Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Παρασκευή 10 Ιουνίου 2011

ΘΕΟΤΗΤΑ - 05 Ο Γιος του Θεού (2)

Το τέλος του Υιού.

Ο Γιος του Θεού δεν είχε μόνο αρχή, αλλά κατά κάποιο τρόπο, θα έχει κι ένα τέλος. Αυτό γίνεται φανερό απ’ την Α’ Κορ.ιε:23-28. Ιδιαίτερα στο εδάφιο 24 λέει: «ύστερον θέλει είσθαι το τέλος, όταν παραδώση (ο Χριστός) την βασιλείαν εις τον Θεόν και Πατέρα...». Στο εδάφιο 28 λέει: «Όταν δε υποταχθώσιν εις αυτόν τα πάντα, τότε και αυτός ο Υιός θέλει υποταχθή εις τον υποτάξαντα εις αυτόν τα πάντα, διά να ήναι ο Θεός τα πάντα εν πάσι».  

Αυτό το εδάφιο της Γραφής είναι αδύνατον να εξηγηθεί από κάποιον που πιστεύει σε κάποιο «Θεό Υιό» ο οποίος είναι ίσος με τον Πατέρα και αιώνιος όπως ο Πατέρας. Μπορούμε όμως εύκολα να το ερμηνεύσουμε, όταν καταλάβουμε ότι ο όρος «Υιός Θεού» αναφέρεται σ’ ένα ιδιαίτερο ρόλο που πήρε προσωρινά ο Θεός για το σκοπό της απολύτρωσης.

Όταν οι λόγοι της ύπαρξης του Υιού παύσουν να υπάρχουν, ο Θεός (ο Ιησούς) θα σταματήσει να ενεργεί με το ρόλο του Υιού, ο Υιός θα υποταχθεί στη μεγαλειότητα του Θεού, ο οποίος θα επιστρέψει στον αρχικό ρόλο, του Πατέρα, του Δημιουργού και Κυβερνήτη των πάντων. Το εδάφιο Εφεσ.ε:27 περιγράφει την ίδια ιδέα με διαφορετικούς όρους: «διά να παραστήση αυτήν (ο Χριστός) εις εαυτόν ένδοξον εκκλησίαν....». Ο Ιησούς θα παραστήσει την εκκλησία στον εαυτό Του! Πώς μπορεί να γίνει αυτό, στο φως της Α’ Κορ.ιε:24, όπου περιγράφει τον Υιό να παραδίδει τη βασιλεία στον Πατέρα; Η απάντηση είναι απλή: ο Ιησούς σαν ο Υιός, στην τελική του ενέργεια μ’ αυτή την ιδιότητα, θα παραστήσει την εκκλησία στον εαυτό Του σαν ο Πατέρας πλέον.
Άλλη μία ένδειξη ότι ο ρόλος του Υιού έχει τέλος, βρίσκεται στις Πράξ.β:34-35. Ο Πέτρος αναφέρει ένα απόσπασμα του Δαβίδ στον Ψαλμ.ρι:1 «Είπεν ο Κύριος (Γιάχβε) προς τον Κύριόν μου, Κάθου εκ δεξιών μου, εωσού θέσω τους εχθρούς σου υποπόδιον των ποδών σου». Ας προσέξουμε τη λέξη εωσού. Αυτό το εδάφιο περιγράφει τη διπλή φύση του Ιησού, με το Πνεύμα του Θεού (τον Γιάχβε) να μιλάει προφητικά στην ανθρώπινη φύση του Χριστού, τον Κύριο (Αδών).

Η έκφραση «εκ δεξιών μου» αντιπροσωπεύει τη δύναμη και την εξουσία του Θεού. «Θέτω τους εχθρούς υποπόδιον των ποδών» σημαίνει την κατά κράτος νίκη του εχθρού, με τρόπο που ο καθένας μπορεί να δει. Εκείνο τον καιρό, οι νικητές το έκαναν αυτό καμιά φορά κατά γράμμα, έβαζαν το πόδι τους πάνω στο κεφάλι ή στο λαιμό του νικημένου (Ι.Ναυή ι:24). Έτσι λοιπόν η προφητεία στον Ψαλμ.ρι είναι η εξής: Το Πνεύμα του Θεού θα δώσει όλη τη δύναμη και την εξουσία στον άνθρωπο Χριστό Ιησού, το Γιο του Θεού, εωσού ο Γιος κατατροπώσει τελείως τους εχθρούς, την αμαρτία και το διάβολο.

Ο Γιος θα έχει όλη τη δύναμη εωσού κάμει αυτό. Τι θα συμβεί στον Υιό μετά απ’ αυτό; Μήπως σημαίνει ότι ένα αιώνιο πρόσωπο της τριάδας δεν θα κάθεται πια στα δεξιά του Θεού, ή θα χάσει όλη του τη δύναμη; Όχι. Απλά σημαίνει ότι ο ρόλος του Γιου σαν κυβερνήτης παύει. Ο Θεός θα χρησιμοποιήσει τη φανέρωση εν σαρκί να νικήσει το Σατανά κι έτσι να εκπληρώσει το Γεν.γ:15 όπου είπε ότι το σπέρμα της γυναίκας θα συντρίψει το κεφάλι του διαβόλου. Μετά απ’ αυτό, ο Θεός δεν χρειάζεται πια τον ανθρώπινο ρόλο για να κυβερνήσει.
Αφού ο Σατανάς ριχτεί στη λίμνη του πυρός και κάθε αμαρτία θα έχει κριθεί στην κρίση του λευκού θρόνου (Αποκ.κ), δεν θα χρειάζεται πια ο Υιός να χρησιμοποιεί το θρόνο της δύναμης. Ο Ιησούς Χριστός θα σταματήσει να ενεργεί σαν Γιος και θα είναι ο Θεός για πάντα.
Μήπως αυτό σημαίνει ότι ο Θεός δεν θα χρησιμοποιεί πια το αναστημένο και δοξασμένο σώμα του Χριστού; Πιστεύουμε ότι ο Ιησούς θα συνεχίσει να χρησιμοποιεί το δοξασμένο σώμα Του σε όλη την αιωνιότητα. Αυτό φαίνεται στην Αποκ.κβ:3-4 όπου περιγράφει το Θεό με τη μορφή του Αρνίου, μετά την τελική κρίση και μετά τη δημιουργία του νέου ουρανού και της νέας γης: «Και ουδέν ανάθεμα θέλει είσθαι πλέον και ο θρόνος του Θεού και του Αρνίου θέλει είσθαι εν αυτή και οι δούλοι αυτού θέλουσι λατρεύσει αυτόν. Και θέλουσιν ιδεί το πρόσωπον αυτού, και το όνομα αυτού θέλει είσθαι επί των μετώπων αυτών».

Ο Ιησούς είναι «ιερεύς εις τον αιώνα κατά την τάξιν Μελχισεδέκ» (Εβρ.ζ:21), παρ’ όλα αυτά, δεν θα λειτουργεί σαν ιερέας μετά την τελική κρίση. Το δοξασμένο ανθρώπινο σώμα του Κυρίου θα είναι αθάνατο, ακριβώς όπως θα είναι και το δικό μας (Α’ Ιωάν.γ:2  Α’ Κορ.ιε:50-54). Αν και το ένδοξο σώμα του Χριστού θα συνεχίσει να υπάρχει, όλοι οι λόγοι της ύπαρξης του Υιού δεν θα έχουν λόγο παραμονής και θα χαθούν καθώς και κάθε ρόλος που έπαιξε ο Υιός θα σταματήσει. Ο Υιός θα υποταχθεί ώστε ο Θεός να είναι τα πάντα εν πάσι. Κατ’ αυτό τον τρόπο θα σταματήσει ο ρόλος του Υιού.

Ο σκοπός του Υιού.

Αφού ο ρόλος του Γιου του Θεού είναι προσωρινός και όχι αιώνιος, γιατί ο Θεός διάλεξε να φανερώσει τον εαυτό Του δια του Υιού; Γιατί γέννησε τον Υιό;
Ο πρωταρχικός σκοπός του Υιού ήταν να γίνει ο σωτήρας μας. Το έργο της σωτηρίας απαιτούσε πολλούς ρόλους που μόνο ένας άνθρωπος μπορούσε να εκπληρώσει κι αυτοί ήταν της θυσίας, της εξιλέωσης, της αντικατάστασης, του στενού συγγενή, της συμφιλίωσης (συνδιαλλαγής), του μεσίτη, του παράκλητου, του αρχιερέα, του δεύτερου Αδάμ, του παραδείγματος.

Αυτοί οι όροι συμπίπτουν σε πολλές περιπτώσεις, αλλά ο καθένας αντιπροσωπεύει μια σπουδαία όψη του έργου της σωτηρίας, που σύμφωνα με το σχέδιο του Θεού, μπορούσε να γίνει μόνο από άνθρωπο.
Σύμφωνα με το σχέδιο του Θεού, ήταν απαραίτητο να χυθεί αίμα για την άφεση των αμαρτιών του ανθρώπου (Εβρ.θ:22). Το αίμα των ζώων δεν μπορούσε να αφαιρέσει την ανθρώπινη αμαρτία, γιατί τα ζώα είναι κατώτερα απ’ τον άνθρωπο (Εβρ.ι:4). Κανείς άνθρωπος δεν μπορούσε να πληρώσει για την απολύτρωση κάποιου άλλου γιατί όλοι οι άνθρωποι είχαν αμαρτήσει κι έπρεπε να πληρώσουν το μισθό της δικής τους αμαρτίας, που είναι ο θάνατος (Ρωμ.γ:23 & ς:23).

Μόνο ο Θεός ήταν αναμάρτητος, αλλά δεν έχει αίμα και σάρκα. Όμως, ο Θεός ετοίμασε ένα σώμα για τον εαυτό Του (Εβρ.ι:5), μέσα στο οποίο θα μπορούσε να ζήσει μια αναμάρτητη ζωή - εν σαρκί - και να χύσει αθώο αίμα προκειμένου να σώσει το ανθρώπινο γένος. Μετάλαβε λοιπόν σάρκα και αίμα, ώστε να μπορέσει δια του θανάτου να νικήσει το διάβολο κι έτσι να ελευθερώσει τους ανθρώπους (Εβρ.β:14-15).

Μ’ αυτό τον τρόπο, ο Ιησούς είναι ο ιλασμός των αμαρτιών μας - το μέσο δια του οποίου εξασφαλίζουμε τη συγχώρηση, η ικανοποίηση της δικαιοσύνης του Θεού, ο κατευνασμός της θείας οργής του Θεού (Ρωμ.γ:25).

Η θυσία του Χριστού είναι το μέσο δια του οποίου ο Θεός συγχώρεσε την αμαρτία μας χωρίς να συμβιβαστεί με τη δικαιοσύνη Του. Σωζόμαστε σήμερα με τη θυσία του Ιησού Χριστού - την προσφορά του Υιού του Θεού (Εβρ.ι:10-20 & Ιωάν.γ:16). Έτσι, ο Υιός είναι η θυσία και ο ιλασμός των αμαρτιών μας.
Όταν ο Γιος του Θεού θυσιάστηκε, στην ουσία μας αντικατέστησε. Πέθανε στη θέση μας, βάσταξε τις αμαρτίες μας και πλήρωσε το μισθό του θανάτου γι’ αυτές (Ησ.νγ:5-6  Α’ Πέτρ.β:24). Γεύθηκε το θάνατο για κάθε άνθρωπο (Εβρ.β:9). Φυσικά, ο μόνος τρόπος που ο Ιησούς θα μπορούσε να γίνει ο αντικαταστάτης μας, και να πεθάνει στη θέση μας, ήταν με τη μορφή ενός τέλειου ανθρώπου.
Ο ρόλος του πλησιέστερου συγγενή, στο πρόσωπο του Χριστού, μπορούσε πάλι να συμβεί μόνο με την ιδιότητά του Υιού. Στην Παλιά Διαθήκη, αν κάποιος άνθρωπος πουλούσε την περιουσία του ή ο ίδιος πουλιόταν σαν δούλος, μόνο ένας στενός συγγενής είχε το δικαίωμα ν’ αγοράσει πίσω αυτή την περιουσία ή να ελευθερώσει τον άνθρωπο από τη δουλεία (Λευιτ.κε:25, 47-49).

Ο Ιησούς, ερχόμενος εν σαρκί έγινε ο αδελφός μας (Εβρ.β:11-12) κι έτσι είχε τις προϋποθέσεις για να μας ελευθερώσει από τη δουλεία. Η Γραφή Τον περιγράφει σαν λυτρωτή (Ρωμ.γ:24  & Αποκ.ε:9).
Σαν άνθρωπος ο Ιησούς μπορεί να μεσιτεύει, να στέκεται δηλαδή ανάμεσα στον άνθρωπο και το Θεό αντιπροσωπεύοντας τον άνθρωπο προς το Θεό. Σαν μεσίτης, ο Ιησούς συνδιαλλάσσει τον άνθρωπο με το Θεό, φέρνοντάς τον πάλι σε κοινωνία μ’ Αυτόν (Β’ Κορ.ε:18-19).

Το χάσμα ανάμεσα στον Άγιο Θεό και τον αμαρτωλό άνθρωπο, γεφυρώθηκε από τον αναμάρτητο άνθρωπο Ιησού Χριστό. «Διότι είναι είς Θεός, είς και μεσίτης Θεού και ανθρώπων, άνθρωπος Χριστός Ιησούς» (Α’ Τιμ.β:5).

Να σημειώσουμε, πόσο προσεκτικά ο απόστολος Παύλος υποστηρίζει και διαφυλάττει τη μονότητα του Θεού σ’ αυτό το εδάφιο. Δεν υπάρχει διάκριση στο Θεό, αλλά η διάκριση είναι ανάμεσα στο Θεό και τον άνθρωπο Χριστό Ιησού. Δεν υπάρχουν δύο προσωπικότητες στο Θεό, αλλά ο Ιησούς σαν ο Θεός και σαν άνθρωπος.

Δεν μεσιτεύει ο Θεός ανάμεσα στο Θεό και τον άνθρωπο, ούτε ο «Θεός Υιός». Μάλλον είναι ο άνθρωπος Ιησούς Χριστός που μεσιτεύει, γιατί μόνο ένας αναμάρτητος άνθρωπος μπορούσε να πλησιάσει τον Άγιο Θεό για χάρη της ανθρωπότητας.
Στενά συνδεδεμένος με το ρόλο του Χριστού σαν μεσίτη, είναι ο ρόλος του ιερέα (Εβρ.β:16-18  δ:14-16). Σαν άνθρωπος, ο Ιησούς πειράχτηκε ακριβώς όπως εμάς κι έτσι μπορεί, σαν αρχιερέας, να συμπαθήσει τις ασθένειές μας. Εισήλθε στην επουράνια σκηνή, πέρασε το καταπέτασμα, μπήκε στα Άγια των Αγίων κι εκεί πρόσφερε το ίδιο Του το αίμα (Εβρ.ς:19  θ:11-12). Με τη θυσία Του και την εξιλέωση, εμείς έχουμε κατευθείαν πρόσβαση στο θρόνο του Θεού (Εβρ.δ:16  ς:20). Ο Υιός είναι ο μέγας Αρχιερέας μας εξαιτίας του οποίου μπορούμε με θάρρος να πλησιάσουμε το Θεό.
Κατά τον ίδιο τρόπο, η ανθρώπινη φύση του Ιησού, Του δίνει το δικαίωμα να είναι ο παράκλητός, κάποιος που έχει καλεστεί να σταθεί στο πλευρό μας για βοήθεια (Α’ Ι-ωάν.β:1).

Αν αμαρτήσουμε, έστω και μετά που θα πιστέψουμε, έχουμε κάποιον που θα μας υπερασπιστεί και θα ζητήσει έλεος, μπροστά στο Θεό. Για άλλη μια φορά, είναι ο ρόλος του Υιού που πληροί αυτή τη δυνατότητα, γιατί όταν ομολογούμε τις αμαρτίες μας, το αίμα του Χριστού απλώνεται πάνω σ’ αυτές, κάνοντας έτσι την υπεράσπισή Του αποτελεσματική.
Σαν άνθρωπος, ο Χριστός είναι ο δεύτερος Αδάμ (Α’ Κορ.ιε:45-47). Ήρθε να νικήσει και να καταδικάσει την αμαρτία στη σάρκα (Ρωμ.η:3  Α’ Κορ.ιε:55-57). Ο άνθρωπος Χριστός, ο Υιός, αντικατέστησε τον Αδάμ σαν αντιπρόσωπο του ανθρώπινου γένους. Μ’ αυτό τον τρόπο, ανέτρεψε όλες τις συνέπειες της πτώσης του Αδάμ, γι’ αυτούς που θα πιστέψουν σ’ Αυτόν (Ρωμ.ε:12-21). Ό,τι έχασε η ανθρωπότητα, εξαιτίας της πτώσης του Αδάμ, ο Ιησούς σαν δεύτερος Αδάμ το κέρδισε πίσω και είναι τώρα ο αντιπρόσωπος του ανθρώπινου γένους.
Υπάρχει άλλη μια όψη της νίκης του Ιησού κατά της αμαρτίας στη σάρκα. Ο Χριστός έπρεπε να είναι άνθρωπος όχι μόνο για να πεθάνει, αλλά για να μας δώσει παρά-δειγμα για μια νικηφόρα ζωή, ώστε ν’ ακολουθήσουμε τα βήματά Του (Α’ Πέτρ.β:21). Μας έδειξε πώς μπορούμε να νικάμε την αμαρτία στη σάρκα. Είναι ο Λόγος που έγινε σάρκα (Ιωάν.α:14). Έγινε ο ζωντανός Λόγος έτσι ώστε να μπορούμε να καταλαβαίνουμε καθαρά τι θέλει ο Θεός από μας. Φυσικά, μας δίνει τη δύναμη για ν’ ακολουθήσουμε το παράδειγμά Του. Όπως συμφιλιωθήκαμε με το θάνατό Του, σωζόμαστε με τη ζωή Του (Ρωμ.ε:10).

Το Πνεύμα Του μας δίνει τη δύναμη να ζήσουμε τη ζωή της δικαιοσύνης που ζητάει από μας (Πράξ.α:8  Ρωμ.η:4). Ο Υιός δεν αντιπροσωπεύει μόνο τον άνθρωπο στο Θεό, αλλά και το Θεό στον άνθρωπο. Είναι απόστολος, διαλέχτηκε και στάλθηκε απ’ το Θεό για ένα συγκεκριμένο σκοπό (Εβρ.γ:1). Είναι προφήτης που εκπροσωπεί το Θεό ανάμεσα στους ανθρώπους και τους αποκαλύπτει το λόγο Του (Πράξ.γ:20-23  Εβρ.α:1-2). Η ανθρώπινη φύση του είναι καθοριστική σ’ αυτή την άποψη, γιατί ο Θεός χρησιμο-ποίησε αυτή τη φύση του Υιού, για να πλησιάσει τον άνθρωπο σε ανθρώπινο επίπεδο.
Επιπλέον, κηρύττοντας το λόγο του Θεού, ο Υιός αποκάλυπτε τη φύση του Θεού στους ανθρώπους. Δια του Υιού, ο Θεός φανέρωσε την άπειρη αγάπη Του για τον άν-θρωπο αλλά και την παντοδυναμία Του, κατά τέτοιο τρόπο, που οι άνθρωποι μπορούσαν να καταλάβουν.

Όπως εξηγήσαμε στα κεφάλαια 2 & 3, ο Θεός χρησιμοποίησε το όνομα του Ιησού σαν το αποκορύφωμα της αποκάλυψης της φύσης Του και το πρόσωπο του Ιησού σαν προφητικό αποκορύφωμα των φανερώσεων του Θεού στην Παλαιά Διαθήκη. Αυτός ο λόγος ύπαρξης του Υιού εκφράζεται σε πολλά εδάφια της γραφής τα οποία διδάσκουν τη φανέρωση του Θεού εν σαρκί. Το Ιωάν.α:18 περιγράφει το σκοπό του Υιού: «Ουδείς είδε ποτέ τον Θεόν ο Μονογενής Υιός, ο ών εις τον κόλπον του Πατρός, εκείνος εφανέρωσεν αυτόν». Ο Ησαίας είχε προφητέψει ότι αυτή η αποκάλυψη θα ερχόταν: «Και η δόξα του Κυρίου θέλει φανερωθή, και πάσα σάρξ ομού θέλει ιδεί διότι το στόμα του Κυρίου ελάλησε» (Ησ.μ:5). Ο Παύλος έγραψε ότι αυτό πραγματικά συνέβη στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού: «Διότι ο Θεός ο ειπών να λάμψη φως εκ του σκότους, είναι όστις έλαμψεν εν ταις καρδίαις ημών, προς φωτισμόν της γνώσεως της δόξης του Θεού εν τω προσώπω (κείμ.) του Ιησού Χριστού» (Β’ Κορ.δ:6). Με άλλα λόγια, ο Γιος του Θεού, έγινε το μέσο με το οποίο ο αόρατος και ακατανόητος Θεός, αποκάλυψε τον εαυτό Του στον άνθρωπο.
Ένας άλλος λόγος ύπαρξης του Υιού ήταν η εκπλήρωση των πολλών υποσχέσεων της Παλαιάς Διαθήκης στον Αβραάμ, τον Ισαάκ, τον Ιακώβ, το λαό Ισραήλ και το Δαβίδ. Ο Ιησούς θα εκπληρώσει στο πλήρες κάθε υπόσχεση που έχει να κάνει με τους απογόνους αυτών των ανθρώπων κι αυτό θα γίνει στη διάρκεια της Χιλιετούς Βασιλείας Του στη γη (Αποκ.κ:4). Θα είναι ο κατά γράμμα Βασιλιάς του Ισραήλ και όλης της γης (Ζαχ.ιδ:16-17  Ιωάν.α:49).

Ο Θεός υποσχέθηκε στο Δαβίδ ότι ο οίκος και ο θρόνος του θα στερεωθούν για πάντα (Β’ Σαμ.ζ:16). Ο Ιησούς θα το εκπληρώσει αυτό ακριβώς, στο πρόσωπό Του, εφόσον είναι κατευθείαν απόγονος του Δαβίδ από τη Μαριάμ (Λουκ.γ) και κληρονόμος του θρόνου του Δαβίδ από το νόμιμο πατέρα του Ιωσήφ (Ματθ.α).
Ακόμα, η ύπαρξη του Υιού, επιτρέπει στο Θεό να κρίνει τον άνθρωπο. Ο Θεός είναι δίκαιος και τίμιος. Είναι επίσης ελεήμων. Μέσα στη δικαιοσύνη και το έλεός Του, αποφάσισε να μην κρίνει τον άνθρωπο μέχρι ο Ιησούς να περνούσε πραγματικά όλα τα προβλήματα και τους πειρασμούς της ανθρώπινης φύσης και να αποδείκνυε ότι είναι δυνατόν να ζήσει κανείς δίκαια σαν άνθρωπος, πάνω στη γη (φυσικά με τη δύναμη του Θεού, που είναι το ίδιο διαθέσιμη και σ’ εμάς σήμερα). Η Βίβλος αναφέρει σ’ αυτό το θέμα, ότι ο Θεός δεν θα κρίνει κανένα, ο Υιός θα κρίνει (Ιωάν.ε:22,27).

Ο Θεός θα κρίνει δια Ιησού Χριστού (Ρωμ.β:16). Με άλλα λόγια, ο Θεός (Ιησούς) θα κρίνει τον κόσμο, με την ιδιότητα αυτού που έζησε εν σαρκί, νίκησε την αμαρτία στη σάρκα και έχει την ίδια δύναμη διαθέσιμη για όλο τον κόσμο.
Σαν συμπέρασμα, υπάρχουν πολλοί λόγοι ύπαρξης του Υιού. Στο σχέδιο του Θεού ο Υιός ήταν απαραίτητος για να φέρει σωτηρία στον κόσμο. Αυτό περιλαμβάνει το ρόλο:
1. της θυσίας 
2. της αντικατάστασης  
3. του στενού συγγενή  
4. της συνδιαλλαγής  
5. του Μεσίτη
6. του Αρχιερέα
7. του παράκλητου
8. του δεύτερου Αδάμ
9. του παραδείγματος ζωής δικαιοσύνης

Σαν Υιός, ο Ιησούς ήταν:
10. Απόστολος      
11. Προφήτης  
12. αποκάλυψε τη φύση του Θεού
13. Βασιλιάς
14. Κριτής

Όλοι αυτοί οι ρόλοι απαιτούσαν έναν άνθρωπο να τους εκπληρώσει κι έτσι μπορούμε να καταλάβουμε γιατί ο Θεός ήρθε στον κόσμο εν σαρκί σαν ο Υιός.
Αφού μελετήσαμε τους λόγους ύπαρξης του Υιού, είναι εύκολο να δούμε γιατί ο Υιός υπήρξε σε μια δεδομένη χρονική στιγμή, αντί να υπάρχει «προ πάντων των αιώνων», να είναι δηλαδή αιώνιος. Ο Θεός απλά περίμενε το πλήρωμα του χρόνου, τότε δηλαδή που όλοι αυτοί οι ρόλοι θα μπορούσαν να λειτουργήσουν κατά τον καλύτερο τρόπο (Γαλ.δ:4). Έτσι, ο Υιός δεν έχει ουσιαστική ύπαρξη, μέχρι που συνελήφθη στη μήτρα της Μαρίας.
Μετά τη Χιλιετή Βασιλεία και την τελική κρίση, ο σκοπός του Υιού θα έχει εκπληρωθεί και η βασιλεία Του θα σταματήσει. Βλέποντας το σκοπό του Υιού, μπορούμε να καταλάβουμε ότι αυτός ο ρόλος είναι προσωρινός και όχι αιώνιος. Μέσα στη Βίβλο βλέπουμε την αρχή και το τέλος αυτής της σχέσης.
Για ν’ ανακεφαλαιώσουμε και να εξηγήσουμε λίγο περισσότερο κάποιες πλευρές του Υιού, μπορούμε ν’ ανατρέξουμε στο πρώτο κεφάλαιο της προς Εβραίους επιστολής, όπου περιέχεται ένας αριθμός σημαντικών αναφορών στον Υιό. Το εδάφιο 3 περιγράφει τον Υιό σαν το «απαύγασμα της δόξης και χαρακτήρ της υποστάσεως αυτού» (του Θεού).

Ένα παρόμοιο εδάφιο, Κολ.α:15 λέει ότι ο Υιός «είναι εικών του Θεού του αοράτου». Για άλλη μια φορά, βλέπουμε ότι ο Γιος είναι η ορατή φανέρωση του Πατέρα εν σαρκί. Είναι η ακριβής αντιπροσώπευση ή το αποτύπωμα (ο χαρακτήρ) του Θεού σε όλη Του τη δόξα. Με άλλα λόγια, ο αόρατος Θεός (ο Πατέρας), φανέρωσε τον εαυτό Του σε ορατή μορφή σάρκας (του Υιού), έτσι ώστε οι άνθρωποι να παρατηρήσουν τη δόξα του Θεού και να καταλάβουν πώς είναι πραγματικά ο Θεός.

Ο Υιός και η Δημιουργία.

Στην Εβρ.α:2 διαβάζουμε ότι ο Θεός έκανε τους αιώνες δια του Υιού. Το ίδιο, στην Κολ.α:13-17 λέει ότι «δι’ αυτού (του Χριστού) [κείμ. εν αυτώ] εκτίσθησαν τα πάντα». Τι σημαίνει ότι η Δημιουργία έγινε «δια του Υιού», αφού ο Υιός δεν είχε ουσιαστική προΰπαρξη πριν τη γέννησή του;
Φυσικά, ο Ιησούς σαν ο Θεός προϋπήρχε πριν τη γέννηση του ανθρώπου Χριστού, εφόσον η θεότητα του Ιησού είναι αυτή του Πατέρα. Αναγνωρίζουμε ότι ο Ιησούς σαν ο Θεός είναι ο Δημιουργός. Αυτά τα εδάφια περιγράφουν σαν Δημιουργό το αιώνιο Πνεύμα που ήταν μέσα στον Υιό, τη θεότητα που αργότερα εφανερώθη εν σαρκί. Η ανθρώπινη φύση του Ιησού δεν μπορούσε να δημιουργήσει, αλλά ο Θεός που φανερώθηκε δια Ιησού Χριστού δημιούργησε τον κόσμο. Η Εβρ.α:10 καθαρά λέει ότι ο Ιησούς σαν Κύριος ήταν ο Δημιουργός.
Βέβαια, όλα αυτά τα εδάφια έχουν μια πιο βαθιά έννοια, που θα μπορούσαμε να την εκφράσουμε έτσι: Αν και ο Υιός δεν υπήρχε τον καιρό της Δημιουργίας, εκτός σαν Λόγος μέσα στον Πατέρα, ο Θεός χρησιμοποίησε την πρόγνωσή Του για τον Υιό, όταν δημιούργησε τον κόσμο. Ξέρουμε ότι «οι αιώνες εκτίσθησαν με τον λόγον του Θεού» (Εβρ.ια:3).

Δημιούργησε τον κόσμο, με τη γνώση της μελλοντικής γέννησης του ανθρώπου Ιησού Χριστού και της απολύτρωσης δια του θανάτου Του στο σταυρό. Αυτό σημαίνει ότι στήριξε όλη τη δημιουργία στο μελλοντικό ερχομό του Χριστού (Εφεσ.α:9-10). Στην Ρωμ.ε:14 διαβάζουμε ότι ο Αδάμ ήταν «τύπος του μέλλοντος», δηλαδή του Χριστού. Όταν δηλαδή ο Θεός δημιουργούσε τον Αδάμ, είχε στο νου Του το Χριστό.
Ξέρουμε ότι ο Θεός δεν ζει μέσα στο χρόνο, ούτε περιορίζεται απ’ το χρόνο όπως εμείς. Γνωρίζει με βεβαιότητα το μέλλον ώστε μπορεί να προκαθορίζει ένα σχέδιο με σιγουριά. Έτσι, μπορεί να ενεργεί σ’ ένα μελλοντικό γεγονός, επειδή ξέρει ότι θα συμβεί. Βλέπει και αντιμετωπίζει πράγματα που δεν υπάρχουν σαν να υπάρχουν (Ρωμ.δ:17).

Έτσι εξηγείται πώς το Αρνίο ήταν σφαγμένο πριν τη δημιουργία του κόσμου (Αποκ.ιγ:8) και πώς ο άνθρωπος Ιησούς μπορούσε να προσευχηθεί: «Και τώρα δόξασόν με συ, Πάτερ, πλησίον σου, με την δόξαν την οποίαν είχον παρά σοι πρίν γείνη ο κόσμος» (Ιωάν.ιζ:5).

Αν και ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο με σκοπό να έχει κοινωνία αγάπης μαζί του και ο άνθρωπος μέσα στην ελευθερία του ν’ αγαπήσει και να λατρεύσει το Θεό (Ησ.μγ:7  Αποκ.δ:11), η αμαρτία του Αδάμ θα μπορούσε να είχε ανατρέψει αυτά τα σχέδια, αν ο Θεός δεν είχε σχεδιάσει την αποκατάσταση του ανθρώπου δια του Υιού.

Ο Θεός προείδε την πτώση του ανθρώπου, παρόλα αυτά όμως δημιούργησε τον άνθρωπο γιατί είχε προγνωρίσει τον άνθρωπο Ιησού Χριστό, τον Υιό, και το μελλοντικό σχέδιο της απολύτρωσης (Ρωμ.η:29-32). Το σχέδιο του Υιού ήταν στο νου του Θεού κατά τη δημιουργία, κι ήταν απαραίτητο, γιατί διαφορετικά δεν υπήρχε λόγος να γίνει οτιδήποτε. Να, πώς δημιούργησε τον κόσμο δια του Υιού!
Καταλαβαίνουμε, ότι τα εδάφια της Γραφής που αναφέρουν δημιουργία δια του Υιού δεν εννοούν ότι ο Υιός υπήρχε στην πραγματικότητα, κατά τη διάρκεια της δημιουργίας, σαν χωριστό πρόσωπο απ’ τον Πατέρα.

Η Παλαιά Διαθήκη διακηρύττει ότι ένας μας δημιούργησε, κι Αυτός είναι ο Γιάχβε, ο Πατέρας:

«Δεν είναι είς ο πατήρ πάντων ημών; δεν έπλασεν ημάς είς Θεός;» (Μαλαχ.β:10).

«Ούτω λέγει ο Κύριος, όστις σε ελύτρωσε, και σε έπλασεν εκ κοιλίας Εγώ είμαι ο Κύριος (Γιάχβε), ο ποιήσας τα πάντα ο μόνος εκτείνας τους ουρανούς, ο στερεώσας την γην απ’ εμαυτού» (Ησ.μδ:24).
Ο Ιησούς δεν σταυρώθηκε κατά φυσικό τρόπο πριν τη δημιουργία, ο Υιός δεν γεννήθηκε πριν τη δημιουργία, ο άνθρωπος Ιησούς δεν υπήρχε για να έχει δόξα πριν τη δημιουργία. (Σημ. Ο Ιησούς μιλάει σαν άνθρωπος στο Ιωάν.ιζ:5, γιατί εξ’ ορισμού ο Θεός δεν προσεύχεται, ούτε χρειάζεται να προσευχηθεί).

Πώς μπορεί η Βίβλος να γράφει ότι όλα αυτά συνέβησαν πριν τη δημιουργία; Όλα αυτά συνέβησαν στο νου του Θεού, σαν προκαθορισμένο μελλοντικό σχέδιο. Προφανώς, τα εδάφια της Γραφής που λένε ότι ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο δια του Υιού, εννοούν ότι ο Θεός χρησιμοποίησε ή επωφελήθηκε απ’ το μελλοντικό σχέδιό Του, της γέννησης του Υιού, όταν δημιούργησε τον κόσμο.

Βεβαίως, αυτό το σχέδιο υπήρχε μέσα στο Θεό πριν και κατά τη διάρκεια της δημιουργίας. (Για περισσότερα πάνω σ’ αυτό το θέμα, δες τις παρατηρήσεις πάνω στο εδάφιο Γεν.α:26 στο κεφάλαιο 7).

Ο Πρωτότοκος

Το εδάφιο Εβρ.α:6 ονομάζει τον Υιό «πρωτότοκο». Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Γιος του Θεού είναι το πρώτο κτίσμα του Θεού, ή ότι δημιουργήθηκε, γιατί αυτό το ίδιο εδάφιο φανερώνει ότι η «γέννηση» συνέβη μετά τη δημιουργία των αγγέλων. Σίγουρα, ο Υιός δεν είναι «προαιώνια γεννημένος» γιατί το εδάφιο 5 δείχνει ότι αυτό έγινε σε συγκεκριμένη χρονική στιγμή: «Υιός μου είσαι σύ, εγώ σήμερον σε εγέννησα». Μ’ αυτή την έννοια είναι ο Υιός πρωτότοκος.
Ο όρος έχει διάφορες έννοιες. Σύμφωνα με τη Γραφή, ο Υιός δεν είναι μόνο ο πρωτότοκος αλλά και ο μονογενής (Ιωάν.γ:16). Μπορούμε να πούμε, ότι ο Υιός είναι το μοναδικό πρόσωπο του συνελήφθη από το Άγιο Πνεύμα (απ’ το Θεό). Η παρθενική γέννηση έκανε δυνατό, το πλήρωμα της θεότητας, με την τέλεια ανθρώπινη φύση, να συνυπάρχουν στο ίδιο πρόσωπο.

Επιπλέον, ο Υιός είναι πρωτότοκος με την έννοια ότι σχεδιάστηκε στο νου του Θεού, πριν απ’ οτιδήποτε άλλο. Ακόμα, ο Υιός είναι πρωτότοκος, με την έννοια ότι ήταν ο πρώτος που νίκησε την αμαρτία και το θάνατο. Είναι «ο πρωτότοκος εκ των νεκρών» (Αποκ.α:5), «πρωτότοκος μεταξύ πολλών αδελφών» (Ρωμ.η:29), και «πρωτότοκος εκ των νεκρών» (Κολ.α:18). Όλα αυτά τα εδάφια της Γραφής χρησιμοποιούν τον ίδιο όρο, «πρωτότοκος» όπως στην Εβρ.α:6.

Με την ανάστασή Του ο Χριστός είναι ο πρώτος καρπός, τα πρωτογεννήματα, εφόσον είναι ο πρώτος που αναστήθηκε σωματικά και του δόθηκε ένδοξο σώμα (Α’ Κορ.ιε:20).
Αφού ο Χριστός είναι η κεφαλή της εκκλησίας που ονομάζεται «εκκλησία πρωτοτόκων» (Εβρ.ιβ:23), μπορούμε να ερμηνεύσουμε το χαρακτηρισμό του Ιησού «πρωτότοκος πάσης κτίσεως» στην Κολ.α:15 ώστε να σημαίνει τον πρωτότοκο της πνευματικής οικογένειας του Θεού που έχει κληθεί έξω απ’ όλη την κτίση. Με πίστη σ’ Αυτόν, μπορούμε να γίνουμε γιοι και θυγατέρες του Θεού μέσω της αναγέννησης (Ρωμ.η:14-17).

Ο Ιησούς είναι ο αρχηγός και ο τελειωτής της πίστης μας (Εβρ.ιβ:2), ο αρχηγός της σωτηρίας μας (Εβρ.β:10), ο απόστολος και αρχιερέας της ομολογίας μας (Εβρ.γ:1) και ο αδελφός μας (Εβρ.β:11-12). Σαν Λυτρωτής μπορεί να ονομάζεται πρωτότοκος μεταξύ πολλών αδελφών.
Ο τίτλος πρωτότοκος, για το Χριστό, δεν σημαίνει μόνο τον πρώτο στην τάξη, αλλά και στη δύναμη, την εξουσία και τα πρωτεία, όπως ο πιο μεγάλος αδελφός έχει πρωτεία ανάμεσα στους αδελφούς του. Όταν αναφέρεται στον Ιησού ο όρος πρωτότοκος, δεν σημαίνει ότι είναι ο πρώτος άνθρωπος που γεννήθηκε φυσικά, αλλά ότι είναι πρώτος σε δύναμη. Αυτή είναι η πρωταρχική έννοια του Κολ.α:15 όπου λέει ότι είναι «πρωτότοκος πάσης κτίσεως», όπως βλέπουμε από τα επόμενα εδάφια.

Τα εδάφια 16-18 περιγράφουν τον Ιησού σαν τον Δημιουργό των πάντων, σαν αρχή κάθε εξουσίας και κεφαλή της εκκλησίας. Ιδιαίτερα, στο εδάφιο 18 ονομάζεται «πρωτότοκος εκ των νεκρών, δια να γείνη αυτός πρωτεύων εις τα πάντα».
Για να συνοψίσουμε, ο Ιησούς είναι πρωτότοκος με διάφορες έννοιες.
1. Είναι ο πρώτος και μονογενής Γιος του Θεού που συνελήφθη δια Πνεύματος Αγίου.
2. Το σχέδιο της φανέρωσης του Θεού εν σαρκί υπήρχε στο νου του Θεού απ’ την αρχή, προ καταβολής κόσμου.
3. Σαν άνθρωπος, ο Ιησούς είναι ο πρώτος που νίκησε την αμαρτία κι έτσι είναι ο πρωτότοκος της πνευματικής νέας κτίσης του Θεού.
4. Σαν άνθρωπος, ο Ιησούς είναι ο πρώτος που νίκησε το θάνατο κι έτσι είναι ο πρωτότοκος εκ των νεκρών ή τα πρωτογεννήματα της ανάστασης.
5. Ο Ιησούς είναι η κεφαλή όλης της δημιουργίας και η κεφαλή της εκκλησίας, έτσι είναι πρωτότοκος με την έννοια ότι έχει τα πρωτεία και δύναμη πάνω σε κάθε τι, όπως ο μεγάλος αδελφός ανάμεσα στα υπόλοιπα αδέλφια του.
Στις τέσσερις πρώτες έννοιες είναι πρώτος στην τάξη, ενώ στην πέμπτη είναι πρώτος σε δύναμη και μεγαλειότητα.
Ο προσδιορισμός του Χριστού σαν πρωτότοκος δεν έχει την έννοια ότι δημιουργήθηκε από κάποιον άλλο Θεό, μάλλον σημαίνει ότι σαν άνθρωπος ο Χριστός είναι ο πρώτος και πιο μεγάλος αδελφός στην πνευματική οικογένεια του Θεού κι ότι έχει εξουσία πάνω σ’ όλη τη δημιουργία.

Εβραίους α:8-9

«περί δε του Υιού, Ο θρόνος σου, ω Θεέ, είναι εις τον αιώνα του αιώνος......διά τούτο έχρισέ σε ο Θεός, ο Θεός σου, έλαιον αγαλλιάσεως υπέρ τους μετόχους σου».

Το πρώτο μέρος του παραπάνω εδαφίου αναφέρεται καθαρά στη θεότητα του Υιού, ενώ το δεύτερο μέρος αναφέρεται στην ανθρώπινη φύση Του. Ο απόστολος Παύλος χρησιμοποιεί ένα προφητικό εδάφιο (Ψαλμ.με:6-7). Δεν έχουμε εδώ κάποια συνομιλία των «προσώπων της θεότητας», αλλά ένα προφητικό λόγο εμπνευσμένο απ’ το Θεό που στοχεύει στη μελλοντική φανέρωση του Θεού εν σαρκί. Ο Θεός μιλάει προφητικά στον Ψαλμωδό, για να περιγράψει τον εαυτό Του σ’ ένα μελλοντικό ρόλο.

Συμπέρασμα

Αυτό που είδαμε είναι ότι ο όρος «Υιός του Θεού» αναφέρεται στη φανέρωση του Θεού εν σαρκί. Ο Θεός σχεδίασε την ύπαρξη του Υιού πριν δημιουργήσει τον κόσμο, αλλά ο Υιός δεν ήρθε σε φυσική, πραγματική ύπαρξη μέχρι το πλήρωμα του χρόνου. Ο Υιός του Θεού έχει αρχή, γιατί το Πνεύμα του Θεού τον γέννησε, έγινε η αιτία της σύλληψής του στη μήτρα της Μαριάμ. Η βασιλεία του Υιού θα έχει τέλος γιατί όταν η εκκλησία παρασταθεί μπροστά στο Θεό και ο Σατανάς, η αμαρτία και ο θάνατος έχουν ολοκληρωτικά κριθεί και υποταχθεί, ο ρόλος του Υιού θα σταματήσει. Ο Υιός πληροί πολλούς ρόλους που μόνο ένας αναμάρτητος άνθρωπος μπορούσε να εκπληρώσει. Φυσικά, ο βασικός σκοπός του Υιού είναι να προμηθεύσει το μέσο της σωτηρίας του ανθρώπινου γένους.
Καταλήγουμε σε τρία πράγματα σχετικά με τη χρήση του όρου «Υιός του Θεού».
1. Δεν μπορούμε να τον χρησιμοποιήσουμε έξω απ’ την ανθρώπινη φύση του Ιησού, γιατί ο λόγος του Θεού αναφέρεται πάντοτε στη σάρκα ή στο Πνεύμα του Θεού που κατοίκησε εν σαρκί.
2. Ο όρος «Υιός» έχει να κάνει πάντοτε με το χρόνο γιατί αυτή η θέση έχει μια αρχή κι ένα τέλος.
3. Σαν Θεός, ο Ιησούς είχε όλη την εξουσία, αλλά σαν Υιός έχει περιορισμένη δύναμη. Ο Ιησούς ήταν Θεός και άνθρωπος.
Η Βιβλική διδασκαλία σχετικά με τον Υιό είναι μια θαυμαστή και όμορφη αλήθεια. Περιέχει κάποιες σύνθετες ιδέες, αρχικά, γιατί είναι δύσκολο για το ανθρώπινο μυαλό να κατανοήσει την έννοια της διπλής φύσης, ότι ο Χριστός ήταν ο Θεός και άνθρωπος. Όμως, δια του Υιού, ο Θεός φανερώνει τη φύση Του στον άνθρωπο και ιδιαίτερα την άπειρη αγάπη Του.
Η διδασκαλία για τον Υιό δεν διδάσκει ότι ο Πατέρας Θεός τόσο αγάπησε τον κόσμο που έστειλε κάποιον άλλο, το «Θεό Υιό», για να πεθάνει κι έτσι να συμφιλιώσει τον κόσμο με τον Πατέρα.

Αντίθετα, διδάσκει ότι ο Πατέρας Θεός, τόσο αγάπησε τον κόσμο ώστε φανερώθηκε μέσα σε σάρκα κι έδωσε τον εαυτό Του σαν ο Γιος του Θεού, για να συμφιλιώσει τον κόσμο με τον εαυτό Του (Β’ Κορ.ε:19).

Ο ένας Θεός της Παλιάς Διαθήκης, ο Γιάχβε, ο Μέγας Δημιουργός του σύμπαντος, καταδέχτηκε να πλησιάσει τον άνθρωπο, ώστε να μπορέσει ο άνθρωπος να Τον δει, να Τον καταλάβει, και να επικοινωνήσει μαζί Του. Έφτιαξε ένα σώμα για τον εαυτό Του και το ονόμασε ο Υιός του Θεού.
Ο ίδιος ο Θεός προμήθευσε το μέσο της απολύτρωσης του ανθρώπινου γένους: «και είδεν ότι δεν υπήρχεν άνθρωπος, και εθαύμασεν ότι δεν υπήρχεν ο μεσιτεύων όθεν ο βραχίων αυτού ενήργησεν εις αυτόν σωτηρίαν και η δικαιοσύνη αυτού, αυτή εβάστασεν αυτόν» (Ησ.νθ:16). Ο βραχίων αυτού προμήθευσε σωτηρία. Η σωστή κατανόηση του Υιού, ωστόσο, έχει πάντα σαν αποτέλεσμα την εξύψωση και τη δόξα του Πατέρα. Στο ρόλο Του σαν Γιος, ο Ιησούς προσευχήθηκε στον Πατέρα, «Εγώ σε εδόξασα επί της γής.... Εφανέρωσα το όνομά σου..... εγνώρισα εις αυτούς το όνομά σου» (Ιωάν.ζ:4, 6, 26). Ο Πατέρας φανέρωσε τον εαυτό Του στον κόσμο και συμφιλίωσε τον κόσμο με τον εαυτό Του δια του Υιού.