Ελεύθεροι από το
Νόμο
Το κεφ.ς, διδάσκει ότι οι Χριστιανοί δεν πρέπει να
συνεχίσουν να αμαρτάνουν, το κεφ.ζ δείχνει ότι αυτό δεν μπορεί να ολοκληρωθεί
αν εξαρτάται από το νόμο ή τη σάρκα.
Ρωμ.ζ:1.
Το κεφάλαιο αρχίζει μ’ ένα «ή». Το Ρωμ.ς:14 μας βεβαιώνει
ότι οι Χριστιανοί δεν είναι υπό Νόμο, και το Ρωμ.ζ:1 παίρνει αυτή τη σκέψη ξανά
για να αποδείξει την αλήθεια της. Το επιχείρημα απευθύνεται σε όσους γνωρίζουν
το Νόμο. Αν αυτό σημαίνει το Νόμο του Μωυσή, τότε η Ρωμαϊκή εκκλησία προφανώς
είχε πολλούς Εβραίους που είχαν πιστέψει και Εθνικούς που φοβόταν το Θεό. Σε
κάθε περίπτωση, μια γενική αρχή του Νόμου είναι ότι ο Νόμος ελέγχει τη ζωή
κάποιου μόνο όσο είναι ζωντανός. Δεν έχει καμία εξουσία μετά το θάνατο.
Ρωμ.ζ:2.
Για να το διευκρινίσει, τα εδάφια 2-4 χρησιμοποιούν μια
αναλογία με το γάμο. Στο σχέδιο του Θεού, ο γάμος διακόπτεται μόνο, με το
θάνατο. Ο όρκος του γάμου δένει τον άντρα και τη γυναίκα μαζί για όσο διάστημα
ζουν, το διαζύγιο δεν είναι στο θέλημα του Θεού (Μαλ.β:13-16, Μάρκ.ι:1-12,
Λουκ.ις:18, Α’ Κορ.ζ:39).
Ρωμ.ζ:3.
Έτσι, αν μια γυναίκα παντρευτεί έναν άλλον άντρα, ενώ ο
σύζυγός της ακόμα ζει, αυτή παραβιάζει το νόμο του Θεού, και γίνεται μοιχαλίδα.
Αν συζευχθεί με άλλον άνδρα αφού ο πρώτος της σύζυγος πεθάνει, τότε είναι ηθικά
καθαρή στα μάτια του Θεού. Ο πρωταρχικός σκοπός δεν είναι να διδάξει σχετικά με
το γάμο αλλά να χρησιμοποιήσει ένα γνωστό γεγονός σχετικά με το νόμο του Θεού
για το γάμο – «ο γάμος είναι δεσμευτικός μέχρι το θάνατο, όχι περισσότερο» -
για να απεικονίσει την ελευθερία μας από το Νόμο.
Ρωμ.ζ:4
Εδώ το εφαρμόζει πνευματικά. Είμαστε η σύζυγος, ο Νόμος ήταν
ο πρώτος μας σύζυγος, και ο αναστημένος Χριστός είναι ο δεύτερος σύζυγός μας.
Όσο διάστημα ζούσαμε χωρίς αναγέννηση ήμασταν δεμένοι με το Νόμο. Ωστόσο, όταν
ταυτιστήκαμε με το θάνατο του Χριστού, εμείς πεθάναμε ως προς το Νόμο. Ο Νόμος
δεν έχει πλέον καμία εξουσία πάνω μας, μετά το θάνατο μας στη μετάνοια. Κατά
την αναγέννηση, λοιπόν, είμαστε ελεύθεροι να παντρευτούμε τον αναστημένο
Χριστό, και με αυτόν τον τρόπο γινόμαστε ικανοί να φέρουμε πνευματικούς καρπούς
στο Θεό.
Η ερμηνεία αυτής της αναλογίας λέει ότι η γυναίκα πέθανε ενώ
το εδ.2 είναι ο σύζυγος που πεθαίνει. Κατά συνέπεια, κάποιοι λένε ότι ο πρώτος
σύζυγος, είναι «ο παλαιός άνθρωπος» της Ρωμ.ς:6 – ο μη αναγεννημένος, ο παλιός
τρόπος ζωής, η κατεξουσία της αμαρτίας - και η γυναίκα είναι ο εσωτερικός
άνθρωπος, ο αληθινός εαυτός. Η απαραίτητη γνώση της αμαρτίας προέρχεται από το
Νόμο, και δεδομένου ότι ο Νόμος ήταν αναγκαίος για τον παλαιό άνθρωπο και γι’
αυτόν μόνο, ο θάνατος του παλαιού ανθρώπου κατά την αναγέννηση, έχει να κάνει
με το θάνατο του Νόμου. Ο πρώτος σύζυγο (παλαιός άνθρωπος και Νόμος) πέθανε,
έτσι είμαστε ελεύθεροι να παντρευτούμε κάποιον άλλο. Η πρώτη εξήγηση φαίνεται
καλύτερη, επειδή τα εδ.4&6 και τα δύο λένε ότι εμείς πεθάναμε και επειδή
αυτή η ενότητα θέλει να εδραιώσει την ελευθερία από το νόμο – κι όχι απλά να
επαναλάβει τη σκέψη του κεφαλαίου (ελευθερία από την αμαρτία).
Ανεξάρτητα από την ακριβή εφαρμογή της αναλογίας, το βασικό
σημείο είναι καθαρό: με το θάνατο του Ιησού και την ταύτισή μας με αυτόν (το
θάνατο), έχουμε πεθάνει ως προς το Νόμο. Εφόσον είμαστε νεκροί ως προς την
αμαρτία και το Νόμο, είμαστε ελεύθεροι κι απ’ την μία κι απ’ τον άλλο, ενωμένοι
πλέον με τον ζωντανό Χριστό.
Ρωμ.ζ:5
Πριν ενωθούμε με το Χριστό, ήμασταν «της σαρκός», που
σημαίνει ότι ελεγχόμασταν από τη σάρκα ή την αμαρτωλή μας φύση. Ο Νόμος
καταδίκαζε την αμαρτία, αλλά οι απαγορεύσεις του στην πραγματικότητα αφύπνιζαν
τις αμαρτωλές επιθυμίες μέσα μας. Αυτές οι επιθυμίες εργαζόταν μέσα μας και παρήγαγαν
αμαρτωλές συμπεριφορές. Το τελικό αποτέλεσμα αυτής της αμαρτίας είναι θάνατος.