Λες πως αγαπάς τον Χριστό.
Για να το λες φαίνεται πως το πιστεύεις.
Δεν ξέρω πώς έφτασες στο σημείο αυτό, να πιστεύεις, να νομίζεις, να
φαντάζεσαι, πως αγαπάς τον Χριστό. Είναι τόσο εύκολο να ξεγελούμε τον εαυτό
μας. Μήπως αγαπάς τον Θεόν, γιατί άκουσε και ακούει τις προσευχές σου και σου
παραστέκεται στις δύσκολες ώρες;
Μήπως αγαπάς τον Θεόν, γιατί σου έδωσε ειρήνη και ανάπαυση μέσα στη ζωή
σου;
Μήπως αγαπάς τον Θεόν, γιατί σου μίλησε για ουρανό και για μια θέση που σου
έχει ετοιμάσει εκεί πάνω;
Μήπως αγαπάς τον Θεόν γιατί μπορείς να κοιμάσαι ήσυχος, ξέροντας
πως το μέλλον σου είναι εξασφαλισμένο κοντά Του;
Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε πολλά
«μήπως» αυτής της κατηγορίας. Είναι όλα πραγματικά. Αληθινά.
Μα τότε έρχεται το ερώτημα. Ποιον
αγαπάμε; Τον Θεό, ή αυτά που μας δίνει ο Θεός; Αν Τον αγαπάμε γι' αυτά που μας
δίνει τότε αγαπάμε τα δώρα του. Και ακόμη χειρότερο. Τότε, αποδεικνύεται, πως
αγαπάμε τον εαυτό μας. Και κοροϊδεύουμε τον εαυτό μας πως αγαπάμε τον Θεό.
Εάν αγαπούσες τον Θεό ανεξάρτητα
από αυτά που σου έδωσε ή δεν σου έδωσε.
Εάν αγαπούσες τον Θεό ανεξάρτητα
από αυτά που σου υπόσχεται να σου δώσει.
Εάν αγαπούσες τον Θεό για ότι
είναι στο βάθος της ύπαρξής Του. Κάποιος έλεγε αν αγαπούσες τον Θεό «γυμνό» από
τα όσα πήρες ή ελπίζεις, τότε πραγματικά, θα μπορούσες να ισχυριστείς, πως
αληθινά αγαπάς τον Θεό.
Αν η αγάπη σου, γι’ Αυτόν δεν
επηρεαζότανε από τα θετικά η αρνητικά αποτελέσματα της σχέσης σου μαζί Του.
Αν και όταν η τσέπη είναι άδεια
και είσαι κατάκοιτος στο κρεβάτι και σ' άφησε το παιδί σου άκαρδα, και πολλά
άλλα και εσύ εξακολουθείς να χαμογελάς και να νιώθεις αγαλλίαση στη σκέψη σου,
στη θύμηση και ψηλάφηση του προσώπου του, έ τότε. . . Τον αγαπάς πραγματικά.
Αν και όταν στην προσευχή σου σε
πιάνουν δάκρυα, γιατί πλημμυρίζει επικίνδυνα η καρδιά σου από χαρά που μιλάς με
το αγαπημένο πρόσωπο Του.
Αν και όταν θυμώνεις με τον εαυτό
σου γιατί πέρασαν κάποια λεφτά της ώρας, που δεν σκεφτόσουν τον Θεό, αλλά η
σκέψη σου απίστησε παρασέρνοντας σε σε άλλες περιοχές των βιοτικών, τότε πραγματικά
Τον αγαπάς.
Αν και όταν σκιρτάς σαν το μικρό
το αρνάκι στη σκέψη πως θα φύγεις και θα πας να Τον συναντήσεις έστω και αν
αυτό θα γίνει από μια γέφυρα οδυνηρού θανάτου, έ τότε Τον αγαπάς πραγματικά.
Τότε είσαι ευτυχισμένος. Τότε
έχεις πληρότητα. Τότε πρέπει να σε ζηλεύουν όλοι.
Τότε τα βέλη, τα οποιαδήποτε
βέλη, δεν σε πιάνουν. Είσαι απόρθητος. Είσαι κάποιος που αγαπάει τον Θεό. Είσαι
ασφαλής και κάτι παραπάνω από ευτυχισμένος.