Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Τετάρτη 7 Σεπτεμβρίου 2016

Ευθανασία

Η Αγία Γραφή δεν αναφέρει τίποτα συγκεκριμένα για την ευθανασία, αλλά αντιμετωπίζει ζητήματα που συνδέονται στενά με αυτήν.  Ευθανασία είναι η πράξη βοήθειας κάποιου να πεθάνει λόγω ανίατης αρρώστιας, φοβερής δοκιμασίας και αβάσταχτου πόνου. Ο στόχος της υποβοηθούμενης αυτοκτονίας είναι να αποτρέψει τη συνέχιση του πόνου.


Η Βίβλος μας λέει ότι δεν μας επιτρέπεται να φονεύσουμε (Έξοδ.κ:13).  Τεχνικά μιλώντας, αν ένα έθνος πει ότι η ευθανασία είναι νόμιμη, τότε σε ανθρώπινο επίπεδο δεν είναι δολοφονία. Αλλά καθώς οι κοινωνίες συχνά νομοθετούν ηθικά ζητήματα σε αντίφαση με την Αγία Γραφή, μόνο και μόνο επειδή μια κοινωνία μπορεί να πει ότι η ευθανασία είναι καλή, αυτό δεν σημαίνει ότι είναι. Πρέπει να πειθαρχώμεν εις τον Θεόν μάλλον παρά εις τους ανθρώπους (Πράξ.ε:29).

Γίναμε κατά την εικόνα του Θεού (Γεν.α:26), και είναι ο Κύριος ο Θεός που μας δίνει τη ζωή (Ιώβ λγ:4) και έχει μετρημένες τις μέρες μας (Ιώβ ιδ:5).  Αυτό σημαίνει ότι ο Θεός είναι ο κυρίαρχος Κύριος που καθορίζει την ημέρα που θα πεθάνουμε. Επομένως, εμείς δεν μπορούμε να σφετεριστούμε αυτή την εξουσία του Θεού.

Στην Αγία Γραφή... 

Όταν ο Ιώβ βρίσκεται κάτω από μεγάλη καταπόνηση, θλίψη και αφόρητο πόνο, η σύζυγός του, του λέει «Έτι κρατείς την ακεραιότητά σου; Βλασφήμησον τον Θεόν και απόθανε!» «Ο δε είπε προς αυτήν, Ελάλησας ως λαλεί μία εκ των αφρόνων γυναικών· τα αγαθά μόνον θέλομεν δεχθή εκ του Θεού, και τα κακά δεν θέλομεν δεχθή; Εν πάσι τούτοις δεν ημάρτησεν ο Ιώβ με τα χείλη αυτού» (Ιώβ β:9-10). 

Βασικά, η γυναίκα του Ιώβ ήθελε την ευθανασία για τον άντρα της για να γλυτώσει από τον πόνο (και ίσως το βάρος της φροντίδας του), αλλά ο Ιώβ αρνήθηκε να το κάνει και έτσι δεν αμάρτησε.

Εβρ.θ:27 Και καθώς είναι αποφασισμένον εις τους ανθρώπους άπαξ να αποθάνωσι, μετά δε τούτο είναι κρίσις,

Η Βίβλος μας λέει ότι ο Θεός ορίζει πότε θα πεθάνει κάθε άνθρωπος.  Η υποβοηθούμενη αυτοκτονία είναι ουσιαστικά, μια προσπάθεια να αρνηθούμε το κυρίαρχο δικαίωμα του Θεού να ορίσει ποιος θα πεθάνει και πότε. Πρέπει να προσέξουμε να μην πάρουμε στα χέρια μας το δικαίωμα που ανήκει μόνο στον Θεό.

Δεν υπάρχει τίποτα στην Αγία Γραφή που να μας λέει ότι πρέπει να κάνουμε ό, τι μπορούμε για να κρατήσουμε κάποιον ζωντανό για όσο το δυνατόν περισσότερο. Έτσι, δεν είμαστε υποχρεωμένοι να παρατείνουμε τη ζωή κάποιου που υποφέρει. Αν κάποιος πάσχει από ανίατη ασθένεια και πονάει αφόρητα, θα πρέπει να φροντίσουμε ώστε το άτομο αυτό να είναι όσο πιο άνετα γίνεται, κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας του θανάτου. Εμείς δεν πρέπει να επισπεύσουμε το θάνατό του. Αντ’ αυτού, θα πρέπει να αφήσουμε το θάνατο να έχει τη φυσική του πορεία, καταβάλλοντας κάθε προσπάθεια για την άνεση αυτού που πάσχει. Καθένας που αντιμετωπίζει αυτό το ζήτημα, θα πρέπει να προσεύχεται στο Θεό για σοφία (Ιάκ.α:5).

Τέλος, όπως και σε τόσα πολλά πράγματα στον κόσμο, όταν γίνεται ένας μικρός συμβιβασμός, τελικά επιτρέπονται πολλές αδικίες. Αν η ευθανασία επιτρέπεται σύμφωνα με συναισθηματικές και ηθικές αξιώσεις ότι είναι το καλύτερο για το άτομο, τι θα εμποδίσει την κυβέρνηση να προχωρήσει στον καθορισμό του ποιος άλλος πρέπει να πεθάνει;

Μπορεί να επεκταθεί ο ορισμός της ευθανασίας και να συμπεριλάβει εκείνους που υποφέρουν από χρόνια κατάθλιψη, ή απλά δεν τους αρέσει να ζουν ή δεν είναι παραγωγικοί στην κοινωνία.  Πρέπει να αναρωτηθούμε, αν ανοίξει η πόρτα να σκοτώνονται οι ανθρώπους στα γηρατειά τους, μπορεί ποτέ να κλείσει ξανά;

Σκεφτείτε το. Το ξεκίνημα της ζωής είναι τώρα ανοικτό στην καταστροφή με την έκτρωση, και τώρα μελετάται για καταστροφή και το τέλος της ζωής με την ευθανασία.  Όπως μια μέγγενη, που κλείνει και από τα δύο μέρη!

Αυτή η εστίαση σχετικά με το θάνατο σαν μια απάντηση για τα προβλήματα του κόσμου είναι μια απόλυτη αντιστροφή του βιβλικού πρότυπου. Ο θάνατος είναι ο εχθρός (Α’ Κορ.ιε:26). Η ζωή είναι ένα άγιο δώρο από τον Θεό (Γέν.β:7). Όταν δίνεται η επιλογή μεταξύ ζωής και θανάτου, ο Θεός είπε στον Ισραήλ «εκλέξατε την ζωήν» (Δευτ.λ:19). Η Ευθανασία απορρίπτει το δώρο και αγκαλιάζει την κατάρα.

Α’ Κορ.ς:19-20 Η δεν εξεύρετε ότι το σώμα σας είναι ναός του Αγίου Πνεύματος του εν υμίν, το οποίον έχετε από Θεού, και δεν είσθε κύριοι εαυτών; Διότι ηγοράσθητε διά τιμής· δοξάσατε λοιπόν τον Θεόν διά του σώματός σας και διά του πνεύματός σας, τα οποία είναι του Θεού.

Εκκλ.ζ:17 Μη γίνου κακός παραπολύ, και μη έσο άφρων· διά τι να αποθάνης προ του καιρού σου;

Εκκλ.γ:1-2 Χρόνος είναι εις πάντα, και καιρός παντί πράγματι υπό τον ουρανόν. Καιρός του γεννάσθαι και καιρός του αποθνήσκειν· καιρός του φυτεύειν και καιρός του εκριζόνειν το πεφυτευμένον·

Έξοδ.κ:13 Μη φονεύσης.

Εκκλ.η:8 Δεν υπάρχει άνθρωπος έχων εξουσίαν επί του πνεύματος, ώστε να εμποδίζη το πνεύμα· ουδέ έχων εξουσίαν επί της ημέρας του θανάτου· και εν τω πολέμω δεν είναι αποφυγή· και η ασέβεια δεν θέλει ελευθερώσει τους έχοντας αυτήν.

Γέν.θ:6 όστις χύση αίμα ανθρώπου, υπό ανθρώπου θέλει χυθή το αίμα αυτού· διότι κατ' εικόνα Θεού εποίησεν ο Θεός τον άνθρωπον·

Α’ Κορ.γ:16-17 Δεν εξεύρετε ότι είσθε ναός Θεού και το Πνεύμα του Θεού κατοικεί εν υμίν; Εάν τις φθείρη τον ναόν του Θεού, τούτον θέλει φθείρει ο Θεός· διότι ο ναός του Θεού είναι άγιος, όστις είσθε σεις.

Εκκλ.γ:1-3 Χρόνος είναι εις πάντα, και καιρός παντί πράγματι υπό τον ουρανόν. Καιρός του γεννάσθαι και καιρός του αποθνήσκειν· καιρός του φυτεύειν και καιρός του εκριζόνειν το πεφυτευμένον· καιρός του αποκτείνειν και καιρός του ιατρεύειν· καιρός του καταστρέφειν και καιρός του οικοδομείν·

Ρωμ.ε:3-5 Και ουχί μόνον τούτο, αλλά και καυχώμεθα εις τας θλίψεις, γινώσκοντες ότι θλίψις εργάζεται υπομονήν, η δε υπομονή δοκιμήν, η δε δοκιμή ελπίδα, η δε ελπίς δεν καταισχύνει, διότι αγάπη του Θεού είναι εκκεχυμένη εν ταις καρδίαις ημών διά Πνεύματος Αγίου του δοθέντος εις ημάς.

Α’ Κορ.ι:13 Πειρασμός δεν σας κατέλαβεν ειμή ανθρώπινος· πιστός όμως είναι ο Θεός, όστις δεν θέλει σας αφήσει να πειρασθήτε υπέρ την δύναμίν σας, αλλά μετά του πειρασμού θέλει κάμει και την έκβασιν, ώστε να δύνασθε να υποφέρητε.

Ιώβ α:21 και είπε, Γυμνός εξήλθον εκ κοιλίας μητρός μου και γυμνός θέλω επιστρέψει εκεί· ο Κύριος έδωκε και ο Κύριος αφήρεσεν· είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον.

Γέν.θ:5-6 και εξάπαντος το αίμα σας, το αίμα της ζωής σας, θέλω εκζητήσει εκ της χειρός παντός ζώου θέλω εκζητήσει αυτό, και εκ της χειρός του ανθρώπου· εκ της χειρός παντός αδελφού αυτού θέλω εκζητήσει την ζωήν του ανθρώπου· όστις χύση αίμα ανθρώπου, υπό ανθρώπου θέλει χυθή το αίμα αυτού· διότι κατ' εικόνα Θεού εποίησεν ο Θεός τον άνθρωπον·

Ματθ.ια:28 Έλθετε προς με, πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, και εγώ θέλω σας αναπαύσει.

Ιερ.κθ:11 Διότι εγώ γνωρίζω τας βουλάς τας οποίας βουλεύομαι περί υμών, λέγει Κύριος, βουλάς ειρήνης και ουχί κακού, διά να δώσω εις υμάς το προσδοκώμενον τέλος.

Β’ Κορ.ε:10 Διότι πρέπει πάντες να εμφανισθώμεν έμπροσθεν του βήματος του Χριστού, διά να ανταμειφθή έκαστος κατά τα πεπραγμένα διά του σώματος καθ' α έπραξεν, είτε αγαθόν είτε κακόν.

Γέν.β:7 Και έπλασε Κύριος ο Θεός τον άνθρωπον από χώματος εκ της γης. και ενεφύσησεν εις τους μυκτήρας αυτού πνοήν ζωής, και έγεινεν ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν.

Ιώβ ιβ:10 Εν τη χειρί του οποίου είναι ψυχή πάντων των ζώντων και η πνοή πάσης ανθρωπίνης σαρκός.

Ψαλμ.ρλθ:16 Το αδιαμόρφωτον του σώματός μου είδον οι οφθαλμοί σου· και εν τω βιβλίω σου πάντα ταύτα ήσαν γεγραμμένα, ως και αι ημέραι καθ' ας εσχηματίζοντο, και ενώ ουδέν εκ τούτων υπήρχε·

Ψαλμ.λθ:4 Κάμε γνωστόν εις εμέ, Κύριε, το τέλος μου και τον αριθμόν των ημερών μου, τις είναι, διά να γνωρίσω πόσον έτι θέλω ζήσει.

Ψαλμ.λς:9 Διότι μετά σου είναι η πηγή της ζωής· εν τω φωτί σου θέλομεν ιδεί φως.

Παρ.ιθ:21 Είναι πολλοί λογισμοί εν τη καρδία του ανθρώπου· η βουλή όμως του Κυρίου, εκείνη θέλει μένει.

Α’ Πέτρ.ε:7 και πάσαν την μέριμναν υμών ρίψατε επ' αυτόν, διότι αυτός φροντίζει περί υμών.

Γέν.α:26 Και είπεν ο θεός, Ας κάμωμεν άνθρωπον κατ' εικόνα ημών, καθ' ομοίωσιν ημών· και ας εξουσιάζη επί των ιχθύων της θαλάσσης και επί των πετεινών του ουρανού και επί των κτηνών και επί πάσης της γης και επί παντός ερπετού, έρποντος επί της γης.

 
Γιατί αξίζει να ζούμε: Τι μας διδάσκει η Γραφή;

Καθώς ασχολούμαστε με το ζήτημα της ευθανασίας και της υποβοηθούμενης από τον γιατρό αυτοκτονίας, δεν αρκεί να καταλάβουμε τι συμβαίνει στον κόσμο γύρω μας, αλλά πρέπει επίσης να κατανοήσουμε τι διδάσκει η Αγία Γραφή ξεκάθαρα για τη ζωή, το θάνατο, τον πόνο, την ταλαιπωρία, και την αξία κάθε ανθρώπινης ζωής.

Πρώτο, η Αγία Γραφή διδάσκει ότι είμαστε δημιουργημένοι κατά την εικόνα του Θεού και ως εκ τούτου, κάθε ανθρώπινη ζωή είναι ιερή (Γέν.α:26). Στον Ψαλμ.ρλθ:13-16 μαθαίνουμε ότι καθένας μας είναι φοβερώς και θαυμασίως πλασμένος. Ο ίδιος ο Θεός μας περιετύλιξε εν τη κοιλία της μητρός μας. Πρέπει να είμαστε πολύ σημαντικοί γι’ Αυτόν, εάν έχει φροντίσει τόσο πολύ για να μας φέρει σε ύπαρξη.

Δεύτερο, η Αγία Γραφή είναι πολύ σαφής ότι ο Θεός είναι κυρίαρχος της ζωής, του θανάτου και της κρίσης.

Στο Δευτ.λβ:39 ο κύριος λέει, «Ίδετε τώρα ότι εγώ, εγώ είμαι, και δεν είναι Θεός πλην εμού· εγώ θανατόνω και ζωοποιώ· εγώ πληγόνω και ιατρεύω· και δεν υπάρχει ο ελευθερών εκ της χειρός μου».

Τρίτο, το να βοηθήσεις κάποιον στην αυτοκτονία είναι σαν να διαπράττεις φόνο που αναμφισβήτητα απαγορεύεται από τον Θεό (Έξοδ.κ:13).

Τέταρτο, οι σκοποί του Θεού είναι πέρα από την κατανόησή μας. Συχνά προσφεύγουμε στον Θεό για να ρωτήσουμε γιατί μας συνέβη κάποια τραγωδία (σ’ εμάς ή σε κάποιον που γνωρίζουμε). Ακούστε όμως την απάντηση του Ιώβ στον Κύριο (μβ:2-3):

Εξεύρω ότι δύνασαι τα πάντα, και ουδείς στοχασμός σου δύναται να εμποδισθή. Τις ούτος ο κρύπτων την βουλήν ασυνέτως; Εγώ λοιπόν προέφερα εκείνο, το οποίον δεν ενόουν. Πράγματα υπερθαύμαστα δι' εμέ, τα οποία δεν εγνώριζον.

Ξεχνάμε ότι τα μυαλά μας είναι πεπερασμένα και του Θεού είναι άπειρο. Δεν μπορούμε πάντα να περιμένουμε να κατανοήσουμε όλα όσα είναι ο Θεός. Να πιστεύω ότι μπορώ να προχωρήσω στο σημείο να πω ότι κάποιος δεν αξίζει πλέον να ζει, απλά δεν είναι δική μου απόφαση. Μόνο ο Θεός ξέρει πότε είναι η ώρα. Στον Ησαΐα νε:8-9 ο κύριος δηλώνει, «Διότι αι βουλαί μου δεν είναι βουλαί υμών ουδέ οδοί υμών αι οδοί μου, λέγει Κύριος. Αλλ' όσον είναι υψηλοί οι ουρανοί από της γης, ούτως αι οδοί μου είναι υψηλότεραι των οδών υμών και αι βουλαί μου των βουλών υμών».

Πέμπτο, τα σώματά μας ανήκουν στο Θεό ούτως ή άλλως. Ο Παύλος μας θυμίζει στην Α’ Κορινθίους ς:15,19 ότι είμαστε μέλη του σώματος του Χριστού και ότι έχουμε αγοραστεί με τιμή. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να δοξάζουμε τον Θεό με το σώμα μας. Ο μόνος που λαμβάνει δόξα, όταν κάποιος ζητά ιατρικά υποβοηθούμενη αυτοκτονία δεν είναι ο Θεός, ούτε ο γιατρός, ακόμη ούτε η οικογένεια, αλλά ο ασθενής που θέλει να αντιμετωπίσει «αξιοπρεπώς» τις πραγματικότητες της ζωής. Δεν υπάρχει καμία δόξα για τον Θεός σε μια τέτοια απόφαση. Ο «αξιοπρεπής θάνατος» εξακολουθεί να είναι ο θάνατος και η «υποβοηθούμενη αυτοκτονία» εξακολουθεί να είναι αυτοκτονία, και η αυτοκτονία είναι λάθος.

Τελικά, οι δοκιμασίες μας οδηγούν πιο κοντά στον Θεό. Όσο αφορά στη διαμάχη για την ευθανασία, ακούστε τα λόγια του Παύλου στην Β’ Κορ.α:8:

Διότι δεν θέλομεν να αγνοήτε, αδελφοί, περί της θλίψεως ημών, ήτις συνέβη εις ημάς εν τη Ασία, ότι καθ' υπερβολήν εστενοχωρήθημεν υπέρ δύναμιν, ώστε απηλπίσθημεν και του ζήν·

Πράγματι, στις καρδιές μας νιώσαμε την ποινή του θανάτου. Αλλά αυτό συνέβη διά να μη έχωμεν την πεποίθησιν εις εαυτούς, αλλ' εις τον Θεόν τον εγείροντα τους νεκρούς.

Όχι μόνο αναστήνει τους νεκρούς, αλλά δεν υπάρχει τίποτα που μπορεί να μας χωρίσει από την αγάπη Του (Ρωμ.η:38).