Ορισμός της σώζουσας πίστης
Επειδή πολλοί έχουν ερμηνεύσει τη διδασκαλία της δικαίωσης δια πίστεως με τέτοιο τρόπο που να σημαίνει «μια εύκολη πίστη», είναι σημαντικό, όπως έχουν τα πράγματα, να εξηγήσουμε καθαρά ποια είναι η σώζουσα πίστη σύμφωνα με την Καινή Διαθήκη. Έτσι λοιπόν, πολύ σύντομα, θα εδραιώσουμε κάποια θέματα κλειδιά που έχουν να κάνουν με τη σώζουσα πίστη.
Επειδή πολλοί έχουν ερμηνεύσει τη διδασκαλία της δικαίωσης δια πίστεως με τέτοιο τρόπο που να σημαίνει «μια εύκολη πίστη», είναι σημαντικό, όπως έχουν τα πράγματα, να εξηγήσουμε καθαρά ποια είναι η σώζουσα πίστη σύμφωνα με την Καινή Διαθήκη. Έτσι λοιπόν, πολύ σύντομα, θα εδραιώσουμε κάποια θέματα κλειδιά που έχουν να κάνουν με τη σώζουσα πίστη.
(1) Η επιστολή προς Ρωμαίους είναι γραμμένη προς την εκκλησία. Γράφτηκε σε πιστούς που είχαν βαπτιστεί στο νερό και ήταν πλήρεις Πνεύματος Αγίου για να εξηγήσει τη βάση της σωτηρίας τους, κι όχι σε απίστους για να τους μεταπείσει. Δεν χρειαζόταν να γράψει στους Ρωμαίους πιστούς πώς να αναγεννηθούν, αλλά χρειαζόταν να ξέρουν πόσο σημαντική δογματικά ήταν αυτή η εμπειρία τους. Είχαν ήδη αναγεννηθεί δια πίστεως. Για να συνεχίσουν τώρα σ’ αυτή τη σωτηρία, έπρεπε να συνεχίσουν να βαδίζουν δια πίστεως και να μην επιστρέψουν στον Ιουδαϊκό τυπικισμό.
(2) Πίστη, είναι κάτι περισσότερο από μια νοερή συγκατάθεση ή διανοητική αποδοχή. Περιλαμβάνει τις έννοιες της εμπιστοσύνης, εξάρτησης, παράδοσης και υπακοής. Το λεξικό της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας του Ι. Σταματάκου γράφει για το ρήμα πιστεύω:«εμπιστεύομαι, έχω πεποίθηση σε κάτι» και για την πίστη:«αφοσίωση, εμπιστοσύνη, πεποίθηση, βεβαιότητα». Το Ελληνο-αγγλικό λεξικό της Καινής Διαθήκης του Thayer γράφει για το ρήμα πιστεύω:«Χρησιμοποιείται ιδιαίτερα για να φανερώσει την πίστη που ο άνθρωπος αγκαλιάζει τον Ιησού, μια σταθερή πεποίθηση γεμάτη από χαρά κι εμπιστοσύνη ότι ο Ιησούς είναι ο Μεσσίας, Αυτός που παρέχει αιώνια σωτηρία και είσοδο στη Βασιλεία του Θεού κι έχει σχέση με υπακοή στο Χριστό». Το λεξικό της Κ. Διαθήκης του Vine λέει ότι τα κύρια στοιχεία της λέξης πίστη, σε σχέση με το Θεό είναι:(1) μια σταθερή πίστη...(2) μια προσωπική παράδοση... και (3) μια διαγωγή που εμπνέεται απ’ αυτή την παράδοση. (Δες ακόμα τις παρατηρήσεις στο Ρωμ.α:17 και β:6-10, καθώς και τη σημείωση για την περιτομή στο β:25-29).
Η σώζουσα πίστη, λοιπόν, περιλαμβάνει ιδιοποίηση ή εφαρμογή καθώς και αποδοχή. Δεν μπορούμε να την ξεχωρίσουμε απ’ την υπακοή (Πραξ.ς:7, Ρωμ.α:5, β:6-10, ι:16, ις:26, Εβρ.ια:7-8). Η υπακοή στο Λόγο του Θεού είναι απόλυτα αναγκαία για τη σωτηρία (Ματθ.ζ:21-27, Ιωαν.ιδ:15,23, Ρωμ.ιε:18, Β’ Θεσ.α:7-10, Εβρ.ε:9, Α’ Πετρ.δ:17, Α’ Ιωαν.β:3-5, ε:1-3). Η πίστη είναι ζωντανή όταν ανταποκρίνεται, το άτομο παραδίδεται και την βάζει σε πράξη (Ιακ.β:14-26). Είναι δυνατό να έχει κάποιος ένα αρχικό βαθμό πίστης στο Χριστό και ακόμα να μην είναι σωσμένος αν δεν υπάρχει τέλεια αποδοχή, παράδοση, και υπακοή (Ματθ.ζ:21-23, Ιωαν.β:23-25, ιβ:42, Πραξ.η:6-23, ι:1-6 με ια:14, Ιακ.β:19).
Πιστεύω, σημαίνει υπακούω και υπακούω, σημαίνει πιστεύω. Η αίρεση της «φτηνής χάρης» θεωρεί ότι μια απλή διανοητική συγκατάθεση είναι αρκετή ν’ ασφαλίσει κάποιον σχετικά με την άφεση των αμαρτιών. Ο Ιησούς δεν ζητούσε απλά μια νοερή απόφαση ή προφορική παράδοση, αλλά ενεργητική υπακοή όταν έλεγε στους μαθητές Του «Ακολουθήστε με!»
Η ανταπόκριση των μαθητών είναι μια πράξη υπακοής κι όχι μια ομολογία πίστης στον Ιησού. Η πίστη είναι πραγματική μόνο όταν υπάρχει υπακοή και μόνο τότε. Το βήμα της υπακοής πρέπει να γίνεται πριν αυτό που λες ότι πιστεύεις φανεί ότι είναι δυνατό να γίνει. Αν δεν υπακούσει, ο άνθρωπος δεν μπορεί να πιστέψει.
Ένα «έργο πίστης» ή η «υπακοή πίστης» προϋποθέτει μια αδιαχώριστη ενότητα ανάμεσα στην πίστη και τα έργα της πίστης. Επειδή αυτή η ενότητα είναι αδιαχώριστη και η γνήσια πίστη δεν μπορεί παρά να παράγει έργα, η Γραφή μερικές φορές μιλάει για πίστη και μερικές για έργα όταν θέλει να μας μιλήσει για την κατάσταση που πρέπει να βρεθεί κανείς για να συγχωρεθούν οι αμαρτίες του. Αποφεύγουμε το Νομικό πνεύμα με την έννοια ότι αναγνωρίζουμε πόσο άρρωστοι είμαστε ώστε να βλέπουμε πέρα απ’ τους εαυτούς μας με τέλεια εμπιστοσύνη στην πείρα του Γιατρού και με μια επιθυμία να μας θεραπεύσει, ακολουθούμε τις οδηγίες του (υπακοή πίστης!) για να γίνουμε καλά.
Δικαίωση δια πίστεως δεν σημαίνει μια νοερή συγκατάθεση αντί για υπακοή, ούτε πιστεύω αντί κάνω. Μάλλον σημαίνει υπεράσπιση των αρετών του Χριστού αντί των δικών μου. Σημαίνει πιστεύω στο Χριστό, δηλαδή στο Λόγο Του, τον οποίο αποδέχομαι και υπακούω στη ζωή μου. Η πίστη που περιλαμβάνει την υπακοή πίστης, δεν κερδίζει ούτε αξίζει τη σωτηρία, αλλά είναι μια κατάσταση σωτηρίας. Ο Θεός δεν σώζει χωρίς αυτήν. Έτσι, ο Νώε δικαιώθηκε με την υπακοή της πίστης (Εβρ.ια:7).
(3) Η σώζουσα πίστη είναι μια συνεχής σχέση κι όχι μια στιγμιαία κατάσταση (Ρωμ.α:16-17, ια:22, Α’ Κορ.ιε:1-2, Α’ Τιμ.δ:16). Δεν είναι απλά μια διανοητική κατάσταση που συμβαίνει μια συγκεκριμένη στιγμή, αλλά είναι μια συνεχής στάση και συμπεριφορά, είναι τρόπος ζωής. Τελικά, η σωτηρία είναι ακόμα κάτι μελλοντικό (Πραξ.ιε:11, Ρωμ.η:24, ιγ:11, Εβρ.θ:28). Για να κληρονομήσουμε αιώνια ζωή, πρέπει να ζούμε συνεχώς δια πίστεως, που σημαίνει να βαδίζουμε υπακούοντας. Αν επιμένουμε σε αμετανόητες αμαρτίες, δεν ζούμε δια πίστεως.
(4) Δια πίστεως μετανοούμε απ’ τις αμαρτίες μας, υπακούμε στην εντολή να βαπτιστούμε, παίρνουμε την άφεση των αμαρτιών στο βάπτισμα, παίρνουμε το Άγιο Πνεύμα και ζούμε μια άγια ζωή (Μαρκ.α:15, ις:16, Ιωαν.ζ:38-39, Πραξ.η:12-17, ια:15-17, ιθ:1-6, Γαλ.γ:14, Εφεσ.α:13). Πλυθήκαμε, αγιαστήκαμε και δικαιωθήκαμε δια του ονόματος του Κυρίου Ιησού και δια του πνεύματος του Θεού ημών (Α’ Κορ.ς:11). Οι πειθαρχούντες λαμβάνουν το Άγιο Πνεύμα (Πραξ.ε:32).
Η υπακοή στο Πραξ.β:38 δεν είναι σωτηρία με έργα. Η μετάνοια, το βάπτισμα στο νερό και το Πνεύμα το Άγιο, δεν είναι ανθρώπινα έργα με τα οποία κερδίζει κανείς τη σωτηρία, αλλά είναι ενέργειες του Θεού με τις οποίες μορφώνει τη σωτηρία σ’ εμάς. Ο Θεός είναι Αυτός που εκτελεί οτιδήποτε έχει να κάνει με τη σωτηρία.. Εμείς είτε Τον αφήνουμε να εργαστεί στη ζωή μας (δια πίστεως/υπακοής) ή αρνούμαστε να Του επιτρέψουμε (με την απιστία/ανυπακοή). Αυτός μας καλεί, μας οδηγεί στον Εαυτό Του, αλλάζει το νου μας και την κατεύθυνση που βαδίζουμε (στη μετάνοια), πλένει τις αμαρτίες μας (στο βάπτισμα στο νερό), μας γεμίζει με το πνεύμα Του, μας δυναμώνει για να ζήσουμε άγια και μας κρατά στη χάρη Του. Οι προσπάθειές μας για μετάνοια, για άφεση αμαρτιών στο βάπτισμα στο νερό και για να λάβουμε το Πνεύμα το Άγιο, δεν θα ωφελούσαν σε τίποτα, αν δεν ήταν απ’ τη χάρη του Θεού. Ο θάνατος, η ταφή και η ανάσταση του Ιησού μας προμήθευσαν όλα αυτά τα οφέλη και η πίστη μας σ’ Αυτόν τα βάζει σ’ εφαρμογή στη ζωή μας. Η δικαίωση δια πίστεως δεν αποκλείει την αναγέννηση, αλλά εξηγεί πώς ξαναγεννιόμαστε.
Αν κάποιος πιστεύει στον Ιησού, θα υπακούσει στην εντολή Του να μετανοήσει, να βαπτιστεί κι ο Θεός θα συγχωρέσει τις αμαρτίες του. Αν δεν έχει πίστη, δεν θα μετανοήσει και δεν θα βαπτιστεί, ή αν βαπτιστεί αυτό δεν θα έχει καμία αξία. Αν κάποιος πιστεύει στον Ιησού σύμφωνα με τις Γραφές,, θα παραδώσει τον εαυτό του τέλεια στο Χριστό κι ο Θεός θα τον γεμίσει με το Άγιο Πνεύμα. Αν δεν έχει πίστη, δεν θα λάβει το Άγιο Πνεύμα.
Κλείνοντας, η πίστη είναι το μέσο με το οποίο ο άνθρωπος οικειοποιείται τη χάρη του Θεού. Είναι το μέσο που παραδινόμαστε στο Θεό, υπακούμε στο Λόγο Του, και Του επιτρέπουμε να εκτελέσει το έργο της σωτηρίας στη ζωή μας. Σώζουσα πίστη είναι: (1) αποδοχή του ευαγγελίου του Ιησού Χριστού σαν το μόνο μέσο σωτηρίας (2) υπακοή σ’ αυτό το ευαγγέλιο (εφαρμογή ή ιδιοποίηση αυτού του ευαγγελίου). Το ευαγγέλιο του Ιησού Χριστού είναι τα καλά νέα ότι ο Ιησούς πέθανε, τον έθαψαν, κι αναστήθηκε για τη δική μας σωτηρία (Α’ Κορ.ιε:1-4). Το δικό μας μέρος απέναντι στο ευαγγέλιο είναι να μετανοήσουμε απ’ την αμαρτία, να βαπτιστούμε στο όνομα του Ιησού Χριστού και να λάβουμε το Άγιο Πνεύμα όπως η πρώτη αποστολική εκκλησία το λάμβανε (Πραξ.β:1-4, 37-39).
Η πίστη στο Χριστό βρίσκει εφαρμογή στην υπακοή του Πραξ.β:38, που επιτρέπει στον αμαρτωλό να γεννηθεί απ’ το νερό και το Πνεύμα, χωρίς το οποίο δεν μπορεί να είναι σωσμένος (Ιωαν.γ:3-5). Η πίστη μετά κρατά τον αναγεννημένο σε μια συνεχή σχέση με τον Ιησού, πράγμα που περιλαμβάνει συνεχή υπακοή και άγια ζωή με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος που κατοικεί μέσα του.