Σωστά έχει ειπωθεί ότι τίποτα δεν χωρίζει τον Ισραήλ από την εκκλησία εκτός από το πρόσωπο του Χριστού, και σωστά έχει αντιπαρατηρηθεί ότι τίποτε δεν συνδέει τον Ισραήλ με την εκκλησία εκτός από το πρόσωπο του Χριστού.
Είναι το πρόσωπο του Χριστού στο επίκεντρο του θέματος Ισραήλ και Εκκλησία. Η εκκλησία στο θέμα αυτό είναι υποχρεωμένη από την υπόσταση και την αποστολή της να ακολουθήσει το ερμηνευτικό πρίσμα της Καινής Διαθήκης, η οποία παρουσιάζει το εσχατολογικό γεγονός της φανέρωσης του Θεού εν σαρκί στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, που αποτελεί το τέλος του νόμου και των προφητών (Ιωάν.ε:39. Ρωμ.ι:4. Γαλ.γ:24).
Πιστεύουμε ότι ανήκει τιμή σε όσους ακόμη και με την βιολογική ή εθνική έννοια ανήκουν στο λαό του Θεού, διότι πρώτα σε αυτούς ενεπιστεύθησαν τα λόγια του Θεού (Ρωμ.γ:2). Ο απόστολος Παύλος είναι σαφής και κατηγορηματικός ότι οι εθνικοί δεν δικαιούνται να κατακαυχώνται εναντίον του σαρκικού Ισραήλ, διότι ο Θεός είναι δυνατός να τους επαναστήσει (Ρωμ.ια:17-23). Αγάπη και προσευχή για τη σωτηρία τους κατά το παράδειγμα του αποστόλου Παύλου είναι το θέλημα του Θεού για τη στάση της εκκλησίας απέναντι στον σαρκικό Ισραήλ (Ρωμ.θ:1-5 και ι:1-3).
Όσο αφορά τη θεολογική τοποθέτηση του ζητήματος συμφωνούμε και επαναλαμβάνουμε τα λόγια του Κυρίου ότι η σωτηρία είναι εκ του Ισραήλ (Ιωάν.δ:22). Ο Θεός διάλεξε να δημιουργήσει ένα δικό Του λαό, το λαό Ισραήλ, στον οποίο αποκάλυψε το νόμο Του και έδωσε τη διαθήκη και τις υποσχέσεις Του. Όλοι οι προφήτες που αποκαλύπτουν το θείο θέλημα, συμπεριλαμβανομένου και του Κυρίου Ιησού Χριστού, προέρχονται από τον Ισραήλ (Ρωμ.β:1-2, θ:3-5). Η φανέρωση του Θεού εν σαρκί στο πρόσωπο του Χριστού και η νέα οικονομία της Καινής Διαθήκης δεν νοείται χωρίς την αποκάλυψη του Θεού στο λαό Ισραήλ στην παλαιά οικονομία. Με τη γέννηση του Χριστού εκπληρώνεται η Παλαιά οικονομία και τα έθνη εισέρχονται διά της πίστεως στις υποσχέσεις που είχαν ήδη προαναγγελθεί στο λαό Ισραήλ. Τα έθνη δεν είναι παρά η αγριελιά που κεντρίσθηκε στην ελιά, που είναι ο λαός Ισραήλ (Ρωμ.ια:17-18).
Ο Θεός βέβαια δεν έχει δύο λαούς, τον Ισραήλ και τα έθνη, ή τον Ισραήλ και την εκκλησία. Τα τείχη που χώριζαν το έθνος του Ισραήλ από τα έθνη των ειδωλολατρών έχουν γκρεμιστεί ενώπιον του Θεού με τη σταυρική θυσία του Χριστού (Εφες.β:11-22). Ο λαός Ισραήλ δεν είναι μια βιολογική έννοια, αλλά ορίζεται πρώτα απ' όλα θεολογικά. Ο λαός του Θεού στέκεται στην τιμητική αυτή θέση διά της πίστεως ενώ αποκόπτεται διά της απιστίας (Ωσηέ α. Ρωμ.ια:20). Η εκκλησία δεν μπορεί στο ζήτημα αυτό να έχει άλλη προοπτική από αυτή της Καινής Διαθήκης. Εφόσον στην Καινή Διαθήκη η πίστη προς το Θεό ορίζεται πρωταρχικά και κύρια ως πίστη προς τον Υιό Του, τότε όποιος δεν δέχεται τον Υιό του Θεού, δεν έχει ούτε τον Πατέρα (Ιωάν.ιδ:6, Πράξ.δ:12. Α' Ιωάν.β:22-23) και άρα αποκόπτεται εξαιτίας της απιστίας του από το λαό του Θεού. Αυτό συνεπάγεται ότι όσοι ανήκουν στο βιολογικά ή εθνικά προσδιορισμένο Ισραήλ, αλλά δεν πιστεύουν στο Χριστό, δεν ανήκουν στον πνευματικό Ισραήλ, τον μόνο λαό του Θεού, - «διότι πάντες οι εκ του Ισραήλ, δεν είναι ούτοι Ισραήλ» (Ρωμ.θ:6) - ο οποίος αποτελείται από όσους, Εβραίους ή μη, πιστεύουν στον Υιό του (Εφες.β:14-21).
Παρόλο το φως και την αποκάλυψη που εμπεριέχεται στην Εβραϊκή Βίβλο - την Παλαιά Διαθήκη της Εκκλησίας - δεν είναι δυνατόν να γίνει δεκτό ότι υπάρχει για τους Ιουδαίους άλλος τρόπος σωτηρίας ενώπιον του Θεού, δηλαδή αυτός της τήρησης του νόμου. Σύμφωνα με τον ίδιο τον Κύριο Ιησού Χριστό όσοι δεν δέχονται ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός, δεν γνωρίζουν ούτε τον Πατέρα (Ιωάν.η:19), δεν έχουν το Θεό Πατέρα αλλά το διάβολο (Ιωάν.η:42-47) και παρά το φως της Εβραϊκής Βίβλου ο λόγος του Θεού δεν μένει μέσα τους και είναι τυφλοί (Ιωάν.ε:38-40 και θ:39-40). Ο απόστολος Παύλος επιπλέον διακηρύττει για τους μη πιστούς στο Χριστό ομοεθνείς του ότι έχουν ζήλο Θεού αλλ' ουχί κατ' επίγνωσιν και ότι δεν γνωρίζουν τη δικαιοσύνη του Χριστού (Ρωμ.ι:1-3). Ακόμη ότι δεν υπάρχει άλλος τρόπος σωτηρίας για αυτούς μέσω του νόμου αλλά μόνο διά της πίστεως στον Ιησού Χριστό (Ρωμ.γ:27-30. Γαλ.β:15-16 και γ:1-29).
Το ζήτημα της εκλογής του λαού Ισραήλ δεν μπορεί παρά να ειδωθεί και αυτό κάτω από την προοπτική της Καινής Διαθήκης. Η εκλογή του μόνου λαού του Θεού είναι εν Χριστώ. Το σπέρμα Αβραάμ, που στην Παλαιά Οικονομία είναι ο λαός Ισραήλ, στην Καινή Οικονομία μας αποκαλύπτεται ότι είναι ο Χριστός (Γαλ.γ:16). Έξω από το Χριστό λοιπόν δεν είναι κανείς εκλεγμένος σαν λαός του Θεού. Ο εθνικά ή βιολογικά προσδιορισμένος Ισραήλ μόνο εν Χριστώ μπορεί να θεωρείται εκλεκτός λαός του Θεού. Με την απιστία του αποκόπτει τον εαυτό του από το δέντρο του λαού του Θεού, ενώ μόνο με τη μετάνοια και την πίστη στο Χριστό εγκεντρίζεται και πάλι σε αυτό (Ρωμ.ια:23). Είναι η πίστη και επιστροφή στο Χριστό που αποτελεί και τη γνήσια απόδειξη της εκλογής από το Θεό (Ρωμ.η:28-30). Ο Ιησούς Χριστός δεν δίστασε να πει σε όσους δεν Τον δέχονταν και καυχώταν ότι ήταν τέκνα Αβραάμ ότι δεν ήσαν παρά τέκνα του διαβόλου (Ιωάν.η:42-47). Ο απόστολος Παύλος διακηρύττει ότι «εάν δε ήσθε του Χριστού, άρα είσθε σπέρμα του Αβραάμ και κατά την επαγγελίαν κληρονόμοι» (Γαλ.γ:29). Δεν υπάρχει λοιπόν θέμα απώλειας της κληρονομίας και των υποσχέσεων του Ισραήλ. Δεν ακυρώθηκαν οι επαγγελίες, αλλά εκπληρώνονται προς τον πνευματικό Ισραήλ, τους πιστούς στο Χριστό. Για να είναι κανείς κληρονόμος του Θεού, ο μόνος τρόπος είναι να γίνει συγκληρονόμος του Χριστού (Ρωμ.η:17). «Πάσαι αι επαγγελίαι του Θεού είναι εν αυτώ (τω Χριστώ) το ναι, και εν αυτώ το αμήν, προς δόξαν του Θεού δι' ημών» (Β' Κορ.α:20). Ο Ισραήλ χρειάζεται το Χριστό για να σωθεί, διότι χωρίς Αυτόν δεν είναι Ισραήλ.
Ολοκληρώνοντας αναγνωρίζουμε την ευθύνη και το χρέος της εκκλησίας απέναντι στο λαό Ισραήλ σε σχέση με το μακραίωνο μίσος κατά των Εβραιών. Η εκκλησία θα πρέπει να αποδώσει την οφειλόμενη τιμή και αγάπη στον Ισραήλ προσευχόμενη και εργαζόμενη για τη σωτηρία του. Η προσπάθεια αυτή της προσέγγισης δεν πρέπει ωστόσο να οδηγήσει την εκκλησία να χάσει μπροστά από τα μάτια της την μοναδική αλήθεια, που είναι ο Χριστός. Εκκλησία και σαρκικός Ισραήλ δεν στέκονται μπροστά στο Θεό σαν δύο ισότιμοι λαοί, που Τον πλησιάζουν μέσα από δύο διαφορετικούς δρόμους. Η μόνη επιλογή για τον Ισραήλ είναι να ενσωματωθεί και πάλι στο δικό του δέντρο, να γίνει δηλαδή και αυτός εκκλησία και λαός του Θεού διά της πίστεως στο Χριστό.