Οι θυσίες είναι χαρακτηριστικό της
λατρείας όλων των λαών, και ιδιαίτερα της ειδωλολατρίας. Η πρώτη Εκκλησία
αντιμετώπισε τη λατρεία των ειδώλων και τις θυσίες που γίνονταν σ’ αυτά, και το
ανάλογο ισχύει ακόμη και σήμερα. Γνωρίζουμε πως ό,τι έχει «ανακαλύψει» ο
Διάβολος, δεν είναι παρά κακό αντίγραφο του γνήσιου και αυτό ισχύει επίσης με
τις θυσίες. Εδώ όμως θέλουμε να δούμε το γνήσιο. Τι ισχύει, λοιπόν, σήμερα με
τις θυσίες;
Ας θυμηθούμε ότι από την εποχή του Αδάμ και
της Εύας, ο Θεός τους δίδαξε πώς να προσφέρουν θυσίες σ’ Εκείνον. Ο Άβελ και ο
Κάιν πρόσφεραν θυσίες στον Κύριο. Ο Νώε και ο Αβραάμ, όπως και όλοι οι
Πατριάρχες, οι Κριτές και οι Βασιλείς, έκαναν το ίδιο. Όταν τελείωσε ο πρώτος
Ναός, ο Σολομώντας θυσίασε εκατόν είκοσι χιλιάδες πρόβατα και είκοσι δύο
χιλιάδες βόδια. (Α' Βασ.η:63). Καθώς προσφέρανε τις θυσίες αυτές στον Θεό
κατέβηκε η παρουσία του Θεού και σκέπασε το χώρο. Και όταν ζεις μέσα στην
παρουσία του Θεού, θέλεις να προσφέρεις θυσίες σ’ Εκείνον. Αν ερευνήσουμε το
λόγο του Θεού, θα δούμε ότι το στοιχείο της θυσίας κυριαρχεί σε όλα τα βιβλία
του.
Στην Εβρ.ε:1 διαβάζουμε: «Πας
αρχιερεύς εξ ανθρώπων λαμβανόμενος υπέρ ανθρώπων καθίσταται εις τα προς τον
Θεόν, διά να προσφέρη δώρα τε και θυσίας υπέρ αμαρτιών». Στο
ίδιο βιβλίο, στο κεφάλαιο η:3 γράφει: «Πας αρχιερεύς καθίσταται διά να
προσφέρη δώρα και θυσίας όθεν είναι αναγκαίον να έχη και ούτος τι, το οποίον να
προσφέρη».
Αλλά ο απόστολος Πέτρος, στην Α' Επιστολή (β:5)
λέει στους χριστιανούς, ότι είναι: «οίκος πνευματικός, ιεράτευμα άγιον, διά να
προσφέρητε πνευματικάς θυσίας, ευπροσδέκτους εις τον Θεόν διά Ιησού Χριστού».
Οι πρώτοι ιερείς, λοιπόν, πρόσφεραν υλικές θυσίες. Οι τωρινοί ιερείς, τα παιδιά
του Θεού είναι καλεσμένα να προσφέρουν πνευματικές θυσίες προς τον Θεό.
Έχουμε συνδέσει τη σχέση μας με το Θεό με μία
λάθος εικόνα. Φταίνε οι δάσκαλοι και κήρυκες γι’ αυτή τη λάθος αντίληψη που
υπάρχει στο λαό του Θεού, επειδή συνήθως λένε, «Έλα και ο Θεός θα σου δώσει.
Έλα και θα λάβεις. Έλα και θα ευλογηθείς. Ζήτα και θα πάρεις». Τα λόγια
αυτά είναι αληθινά, και πράγματι τα λέει ο λόγος του Θεού, αλλά δεν είναι
ολόκληρη η εικόνα. Έτσι πολλοί άνθρωποι έχουν αντιληφθεί τη σχέση τους με τον
Θεό σαν τις αυτόματες μηχανές όπου ρίχνουμε ένα κέρμα, πατάμε τα κατάλληλα
κουμπιά και αρχίζουν να παίζουν τη μουσική που εμείς θέλουμε. (Θυμηθείτε
κάποιες ιδέες και βιβλία που κυκλοφορούν, με τίτλους όπως: «Επτά Τρόποι για
να Λάβεις Θεραπεία», «Δέκα Τρόποι για να Λύσεις το Πρόβλημά σου», «Πέντε Τρόποι
για να Προσευχηθείς» κ.λπ...). Αλλά αυτή είναι λάθος αντίληψη, επειδή,
αντίθετα από τη δική μας στάση, που ερχόμαστε στο Θεό εκλιπαρώντας: «Δώσε μας,
δώσε μας, δώσε μας...» ο Πέτρος λέει, «Δώσε εσύ στον Θεό πνευματικές
θυσίες».
Αλλά για ποιο λόγο πρέπει να προσφέρουμε
θυσίες; Έτσι για να θρέφουμε -ας επιτραπεί η έκφραση- τον εγωισμό και την
αλαζονεία του Θεού, που δεν υπάρχουν; Σίγουρα όχι! Επιτέλους και ο ίδιος ο
Χριστός πρόσφερε θυσίες και δώρα. Πρόσφερε τον ίδιο τον εαυτό Του.
Οι Πατριάρχες της Παλαιάς Διαθήκης, οι Βασιλιάδες
και οι Προφήτες, προσφέρανε θυσίες στο Θεό, επειδή πάνω σ’ εκείνο το
θυσιαστήριο όπου προσφέρανε τις θυσίες τους, ο Θεός έδειχνε την ευαρέσκειά Του
κατεβαίνοντας με το πνεύμα και την παρουσία Του, άγγιζε τους ανθρώπους αυτούς,
τους ελεούσε και τους ευλογούσε. Με άλλα λόγια οι θυσίες είναι μία αξία που ο
Θεός έχει θέσει μέσα στο λαό Του ανά τους αιώνες, μια λειτουργία που ζητάει και
περιμένει από εμάς, να κάνουμε για να μας ευλογήσει. Πάντοτε συναντούσε τους
δικούς Του στον τόπο που πρόσφεραν θυσίες. Εκεί ήταν το ραντεβού τους.
Εμείς όμως γνωρίζουμε ότι όλο το πλήρωμα της
γης είναι δικό Του. Στους Ψαλμούς λέει ο Κύριος: «Εμού είναι πάντα τα θηρία του
δάσους, τα κτήνη τα επί χιλίων ορέων» (ν:10). Ποιες, λοιπόν,
μπορεί να είναι αυτές οι θυσίες που περιμένει ο Θεός; Τι είναι αυτό που μπορώ
εγώ σήμερα να θυσιάσω σ’ ένα Θεό που τα πάντα είναι δικά Του; Ποιες είναι αυτές
οι θυσίες για τις οποίες μιλούν οι απόστολοι;
1. Η θυσία
του εαυτού μας
Ο απόστολος Παύλος στην Ρωμ.ιβ:1 λέει: «Σας
παρακαλώ λοιπόν, αδελφοί, διά των οικτιρμών του Θεού, να παραστήσητε τα σώματά
σας θυσίαν ζώσαν, αγίαν, ευάρεστον εις τον Θεόν, ήτις είναι η λογική σας
λατρεία».
Η πρώτη θυσία μας, λοιπόν, είναι οι εαυτοί
μας, τα σώματά μας, το ότι υπάρχουμε. Ο Θεός ζητάει τα μέλη μας, τα όργανά μας,
ό,τι έχουμε σαν φυσικά όντα. Θέλει να προσφέρουμε τον εαυτό μας καθημερινή
θυσία σ’ Εκείνον. Όμως αυτό είναι τελείως αντίθετο με το πνεύμα που υπάρχει
στον κόσμο, που λέει: «Εγώ κάνω κουμάντο
στον εαυτό μου. Εγώ αποφασίζω τι θα κάνω. Δικός μου είναι ο εαυτός μου και η
ζωή μου και τα μέλη μου. Άμα θέλω εγώ αμαρτάνω και άμα θέλω δεν αμαρτάνω».
Η πρώτη θυσία που ο Θεός περιμένει είναι ο
εαυτός μας. Από την Παλαιά Διαθήκη ήδη ο Θεός έστελνε μηνύματα στο λαό Του, ότι
περιμένει να προσφέρουμε τον εαυτό μας, όχι βόδια, πρόβατα ή άλλα ζώα, αλλά το
σώμα μας, τον εαυτό μας. Αυτό σημαίνει ότι αποκόβουμε τον εαυτό μας από το
κοσμικό σύστημα, ότι παραδίδουμε τις επιθυμίες μας σ’ Εκείνον και αφήνουμε το
Θεό να φυτέψει δικές Του επιθυμίες μέσα μας, ώστε ό,τι έχουμε ν’ ανήκει σ’
Εκείνον.
2. Η θυσία
του χρόνου μας
Στην Εφες.ε:15-16 μας λέει: «Προσέχετε
λοιπόν πώς να περιπατήτε ακριβώς μη ως άσοφοι, αλλ’ ως σοφοί, εξαγοραζόμενοι
τον καιρόν, διότι αι ημέραι είναι πονηραί».
Ο Παύλος λέει εξαγόρασε το χρόνο σου επειδή
δεν σου ανήκει. Δεν σου ανήκουν τα λεπτά και οι ώρες που περνούν από τη ζωή
σου. Ο Θεός το χρόνο που μας έδωσε θέλει να Του τον προσφέρουμε θυσία,
εκμεταλλευόμενοι αυτόν με σοφία. Θα δώσουμε λόγο στο Θεό για κάθε στιγμή που
ξοδεύτηκε κακώς, για το πώς τα ξοδέψαμε, που τα ξοδέψαμε, τι κάναμε όλες αυτές
τις ώρες...
3. Η θυσία
των υλικών μας αγαθών
Στην Φιλιπ.δ:18 ο Παύλος λέει: «[Αν
και έχω] πάντα και περισσεύομαι ενεπλήσθην δεχθείς παρά του Επαφροδίτου τα
σταλέντα από σας, οσμήν ευωδίας, θυσίαν δεκτήν, ευάρεστον εις τον Θεόν».
Οι Φιλιππήσιοι έστειλαν δώρα υλικά και ο Παύλος τους γράφει, ευχαριστήθηκα και
εγώ και ο Θεός για τη θυσία που προσφέρατε. Ο Θεός ζητάει το δέκατο των εσόδων μας
και όχι μόνο. Όλα ανήκουν στο Θεό. Η ελπίδα και το θάρρος μας δεν είναι στα
υλικά που αγκαλιάζουμε και είναι δικά μας αλλά στο ότι Εκείνος μπορεί να μας
συντηρήσει. Άρα η ελπίδα μου δεν είναι στα αγαθά που μου δίνει ο Θεός, και η
καρδιά μου δεν είναι κολλημένη σ’ αυτά. Άρα μπορώ από εκείνα που με ευλογεί να
ευλογήσω και να προσφέρω θυσία σ’ Εκείνον και να τα προσφέρω σαν λατρεία στο
Θεό.
Στην Παλαιά Διαθήκη κάθε δεκάρα που ο λαός
έδινε στο Ναό για τους ιερείς, ήταν χρέος, υποχρέωση. Σήμερα ο Κύριος ζητάει να
Του προσφέρουμε μέσα από την καρδιά μας.
Όπου είναι ο θησαυρός σου, εκεί είναι και η
καρδιά σου, είπε ο Χριστός (Ματθ. ς:21). Δεν θέλει ο Θεός η καρδιά μας να είναι
κολλημένη σε θησαυρούς γήινους αλλά σ’ Εκείνον. Μάλιστα η Επιστολή προς
Εβραίους (ιγ:15) μας λέει: «Την αγαθοποιίαν και το μεταδοτικόν μη
λησμονείτε διότι εις τοιαύτας θυσίας ευαρεστείται ο Θεός». Μιλάμε
για θυσίες και ο λόγος του Θεού λέει: Δώστε, προσφέρετε, στα αδέλφια σας, στο
λαό του Θεού, βοηθείστε τους φτωχούς, τις χήρες, τα ορφανά, δώστε από αυτά που
δεν έχετε, διότι τέτοιες θυσίες είναι ευάρεστες στον Κύριο (Γαλ.β:10 Ρωμ.ιβ:9-13
Πράξ.ια:29).
Σε ένα άλλο σημείο στο λόγο του Θεού ο
Ιάκωβος (β:15-17) λέει: «Εάν αδελφός ή αδελφή γυμνοί υπάρχωσι, και
στερώνται της καθημερινής τροφής, και είπη τις εξ υμών προς αυτούς, Υπάγετε εν
ειρήνη, θερμαίνεσθε και χορτάζεσθε, και δεν δώσητε εις αυτούς τα αναγκαία του
σώματος, τι το όφελος; Ούτω και η πίστις, εάν δεν έχη έργα, νεκρά είναι καθ’
εαυτήν». Δώσε στον άλλο από τα υλικά αγαθά που ο Κύριος σού δίνει.
Μη λες "δεν έχω, δεν μου φτάνουν", επειδή αυτό είναι μια φτηνή δικαιολογία.
Εάν εμπιστεύομαι στο Θεό, ότι θα δώσει σ’ εμένα, τότε αυτά τα ελάχιστα που
στερούμε δίνοντάς τα, ο Κύριος τα πολλαπλασιάζει.
4. Η θυσία
των καλών έργων
Στην Ιάκ.β:20 διαβάζουμε επίσης ότι: «η
πίστις χωρίς των έργων είναι νεκρά». Ο Θεός μάς κάλεσε σε μια ζωή
πίστης και ο λόγος του Θεού λέει ότι αν έχεις πίστη αλλά δεν έχεις έργα η πίστη
σου είναι κούφια. Δεν μπορείς να υψώνεις χέρια και να δοξάζεις το Θεό όταν δεν
έχεις καλά έργα στη ζωή σου. Δεν ξέρω ποια είναι για τον καθένα τα καλά έργα
που ζητούνται από αυτόν, αλλά γνωρίζω ότι μια υγιής και ζωντανή ζωή πίστης
παράγει καρπό και έργο. Μην κοιτάτε τα φαινόμενα, επειδή φαινόμενα έχουν και οι
Βουδιστές και πολλοί άλλοι. Αλλά δεν είναι καρπός όλα αυτά. Ο Θεός θέλει τα
καλά μας έργα, που είναι το αποτέλεσμα της ζωής που ζούμε με την πίστη. Θέλει
τα καλά μας έργα, θέλει την υπακοή μας σ’ Εκείνον, θέλει δικαιοσύνη.
Ο ίδιος ο Χριστός είπε: «Εάν μη περισσεύση η δικαιοσύνη
σας πλειότερον της των γραμματέων και Φαρισαίων, δεν θέλετε εισέλθει εις την
βασιλείαν των ουρανών» (Ματθ.ε:20). Οι Φαρισαίοι έκαναν έργα
και έδιναν επιδεικτικά. Ο Κύριος περιμένει κάτι περισσότερο από εμάς. Περιμένει
αυτά τα έργα που θα κάνουμε να είναι η στάση της ζωής που θα λέει όχι στο εγώ,
όχι στον εαυτό μου, αλλά ναι στο να ευλογήσω άλλους και ν’ ασχοληθώ μαζί τους.
Σήμερα βλέπουμε κάποιους χριστιανούς που
πνευματικά είναι μεταξύ ζωής και θανάτου, και αναρωτιόμαστε τι έχουν αυτοί οι
άνθρωποι. Πιθανότατα είναι πολύ καλοθρεμμένα πρόβατα που έχουν μάθει μόνο να
τρώνε και ποτέ δεν πέρασε από το μυαλό τους η σκέψη ότι ο Θεός τους κάλεσε να
κάνουν καλά έργα. Συχνά ξεχνούμε ότι είμαστε εδώ για να δώσουμε και θυμόμαστε
μόνο ότι έχουμε ανάγκη να πάρουμε. Έτσι πηγαίνουμε στην Εκκλησία μόνο για να
πάρουμε και στην προσευχή μας συνέχεια λέμε, "Κύριε δώσε!"
5. Η θυσία
της χαράς μας
Στον Ψαλμό κζ:6 διαβάζουμε: «Θέλω
θυσιάσει εν τη σκηνή αυτού θυσίας αλαλαγμού θέλω υμνεί, και θέλω ψαλμωδεί εις
τον Κύριον». Η θυσία αλαλαγμού είναι θυσία χαράς. Υπάρχει διαφορά
ανάμεσα σ’ ένα εύθυμο και ένα χαρούμενο πρόσωπο. Κάποιοι άνθρωποι μπορούν να
μας κάνουν συνέχεια να γελάμε αλλά αυτό δεν είναι η χαρά του Κυρίου. Εκείνο που
λέει ο λόγος του Κυρίου αναφέρεται σε κάποιες στιγμές της ζωής μας, όπου δεν
υπάρχει κανένας λόγος να χαιρόμαστε. Όλα είναι μαύρα και σκοτεινά, όλα είναι
ανάποδα και τίποτα δεν πάει καλά, όλες οι υποσχέσεις του Θεού είναι χαμένες,
τίποτα δεν έχει φυτρώσει ακόμα. Μοιάζει σαν να ζω μέσα σε απόλυτο σκοτάδι αλλά
κι εκεί μέσα έρχομαι να δοξάσω τον Κύριο, να Του προσφέρω θυσία δοξολογίας και
χαράς, χωρίς να έχω κάποιους εξωτερικούς λόγους για να χαίρομαι. Αυτό τότε το
κάνω σαν μια θυσία σ’ Εκείνον κι αυτό είναι μια πραγματική θυσία στο Θεό.
Όσο μαθαίνω να εμπιστεύομαι το Θεό στη ζωή
μου, όσο μαθαίνω να εμπιστεύομαι τις υποσχέσεις του, τόσο περισσότερο μπορώ να
δοξάζω και να χαίρομαι. Μπορεί ο κόσμος να σε λέει τρελό και ανόητο επειδή
βλέπει όλα να είναι στραβά στη ζωή σου, όμως εσύ εμπιστεύεσαι τον Κύριο επειδή
ξέρεις ότι Εκείνος φροντίζει για όλα, Εκείνος τα κρατάει όλα στα χέρια Του, γι’
αυτό και πηγαίνεις στις συνάξεις των πιστών και δοξάζεις το Θεό και τον υμνείς.
Δεν είσαι όπως εκείνοι που πηγαίνουν στην Εκκλησία μόνο για να κλάψουν και να
παρακαλέσουν για τα προβλήματά τους σαν κακομοίρηδες, αλλά έρχεσαι για να
δοξάσεις τον Κύριο, προσφέροντάς Του θυσία χαράς απλά επειδή εμπιστεύεσαι σ’
Εκείνον.
Στο Νεεμία η:10 διαβάζουμε: «Μη
λυπείσθε. διότι η χαρά του Κυρίου είναι η ισχύς σας». Η δύναμη της
Εκκλησίας είναι η χαρά του Κυρίου, που έρχεται όχι επειδή όλα πάνε ρόδινα και η
ζωή μας είναι στρωμένη με ροδοπέταλα αλλά επειδή Εκείνος είναι στο θρόνο Του
και παραμένει Κύριος.
6. Η θυσία
της ευχαριστίας μας
Στον Ψαλμό ρζ:22 διαβάζουμε: «Ας
θυσιάζωσι θυσίας αινέσεως, και ας κηρύττωσι τα έργα αυτού εν αγαλλιάσει».
Σκεφθείτε ότι ακόμη και στην περίοδο του Νόμου ο Θεός αποδεχόταν αυτή τη θυσία
της ευχαριστίας.
Το παράδειγμα του Ιωνά μέσα στην κοιλιά του
κήτους είναι χαρακτηριστικό. Ο Ιωνάς ήταν μέσα στην κοιλιά του ψαριού για τρεις
ημέρες και νύχτες μέσα σε απόλυτο σκοτάδι, και στις χειρότερες συνθήκες για
ανθρώπινο ον. Και όμως, όπως διηγείται η Βίβλος, ο Ιωνάς αφού κατάλαβε το λάθος
που είχε κάνει, να πάρει πορεία αντίθετη από εκείνη που του είχε ζητήσει ο
Θεός, και μέσα σ’ εκείνη τη φοβερή κατάσταση, τι έκανε; Προσευχήθηκε: «Εγώ
θέλω θυσιάσει προς σε μετά φωνής αινέσεως. Θέλω αποδώσει όσα ηυχήθην. Η σωτηρία
είναι παρά του Κυρίου». Η συνέχεια είναι γνωστή: «Προσέταξε
ο Κύριος το κήτος, και εξέμεσε τον Ιωνάν επί την ξηράν» (Ιωνά β:7-11).
Είναι εύκολο να νιώθεις ευγνωμοσύνη και
ευχαριστία όταν υπάρχει λόγος, αλλά η θυσία της ευχαριστίας σημαίνει να Τον
ευχαριστείς πάντα, ακόμη και στις πιο αντίξοες καταστάσεις. Ο Ιωνάς όμως δεν
άφησε το πνεύμα του να δεθεί από τις συνθήκες. Έτσι εκδήλωσε μετάνοια, κλάμα,
εξομολόγηση, και όταν τελικά πρόσφερε θυσία ευχαριστίας στο Θεό, το πρόβλημά
του λύθηκε.
7. Η θυσία
της δοξολογίας μας
Είναι μια θυσία που προσφέρεται στον Κύριο
όχι ανάλογα με τις συνθήκες γύρω μας ή τα συναισθήματά μας, αλλά σύμφωνα με την
αποκάλυψη της μεγαλοσύνης του Θεού που έχουμε φτάσει.
Ο απόστολος Παύλος είχε καταλάβει αυτή την
αρχή γι’ αυτό και μέσα στη φυλακή των Φιλίππων μπορούσε να δοξάζει τον Κύριο,
παρόλο που τα χέρια και τα πόδια του ήταν δεμένα. Δεν δόξαζε βέβαια το Θεό
επειδή πονούσε από το ξύλο που είχε φάει, ούτε για τις πληγές που είχε στο σώμα
του. Δόξαζε όμως το Θεό για ό,τι Εκείνος είναι.
Στην Εβρ.ιγ:15 υπάρχει η εξής προτροπή: «Ας
αναφέρωμεν πάντοτε εις τον Θεόν θυσίαν αινέσεως, τουτέστι, καρπόν χειλέων ομολογούντων
το όνομα αυτού». Η θυσία της δοξολογίας αφενός πρέπει να προσφέρεται
«πάντοτε» και αφετέρου πρέπει να εκφράζεται με χείλη που «ομολογούν το όνομα
αυτού», δηλαδή με γνώση και αντίληψη των ιδιοτήτων και του χαρακτήρα του Θεού.
Ο Δαβίδ γνώριζε καλά το Θεό και έγραψε στον
Ψαλμό κβ:3, «Σύ ο Άγιος κατοικείς μεταξύ των επαίνων του Ισραήλ». Αν
λοιπόν θέλουμε ο Θεός να κατοικεί κοντά μας και ανάμεσά μας είναι ανάγκη να Τον
επαινούμε προσφέροντάς Του θυσία δοξολογίας. Με τον τρόπο αυτό δημιουργείται η
ατμόσφαιρα εκείνη όπου ο Θεός ευαρεστείται να κατοικεί. Θα μπορούσε να ειπωθεί
ότι ακόμη και στις πιο αντίξοες καταστάσεις, όταν εμείς δοξάσουμε το Θεό θα
μπορέσουμε να νιώσουμε την παρουσία Του.
8. Η θυσία
μιας ταπεινωμένης και συντριμμένης καρδιάς
Στον Ψαλμό να:17 διαβάζουμε: «Θυσίαι
του Θεού είναι πνεύμα συντετριμμένον καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην,
Θεέ, δεν θέλεις καταφρονήσει». Αν η σχέση της καρδιάς μας με
το Θεό δεν είναι εντάξει, τότε καμία από τις προηγούμενες θυσίες δεν είναι
ευπρόσδεκτη. Ο Θεός δέχεται μόνο όσους Τον λατρεύουν «εν πνεύματι και αληθεία»
(Ιωάν.δ:24) και τέτοια λατρεία προσφέρεται μόνο από μια συντριμμένη καρδιά, μια
καρδιά που δεν είναι γεμάτη από υπερηφάνεια και εγωισμό, μια καρδιά που
αναγνωρίζει την ανεπάρκειά της και ταπεινά γονατίζει μπροστά στο Θεό.