Γ’ Ιωάννου 1-15
«Φιλοπρωτεύων και φλυαρών» (εδ. 9,10).
Στάμπα της πιο χειρότερης ποιότητας χριστιανού, δίνουν τα
παραπάνω δυο «Φ». Λογικά - πνευματικά μάλλον - είναι ακατανόητο, πώς ένας
οπαδός του Χριστού, μπορεί να ’χει τις παραπάνω δυο ιδιότητες. Αρρώστιες, θα
’πρεπε να πούμε:
«Φιλοπρωτεύων» (9). Να θέλεις να ’σαι πάντα η αξεπέραστη
κορυφή. Να βαθμολογείς όλους, πίσω σου και κατώτερους σου. Να βλέπεις τον εαυτό
σου υποδειγματικό και ιδεώδη. Να μοιάζεις, όπως κάποιος εξηγούσε, με κείνον π’
ανεβαίνει ψηλά, μ’ ένα φουσκωμένο αερόστατο. Όλους τους βλέπει από κάτω του
μικρούς και... όλοι τον βλέπουν από κάτω μικρούτσικο. Εάν ο Χριστός πήρε τη
θέση του υπηρέτη, πώς μπορώ να τολμήσω να ’μαι ο «φιλοπρωτεύων»;
«Φλύαρων» (10). Από τις φλυαρίες, η πιο ακατάσχετη και
βλαπτική είναι... η θρησκευτική. Ο μαθητής Εκείνου που είπε: «ου πας ο λέγων
με, αλλά ο πράττων» (Ματθ.ζ:21), να... φλυαρεί. Η λατρεία του να ’ναι ξώπετσα
βερμπαλιστική, η προσευχή του βαττολογική, η συμμετοχή του στο έργο να ’ναι·
«ναι πηγαίνω και να μη το κουνάει από τη θέση του» (Ματθ.κα:28). Με τα χείλη
του μόνο να τιμάει το Θεό (Ματθ.ιε:8). Να μην έχει ποτέ πνευματικά καθρεφτιστεί
στα πρακτικά «εάν» του Ιάκωβου (μελέτησε- Ιάκωβος α:23, 26, β: 2, 9,14, γ: 2, δ:
11).
Προσευχή: Κύριε, από τη φιλοπρωτία και τη φλυαρία, φύλαξέ
με, Σε παρακαλώ. Βοήθα με, να σταθώ ταπεινός απέναντι σου και ανάμεσα στους αδελφούς
μου.