοντας ότι «η αληθής θρησκεία όχι μόνο δεν διασφαλίζεται με την απάτην αλλά και τρέχει μέγαν κίνδυνον να καταφρονηθεί παντάπασι και να συναριθμηθεί με τας ψευδείς θρησκείας όπότε μεταχειρίζεται αυτά εκείνα μέσα- (δηλαδή όταν χρησιμοποιεί απάτες)…», ονόμαζε το «Αγιο Φως» «ονειδος και αίσχος στρατηγούμενον από θρασύ-τατους θαυματοπλάστες» και δήλωνε κατηγορηματικά ότι «αληθής θρησκεία δεν έχει χρεία τοιούτων θαυμάτων»…
Με βαθειά θλίψη ο Έλλην σοφός διαπιστώνει ότι, ενώ οι Έλληνες έχουν προς φωτισμόν μόνο το «Άγιο Φως» οι Ευρωπαίοι «ζουν μεταξύ αληθινών σοφών, περικυκλωμένοι από Ακαδημίες και Λύκεια από πάσης Τέχνης και Επιστήμης διδακτήρια. Έχουν ανοιχτές λαμπρές, δημόσιες βιβλιοθήκες και τα πιεστήρια των τυπογραφείων τους βουίζουν καθημερινά και ασταμάτητα».
Ο Πάπας Γρηγόριος Η’ (Αρχιερατεία: 1227-1241) αποκήρυξε το Άγιο Φως ως απάτη και απαγόρευσε στους Φραγκισκανούς να έχουν οποιαδήποτε σχέση με αυτό. Επακολούθησε η καταγραφή χρονικών των Αγίων Τόπων στα οποία οι Φραγκισκανοί καυτηρίαζαν μαρτυρίες σχετικά με την τελετή.
Ένας Φραγκισκανός του 15ου αιώνα, ο Φραντσέσκο Σουριάνο (Fra Francesco Suriano), εξιστόρησε λεπτομερώς την απείθαρχη έξαψη συναισθημάτων της οποίας υπήρξε μάρτυρας πριν καταγράψει την εξής παρατήρηση: «Η λεγόμενη φωτιά, όμως, δεν κατέρχεται αληθινά (και κατά τη δική μας γνώμη, των μοναχών), αν και όλα τα έθνη εξαιτίας ημών των μοναχών προσποιούνται ότι αυτό το ψεύδος είναι αληθές».
Ο Αιγύπτιος Σιήτης χαλίφης Χακίμ (Αλ-Χακίμ μπι-αμρ-Αλλάχ, 996-1021), διώκτης των Χριστιανών αν και γιος Χριστιανής, διέταξε το 1009 να καταστραφεί ολοκληρωτικά ο Ναός του Αγίου Τάφου. Άραβες χρονικογράφοι αναφέρουν ο Ναός του Αγίου Τάφου ήταν αξιοκατάκριτος καθώς «εξαπατούσε τους πιστούς» μέσω του «”θαύματος” του Αγίου Φωτός» καθώς οι αυτοκράτορες, οι στρατηγοί και άλλοι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι κυρίως από το Βυζάντιο έφερναν σε πομπές χρήματα και άλλα τιμαλφή για να τα προσφέρουν στον ναό αλλά και «οι πιο αδαείς προσκυνητές οι οποίοι πίστευαν ότι το Πάσχα το άγιο φως κατέρχεται θαυματουργικά από τον ουρανό και ανάβει τα κεριά του ναού».
Ο λόγος για αυτή του την ενέργεια ήταν ότι το θαύμα του αγίου φωτός (που ήδη υφίστατο εκείνη την εποχή) αποτελούσε μια «σκανδαλώδη απάτη». Η είδηση για την καταστροφή των κτισμάτων, όταν έφτασε στην Ευρώπη, προκάλεσε έντονες αντιδράσεις οι οποίες οδήγησαν τελικά στην Πρώτη Σταυροφορία.
Σύμφωνα με την αυτοβιογραφία του Ρώσου ορθόδοξου αρχιμανδρίτη (και επιστήμονα) Πορφύριου, που εκδόθηκε σε οκτάτομο βιβλίο με τον τίτλο «Το βιβλίο της ύπαρξης μου»:
«Ένας ιεροδιάκονος που κατάφερε να μπει στο ιερό του Τάφου, την περίοδο κατά την οποία θεωρείτο ότι το Φως κατεβαίνει από τον ουρανό, διαπίστωσε με τρόμο ότι το Άγιο Φως προήρχετο από ένα καντήλι το οποίο ποτέ δεν σβήνει. Μου το είπε ο ίδιος σήμερα». («Το βιβλίο της ύπαρξης μου» Τόμος:1, σελ. 671)
Ο Πορφύριος επίσης, στο ίδιο βιβλίο, αναφέρει ένα περιστατικό το οποίο διηγήθηκε σ’ αυτόν ο μητροπολίτης Ιεροσολύμων. Σύμφωνα με τη διήγηση, όταν ο στρατιωτικός διοικητής της Αιγύπτου Ιμπραήμ Πασάς (ναι! ο γνωστός μας από την Ελληνική Επανάσταση στο Μοριά) βρισκόταν στα Ιεροσόλυμα, ζήτησε να του επιτραπεί η είσοδος στο ναό, προκειμένου να επιβεβαιώσει ο ίδιος της αυθεντικότητα του «θαύματος» και δήλωσε ότι αν όντως επρόκειτο για θαύμα τότε θα έκανε μια μεγάλη δωρεά στο ταμείο της εκκλησίας, διαφορετικά, άν επρόκειτο για απάτη, θα απεκάλυπτε την απάτη αυτή σε όλη την Ευρώπη και θα προέβαινε σε κατάσχεση όλης της περιουσίας του πανάγιου τάφου, η οποία είχε συγκεντρωθεί από δωρεές και τάματα των πιστών όλα αυτά τα χρόνια!
Σύμφωνα πάντα με τον Προφύριο, ο Μιχαήλ, μητροπολίτης της Πέτρας, ο Δανιήλ μητροπολίτης της Ναζαρετ, και ο Διονύσιος επίσκοπος Φιλαδέλφειας (έτσι λεγόταν τότε το Αμμάν), ζήτησαν αμέσως συνάντηση με τον Ιμπραήμ, προκειμένου να έρθουν σε κάποια …συμφωνία.
Στη συνάντηση αυτή ο Μιχαήλ παραδέχτηκε την απάτη της αφής του φωτός από αναμμένο καντήλι και ζήτησε από τον Ιμπραήμ να μην επιχειρήσει να αποκαλύψει το μυστικό και να μην ανακατεύεται με τα της Εκκλησίας, διότι κάτι τέτοιο θα …δυσαρεστούσε τον Τσάρο Νικόλαο της Ρωσίας, με απρόβλεπτες για τον Ιμπραήμ πολιτικές και στρατιωτικές συνέπειες! Ενόψει του πιο πάνω εκβιασμού, ο Ιμπραήμ θεώρησε σκόπιμο να «θάψει» το όλο θέμα…
Και συνεχίζει ο Πορφύριος: «…ο μητροπολίτης πρόσθεσε ότι μόνο από το θεό τον ίδιο περιμένουμε συγχώρεση για το ψέμα αυτό, διότι σε περίπτωση που το αποκαλύπταμε στους πιστούς ζητώντας απ’ αυτούς συγχώρεση, είναι βέβαιο ότι οι πιστοί θα μας διαμέλιζαν εκεί έξω στην είσοδο του ναού!» («Το βιβλίο της ύπαρξης μου» Τόμος:3, σελ. 299-301).
Σύμφωνα επίσης με μαρτυρία Κύπριου ιεροψάλτη σε τηλεοπτική εκπομπή:
«Θέλω να σας δώσω μιαν ειλικρινή μαρτυρία. Προς το παρόν ανωνύμως. Όμως, αυτά που θα σας πω, είμαι έτοιμος αν κληθώ να τα καταθέσω επωνύμως και ενόρκως, είτε ενώπιον της ιεράς συνοδού της εκκλησίας της Κύπρου είτε ενώπιον της ιεράς συνοδού της εκκλησίας της Ελλάδος.
Αντιλαμβάνομαι ότι υπάρχουν ειρωνείες εκεί, αλλά δεν με ενδιαφέρουν. Είμαι θρησκευόμενος και πιστεύω ακράδαντα στα θαύματα. Όσα βεβαίως είναι πραγματικά θαύματα. Στην προσωπική μου ζωή, δυο φορές γνώρισα το θαύμα και την θεία πρόνοια.
Όσον αφορά την συγκεκριμένη περίπτωση, του λεγομένου θαύματος του αγίου φωτός, που συμβαίνει κάθε χρόνο το άγιο Σάββατο εις τον ιερό ναό της αναστάσεως εις Ιερο-σόλυμα, έτυχε να μάθω την αλήθεια από χείλη αρχιερέως, ο οποίος επίσης την ήκουσε με τα ίδια του τα αυτιά, από χείλη αρχιερέων του πατριαρχείου Ιεροσολύμων.
Ο (εν λόγω) Αρχιερεύς, εις μια των επισκέψεων του στο σπίτι μου, για δείπνο και φιλική συζήτηση επί θρησκευτικών και πνευματικών θεμάτων, μου εκμυστηρεύθηκε ότι τις ημέρες εκείνες, έμαθε κάτι που τον αναστάτωσε και τον εσκανδάλησε. Χρησιμοποιώ τα ίδια τα λόγια του Αρχιερέως, χωρίς να αφαιρέσω ή να προσθέσω οτιδήποτε. Μου αφηγήθη λοιπόν τα εξής:
«Αυτές τις μέρες φιλοξενούμε στην ιεράν αρχιεπισκοπήν, κλιμάκιο από μητροπολίτες από το πατριαρχείο Ιεροσολύμων. Ένα βράδυ μετά το δείπνον, ο αρχιεπίσκοπος Μακά-ριος επρότεινε να πάρουμε το καφεδάκι μας στο μέγα συνοδικόν. Εκεί λοιπόν συζητώντας διάφορα θέματα ρώτησε ο Μακάριος τους φιλοξενούμενους Μητροπολίτες: Άγιοι αδελφοί, τώρα που είστε εδώ, είναι ευκαιρία να μου λύσετε μια απορία που έχω. Του είπαν στην διάθεση σου Μακαριότατε αν μπορούμε, γιατί όχι. Και τους είπε ο Μακάριος: άγιοι αδελφοί πέστε μου σας παρακαλώ τι γίνεται με το θαύμα του άγιου φωτός, είναι πράγματι θαύμα;
Οι Μητροπολίτες απ’ τα Ιεροσόλυμα εμειδίασαν και του είπαν: Μακαριότατε, κοροϊδεύουμε τον κόσμο, είναι ντροπή μας να κοροϊδέψουμε και εσένα. Ο Μακάριος είπε: Μα δηλαδή, θέλετε να πείτε πως δεν είναι θαύμα; Όχι δεν είναι θαύμα! Ε, τι είναι λοιπόν; Μακαριότατε είναι μια τελετή η οποία γίνεται κάθε μέγα Σάββατο εις τον ιερό ναό της αναστάσεως, Ο Μακάριος τους είπε: Και γιατί δεν λέτε την αλήθεια εις τον κόσμο; Και απήντησαν: Μακαριότατε ποιος τολμά να πει την αλήθεια εις τον κόσμο… θα μας λυντσάρουν. Αυτή ήταν η αφήγηση του Αρχιερέως».
Αποκαλυπτική είναι και η μαρτυρία του τοποτηρητή του Πατριαρχικού θρόνου Ιεροσολύμων, Μητροπολίτη Πέτρας Κορνήλιου. Την Μ. Τετάρτη 11-4-2001 στο κανάλι «Mega» στην εκπομπή «Γκρίζες Ζώνες» παρουσιάστηκε συνέντευξη του εν λόγω τοποτηρητή, ο οποίος μεταξύ άλλων δήλωσε:
α) Ο Πατριάρχης απεκδύεται πάσης στολής και μένει με λευκό εσώρασο, όχι για να ελεγχθεί για τυχόν εύφλεκτες ύλες, αλλά για να παραμείνει με την λευκή στολή, που συμβολίζει την στολή των αγγέλων.
β) Ο Πατριάρχης εισέρχεται στον Τάφο με λαμπάδα και προσεύχεται λέγοντας μια ειδική ευχή και ανάπτει το Φως από το φως της ακοίμητης κανδήλας, το δε φυσικό φως της κανδήλας με την ειδική αυτή ευχή μετατρέπεται σε Άγιο Φως. Έτσι το φυσικό φως καθαγιάζεται και μετατρέπεται σε Άγιο Φως. Τότε εξέρχεται του Τάφου και παραδίδει το Άγιο Φως στο πλήρωμα του Ιερού Ναού και δι’ αυτού σ’ ολόκληρο τον κόσμο. (…)
Άκρως διαφωτιστικός είναι τέλος, ο κ. Στυλιανός Χαραλαμπάκης, Χριστιανός εκκλησιαστικός συγγραφέας, το 1964:
«Τα περί του λεγομένου θαύματος του αγίου φωτός, δεν είναι δυνατόν να κοινοποιηθούν, λόγω σκανδάλου. Ευχαρίστως όμως, εφ’ όσον μ’ ερωτάτε, θα σας είπω εν περιλήψει πως γίνετε η τελετή και πώς λαμβάνετε το «άγιον» φως». «Την Μεγάλην Παρασκευήν και μετά την περιφοράν του επιταφίου πέριξ του Παναγίου Τάφου, ο Πατριάρχης τοποθετεί τον Επιτάφιον επί του Τάφου. Κατόπιν τούτου σβήνουν όλα τα κανδήλια τα εντός και εκτός του Τάφου.
Την επομένην, Μέγα Σάββατον, ο Σκευοφύλαξ μεταφέρει κεκαλυμμένην με αργυρούν κάλυμμα, μία ειδικήν κανδήλα αναμμένην, την οποίαν τοποθετεί εντός του Παναγίου Τάφου. Εν συνεχεία ο διοικητής των Ιεροσολύμων σφραγίζει τον Τάφον. Ενώ λοιπόν, πάντα τα φώτα και τα κανδήλια έχουν σβυσθή, η ειδική κανδήλα εντός του Τάφου παραμένει αναμμένη. Την 10ην ώραν και μετά την σχετικήν λιτανείαν πέριξ του Αγίου Τάφου, κατά την οποίαν ψάλουν το λυχνικόν «φως ιλαρόν», ανοίγονται αι πύλαι του Ναού του Παναγίου Τάφου και εισέρχεται ο λαός.
Συγχρόνως ανοίγει και η πύλη του Κουβουκλίου εις την οποίαν ευρίσκεται ο Τάφος και εισέρχεται ο Πατριάρχης, αφού προηγουμένως τυπικώς αφαιρεί τα αρχιερατικά του άμφια και μένει μόνον με το στιχάριον. Μετά από μίαν σχετικήν τυπικήν προσευχήν, λαμβάνει το «άγιον» φως, όχι βεβαίως θαυματουργικώς, δια να είμαι ειλικρινής, αλλά ανάπτει τον πυρσόν του από την αναμμένην ειδικήν κανδήλα την οποίαν είχε μεταφέρει προηγουμένως ο Σκευοφύλαξ. Αυτή με λίγα λόγια είναι είναι η διαδικασία περί του «αγίου» φωτός».
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ