Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Κυριακή 26 Μαρτίου 2017

Κάθε τόπος κι ένα μήνυμα.

Ο απ. Παύλος φτάνει μαζί με τη συνοδεία του, το Σίλα, τον Τιμόθεο και τον Λουκά στην Τρωάδα πηγαίνοντας για τη Νεάπολη –τη σημερινή Καβάλα. Το ταξίδι τους θα διαρκέσει δύο μέρες με ενδιάμεσο σταθμό τη Σαμοθράκη.
 
«Αποπλεύσαντες λοιπόν από της Τρωάδος, επεράσαμεν κατ' ευθείαν εις Σαμοθράκην και την ακόλουθον ημέραν εις Νεάπολιν» γράφει ο Λουκάς Πράξ.ις:11.
 

Πόσα δεν είχε να σκεφτεί όμως ο απόστολος των εθνών εκείνη τη νύχτα! Πίσω του είχε αφήσει ένα ματαιωμένο σχέδιο να πάει ανατολικά, στη Βιθυνία, «αφού ουκ είασεν αυτούς το Πνεύμα Ιησού» (Πράξ.ις:7). Και μπροστά του έβλεπε τον Μακεδόνα εκείνον που του είχε παρουσιαστεί στον ύπνο του και τον προσκαλούσε, «διαβάς εις Μακεδονίαν βοήθησον ημίν» (Πράξ.ις:9). Μια κλειστή και μια ανοιχτή πόρτα. Που και τη μία την είχε κλείσει και την άλλη την είχε ανοίξει με θαυματουργικό τρόπο ο Θεός. Μια απαγόρευση και μια πρόκληση, που και των δύο σχεδιαστής ήταν ο Κύριος.
 
Τα αποτελέσματα της ιστορικής εκείνης αλλαγής πορείας του ιεραποστολικού έργου είναι γνωστά. Το μήνυμα όμως που μας αφήνει η Σαμοθράκη, το νησί της μίας διανυκτέρευσης, πολύ φοβάμαι πως δεν το έχουμε πολυκαταλάβει.
 
Ξέρουμε όλοι πως η χριστιανική ζωή είναι μια μεγάλη πορεία. Μπορεί να μην είναι αποκλειστικά ιεραποστολικού σκοπού, όπως ήταν του Παύλου και της συνοδείας του, αλλά δεν παύει να είναι πορεία. Και η πορεία αυτή περνάει μέσα από διάφορα μέρη. Περνάει από βοσκοτόπια χλοερά ή από δροσερές πηγές, όπου ο Κύριος αναπαύει την ψυχή του πιστού (Ψαλμ.κγ:2), περνάει κι από βαθιές χαράδρες, απ’ όπου ο οδοιπόρος σηκώνει τα μάτια του προς τα ψηλά βουνά τριγύρω κι αναρωτιέται: «από πού θα 'ρθεί η βοήθειά μου;» (Ψαλμ.ρκα:1).
 
Στην απλωσιά και στη στενωπό, κυρίαρχη παρουσία στη ζωή μας είναι ο Κύριος. Είναι «ο έχων το κλειδίον του Δαβίδ, όστις ανοίγει και ουδείς κλείει, και κλείει και ουδείς ανοίγει…» (Αποκ.γ:7). Το ερώτημα είναι τι κάνω σαν πιστός μπροστά σε μια κλειστή πόρτα και τι μπροστά σε μια ανοιχτή.

1. Εμπιστεύσου στον Κύριο ότι μπορεί να δημιουργήσει μια καλύτερη ευκαιρία για σένα.
 
Δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο, γνώρισμα άλλωστε των μοντέρνων και των μεταμοντέρνων καιρών, ο προγραμματισμός. Πολλοί ξεκινάμε από αυτόν, προτού οργανώσουμε μια δραστηριότητα, μια διακονία, κάτι που θέλουμε να κάνουμε για την εξάπλωση της βασιλείας του Θεού στον κόσμο. Καθόμαστε μ’ ένα μολύβι κι ένα χαρτί, παίρνουμε κι ένα κομπιουτεράκι από δίπλα κι αρχίζουμε τους υπολογισμούς. Τους προϋπολογισμούς, τους στόχους και τις εκ των προτέρων αποτιμήσεις. Και λέμε «συν εκείνο πλην το άλλο, επί κάποιες άλλες δυνατότητες που εμείς θα δημιουργήσουμε, διαιρώντας δια του χρόνου που έχουμε στη διάθεσή μας, αυτό θα πρέπει να είναι το έργο της κάθε μέρας, για να έχουμε το συγκεκριμένο αποτέλεσμα μέσα σε ένα δεδομένο χρονοδιάγραμμα».
 
Έρχεται ωστόσο μετά από λίγο η πρώτη αναποδιά, το δεύτερο εμπόδιο και μια τρίτη αντιξοότητα, και όλα τα προγράμματα πάνε περίπατο…
 
Μετά από λίγο, όμως, βλέπεις ότι οι περιστάσεις δημιουργούν μια άλλη ευκαιρία με άλλα, πολύ καλύτερα αποτελέσματα που δεν τα είχες καν ονειρευτεί. «Μα να μην προγραμματίσουμε; Να μην οργανωθούμε;» Καλά είναι όλα αυτά, αλλά ας αφήνουμε και ένα ενδεχόμενο, μήπως κάπου μέσα σε όλα αυτά έχουμε βάλει τον εαυτό μας και τη δική μας προβολή ή το δικό μας συμφέρον, κάτι που ο Κύριος το βδελύττεται. Αν είμαστε όμως ειλικρινείς, αν μετανοήσουμε γι’ αυτές τις μεθόδους μας και αν εμπιστευθούμε τον Κύριο, εκείνος μπορεί να μας δώσει καλύτερες ευκαιρίες.

2. Εμπιστεύσου στον Κύριο ότι μπορεί να ανοίξει δρόμο, εκεί όπου δεν φαίνεται να υπάρχει δρόμος.
 
Καθώς o Παύλος περιδιάβαζε τη Σαμοθράκη, θ’ αναρωτιόταν πώς μπορούσε ν’ ανοιχτεί ένας δρόμος προς την άγνωστη δύση, ενώ υπήρχε –κατά τη γνώμη του– ένας τόσο όμορφος δρόμος προς την ανατολή. Ίσως όλη τη νύχτα να στριφογύριζε στο κρεβάτι του με την αγωνία πώς μπορούσε να εμπιστευθεί ένα απλό όραμα, εκείνο του Μακεδόνα. Τι ζητούσε στη δύση, που δεν την είχε ποτέ υπολογίσει σαν ιεραποστολικό αγρό; Πώς θα έβρισκε το δρόμο;
 
Όμως δεν γύρισε πίσω! Εμπιστεύθηκε το Θεό ότι εκείνος θα του άνοιγε έναν καινούριο δρόμο. Μετά από περίπου δέκα χρόνια, όταν (κατά τις παραδεδεγμένες χρονολογίες) έγραφε μέσα από τη φυλακή τις γνωστές «επιστολές των δεσμών», ζητούσε από τους χριστιανούς των Κολοσσών να προσεύχονται «να ανοίξη εις ημάς ο Θεός θύραν λόγου, δια να λαλήσωμεν το μυστήριον του Χριστού…» (Κολ.δ:3).
 
Φαίνεται πως είναι πάγια τακτική του Κυρίου να φέρνει τους δικούς του συχνά σε αδιέξοδο, ακριβώς για να είναι εκείνος που λύνει τα προβλήματα ανοίγοντας έναν καινούργιο δρόμο μπροστά τους κι έτσι να δοξάζεται στη ζωή τους. Κάτι τέτοιο ίσως είχε υπόψη του ο ψαλμωδός όταν έλεγε: «Τις είναι ο άνθρωπος ο φοβούμενος τον Κύριον; Αυτόν θέλει διδάξει την οδόν την οποίαν πρέπει να εκλέξη» (Ψαλμ.κε:12). Είμαστε άραγε διατεθειμένοι εμείς οι χριστιανοί του ίντερνετ και των γρήγορων αποφάσεων να περιμένουμε την υπόδειξη του Θεού; Μήπως απογοητευόμαστε στην πρώτη αναποδιά κι αρχίζουμε τις βεβιασμένες προσπάθειες;
 
Άλλωστε, δεν είμαστε εμείς που ξέρουμε καλύτερα απ’ το Θεό! Πολλές φορές σκεφτόμαστε πως αν εμείς δεν πάμε εκεί που έχουμε προγραμματίσει, το έργο θα ζημιωθεί. Η περιοχή που ήθελε ο Παύλος να πάει προς τ’ ανατολικά, στη Βιθυνία, δεν έμεινε ανευαγγέλιστη. Βρίσκουμε εκεί αργότερα εκκλησίες στις οποίες γράφει ο Πέτρος την πρώτη του επιστολή (Α΄ Πετρ.α:1). Ο Κύριος είχε μεριμνήσει και για κείνες τις περιοχές, χωρίς τον Παύλο!

3. Παραδώσου ανεπιφύλακτα στα χέρια του Θεού, όταν σου ανοίγει μια καινούρια πόρτα.
 
Πόσες φορές ξεχνάμε τον Θεό όταν κάποιο αδιέξοδο λυθεί! Είτε αυτό είναι μια αναδουλειά είτε πρόβλημα υγείας είτε πρόβλημα καριέρας. Με την εντύπωση πως η λύση ήταν αποτέλεσμα δικών μας ενεργειών, συνεχίζουμε τον δρόμο μας με δικές μας δυνάμεις και σταματάμε να ζητάμε πια την οδηγία του Πνεύματος.
 
Η έκρηξη δράσης μετά από λίγες μέρες στους Φιλίππους, με τη φυλακή που γκρεμίστηκε και την πρώτη εκκλησία που δημιουργήθηκε εκεί, αλλά και με την κατοπινή υποστήριξη των πλούσιων αδελφών των Φιλίππων στις ανάγκες των άλλων εκκλησιών μέσω του Παύλου, όλα αυτά είναι αποτέλεσμα του ότι ο Παύλος εξακολούθησε να παραμένει εξαρτημένος από την οδηγία του Θεού. Δεν είπε «τώρα που ανοίχτηκε πόρτα, δεν έχουμε ανάγκη το Θεό, συνεχίζουμε με το δικό μας πρόγραμμα». Ο πρώτος τόπος που επισκέφτηκε περνώντας απέναντι στη Μακεδονία, ήταν ο τόπος της προσευχής στο ποτάμι “της Λυδίας”. Πόσο νιώθουμε εμείς την ανάγκη ν’ αρχίζουμε με προσευχή την κάθε μας δραστηριότητα;

4. Μπροστά σε μια ανοιχτή πόρτα ζήτησε από το Θεό να γίνεις ένας απλός φορέας.
 
Μια μεγάλη αλήθεια που δε συνειδητοποιούμε πολλές φορές, είναι πως ενώ στη Βίβλο ο Θεός έχει καθορίσει συγκεκριμένη διαδικασία σωτηρίας (μετάνοια – βάπτισμα στο νερό στο όνομα του Ιησού – βάπτισμα με Πνεύμα Άγιο – ζωή αγιασμού), υπάρχουν χιλιάδες τρόποι μετάδοσης αυτού του μηνύματος της σωτηρίας.
 
Έχουν, δυστυχώς, δημιουργηθεί χιλιάδες παρεξηγήσεις και ρήγματα μέσα στις εκκλησίες του Χριστού με διαφορές μεταξύ των πιστών, οι οποίες αφορούν όχι στο τι μήνυμα θα μεταδώσουμε, αλλά στο τι μέσον θα χρησιμοποιήσουμε γι’ αυτή τη μετάδοση. Πέρα απ’ αυτό όμως, μια άλλη μεγάλη παρανόηση είναι και το ότι σαν παιδιά του Θεού, που καλούμαστε να φέρουμε παντού το άγγελμα της χάρης του, συχνά δεν βλέπουμε τον εαυτό μας σαν ένα απλό δίαυλο διοχέτευσης του μηνύματος του ευαγγελίου αλλά σαν “φιρμάτες” οντότητες με κάποιο διακριτικό, λες και μας έχει ανάγκη ο Θεός, κι αν λείψουμε εμείς θα διαλύσουν όλα! Κάποιος είπε πως τα νεκροταφεία είναι γεμάτα ανθρώπους αναντικατάστατους. Στο μεταξύ η ζωή συνεχίζεται…
 
Όταν βγήκε ο Ιωάννης ο Βαπτιστής να κηρύξει κήρυγμα μετανοίας και να προετοιμάσει το δρόμο του Χριστού, συστηνόταν ότι είναι “μια φωνή που φωνάζει στην έρημο” – έτσι αόριστα! Πόσο επιζητούμε εμείς σήμερα να είμαστε μια φωνή; Όχι ο κάποιος (με τη μόρφωσή του, τα μεταπτυχιακά του, τα χαρίσματά του, που αν δεν ήταν διάκονος του ευαγγελίου θα μπορούσε να είναι ένας μεγάλος ρήτορας ή επιστήμων κλπ.) αλλά μια άγνωστη φωνή; Πάει να πει, να υπάρχουν όλα αυτά τα προσόντα αλλά να μην προβάλλονται και επισκιάζουν το μήνυμα του ευαγγελίου.
 
Γιατί είχε ο Παύλος τόσον καρπό; Επειδή το μόνιμο φρόνημά του ήταν ότι ο ίδιος είναι «ο τελευταίος ανάμεσα σε όλους τους αποστόλους». Δεν θεωρούσε τον εαυτό του άξιο ούτε να ονομάζεται απόστολος, γιατί είχε καταδιώξει την εκκλησία του Θεού (Α΄ Κορ.ιε:9).
 
Πώς σκεφτόμαστε μπροστά σε μια κλειστή και μπροστά σε μια ανοιχτή πόρτα; Μακάρι ο Κύριος, που κρατάει τα κλειδιά της κάθε πόρτας της ζωής και της όποιας διακονίας μας, να μας διδάξει τα απαραίτητα μαθήματα, ακόμη κι αν είναι ανάγκη να μείνουμε πολύ καιρό στη δική μας Σαμοθράκη…