Η εβραϊκή λέξη για την προσευχή είναι
«τεφιλά». Προέρχεται από το ρήμα «ιτπαλέλ», που σημαίνει «κρίνω
τον εαυτό μου». Η ετυμολογία αυτή υπογραμμίζει τον κύριο σκοπό της εβραϊκής
προσευχής, που είναι η ενδοσκόπηση, καθώς αναλογιζόμαστε το ρόλο
μας στον κόσμο και τη σχέση μας με τον Θεό.
Η προσευχή είναι συνεπώς μια συνειδητή λειτουργία, που
απαιτεί μια συγκεκριμένη νοητική κατάσταση, που στα εβραϊκά λέγεται καβανά.
Η καβανά προϋποθέτει τη συνείδηση του ότι κάποιος απευθύνεται στον Θεό και την
πρόθεση να εκπληρωθεί η υποχρέωση της προσευχής. Επιπλέον, είναι σκόπιμο να
υπάρχει αυτοσυγκέντρωση, το μυαλό να είναι απαλλαγμένο από άλλες σκέψεις και να
κατανοούμε το νόημα της προσευχής, έστω κατά προσέγγιση. Συχνά χρησιμοποιούνται
λειτουργικές μελωδίες για την ενίσχυση της καβανά.
Τονίζοντας την ανάγκη κατανόησης, το Ταλμούδ ορίζει
ότι μπορεί να προσεύχεται κανείς σε οποιαδήποτε γλώσσα επιθυμεί και κατανοεί.
Παράλληλα όμως, ο παραδοσιακός εβραϊσμός υπογραμμίζει τη σημασία της προσευχής
στην εβραϊκή γλώσσα και στον ορθόδοξο εβραϊσμό όλες σχεδόν οι προσευχές
απαγγέλλονται στα εβραϊκά.
Οι παραδοσιακοί εβραίοι προσεύχονται τρεις φορές την ημέρα:
το βράδυ (μα'αρίβ ή αρβίτ), το πρωί (σσαχαρίτ) και το απόγευμα (μινχά). Η προσευχή μπορεί να
πραγματοποιείται κατ' ιδίαν, αλλά είναι προτιμότερο να γίνεται ομαδικά, όταν
είναι δυνατό. Για το σκοπό αυτό απαιτείται να συγκεντρωθούν δέκα τουλάχιστον ενήλικες
άνδρες.
Για τον παραδοσιακό εβραίο όμως, η προσευχή δεν είναι απλά
ένα γεγονός που λαμβάνει χώρα στη συναγωγή - ή οπουδήποτε αλλού - τρεις φορές
ημερησίως. Είναι αναπόσπαστο τμήμα της καθημερινής του ζωής. Ο παραδοσιακός
εβραίος έχει σχεδόν συνεχή συνείδηση της παρουσίας του Θεού και της σχέσης του
με τον Θεό, καθώς προσεύχεται όχι μόνο στη συναγωγή ή στις καθιερωμένες τυπικές
προσευχές, αλλά και σε ποικίλες άλλες περιστάσεις της καθημερινής του ζωής. Μία
από τις σημαντικότερες προσευχές, το μπιρκάτ αμαζόν (ευχαριστία μετά το γεύμα),
μια από τις ελάχιστες προσευχές που μας επιτάσσει η ίδια η Τορά, δεν
απαγγέλλεται ποτέ στη συναγωγή.
Δομή και ιστορική εξέλιξη
Η αρχαιότερη καθημερινή προσευχή είναι το σσεμά,
που αποτελείται από τρία εδάφια της Τορά: Δευτ.ς:4-9, Δευτ.ια:13-21, και
Αριθ.ιε:37-41. Το πρώτο από αυτά ορίζει ότι πρέπει να απαγγέλλεται «όταν
ξαπλώνετε και όταν σηκώνεστε». Από τους αρχαίους χρόνους, η εντολή αυτή
εκπληρώθηκε με την απαγγελία του σσεμά δύο φορές την ημέρα, πρωί και νύχτα.
Αργότερα, κατά τη διάρκεια της Βαβυλωνιακής εξορίας (6ος
αι. π.Χ.), οι εξόριστοι εβραίοι, μη έχοντας τη δυνατότητα να θυσιάσουν στο Ναό,
χρησιμοποίησαν την προσευχή ως υποκατάστατο της θυσίας. Συγκεντρώνονταν για να
προσευχηθούν τρεις φορές την ημέρα, σε αντιστοιχία με τις δύο καθημερινές
θυσίες στο Ναό (πρωί και απόγευμα) και την καύση των υπολειμμάτων των θυσιών,
τη νύχτα. Μια πρόσθετη λειτουργία (μουσάφ) προστέθηκε το Σσαμπάτ
και σε ορισμένες γιορτές, κατ' αντιστοιχία των πρόσθετων θυσιών εκείνων των
ημερών. Η πρακτική των προσευχών αυτών συνεχίστηκε και μετά την επιστροφή από
την εξορία και την επαναλειτουργία του Ναού. Έτσι, από πολύ παλιά, η προσευχή
συνδέθηκε συμβολικά με τη λατρεία στο Ναό.
Τον 5ο αι. π.Χ. οι σοφοί της Μεγάλης Συνέλευσης
συνέθεσαν μια βασική ολοκληρωμένη προσευχή. Αυτή ονομάστηκε «σσεμόνε εσρέ»
(δεκαοχτώ), γιατί περιλάμβανε 18 μπεραχότ (ευλογίες). Ονομάζεται επίσης «αμιντά»
(από το ρήμα «αμάντ» = στέκομαι), επειδή οι πιστοί την απαγγέλλουν όρθιοι. Από
την εποχή εκείνη μέχρι σήμερα η προσευχή αυτή αποτελεί την κεντρική ενότητα
κάθε εβραϊκής λειτουργίας. Η αμιντά μπορεί να χωριστεί σε τρεις υποενότητες 3
ευλογίες που υμνούν τον Θεό, 13 που υποβάλλουν αιτήματα (συγχώρεση, λύτρωση,
υγεία, ευημερία, βροχή στην εποχή της, συνάθροιση των εξόριστων, κ.λπ.), και 3
που εκφράζουν ευγνωμοσύνη και κλείνουν την προσευχή.
Ένα άλλο σημαντικό μέρος ορισμένων λειτουργιών (κυρίως των
πρωινών) είναι η ανάγνωση από την Τορά και τους προφήτες. Η Τορά έχει διαιρεθεί
σε 54 τμήματα (περασσιγιότ, ενικός περασσά), ένα για κάθε εβδομάδα του έτους
(για έτη 13 μηνών σε έτη 12 μηνών συνενώνονται δύο περασσιγιότ ορισμένες εβδομάδες).
Στις γιορτές διαβάζονται επίσης επιλεγμένα εδάφια της Τορά, σχετικά με το νόημα
της γιορτής.
Τη ρωμαϊκή εποχή, υπήρξε μια περίοδος που οι κατακτητές απαγόρεψαν
τη δημόσια ανάγνωση της Τορά. Οι εβραίοι τότε υποκατέστησαν την ανάγνωση της
Τορά με την ανάγνωση κατά προσέγγιση αντίστοιχων εδαφίων από τα βιβλία των
προφητών (αφταρά). Σήμερα διαβάζονται και περασσά και αφταρά, το Σσαμπάτ και σε
ορισμένες γιορτές. Η Τορά διαβάζεται επίσης κάθε Δευτέρα και Πέμπτη.
Στη συναγωγή λέγονται και άλλες σημαντικές προσευχές, η
κυριότερη από τις οποίες είναι το Καντίσς, ένας ύμνος προς τον Θεό,
που είναι η μόνη μείζων προσευχή σε Αραμαϊκή γλώσσα. Το καντίσς είναι γενικά
γνωστό σαν η προσευχή των πενθούντων, καθώς μια μορφή του απαγγέλλεται
αποκλειστικά από τους πενθούντες. Εκτός αυτού, όμως, το καντίσς έχει σημαντικό
ρόλο στη λειτουργία, καθώς αποτελεί συχνά το διαχωριστικό ανάμεσα στις
διαφορετικές ενότητες της λειτουργίας. Κάθε ενότητα συνήθως αρχίζει και
τελειώνει με καντίσς.
Τα παραπάνω συνθέτουν τη βασική δομή των καθημερινών
προσευχών, η οποία περιγράφεται, σε απλοποιημένη μορφή, στον παρακάτω πίνακα.
Οι λειτουργίες συμπληρώνονται από άλλα στοιχεία, όπως ειδικές ευλογίες (π.χ.
στην πρωινή προσευχή, σε γιορτές, κ.λπ.), ύμνους, ψαλμούς, κ.λπ. Ένα τυποποιημένο
σύνολο ψαλμών είναι το αλέλ, που διαβάζεται σε ορισμένες γιορτές. Υπάρχουν
επίσης ειδικοί ύμνοι, ποιήματα κ.λπ., που διαβάζονται σε ορισμένες λειτουργίες
και συχνά διαφέρουν από παράδοση σε παράδοση (π.χ. μεταξύ σεφαραντίμ και
εσκεναζίμ). Υπάρχουν επίσης ειδικές λειτουργίες για τις γιορτές και για ειδικές
περιστάσεις. Αυτές έχουν μια βασική δομή ίδια με τις παραπάνω, συμπληρώνονται
όμως από ειδικές για την περίσταση αναγνώσεις, προσευχές, ύμνους κ.λπ.
Ευλογίες
Μια ιδιαίτερη και πολύ συνηθισμένη μορφή προσευχής - ή, σε
πολλές περιπτώσεις, τμήμα προσευχής - είναι η μπεραχά (ευλογία,
πληθ. μπεραχότ). Υπάρχουν πολλές μπεραχότ, που απαγγέλλονται τόσο στη συναγωγή,
κατά τη διάρκεια λειτουργιών, όσο και εκτός συναγωγής, με διάφορες ευκαιρίες.
Υπάρχουν τρία βασικά είδη μπεραχότ:
• Μπιρκότ ανα'ά, που απαγγέλλονται πριν από μια υλική
απόλαυση (π.χ. φαγητό, ποτό, κ.λπ.) ή αμέσως μετά από αυτήν (φαγητό, αγορά νέων
ρούχων κ.λπ.). Με τις μπεραχότ αυτές ουσιαστικά δηλώνουμε ότι αναγνωρίζουμε το
ρόλο του Θεού στη δημιουργία του αγαθού που απολαύσαμε ή πρόκειται να απολαύσουμε.
• Μπιρκότ αμιτσβότ, που απαγγέλλονται πριν από την
εκτέλεση μιας μιτσβά (εντολής), όπως π.χ. το πλύσιμο των χεριών και το άναμμα
κεριών.
• Μπιρκότ οντα'ά, που απαγγέλλονται σε ειδικές
περιστάσεις, Π.χ. όταν δούμε ένα ουράνιο τόξο ή όταν συμβαίνει κάτι καλό ή
κακό.
Σύμφωνα με την αλ αχά, πρέπει κανείς να απαγγέλλει
τουλάχιστον 100 μπεραχότ καθημερινά.
Όλες οι μπεραχότ έχουν μια ενιαία και ιδιάζουσα σύνταξη.
Ξεκινούν με τη φράση «μπαρούχ ατά ασσέμ, ελοένου μέλεχ αολάμ ... » (Ευλογημένος
Εσύ, Κύριε, Θεέ μας, βασιλιά του κόσμου ... ), η οποία επικαλείται τον Θεό με
το όνομά Του, σε δεύτερο ενικό πρόσωπο. Στα εβραϊκά, όπως και σε πολλές άλλες
γλώσσες, η αντωνυμία «ατά» (εσύ) και το δεύτερο ενικό χρησιμοποιούνται μεταξύ
συγγενών και φίλων και υποδηλώνουν στενή σχέση και οικειότητα. Αμέσως μετά, η μπεραχά
αλλάζει απότομα σε τρίτο ενικό πρόσωπο, π.χ. σε πολλές μπεραχότ: « ... ασσέρ
κιντεσσάνοu μπεμιτσβοτάβ βετσιβάνοu ... » ( ... ο οποίος μας καθαγίασε με τις
εντολές Του και μας διέταξε ... »). Το τρίτο ενικό χρησιμοποιείται για την
έκφραση ακραίου σεβασμού και υποταγής, όπως π.χ. όταν απευθύνεται κανείς σε ένα
βασιλιά ή κάποιον πολύ ανώτερο. Αυτό το γραμματικό ολίσθημα είναι σκόπιμο.
Είναι ένας τρόπος να τονίζεται ότι ο Θεός είναι κοντά μας και ταυτόχρονα πολύ
πάνω από μας, σε οικεία σχέση μαζί μας και ταυτόχρονα άφταστος, υπερβατικός. Η
γραμματική παραδοξότητα της μπεραχά υπογραμμίζει το παράδοξο αυτό, που
βρίσκεται στην καρδιά της εβραϊκής αντίληψης του Θεού και της σχέσης του
εβραίου με Αυτόν.