Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Πέμπτη 3 Μαΐου 2012

Που πηγαίνουν οι νεκροί;


Η Αγία Γραφή, η οποία μας λέει ότι οι ψυχές των ανθρώπων υπάρχουν μετά το θάνατο, μας λέει και που πηγαίνουν. Πηγαίνουν σε κάποιο τόπο και περιμένουν την ανά­σταση, οπότε θα ενωθούν με το νέο σώμα που θα τους δώσει ο Θεός.
Στην Παλαιά Διαθήκη ο τόπος διαμονής όλων των νεκρών μέχρι την ανάσταση του Χριστού ήταν ο Άδης. Ο Άδης δεν ήταν τόπος βασάνων για όλους τους νεκρούς. Ένα τμήμα του, που ο Χριστός το ονομάζει «Κόλπο του Αβραάμ» (αγκαλιά του Αβραάμ), ήταν τόπος ανάπαυσης και παρηγοριάς. Εκεί πήγαν ο Αβραάμ και οι άγιοι της Παλαιάς Διαθήκης. Εκεί πήγε και ο Λάζαρος (Λουκ.ις:19-31). Το τμήμα αυτό ήταν ο παράδεισος[1] των ψυχών των δίκαιων της Παλαιάς Διαθήκης. Όταν πέθανε ο Χριστός η ψυχή του πήγε εκεί (Πράξ.β:27). Λίγες ώρες αργότερα πήγε εκεί και ο ληστής που μετανόησε, όπως του είχε υποσχεθεί ο Χριστός (Λουκ.κγ:43: «σήμερον[2] θέλεις είσθαι μετ' εμού εν τω παραδείσω»).
Ο Χριστός όμως, σαν Γιος του Θεού, δεν ήταν δυνατό να μείνει εκεί (Πράξ.β:24). Μετά τρεις ημέρες αναστήθηκε παίρνοντας μαζί Του τα κλειδιά του τόπου αυτού, δηλα­δή την εξουσία στο χώρο αυτό (Αποκ.α:18). Από τότε οι νεκροί είναι στη διάθεση του Χριστού, θα τους αναστήσει την ορισμένη ημέρα για να κριθούν.
Το πρώτο πράγμα που έκανε ο Χριστός, καθώς πήρε την εξουσία του Άδη στα χέρια Του, ήταν να μεταφέρει τους ευσε­βείς νεκρούς από τον Άδη στη δική του παρουσία, στον επουρά­νιο παράδεισο (Εφες.δ:8-10). Από τότε οι πιστοί, όταν πεθαίνουν, δεν πηγαίνουν στον Άδη (κόλπο του Αβραάμ) αλλά πηγαίνουν κοντά στο Χριστό (Φιλιπ.α:21-24, Β' Κορ. Ε:6-8).


Γιατί ο Δαβίδ και ο Ιωάννης ο βαπτιστής, δεν πήγαν στον ουρανό;

Για να αποδείξουν οι «Μάρτυρες του Ιεχωβά» ότι όλοι δεν πηγαίνουν στον ουρανό παρά μόνο ελάχιστοι, οι 144.000, ανα­φέρουν παραδείγματα αγίων ανδρών στη Γραφή που δεν πήγαν στον ουρανό, όπως ο Δαβίδ, ο Iώβ και ο Ιωάννης ο βαπτιστής.
Γιατί λοιπόν αυτοί δεν πήγαν στον ουρανό, αφού η Καινή Διαθήκη μας μιλά για μια επουράνια πρόσκληση προς όλους τους πιστούς; Η απάντηση είναι η εξής:
Ο Δαβίδ, ο Ιωάννης βαπτιστής και όλοι οι άγιοι της Πα­λαιάς Διαθήκης δεν πήγαιναν στον ουρανό, γιατί ο δρόμος ήταν κλειστός εξ αιτίας της πτώσης του ανθρώπου και της αμαρτίας. Μετά τη θυσία του Χριστού όμως, όσοι πιστεύουν σ' αυτόν και είναι αναγεννημένα παιδιά Του, πηγαίνουν στον ουρανό. Τώρα πηγαίνει το πνεύμα τους και όταν γίνει η ανάσταση θα πάνε με σώμα επουράνιο.
Το δρόμο προς τον ουρανό τον άνοιξε ο Χριστός με το σταυρικό του θάνατο. Αυτός έγινε η μοναδική οδός που φέρνει τον άνθρωπο στο Θεό, στον ουρανό. Πρόσεξε τι λέγει η Αγία Γραφή:
Ιωάν.δ:6: «Εγώ είμαι η οδός, η αλήθεια και η ζωή, ουδείς έρχεται προς τον Πατέρα ειμή δι' εμού».
Εβρ.ι:19-20: «Έχοντες λοιπόν αδελφοί παρρησιαν να εισελθω­μεν εις τα άγια δια του αίματος του Χριστού, δια νέας και ζώσης οδού την οποίαν καθιέρωσεν, δια του καταπετάσματος, τουτέστιν, της σαρκός αυτού».
Εβρ.θ:8: «Και τούτο, εδηλοποίει το Πνεύμα το Αγιον, ότι δεν ήτο πεφανερωμένη η εις τα άγια οδός, διότι η πρώτη σκηνή ίστατο έτι».
Εβρ.ς:20: «Όπου ο Ιησούς εισήλθεν υπέρ ημών πρόδρομος, γενόμενος αρχιερεύς εις τον αιώνα».
Πρώτα ο Χριστός πήγε και μετά άνοιξε το δρόμο για μας. Ο απόστολος Παύλος ήξερε ότι θα πήγαινε στον ουρανό όταν πέθαινε. Στη Φιλιπ.α:22-24 μας λέει: «Αλλ' εάν το να ζω εν σαρκί συμβάλλη εις καρποφορίαν του έργου μου και τι να εκλέξω δεν γνωρίζω' διότι στενοχωρούμαι υπό των δύο, έχων μεν την επιθυμίαν να αναχωρήσω και να είμαι με τον Χριστόν διότι είναι πολύ πλέον καλήτερον, το να μένω όμως εν τη σαρκί είναι αναγκαιότερον δια σας». Μάλιστα στενοχωριόταν μπρο­στά στο δίλημμα, να πάει κοντά στο Χριστό ή να μείνει στη γη να εργαστεί στο έργο. Αν πίστευε πως θα έσβηνε, όπως λένε οι «Μάρτυρες του Ιεχωβά», δε θα είχε πρόβλημα, θα αγωνιζόταν να μείνει στη γη όσο μπορούσε περισσότερο γιατί μετά θα χανό­ταν. Κάτι τέτοιο όμως δεν πίστευε. Πίστευε ότι θα πήγαινε στον ουρανό, όπως όλοι οι πιστοί, και ότι εκεί είναι πολύ καλύτερα.
Στον ουρανό, ακόμη, βρίσκονται σήμερα όλα τα πνεύματα των νεκρών αγίων της Παλαιάς Διαθήκης. Πριν το Χριστό πή­γαιναν προς τα κάτω, στον «κόλπο του Αβραάμ», σε τόπο ανά­παυσης. Μετά την ανάσταση του Χριστού μετατέθηκαν στον ουρανό και τα βλέπουμε εκεί στην προς Εβρ.ιβ:22-23: «Αλλά προσήλθετε εις όρος Σιών, και εις πόλιν θεού ζώντος, την επουράνιον Ιερουσαλήμ και εις μυριάδας αγγέλων και εις Θεόν κρι­τήν πάντων και εις πνεύματα δικαίων οίτινες έλαβον την τελειότητα».
Εκτός όμως από αυτό, όταν ο απόστολος Πέτρος αναφέρει στο κήρυγμά του στις Πράξ.β:34 ότι «ο Δαβίδ δεν ανέβη στους ουρανούς», εννοεί ότι δεν αναστήθηκε, ώστε να ανέβει στους ουρανούς με το σώμα του σαν άνθρωπος. Και πράγματι, ο Δαβίδ πέθανε και ετάφη (εδ.29). Σα προφήτης όμως, προφή­τεψε για την ανάσταση του Χριστού «ότι δεν εγκατελείφθη η ψυχή αυτού εν τω Άδη, ουδέ η σαρξ αυτού είδε διαφθοράν» (εδ.31). Συγκρίνει δηλαδή ο Πέτρος εδώ τον Δαβίδ με το Χριστό. Ο Χριστός αναστήθηκε και πήγε στον ουρανό, ενώ ο Δαβίδ πέθανε και δεν ανέβηκε στον ουρανό σαν άνθρωπος. Είναι μια σωστή σκέψη, που με κανένα τρόπο δεν ακυρώνει το λόγο του Θεού, που σε άλλα σημεία τονίζει, ότι οι πιστοί όταν πεθαίνουν πηγαίνουν σαν πνεύματα να είναι με το Χριστό, που είναι πολύ καλύτερο. Μέσα στα πνεύματα αυτά των δικαίων είναι και το πνεύμα του Δαβίδ κοντά στο Χριστό (Εβρ.ιβ:23).
           
Οι Άγιοι της Παλαιάς Διαθήκης θα πάνε στον ουρανό.

Είναι άξιο προσοχής, ότι η Αγία Γραφή λέει πολύ καθαρά, πως ο Αβραάμ και οι άγιοι της Παλαιάς Διαθήκης θα πάνε κι αυτοί στον ουρανό και θα έχουν επουράνια κληρονομιά μαζί με την Εκκλησία, όταν γίνει η ανάσταση. Όταν πέθαναν δεν πήγαν στον ουρανό, γιατί ήταν κλειστή η οδός τότε, λόγω της πτώσης του ανθρώπου. Τώρα όμως (μετά την ανάσταση του Χριστού) βρίσκονται κοντά στο Χριστό σαν πνεύματα (Εβρ.ιβ:23) και όταν γίνει η ανάσταση θα πάνε εκεί και σαν αναστημένοι άν­θρωποι.
Εβρ.ια:8-10: «Δια πίστεως υπήκουσεν ο Αβραάμ...κατοικήσας εν σκηναίς...διότι περιέμενε την πόλιν την έχουσαν τα θεμέλια, της οποίας τεχνίτης και δημιουργός είναι ο Θεός).
Εβρ.ια:13-16: «Εν πίστει απέθανον ούτοι πάντες μη λαβόντες τας επαγγελίας...διότι οι λέγοντες τοιαύτα, δεικvύουσιν ότι ζητούσι πατρίδα. Και εάν ενεθυμούντο εκείνην εξ ης εξήλθον, ήθελον ευρεί καιρό να επιστpέψωσι. Τώρα όμως επιθυμούσι καλητέραν, τουτέστιν ΕΠΟΥΡΑΝΙΟΝ, δια τούτο ο Θεός δεν επαισχύνεται αυτούς, να λέγη­ται Θεός αυτών, διότι ητοίμασεν δι' αυτούς πόλιν».
Η επουράνια πατρίδα που ζητούσαν και περίμεναν οι άγιοι της Παλαιάς Διαθήκης, είναι η πόλη που ετοίμασε γι' αυτούς ο Θεός και η πόλη αυτή είναι η «επουράνια Ιερουσαλήμ» (Εβρ.ιβ:22, Αποκ.κα:9-14). Μάλιστα στην Αποκ.κα:12 αναφέρεται ότι στους δώδεκα πυλώνες της πόλης αυτής είναι γραμμένα τα ονόματα των δώδεκα φυλών του Ισραήλ, πράγμα που δείχνει ότι και οι άγιοι της Παλαιάς διαθήκης έχουν μερίδα και θέση στην επουράνια αυτή κληρονομιά.
Η κληρονομιά αυτή είναι για όλους τους αγιασμένους, για όλο το λαό του Θεού: Πράξ.κς:18 «...δια να λάβωσιν άφεσιν αμαρτιών και κληρονομίαν μεταξύ πάντων των αγιασμένων, δια της εις εμέ πίστεως».
Και είναι κληρονομιά επουράνια όχι επίγεια:
Κολ.α:12 «'Εκαμεν ημάς αξίους της μερίδος, του κλήρου (κληρονο­μιάς), των αγίων εν τω φωτί»,
Ρωμ.η:17 «Εάν δε τέκνα και κληρονόμοι, κληρονόμοι μεν θεού, συγκληρονόμοι δε Χρι­στού»,
Α’ Πέτρ.α:4 «Ανεγέννησεν ημάς εις ελπίδα ζώσαν, εις κληρονομίαν άφθαρτον,..πεφυλαγμένην εν τοις ουρανοίς δι' ημάς».
Ότι οι Άγιοι της Παλαιάς Διαθήκης δε θα αναστηθούν σε φυσική, γήινη ζωή, αλλά σε πνευματική και επουράνια, φαίνεται καθαρά από τα λόγια του Χριστού στο Λουκ.κ:34-36. Ο Χρι­στός απαντά στην ερώτηση των Σαδδουκαίων (Λουκ.κ:27-33) οι οποίοι τον ρώτησαν, ποιανού θα είναι στην ανάσταση η γυναί­κα, που είχε παντρευτεί με τη σειρά επτά αδέλφια από το λαό Ισραήλ. Ο Χριστός απάντησε, ότι «όσοι καταξιωθούν να απολαύ­σουν εκείνον τον αιώνα και την εκ νεκρών αναστασιν, ούτε νυμ­φεύουσιν, ούτε νυμφεύονται. διότι ούτε να αποθάνωσι πλέον δύ­νανται, επειδή είναι ισάγγελοι, και είναι υιοί του Θεού, όντες υιοί της αναστάσεως» (εδ. 35-36).
Οι Σαδδουκαίοι ρώτησαν, πώς θα είναι η ζωή μετά την ανάσταση των επτά αυτών αδελφών από το λαό Ισραήλ και ο Κύριος απάντησε, πως η ζωή τους θα είναι πνευματική, ίδια με των αγγέλων. Δε θα είναι φυσική, υλική και γήινη με κοινωνικές ανθρώπινες συνήθειες, γιατί κι αυτοί θα είναι «υιοί του Θεού», όπως όλοι οι αναστημένοι πιστοί, είτε της Παλαιάς είτε της Καινής Διαθήκης.
Εβρ.ια:39-40 Καί ούτοι πάντες άν καί έλαβον καλήν μαρτυρίαν διά τής πίστεως, δέν απήλαυσαν τήν επαγγελίαν, διότι ο Θεός προέβλεψε καλύτερόν τι περί ημών, διά νά μή λάβωσι τήν τελειότητα χωρίς ημών.

Το συμπέρασμα λοιπόν είναι, ότι και οι άγιοι της Παλαιάς Διαθήκης θα έχουν πνευματική και επουράνια ζωή μετά την ανά­σταση.



[1] «Παράδεισος» είναι περσική λέξη και σημαίνει «περιφραγμένος κήπος», τόπος ευτυχίας και ανάπαυσης. Αρχικά ο Θεός φύτεψε ένα τέτοιο κήπο (παράδει­σο) στη γη για χάρη του Αδάμ. Αυτός βρισκόταν στην περιοχή της Μεσοποταμίας, στο σημερινό Ιράκ (Γέν.β:8-14) και είναι γνωστός σαν «κήπος της Εδέμ». Με την πτώση του ανθρώπου και την επικράτηση της φθοράς στην κτήση, ο παράδεισος αυτός καταστράφηκε. Στη συνέχεια, η Γραφή κάνει λόγο και για άλλους δύο «παραδείσους», α) για τον «κόλπο του Αβραάμ», που ήταν ο παράδεισος των ψυχών στην Παλαιά Διαθήκη, και β) για τον παράδεισο που βρίσκεται στον τρίτο ουρανό κοντά στο Θεό (Β’ Κορ.ιβ:2-4, Αποκ.β:7). Ακόμη αναφέρει, ότι με την έλευση του Χριστού η γη αυτή θα ανακαινιστεί και θα γίνει «σαν παράδεισος» (Ης.να:1-3).

[2] Το «σήμερον» αναφέρεται στο «θέλεις είσθαι μετ εμού» και όχι στο «σοι λέγω». Ο Χριστός ποτέ δεν έλεγε, «αληθώς σας λέγω σήμερον». Εξάλλου το ρήμα «λέγω» είναι χρόνος ενεστώτας και περιέχει την έννοια του σήμερον. Αυτό που είπε ο Χριστός στο ληστή ήταν, ότι εκείνη την ημέρα που και οι δυο θα πέθαιναν, θα πήγαιναν στον ίδιο τόπο, στον κόλπο του Αβραάμ, στον παρά­δεισο των ψυχών της Παλαιάς Διαθήκης, που ήταν ένα τμήμα του Άδη.