Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Παρασκευή 10 Νοεμβρίου 2017

Ο πειρασμός της σαρκικής ζωής.



Ο Θε­ός μας δημιούργησε με δύο υποστά­σεις: τη σωματική και την πνευματική. Η πνευματική υπόσταση έχει ανάγκη τη σύνδεσή μας με το Θεό δια του Ιη­σού Χριστού. Αυτό επιτυγχάνουμε με την πίστη μας στο τελειωμένο έργο του Υιού του Θεού. Η σωματική μας υπόσταση έχει ανάγκη της πρόσλη­ψης διαφόρων ουσιών για την διατή­ρησή της στη ζωή. Ο Δημιουργός μας προίκισε με το δώρο της όρεξης για την αναζήτηση των απαραιτήτων συστατικών, αλλά ποτέ σε βάρος της πνευματικής μας προόδου. Συμβαίνει όμως στον άνθρωπο, που γνώρισε την επέμβαση του Θεού στην ζωή του, ω­θούμενος από το αίσθημα της όρε­ξης, να ζητάει την άμεση ικανοποίησή της με στοιχεία που πρέπει να του θυμίζουν σκλαβιά, ντροπή και όμως αυτό δεν του συμβαίνει. 


Για παρά­δειγμα, ο λαός Ισραήλ που ελευθε­ρώθηκε από τα χέρια του δυνάστη Φαραώ, κάποια στιγμή μέσα στην έ­ρημο τους άνοιξε η όρεξη για τα αγα­θά που απολάμβαναν παλιά στην Αίγυπτο. Ξέχασαν όμως τελείως, κάτω από ποιες βάναυσες συνθήκες τα γεύ­ονταν. Παραπονούνταν λοιπόν στο Μωυσή, "ενθυμούμεθα τα οψάρια, τα οποία ετρώγαμεν εν Αιγύπτω δωρε­άν, τα αγγούρια, και τα πεπόνια, και τα πράσα, και τα κρεμμύδια και τα σκόρ­δα" (Αριθ.ια:5). Η σάρκα τους πεθύμησε τις φτωχές εκείνες απο­λαύσεις, αλλά λησμόνησαν τον βούρ­δουλα του κατακτητή. Έπεσαν στον πειρασμό της σαρκικής ζωής. Βέβαια, το συναίσθημα της αυτοσυντήρησης είναι θείο δώρο: "Ο εργαζόμενος ερ­γάζεται δι ' εαυτόν, διότι το στόμα αυτού αναγκάζει αυτόν" (Παρ.ις:26).

Από τη στιγμή όμως που ρίχνεται με αναισθησία στην σπάταλη ικανο­ποίηση των ορέξεών του, μόνο κακό κάνει στον εαυτό του, αμαρτάνει. Αυτό το βλέπουμε σ' αυτόν που πα­ραδίδεται στην αλόγιστη οινοποσία. Ο λόγος του Θεού μας ανακαλεί στην τάξη: «Μη θεώρει τον οίνον ότι κοκκι­νίζει, ότι δίδει το χρώμα αυτού εις το ποτήριο, ότι καταβαίνει ευχαρίστως. Εν τω τέλει αυτού δάκνει ως όφις, και κεντρώνει ως βασιλίσκων, οι οφθαλμοί σου θέλουσι κοιτάξει αλλοτρίας γυναί­κας, και η καρδιά σου θέλει λαλήσει αισχρά, και θέλεις είσθαι ως κοιμώμε­νος εν μέσω θαλάσσης, και κοιτόμε­νος επί κορυφής καταρτίου. Με έ­τυπτοv, θέλεις ειπεί, και δεν επόνεσα, με έδειρας και δεν ηστάνθην , πότε θέ­λω εγερθή, δια να υπάγω να ζητήσω αυτόν (τον οίνον) πάλιν;» (Παρ.κγ:31-35).

Αλλ' όσο και να προσπαθή­σει ο άνθρωπος να ικανοποιήσει τις σωματικές του επιθυμίες, η ψυχή του θα λιμοκτονεί «Πάς ο μόχθος του αν­θρώπου είναι δια το στόμα αυτού και όμως η ψυχή δεν χορταίνει» (Εκκλ.ς:7). Ο άνθρωπος που αντιτάσσεται στο θέλημα του Θεού, οτιδήποτε και αν κά­νει είναι καταδικασμένος σε αποτυχία και φρούδες θα αποδειχθούν οι προ­σπάθειες να ικανοποιήσει τα όποια πά­θη του. «Καθώς μάλιστα ο πεινών ο­νειρεύεται, ότι ιδού τρώγει, πλήν εξε­γείρεται και ιδού είναι ητονισμένος, και η ψυχή αυτού διψά, ούτω θέλουσι εί­σθαι τα πλήθη πάντων των εθνών, των πολεμούντων εναντίον του όρους Σιών» (Ης.κθ:8) .

Ο άνθρωπος που υποκύπτει στον πειρασμό της σαρκικής ζωής είναι πά­ντα ανικανοποίητος, κενός. Το αλκο­όλ στέκεται αδύνατο να γεμίσει το εί­ναι του ανθρώπου. Όσο πιο πολύ το χρησιμοποιεί τόσο πιο πολύ το ζητάει ο οργανισμός του. «Έλθετε, λέγουσι, θέλω φέρει οίνον, και θέλομεν με­θυσθή με σίκερα, και αύριον θέλει εί­σθαι ως η ημέρα αύτη, πολύ πλέον ά­φθονος» (Ης.να:12) .

Η λαιμαργία είναι ένα από τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα και ο λόγος του Θεού μας κρούει τον κώδωνα του κινδύνου : «Όταν καθίσης να φάγης μετά άρχοντος, παρατήρει επιμελώς τα παρατιθέμενα έμπροσθέν σου, και βάλε μάχαιραν εις τον λαιμόν σου, ε­άν είσαι αδηφάγος» (Παρ.κγ:1).

Συνήθως ενδίδεις στον πειρασμό της σαρκικής ζωής, όταν συνανα­στρέφεσαι με ανθρώπους που είναι παραδομένοι στην οινοποσία και την ασωτία. «Μη έσο μεταξύ οινοποτών, μεταξύ κρεοφάγων ασώτων» (Παρ.κγ:20). Άπεχε απ' αυτούς.

Ενώ η συνετή χρήση των αγαθών του Θεού είναι μια προσωπική μας ευλογία και δίνει την ευκαιρία και στους ενδεείς να συμμερισθούν με μας τα δώρα του Θεού , η αλόγιστη χρήση αυτών , ναρκώνει και αποκοιμί­ζει τον άνθρωπο με αποτέλεσμα να καταληφθεί εξ απήνης. Ο Ιησούς Χρι­στός σχηματίζοντας το πορτραίτο των εσχάτων καιρών προτρέπει τους δι­κούς Του να λάβουν όλα τα ενδεδειγ­μένα μέτρα. «Προσέχετε δε εις ε­αυτούς, μήποτε βαρυνθώσιν αι καρ­δίαι σας από κραιπάλης και μέθης και μεριμνών βιωτικών και επέλθη αιφνι­δίως εφ' υμάς η ημέρα εκείνη» (Λουκ.κα:34).

Η σάρκα μας, ο εαυτός μας είναι σύμμαχος του Σατανά και πρέπει να τεθεί σε αχρηστία. Ήδη, πάνω στο Γολγοθά, ο Ιησούς Χριστός πεθαίνοντας για τις αμαρτίες μας, μας έδωσε τη δύναμη να θανατώσουμε τον παλιό μας άνθρωπο μ' όλα τα πά­θη και τις επιθυμίες. Αν αυτό το πιστεύουμε ότι «Ο πα­λαιός ημών άνθρωπος συνεσταυρώ­θη μετά του Χριστού, δια να καταρ­γηθή το σώμα της αμαρτίας» (Ρωμ.ς:6), τότε απαλλαχθήκαμε από έ­να άχαρο εμφύλιο πόλεμο μέσα μας. Ο Διάβολος θα χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα ν' αναβιώσει μέσα μας την αμαρ­τωλή φύση. Υποχρέωσή μας είναι να υποτάξουμε όλες τις σαρκικές μας ε­πιθυμίες, όσες φορές κι αν ξυπνούν, και να τις επανατοποθετούμε στον Γολγοθά, στον θάνατο που είναι και η αξία τους. Ο απόστολος Παύ­λος δοκίμαζε διαρκώς αυτή την πείρα όταν έγραφε στους σαρκικούς χρι­στιανούς στην Κόρινθο: «Εγώ λοιπόν, ούτω τρέχω, ουχί αβεβαίως, ούτω πυγμαχώ, ουχί ως κτυπών τον αέρα, αλλά δαμάζω το σώμα μου και δουλα­γωγώ, μήπως εις άλλους κήρυξας, ε­γώ γίνω αδόκιμος» (Α' Κορ.θ:26-27).

Οι άνθρωποι, που είναι εκτός της πίστης του Χριστού, εκτελούν τις επι­θυμίες της σάρκας, γιατί αυτή είναι η φύση τους. Ο άνθρωπος, όμως, που βγήκε από την Αίγυπτο της αμαρτίας, εάν δεν γεμίσει με το Πνεύμα του Θε­ού, είναι πολύ πιθανό να επιθυμήσει κάποια στιγμή και να νοσταλ­γήσει την παλιά αμαρτωλή ζωή, όλα ε­κείνα τα ευτελή πράγματα. Αμέσως πρέπει να θυμηθεί το πόσο υπέφερε στην σκλαβιά της αμαρτίας, για την ο­ποία χρειάστηκε να πεθάνει ο Υιός του Θεού και να φρονεί ότι είναι νεκρός για την αμαρτία και ζωντανός στο Θεό δια του Ιησού Χριστού. Όταν ξυπνήσει μέσα του αυτή η επιθυμία να περιπέσει στον πειρασμό να κάνει μια σαρκική ζωή, ας συνεχίζει να θυμίζει στον εαυτό του, ότι το φρόνημα της σάρκας είναι έχθρα προς το Θεό.