«και ότι από βρέφους γνωρίζεις τα ιερά γράμματα, τα δυνάμενα να σε
σοφίσωσιν εις σωτηρίαν διά της πίστεως της εν Χριστώ Ιησού. Όλη η γραφή είναι
θεόπνευστος και ωφέλιμος προς διδασκαλίαν, προς έλεγχον, προς επανόρθωσιν, προς
εκπαίδευσιν την μετά της δικαιοσύνης, διά να ήναι τέλειος ο άνθρωπος του Θεού,
ητοιμασμένος εις παν έργον αγαθόν» (Β’ Τιμ.γ:15-17)
Τις τελευταίες δεκαετίες υπήρξε
μια ισχυρή μάχη όσο αφορά στη θεοπνευστία της Γραφής.
Όταν πιστέψεις ότι η Βίβλος είναι
θεόπνευστη, έχεις κερδίσει μόνο τη μισή μάχη, επειδή ακολουθεί η μεγαλύτερη
ερώτηση που πρέπει να απαντηθεί: Είναι η Βίβλος αρκετή ή πρέπει να φέρουμε μέσα
κάθε κοινωνική επιστήμη και πολιτισμική μελέτη για να ξέρουμε πώς θα
λειτουργήσουμε σαν εκκλησία;
Οι κοινωνικές επιστήμες, κατά τη
γνώμη μου, έχουν δημιουργήσει ένα προηγούμενο έναντι του λόγου του Θεού με
τέτοιο τρόπο που οι περισσότεροι δεν μπορούν καν να το δουν. Έχει γλιστρήσει
τόσο μέσα στην εκκλησία, στον ευαγγελισμό που μόλις και μετά βίας μπορείς πλέον
να ονομάσεις αυτό που γίνεται χριστιανικό. Η ψυχολογία, η ανθρωπολογία, η
κοινωνιολογία έχουν γίνει οι πρωταρχικές επιρροές στην Εκκλησία.
Έχουμε φτάσει να πιστεύουμε ότι
ένας άνθρωπος του Θεού μπορεί να επέμβει σε συγκεκριμένους τομείς στη ζωή της
εκκλησίας, αλλά όταν δυσκολευτεί, πρέπει να πάει στους κοινωνικούς ειδικούς.
Αυτό είναι ένα απόλυτο ψέμα. Λέει εδώ στη Γραφή, ότι ο άνθρωπος του Θεού πρέπει
να είναι ετοιμασμένος, επαρκής, για κάθε έργο αγαθό.
Τι έχει να κάνει η Ιερουσαλήμ με
τη Ρώμη; Και τι έχουμε να κάνουμε εμείς με όλες αυτές τις κοινωνικές επιστήμες
της σύγχρονης εποχής που στην πραγματικότητα δημιουργήθηκαν σαν διαμαρτυρία
ενάντια στο λόγο του Θεού;
Γιατί ο ευαγγελισμός οι
ιεραποστολές και η αύξηση της εκκλησίας να διαμορφώνονται περισσότερο από τον
ανθρωπολόγο, τον κοινωνιολόγο και τον ψυχολόγο που εξαρτώνται από κάθε
πολιτισμική τάση;
Όλη η δραστηριότητα μέσα στην
εκκλησία πρέπει να βασίζεται πάνω στο λόγο του Θεού. Η εκκλησιαστική μας
δραστηριότητα, όλα όσα κάνουμε, πρέπει να ρέουν από το θεολόγο και τον
ερμηνευτή, τον άνθρωπο που ανοίγει τη Βίβλο του και έχει μόνο μία ερώτηση. Ποιο
είναι το θέλημά Σου, Κύριε;
Ησαΐας η:19 Και όταν σας
είπωσιν, Ερωτήσατε τους έχοντας πνεύμα μαντείας και τους νεκρομάντεις, τους
μορμυρίζοντας και ψιθυρίζοντας, αποκρίθητε, Ο λαός δεν θέλει ερωτήσει τον Θεόν
αυτού; θέλει προστρέξει εις τους νεκρούς περί των ζώντων;
Πρέπει εμείς σαν άνθρωποι της
εκκλησίας, σαν κήρυκες, σαν ποιμένες, σαν Χριστιανοί να βγούμε έξω και να
ρωτήσουμε τους πνευματικά νεκρούς; Απολύτως όχι.